Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Μια αποτίμηση της συμφωνίας για τις δημοσιονομικές προοπτικές της ΕΕ



Ioannis Papadopoulos

Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε γύρω απ’ τον επταετή προϋπολογισμό της Ένωσης στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 7-8 Φεβρουαρίου είναι κακός. Ο προϋπολογισμός 2014-2020 είναι, για πρώτη φορά στην ιστορία, χαμηλότερος σε απόλυτους αριθμούς απ’ τον προηγούμενο της περιόδου 2007-2013: οι πιστώσεις δεσμεύσεων, που αντιστοιχούν στην οροφή των νόμιμων δαπανών, ανέρχονται πια σε 960 δις € (από 973 δις € στην προηγούμενη περίοδο), ενώ οι πιστώσεις πληρωμών, που αντιστοιχούν στα πραγματικά εκταμιευόμενα ποσά, υφίστανται ραγδαία μείωση: 908,4 δις € από 943 δις €. κατά την προηγούμενη επταετία. Τις μεγαλύτερες περικοπές υφίσταται το πρόγραμμα διευρωπαϊκών υποδομών μεταφοράς, ενέργειας και ευρυζωνικών δικτύων, που μειώνεται κατά 12 δις € σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο και κατά 20 δις € σε σχέση με όσα είχε ζητήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ μειώσεις υπέστησαν συνολικά όλα τα κονδύλια για ανταγωνιστικότητα και απασχόληση καθώς και οι δαπάνες για τη λειτουργία των διοικητικών υπηρεσιών, τις εξωτερικές δράσεις και την ασφάλεια της Ένωσης.
Σημειωτέον ότι η Επιτροπή είχε ζητήσει 1.025 δις €, προϋπολογίζοντας το κόστος των δεσμεύσεων που έχουν ήδη ψηφιστεί από τα θεσμικά όργανα. Και για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης με τους διεθνείς ανταγωνιστές μας, οι πιστώσεις δεσμεύσεων αντιστοιχούν μόλις στο 1% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος της ΕΕ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό των ΗΠΑ μπορεί να ανέρθει και στο 30% ή παραπάνω, ανάλογα με την οικονομική συγκυρία. Με άλλα λόγια, προσπαθούμε να ανταγωνιστούμε αγωνιστικά αυτοκίνητα, ενώ εμείς τρέχουμε με κινητήρα 2 ίππων.

Αυτός ο προϋπολογισμός λιτότητας έρχεται την εποχή ακριβώς που η Ένωση συνολικά βυθίζεται σε αυτοτροφοδοτούμενη διπλή ύφεση. Σ’ αυτήν τη συγκυρία, είναι απολύτως ανεύθυνο να περικοπούν αναπτυξιακά κονδύλια για έργα υποδομών, έρευνα και ανάπτυξη, καινοτομία, κατάρτιση ανθρώπινου δυναμικού για την τόνωση της απασχόλησης, στήριξη μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, που είναι τα μόνα ικανά να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Επιπλέον, η αυξανόμενη ψαλίδα μεταξύ των δεσμεύσεων ποσών και των πραγματικών πληρωμών θα φέρει σίγουρα ταμειακά ελλείμματα, που υπολογίζονται στα 50 δις €. Τέλος, δεν προβλέπεται τίποτα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης της Ένωσης, με αύξηση των ιδίων πόρων της προκειμένου να μειωθούν οι εισφορές από τα κράτη μέλη, συνεπώς και το πολιτικό κόστος που έχουν οι κυβερνήσεις απέναντι στους φορολογούμενους πολίτες τους.

Τώρα αναμένουμε απ’ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να υψώσει ανάστημα και να απορρίψει ευθέως αυτό το σχέδιο. Η Συνθήκη της Λισσαβόνας το καθιστά ισότιμη δημοσιονομική αρχή με το Συμβούλιο επειδή απαιτείται πλέον η σύμφωνη γνώμη του. Όλες οι κοινοβουλευτικές ομάδες πλην των ευρωσκεπτικιστών έχουν ήδη τοποθετηθεί αρνητικά απέναντι στο συγκεκριμένο σχέδιο, ενώ έχουν ένα κίνητρο να μην το εγκρίνουν: σε περίπτωση καταψήφισης, οι δεσμεύσεις δαπανών θα είναι ετήσιες και θα αντιστοιχούν στην οροφή των δαπανών για το 2013, η οποία είναι σαφώς υψηλότερη από αυτήν που θέλει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Έτσι, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή καθίστανται σύμμαχοι στην προσπάθεια να φανεί η Ευρώπη αντάξια των εσωτερικών και εξωτερικών προκλήσεων που έχει να αντιμετωπίσει.

Το κύριο πλεονέκτημα μιας άρνησης έγκρισης είναι πως δε θα φανεί αναντίστοιχη η ΕΕ με τον ίδιο της τον εαυτό, αυξάνοντας κατά πολύ τις αρμοδιότητες και τις αποστολές της με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας και ταυτόχρονα περικόπτοντας τα κονδύλια που αφιερώνει σ’ αυτές. Μια απόρριψη απ' το Κοινοβούλιο θα ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας λίγων μηνών για να ασκηθεί πίεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προκειμένου να επανέλθει με ένα σχέδιο προϋπολογισμού που δε θα ικανοποιεί μόνο τον «ένθερμο ευρωπαϊστή» David Cameron. Ένα μπρα-ντε-φερ απ’ το μοναδικό θεσμικό όργανο που απολαμβάνει άμεση λαϊκή νομιμοποίηση μπορεί να αναστρέψει αυτήν την αυτοκαταστροφική πορεία της Ένωσης. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να στερήσει απ’ τον Ευρωπαϊκό λαό τα μέσα για να διεκδικήσει ένα μέλλον ανάπτυξης και προκοπής, όπου η Ευρώπη θα στέκεται ως ισότιμος εταίρος απέναντι στις ΗΠΑ και στις αναδυόμενες μεγάλες δυνάμεις, αντί να είναι ο «μέγας ασθενής» της διεθνούς οικονομίας και ως εκ τούτου του συστήματος διεθνούς σταθερότητας. Ναι μεν η Ελλάδα απέσπασε την καλύτερη δυνατή χρηματοδότηση δεδομένων των συνθηκών, αλλά πρέπει να σκεφτόμαστε με όρους Ευρωπαϊκού συλλογικού συμφέροντος και όχι μόνο διακυβερνητικά, δηλαδή με συσχετισμούς δυνάμεων μεταξύ κρατών μελών.

πηγή  Εφημερίδα "Μακεδονία", 12 Φεβρουαρίου 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου