Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013

Η αυτοκαταστροφή του Πούτιν Η νέα ρωσική εκστρατεία κατά της διαφθοράς θα βουλιάξει το καθεστώς

Η περασμένη άνοιξη ήταν παράξενα ήρεμη στη Ρωσία. Το κίνημα διαμαρτυρίας, που δημιουργήθηκε μετά τις μη καθαρές βουλευτικές εκλογές το φθινόπωρο του 2011, έχει σχεδόν διαλυθεί και οι ελπίδες για ουσιαστική πολιτική φιλελευθεροποίηση έχουν ξεθωριάσει. Οι υψηλού προφίλ φιλελεύθεροι υποχωρούν ή συνταξιοδοτούνται, μια δεκαριά ακτιβιστές της αντιπολίτευσης βρίσκονται στην φυλακή και ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είναι ακλόνητος. Ακόμη και ο καιρός ήταν καλός, παραπλανώντας ίσως το Κρεμλίνο να πιστέψει ότι δεν έχει πολλά να φοβηθεί. Στην πραγματικότητα, έχει: με ακούσιο τρόπο, η πρόσφατη εκστρατεία του Πούτιν κατά της διαφθοράς έχει θέσει τις βάσεις για την κατάρρευση του συστήματος.
Μυγοσκοτώστρα με τη μορφή του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, ως μέρος έργου τέχνης του Ρώσου καλλιτέχνη Βασίλι Σλονόβ, εκτέθηκε στο Μουσείο της πόλης Krasnoyarsk στη Σιβηρία, το 2012. (Ilya Naymushin / Reuters)

Η εκστρατεία κατά της διαφθοράς αποτελούσε επιλογή. Τον Απρίλιο, η κάτω βουλή του ρωσικού νομοθετικού Σώματος ψήφισε ένα νόμο που απαγορεύει στα μέλη και των δύο Σωμάτων να διατηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό. Η απαγόρευση επεκτάθηκε σε όλους τους δημόσιους λειτουργούς, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας και των λειτουργών των κρατικών επιχειρήσεων. Τρεις μήνες αφότου ο Πούτιν υπογράψει το νόμο, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι θα πρέπει να αποκλειστούν από το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών στο εξωτερικό, ούτε καν για να πληρώνουν έξοδα εκπαίδευσης ή ιατρικά έξοδα.

Ο Πούτιν δεσμεύτηκε ότι αυτό είναι μόνο η αρχή. Ο ίδιος και οι σύμβουλοί του γνωρίζουν καλά ότι η πάταξη της διαφθοράς είναι δημοφιλής. Υπολογίζουν στην εκστρατεία αυτή για να βρουν περισσότερη υποστήριξη μετά τις διαδηλώσεις, και για να κινητοποιήσουν τους υποστηρικτές του Πούτιν. Αυτό που το Κρεμλίνο υποτιμάει, ωστόσο, είναι ότι η εκστρατεία θα μπορούσε να αποτελέσει δίκοπο μαχαίρι που θα απονομιμοποιήσει τελικά το καθεστώς, καθώς οι ίδιοι οι στενοί συνεργάτες του Πούτιν «εκκαθαρίζονται» ενώ «ξεπλένεται» ο οίκος της κυβέρνησης.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΟΡΜΠΑΤΣΩΦ ΣΤΟΝ ΠΟΥΤΙΝ
Η τύχη της εκστρατείας κατά του αλκοόλ του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, τα τελευταία χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, θα έπρεπε να αποτελεί ένα είδος προειδοποίησης. Από το 1980, το αλκοόλ είχε γίνει σημαντική αιτία θανάτου, απουσίας από την εργασία και χαμηλής παραγωγικότητας στην χώρα. Το κόστος του για τη σοβιετική οικονομία ανήλθε σε περισσότερο από το 10% του εθνικού εισοδήματος. Όταν ο Γκορμπατσώφ ξεκινούσε ένα πρόγραμμα για τον τερματισμό του αλκοολισμού, το 1985, επιδοκιμάστηκε σε όλη την χώρα για το θάρρος του και το στρατηγικό του όραμα. Η εκστρατεία πέτυχε τη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ, αλλά αυτό δεν απέτρεψε από το να εξελιχθεί γρήγορα σε πολιτική καταστροφή. Οι απλοί Σοβιετικοί πολίτες πίστευαν ότι το να πίνουν μέχρι θανάτου ήταν δικαίωμά τους, και αντιστάθηκαν ενεργά στην προσπάθεια του κράτους να το αλλάξει. Γελοιοποίησαν την πολιτική, παράκουσαν τους κανονισμούς κι έφτιαχναν τα δικά τους αλκοολούχα ποτά. Αυτές οι χαμηλού κινδύνου μορφές καθημερινής αντίστασης ήταν ένα τεράστιο πρόβλημα για τον Γκορμπατσώφ, επειδή οι άνθρωποι στράφηκαν εναντίον του Κομμουνιστικού Κόμματος. Μέχρι τη στιγμή που η εκστρατεία κατά του αλκοόλ εγκαταλείφθηκε, στα τέλη του 1987, είχε πλήξει σοβαρά τόσο την αξιοπιστία των μεταρρυθμίσεων του Γκορμπατσώφ όσο και τη δημοτικότητα του Σοβιετικού ηγέτη.
