Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Η ευρωζώνη πίσω από την αναταραχή στις αναδυόμενες

Τα νομίσματα πολλών αναδυόμενων αγορών καταρρέουν και οι κεντρικές τους τράπεζες έχουν επιδοθεί σε συνεχή σύσφιξη των πολιτικών, προσπαθώντας να σταθεροποιήσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές των χωρών τους. Ποιος φταίει για την κατάσταση αυτή;
Πριν από μερικά χρόνια, όταν η αμερικανική Federal Reserve προχώρησε με έναν ακόμη γύρο «ποσοτικής χαλάρωσης», ορισμένοι ηγέτες αναδυόμενων αγορών διαμαρτυρήθηκαν εντόνως. Έβλεπαν τις αορίστου χρόνου αγορές μακροπρόθεσμων τίτλων από τη Fed ως μια προσπάθεια να κατασκευαστεί μια ανταγωνιστική υποτίμηση του δολαρίου, και φοβούνταν ότι οι εξαιρετικά χαλαρές νομισματικές συνθήκες στις ΗΠΑ θα εξαπέλυαν μια πλημμύρα «ζεστού χρήματος» στις αγορές τους, οδηγώντας σε άνοδο τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Αυτό, ανησυχούσαν, δεν θα μείωνε μόνο την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών τους και θα οδηγούσε τα εξωτερικά τους ισοζύγια σε έλλειμμα, αλλά θα τις εξέθετε στις σκληρές συνέπειες μιας απότομης διακοπής των ροών κεφαλαίων όταν οι Αμερικανοί φορείς χάραξης πολιτικής θα άλλαζαν κατεύθυνση.

Εκ πρώτης όψεως, αυτοί οι φόβοι φαίνεται να είναι βάσιμοι. Όπως ο τίτλος μιας πρόσφατης μελέτης του ΔΝΤ το θέτει, «οι ροές κεφαλαίων είναι άστατες: οποτεδήποτε, οπουδήποτε». Μια απλή ανακοίνωση ότι η Fed θα μπορούσε να περιορίσει τις μη συμβατικές λειτουργίες νομισματικής πολιτικής, έχει οδηγήσει στη σημερινή φυγή κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές. Αλλά αυτή η άποψη χάνει τον πραγματικό λόγο που τα κεφάλαια διοχετεύθηκαν ξανά στις αναδυόμενες αγορές τα τελευταία χρόνια, και γιατί τα εξωτερικά ισοζύγια τόσων πολλών, έχουν γυρίσει σε έλλειμμα. Ο πραγματικός ένοχος είναι το ευρώ.

Η ποσοτική χαλάρωση στις ΗΠΑ δεν μπορεί να βρίσκεται πίσω από αυτές τις μεγάλες διακυμάνσεις στα παγκόσμια εξωτερικά ισοζύγια, διότι το εξωτερικό έλλειμμα της Αμερικής δεν έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Αυτό είναι επίσης ό,τι θα περίμενε κανείς από την οικονομική θεωρία: υπό συνθήκες παραπλήσιες με μια παγίδα ρευστότητας , η επίπτωση των αντισυμβατικών πολιτικών στις οικονομικές συνθήκες και η ζήτηση, πιθανώς θα είναι μέτρια.

Πράγματι, τα διαθέσιμα μοντέλα μας λένε ότι, στο βαθμό που μια επεκτατική νομισματική πολιτική έχει πραγματικά μια επίδραση στην οικονομία, η επίδρασή της στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δεν θα πρέπει να είναι μεγάλη, διότι οποιαδήποτε θετική επίδραση στις εξαγωγές από μια ασθενέστερη συναλλαγματική ισοτιμία, θα πρέπει να εξισορροπείται από μεγαλύτερες εισαγωγές εξαιτίας της αύξησης στην εγχώρια ζήτηση.

Αυτό είναι που συνέβη στις ΗΠΑ, και η πρόσφατη οικονομική της ανάκαμψη έχει συνοδευτεί από μια επέκταση τόσο των εξαγωγών όσο και των εισαγωγών. Η επίδραση των διάφορων γύρων ποσοτικής χαλάρωσης στις αναδυόμενες οικονομίες (και στον υπόλοιπο κόσμο), έχει επομένως υπάρξει σχεδόν ουδέτερη.

