Βάζοντας κατά μέρος την «χωρίς ανάσα» δημοσιογραφική κάλυψη των αποκαλύψεων ότι η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας (NSA) έχει παρακολουθήσει ξένους συμμάχους ηγέτες, η κατασκοπεία στους συμμάχους - ακόμα και στους φιλικούς - δεν είναι κάτι νέο στην διεθνή πολιτική. Στα μέσα του δέκατου έκτου αιώνα, ο ευσεβής βασιλιάς Φίλιππος Β’ της Ισπανίας και ο Πάπας παρακολουθούσαν ο ένας τον άλλον στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τον απόπλου τής ισπανικής αρμάδας ενάντια στη Μεγάλη Βρετανία. Ο λόγος; Ο πάπας πίστευε ότι ο βασιλιάς ήταν αναποφάσιστος, και ο βασιλιάς πίστευε ότι ο Πάπας αντιστάθμιζε το διακύβευμα.
(Pawel Kopczynski / Courtesy Reuters)
Αιώνες αργότερα, στις αρχές τού 1917, η βρετανική κυβέρνηση ήθελε τις τότε ουδέτερες Ηνωμένες Πολιτείες να εισέλθουν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό της. Σύμφωνα με τον Keith Jeffery, τον επίσημο ιστορικό τής MI6, της υπηρεσίας πληροφοριών τού Λονδίνου, οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν ένα «ευρύ φάσμα» απροκάλυπτων και παράνομων μεθόδων για να συγκεντρώσουν πληροφορίες και να διευθύνουν τις επιχειρήσεις επιρροής. Για παράδειγμα, χάρη στη μυστική παρακολούθηση του αμερικανικού υπερατλαντικού καλωδίου, η MI6 έμαθε για ένα γερμανικό σχέδιο προσέλκυσης του Μεξικού ως συμμάχου με την υπόσχεση ότι θα του παραδοθεί ένα μεγάλο κομμάτι τής επικράτειας των ΗΠΑ. Καλύπτοντας τις πηγές της, η MI6 προώθησε την ανησυχητική είδηση στον πρόεδρο των ΗΠΑ Woodrow Wilson και έτσι ώθησε τις Ηνωμένες Πολιτείες προς την κήρυξη του πολέμου.