Η προσπάθεια του Πούτιν για την καταπολέμηση της διαφθοράς θα μπορούσε κάλλιστα να έχει παρόμοια μοίρα. Σήμερα, αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα που αφορά τα δικαιώματα: οι ρωσικές ελίτ πιστεύουν ότι έχουν το δικαίωμα να ληστεύουν τη χώρα ελεύθερα. Πράγματι, είναι ένα ουσιαστικό μέρος της άτυπης συμφωνίας τους με τον Πούτιν. Είναι τόσο πεπεισμένες για την ιερότητα αυτής της συμφωνίας που είναι έτοιμες να αντισταθούν στην καταπολέμηση της διαφθοράς με νύχια και με δόντια. Ορισμένοι Ρώσοι επιχειρηματίες έχουν ήδη παραιτηθεί από τη Γερουσία, προκειμένου να κρατήσουν τους ξένους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Άλλοι έχουν προσπαθήσει να κρύψουν καλύτερα τα χρήματά τους. Στα επόμενα δύο - τρία χρόνια, η εκστρατεία κατά της διαφθοράς θα μπορούσε να ξεθωριάσει το μύθο της εξουσίας του Πούτιν με τον ίδιο τρόπο που η αποτυχημένη εκστρατεία του Γκορμπατσώφ κατά του αλκοόλ αποκάλυψε τις αδυναμίες του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Κάνοντας τα πράγματα χειρότερα για τις ελίτ, η εκστρατεία τις κατέλαβε εξαπίνης. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην εξουσία, ο Πούτιν φρόντισε να μη θίξει τις ελίτ και να μην ενδυναμώσει την οργή της κοινωνίας γι' αυτές. Στην πραγματικότητα, η οικογένεια του πρώην Ρώσου προέδρου Μπόρις Γέλτσιν ενθάρρυνε τον Πούτιν να ανέλθει στην εξουσία σαφώς για να αποτρέψει κάθε προσπάθεια για την καταπολέμηση της υψηλού επιπέδου πολιτικής διαφθοράς και για να επανεξετάσει τα αποτελέσματα της αντιδημοφιλούς πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων. Έτσι, όταν ο Πούτιν έσφιξε τα λουριά ως προς το λάδωμα – πιο γνωστή είναι η περίπτωση του φυλακισμένου πρώην ολιγάρχη Μιχαήλ Κοντορκόφσκι - ο ίδιος περιορίστηκε σε επιθέσεις ακριβείας εναντίον γνωστών στόχων. Στη διάρκεια των ημερών που ο Πούτιν κυβερνούσε τη Ρωσία σε συνεργασία με τον τότε πρόεδρο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, η διαφθορά αντιμετωπιζόταν κυρίως ως θεσμικό ζήτημα που έπρεπε να θεραπευτεί από την αγορά και όχι από τα δικαστήρια. Μεταξύ 2009 και 2012, ο αριθμός των διεφθαρμένων Ρώσων αξιωματούχων που καταδικάστηκαν από δικαστήριο έπεσε σχεδόν στο μισό, από 10.700 στις 5.500.
Η συλλογιστική τού Πούτιν ήταν πολύ απλή: στους εφιάλτες του, έβλεπε ταραχές υπό την ηγεσία των ελίτ σε απομακρυσμένες περιοχές της Ρωσίας και συγκρούσεις στο εσωτερικό της ελίτ της Μόσχας που θα έριχναν το καθεστώς του. Ο τραυματικός κατακερματισμός της δεκαετίας του 1990 τον στοίχειωνε. Η συστολή έναντι της διαφθοράς πίστευε ότι ήταν το κλειδί για την άσκηση του ελέγχου - ή τουλάχιστον η εξαγορά του από τις ελίτ. Για να αποκτήσει αρκετή πατρωνία για να τα καταφέρει, αύξησε δραματικά το μέγεθος της γραφειοκρατίας. Από το 2000 έως το 2012, ο αριθμός των κρατικών υπαλλήλων αυξήθηκε κατά περισσότερο από 65% - από 1.300.000 σε 2.100.000. Και ο αριθμός του προσωπικού ασφαλείας στην Ρωσία, εκτός από τους στρατιωτικούς, ανήλθε σε 2,3 εκατ. άτομα. Οι διεφθαρμένοι αξιωματούχοι του κράτους έγιναν η πιο σημαντική ομάδα υποστήριξης του καθεστώτος. Έτσι, αντί της μείωσης της διεφθαρμένης γραφειοκρατίας ή της εκκαθάρισής της, ο Πούτιν αποφάσισε να τη διευρύνει. Στη δεκαετία του 1990, οι επιχειρήσεις κατέλαβαν το κράτος στην Ρωσία: μετά την άνοδο του Πούτιν, το κράτος κατέλαβε τις επιχειρήσεις. Δεν ήταν πλέον απαραίτητο για έναν επιχειρηματία να δωροδοκήσει έναν κρατικό αξιωματούχο, προκειμένου να συνάψει μια σύμβαση με την κυβέρνηση: στις περισσότερες περιπτώσεις, θα ήταν ένας σύζυγος κρατικού αξιωματούχου, ένας εραστής, ή ένας συνεργάτης που θα έκλεινε τη συμφωνία.
Το να κάνει την διαφθορά εκ των άνω να φαίνεται φυσιολογική και να την ταιριάξει με τη διαφθορά μικρής κλίμακας στα κατώτερα στρώματα, ήταν επίσης βασικό στοιχείο του μηνύματος στο επίκεντρο του καθεστώτος Πούτιν: δηλαδή, ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Πράγματι, οι έρευνες δείχνουν ότι η στήριξη στο καθεστώς δεν προέρχεται από αυτούς που πιστεύουν ότι η διαφθορά δεν είναι πρόβλημα - αυτό το τμήμα του πληθυσμού είναι αρκετά μικρό - αλλά από εκείνους που συμφωνούν ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει γι' αυτό. Είναι εύκολο να καταλάβουμε το γιατί: σήμερα, περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια - ή 16% του ΑΕΠ της Ρωσίας - έχουν «φαγωθεί» από τη διαφθορά. Σε γενικές γραμμές, το κόστος των προγραμμάτων κρατικών επενδύσεων υπερβαίνει τις αρχικές προβλέψεις κατά 250% έως 400%.
Ο ΠΡΑΓΟΝΤΑΣ ΝΑΒΑΛΝΙ
Γιατί, λοιπόν, ο Πούτιν βάζει όλα τα χαρτιά του στην προσπάθεια καταπολέμησης της διαφθοράς; Οι απαντήσεις είναι εκπληκτικά απλές: η νωθρή οικονομία, η πολιτική πίεση που δημιουργείται από τον δικηγόρο και μπλόγκερ που ονομάζεται Αλεξέι Ναβάλνι και, τέλος, μια αίσθηση προδοσίας.
Πρώτον, στον απόηχο της οικονομικής κρίσης, η ικανότητα του Πούτιν να ανταποκριθεί σε προηγούμενες υποσχέσεις του έχει μειωθεί: για να διασφαλίσει την κοινωνική αρμονία, η Μόσχα έχει αυξήσει δραματικά τις δημοσιονομικές δαπάνες της, έστω και αν τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα έχουν σπαταληθεί ή κλαπεί. Οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι το κόστος της οργάνωσης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων το 2014 θα είναι υψηλότερο από το συνδυασμένο κόστος της διοργάνωσης των Αγώνων των ετών 1994, 1998, 2002, 2006, και 2010. Η γραφειοκρατία του Πούτιν έχει γίνει όχι μόνο πολύ ακριβή, αλλά επίσης, όπως απέδειξαν οι διαδηλώσεις της Μόσχας, δεν μπορεί να εξασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα. Έτσι, περισσότερο από ποτέ, η σταθερότητα του καθεστώτος εξαρτάται από την ικανότητά του να βελτιώσει τα πραγματικά εισοδήματα των απλών Ρώσων, και η μείωση της διαφθοράς είναι ο πιο προφανής τρόπος - αλλά όπως ο Πούτιν θα μάθει, είναι επίσης πολιτικά ο πιο επικίνδυνος τρόπος – ώστε να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα.
Επιπλέον, ο Πούτιν γνωρίζει ότι ο Αλεξέι Ναβάλνι, ο οποίος έγινε ο πιο δημοφιλής ηγέτης της αντιπολίτευσης της Ρωσίας μετά τις διαδηλώσεις του 2011, είναι ένας αντίπαλος που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Μόνο η μεσαία τάξη της Μόσχας απαιτούσε μια «Ρωσία χωρίς Πούτιν», αλλά το μήνυμα του Ναβάλνι κατά της διαφθοράς αντήχησε και έξω από την πρωτεύουσα. Οι περισσότεροι Ρώσοι υιοθέτησαν τον ισχυρισμό του ότι το κυβερνών κόμμα «Ενωμένη Ρωσία», ήταν «ένα κόμμα απατεώνων και κλεφτών». Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μέχρι το 2010, πρότυπα διαφθοράς είχαν γίνει οι κρατικοί υπάλληλοι και όχι οι ολιγάρχες. Και ενώ ο Ναβάλνι ιντρίγκαρε τους πολίτες με την ελπίδα ότι μια μέρα θα μπορούσε να γίνει Πρόεδρος, ο Πούτιν υιοθέτησε γενικώς το ρόλο του Ναβάλνι ως ο λευκός ιππότης της καταπολέμησης της διαφθοράς. Προσπάθησε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως τον άνθρωπο που καταπολεμά τη διαφθορά, όχι μόνο που μιλά για την καταπολέμηση της διαφθοράς (φυσικά, ο ίδιος ο Ναβάλνι μάλλον θα μπει στην φυλακή με την κατηγορία - τι άλλο - της διαφθοράς).
Η απροθυμία των ρωσικών ελίτ να ενταχθούν στην αντι-δυτική υστερία του Κρεμλίνου, στον απόηχο των διαδηλώσεων της Μόσχας, ήταν άλλος ένας παράγοντας που ενθάρρυνε τον Πούτιν να τα βάλει με τη διαφθορά. Η απροθυμία των ελίτ να εναντιωθούν στη Δύση υποδείκνυε στον Πούτιν ότι η διαφθορά είναι ένα πραγματικό μέσο ελέγχου, αλλά ότι δεν έχει το μονοπώλιο στην άσκηση της εξουσίας. Άλλωστε, οι ρωσικές ελίτ μπορεί να είναι αφοσιωμένες στον Πούτιν, αλλά έχουν τα συμφέροντά τους στη Δύση. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι εκείνοι που κρατούν τα χρήματά τους και τις οικογένειές τους στη Δύση δεν είναι πρόθυμοι να κακολογήσουν τις χώρες όπου βρίσκονται τα πολύτιμα περιουσιακά τους στοιχεία. Ο πόλεμος του Πούτιν κατά της διαφθοράς – ιδίως όσον αφορά τους τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό - είχε ως στόχο να τιμωρήσει τις ελίτ που αρνήθηκαν να εκτελέσουν τις διαταγές του και να τις αναγκάσει να συμμορφωθούν.
ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Ο Πούτιν θα μάθει σύντομα ότι η διάχυτη διαφθορά οδηγεί στην αποσύνθεση των αυταρχικών καθεστώτων, αλλά - όπως απέδειξε η κατάρρευση του καθεστώτος του Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο – είναι οι εκστρατείες κατά της διαφθοράς που συχνά προκαλούν την κατάρρευση τους. Ελλείψει μιας ιδεολογίας που να εξασφαλίζει την αφοσίωση των ελίτ, ο ηγέτης δεν μπορεί να ελέγξει ούτε τη διαφθορά ούτε να την χρησιμοποιήσει ως μέσο ελέγχου: δεν μπορεί να κάνει τίποτα από τα δύο.
Τα σημάδια της αναστάτωσης είναι εμφανή. Τον Φεβρουάριο, ο Βλαντιμίρ Πεκτίν, ο πρόεδρος της Επιτροπής Δεοντολογίας της Δούμας (και πολύ γνωστός υποστηρικτής του Πούτιν), έγινε από ειρωνεία της τύχης το πρώτο υψηλά ιστάμενο θύμα της κήρυξης του πολέμου κατά της διαφθοράς. Αφού ο Ναβάλνι αποκάλυψε στο blog του ότι ο Πεκτίν παρέλειψε να δηλώσει ιδιοκτησία αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων στο Μαϊάμι, ο Πεκτίν αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το βουλευτικό αξίωμα. Ο Πούτιν δεν ήθελε να τιμωρήσει τον αφοσιωμένο Πεκτίν, αλλά αναγκάστηκε να το κάνει με βάση τους δικούς του κανόνες. Η υπόθεση είναι ενδεικτική: Ο Πούτιν δεν μπορεί να αποφασίσει μονομερώς σχετικά με τους στόχους της εκστρατείας κατά της διαφθοράς.
Εκτός από το επεισόδιο του Πεκτίν, το Κρεμλίνο προχώρησε πλήθος υποθέσεων καταπολέμησης της διαφθοράς που εμπλέκουν διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες και κρατικές εταιρείες. Το Υπουργείο Άμυνας ήταν το πρώτο. Μετά από έρευνα, ο υπουργός Άμυνας Ανατόλι Σερντιούκοφ απολύθηκε και ανακρίθηκε ως μάρτυρας σε μια υπόθεση που αφορούσε παράνομες πωλήσεις ακινήτων στρατιωτικής ιδιοκτησίας, που οδήγησαν σε ζημιές άνω των 130 εκατομμυρίων δολαρίων. Έπειτα ήταν μια υπόθεση υπεξαίρεσης από το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης που αφορούσε την κατασκευή εγκαταστάσεων για την σύνοδο κορυφής Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού, στο Βλαδιβοστόκ, το 2012 (ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Ρομάν Πάνοφ κατέληξε στην φυλακή). Λίγο αργότερα, η OAO Ρωσικά Διαστημικά Συστήματα, η εταιρεία που είναι υπεύθυνη για την κατασκευή του δορυφορικού συστήματος εντοπισμού θέσης GLONASS, βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σκανδάλου όταν αποκαλύφθηκε ότι πάνω από 210.000.000 δολάρια είχαν μεταφερθεί σε λογαριασμούς σκοτεινών εταιρειών. Και μόλις πρόσφατα, το Υπουργείο Γεωργίας, το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Υπουργείο Συγκοινωνιών έχουν γίνει το επίκεντρο σκανδάλων διαφθοράς υψηλά ιστάμενων. Σε κάθε περίπτωση, το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας του Πούτιν είναι σαφές: η κλεψιά με αντάλλαγμα την αφοσίωση παραμένει κάτι σύνηθες, αλλά αν οι ελίτ θέλουν να συνεχίσουν να απολαμβάνουν το δικαίωμά τους να κλέβουν, θα πρέπει να επαναπατρίσουν τα χρήματα και τις οικογένειές τους στη Ρωσία. Στην περίπτωση των κρατικών αξιωματούχων, η διατήρηση χρημάτων στο εξωτερικό θεωρείται πλέον προδοσία.