Αλλά η λιτότητα στην Ευρώπη είχε μια βαθιά επίδραση στο ισοζύγιο τεχουσών συναλλαγών της ευρωζώνης, το οποίο εμφάνισε από έλλειμμα περίπου 100 δις. ευρώ το 2008, πλεόνασμα περίπου 300 δις. ευρώ φέτος. Αυτό ήταν μια συνέπεια της απότομης ροής των κεφαλαίων προς τα νοτιότερα μέλη της ευρωζώνης, που υποχρέωσε αυτές τις χώρες να μετατρέψουν τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους από συνολικό έλλειμμα 300 δις. ευρώ πριν από πέντε χρόνια, σε ένα μικρό πλεόνασμα σήμερα. Επειδή οι χώρες με εξωτερικό πλεόνασμα στο βορά της ευρωζώνης (Γερμανία, Ολλανδία), δεν αύξησαν τη ζήτησή τους, η ευρωζώνη συνολικά έχει τώρα το μεγαλύτερο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών παγκοσμίως, υπερβαίνοντας ακόμη και αυτό της Κίνας, η οποία εδώ και καιρό έχει κατηγορηθεί για εμπλοκή σε χειραγώγηση ανταγωνιστικού νομίσματος.

Αυτή η ασυνήθιστη μεταβολή περίπου 400 δισ. ευρώ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της ευρωζώνης, δεν είναι αποτέλεσμα μιας «ανταγωνιστικής υποτίμησης». Το ευρώ έχει παραμείνει ισχυρό. Επομένως ο πραγματικός λόγος για τα μεγάλα εξωτερικά πλεονάσματα της ευρωζώνης σήμερα είναι ότι η εσωτερική ζήτηση ήταν τόσο αδύναμη, που οι εισαγωγές είναι πρακτικά στάσιμες τα τελευταία πέντε χρόνια (ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης ήταν ένα ασήμαντο 0,25%).  Η αιτία αυτής της κατάστασης, με μια λέξη, είναι η λιτότητα. Η ασθενής ζήτηση στην Ευρώπη είναι ο πραγματικός λόγος γιατί τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών στις αναδυόμενες αγορές επιδεινώθηκαν (και με την εξαίρεση της Κίνας, γύρισαν σε έλλειμμα).

Επομένως, αν μη τι άλλο, οι ηγέτες των αναδυόμενων αγορών θα έπρεπε να έχουν διαμαρτυρηθεί για την ευρωπαϊκή λιτότητα, όχι μόνο για την αμερικανική ποσοτική χαλάρωση. Η ομιλία του προέδρου της Fed, Ben Bernanke, για περιορισμό της ποσοτικής χαλάρωσης, θα μπορούσε να είχε προκαλέσει την τρέχουσα περίοδο της αστάθειας. Αλλά η βασική ευπάθεια των αναδυόμενων αγορών, έγινε στην Ευρώπη.

Η αστάθεια των κεφαλαιαγορών θέτει και πάλι το παράδοξο της λιτότητας. Καθώς τα κεφάλαια αποσύρονται από τις αναδυόμενες αγορές, αυτές οι αγορές σύντομα θα υποχρεωθούν να υιοθετήσουν τα δικά τους μέτρα λιτότητας και να εμφανίσουν πλεονάσματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, όπως και στην περιφέρεια της ευρωζώνης σήμερα. Αλλά ποιος θα είναι τότε σε θέση –και πρόθυμος- να εμφανίζει ελλείμματα;

Δύο από τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες έρχονται στο μυαλό: η Κίνα, δεδομένης της ισχύς του ισολογισμού της, και η ευρωζώνη, δεδομένου του status του ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα. Αλλά και οι δύο φαίνονται δεσμευμένοι να παράγουν μεγάλα πλεονάσματα (στην πραγματικότητα, τα δύο μεγαλύτερα παγκοσμίως). Αυτό υποδηλώνει ότι, εάν οι ΗΠΑ δεν αναβιώσουν το ρόλο τους ως καταναλωτής της ύστατης στιγμής, η τελευταία περίοδος αναταραχών στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα αποδυναμώσει ξανά την παγκόσμια οικονομία. Και οποιαδήποτε παγκόσμια ανάκαμψη υπόσχεται να είναι μη ισορροπημένη, δηλαδή, εφόσον υλοποιηθεί καθόλου.


Του Daniel Gros

ΠΗΓΗ:www.ceps.eu

ΑΠΟΔΟΣΗ:www.capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου