Πολίτες περπατούν μπροστά από το κτίριο της Bank of England στο κεντρικό Λονδίνο, στις 3 Ιουνίου 2008. ALESSIA PIERDOMENICO / REUTERS
Η νίκη του Βρετανού πρωθυπουργού, Ντέιβιντ Κάμερον, και του Συντηρητικού Κόμματος στις γενικές εκλογές αυτόν τον Μάιο κατέρριψε τις προεκλογικές δημοσκοπήσεις [1] και σίγουρα εξέπληξε ακόμα και τον ίδιο τον Κάμερον. Παρά το γεγονός ότι προήδρευσαν κατά την διάρκεια μιας 5ετούς περιόδου λιτότητας και περικοπών του κοινωνικού προϋπολογισμού, μείωσης των μισθών πάνω από 8% από την κορύφωσή τους το 2007 [2], μηδενικής αύξησης της εθνικής παραγωγικότητας [3] (η οποία αντανακλά την αύξηση της μερικής απασχόλησης στην χαμηλής ειδίκευσης εργασία [4] από την αρχή της κρίσης), και δεν πέτυχε τους στόχους του προϋπολογισμού [5], το εκλογικό σώμα δεν τιμώρησε τους Συντηρητικούς, αλλά μάλλον τον μικρό εταίρο του συνασπισμού τους, τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, οι οποίοι έχασαν τις 57 έδρες τους εκτός από 8 στην Βουλή των Κοινοτήτων. Η αποτυχία του Εργατικού Κόμματος να βελτιώσει σημαντικά τις αδύναμες επιδόσεις του 2010, σε συνδυασμό με τις ιδιορρυθμίες του πλειοψηφικού (first-past-the-post) εκλογικού συστήματος του Ηνωμένου Βασιλείου, συμπλήρωσε όσα απαιτούνταν για την εξασφάλιση της νίκης των Συντηρητικών.