Ένα σημαντικό πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι οι ελίτ δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από αυτή τη νέα συμφωνία. Η ρωσική ιστορία τούς έχει διδάξει ότι σε καιρούς εκκαθαρίσεων, κανείς δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής – οι δήμιοι του σήμερα είναι τα θύματα του αύριο. Η εκστρατεία κατά της διαφθοράς δεν θα εκκαθαρίσει τις ελίτ, αλλά θα αποκαθάρει όσους έχουν ενταχθεί καλύτερα στα παγκόσμια επιχειρηματικά δίκτυα. Η εκστρατεία καταπολέμησης της διαφθοράς έχει μεταφέρει την εξουσία για τη διαχείριση της οικονομίας από σχετικά ικανούς φιλελεύθερους οικονομολόγους σε μάνατζερ που χαίρουν υποστήριξης από τις κορυφαίες υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Δεν είναι καθόλου περίεργο, λοιπόν, ότι αυτό που προπαγανδίζεται ως πόλεμος κατά της διαφθοράς έχει μετατραπεί σε έναν πόλεμο για την εξουσία ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες φυλές διεφθαρμένων αξιωματούχων. Προς το παρόν, η εκστρατεία κατά της διαφθοράς έχει αποδυναμώσει τη θέση εκείνων που είναι πλησιέστερα στον πρωθυπουργό Ντμίτρι Μεντβέντεφ - όχι επειδή είναι πιο διεφθαρμένοι, αλλά επειδή κρίνονται ως λιγότερο πιστοί. Ο Πούτιν, εν τω μεταξύ, είναι καταδικασμένος να αντιμετωπίσει τις μορφές της καθημερινής αντίστασης της γραφειοκρατίας, όπως οι συνεχείς καθυστερήσεις, τα χαμένα αρχεία, οι ασαφείς εξηγήσεις και τα χαμηλού κινδύνου μποϊκοτάζ.
Δύο παράγοντες απεργάζονται τη διάβρωση της εξουσίας του Πούτιν: η φυσική τάση των ελίτ να σκέφτονται πέρα από τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντά τους και η αυξημένη απαίτηση του Πούτιν για αφοσίωση. Όσον αφορά το πρώτο σημείο, οι ελίτ είναι ανήσυχες γιατί η νομιμοποίηση του συστήματος έχει τις ρίζες της στην προσωπική δημοτικότητα του Πούτιν, και ο Πούτιν δεν έχει κάνει τίποτα για να προετοιμάσει το σύστημα για την ενδεχόμενη αποχώρησή του. Ως προς το δεύτερο, ο Πούτιν έχει επαναπροσδιορίσει την αφοσίωση, έτσι ώστε αυτή να σημαίνει πλέον όχι μόνο ότι στηρίζει τις αποφάσεις του Κρεμλίνου, αλλά και τον επαναπατρισμό των περιουσιακών στοιχείων από το εξωτερικό και την καταπολέμηση των επικριτών τού Πούτιν ως προσωπικών του εχθρών. Έτσι, αν και αυτό μπορεί να φαίνεται σαν εδραίωση του Πούτιν στην εξουσία μέσω της εκστρατείας κατά της διαφθοράς, στην πραγματικότητα ο ίδιος βρίσκεται σε μια κρίσιμη στιγμή και κινδυνεύει να χάσει τον έλεγχό του στις ελίτ.
Ένα γνωστό παράδοξο για όσους σπουδάζουν τη διαφθορά είναι ότι όσο περισσότερο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γράφουν για τη διαφθορά, τόσο περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν την χώρα τους και την κυβέρνησή τους ως διεφθαρμένη. Αλλά, δεν είναι μόνο αυτό η γνώριμη δυναμική που λειτουργεί στη Ρωσία. Στην πραγματικότητα, οι πρόσφατες έρευνες αποκαλύπτουν μια άλλη συσχέτιση που θα πρέπει να τρομοκρατήσει τους ειδικούς του Κρεμλίνου: η άνοδος των προσδοκιών των πολιτών από την καταπολέμηση της διαφθοράς οδηγεί σε αιτήματα για ριζική πολιτική αλλαγή. Και παρ’ όλο που το Κρεμλίνο ελπίζει ότι η αυξανόμενη ανασφάλεια των ελίτ θα τις κάνει πιο υπάκουες, ένα βάσιμο εναλλακτικό σενάριο είναι ότι θα τις ωθήσει να αναζητήσουν εγγυήσεις εκτός του συστήματος του Πούτιν. Έτσι, αντίθετα με τις προσδοκίες του Κρεμλίνου, η εκστρατεία κατά της διαφθοράς θα μπορούσε να αποδυναμώσει την εμπιστοσύνη των ελίτ αλλά και να ενισχύσει τα αιτήματα των πολιτών για αλλαγή. Σε μια προσπάθεια να αναθεωρήσει τη συμφωνία που τον έχει κρατήσει στην εξουσία για πάνω από μια δεκαετία, ο Πούτιν μπορεί κάλλιστα να έχει προετοιμάσει το έδαφος της ίδιας της πτώσης του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου