Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Ανθίζει ελπίδα στην Συρία; Πώς οι τοπικές καταπαύσεις πυρός έχουν φέρει κάποια ανακούφιση στην Δαμασκό

Υπάρχουν λόγοι για απαισιοδοξία σχετικά με την σύνοδο αυτής της εβδομάδας στην Γενεύη για τον συριακό εμφύλιο πόλεμο. Ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ, έχει δείξει ότι δεν μπορεί να ανατραπεί με την βία και οι αντάρτες επιμένουν ότι δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για οποιοδήποτε σχέδιο που δεν περιλαμβάνει την άμεση αποχώρησή του από την εξουσία. Εν τω μεταξύ, η χώρα έχει διαρραγεί από τη βία, το περίπου ένα τρίτο τού πληθυσμού έχει διαφύγει από την χώρα, και, πριν τα Ηνωμένα Έθνη σταματήσουν να μετρούν τον Ιούλιο, τουλάχιστον 100.000 άνθρωποι είχαν πεθάνει.
Παιδιά παίζουν στην Δαμασκό, τον Νοέμβριο του 2013. (Bassam Khabieh / Reuters)

Όμως, υπάρχει ακόμα μια ευκαιρία για κάποιο είδος ομαλότητας. Τους τελευταίους μήνες, τοπικές προσπάθειες για τερματισμό τής βίας και παροχής βοήθειας στους λιμοκτονούντες έχουν οδηγήσει σε πολλές μικρής κλίμακας καταπαύσεις πυρός στα προάστια της Δαμασκού Barzeh, Moadamiya, Bibilla, Bait Sahem και Dumayr. Η ειρήνη θα μπορούσε να εξαπλωθεί, αν οι διαπραγματευτές στην Γενεύη δημιουργήσουν ένα αξιόπιστο σχέδιο για την προώθηση και την επίβλεψη παρόμοιων εκεχειριών σε όλη την χώρα. Ίσως σκεπτόμενος παρόμοια, ο Walid al-Moallem, ο υπουργός Εξωτερικών τής Συρίας, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι το καθεστώς είναι πρόθυμο να εργαστεί πάνω σε «ρυθμίσεις ασφαλείας» με τους αντάρτες στο Χαλέπι.

Λοιπόν, πώς θα λειτουργούν αυτές οι καταπαύσεις πυρός; Παρά το γεγονός ότι οι αντάρτες με ριζοσπαστικές ιδεολογίες φαίνεται επί του παρόντος να κυριαρχούν στην σκηνή, οι περισσότεροι Σύριοι έχουν περισσότερο καθημερινές απαιτήσεις - αξιοπρέπεια και ελευθερία. Αυτή η ομάδα, η οποία είναι αποφασισμένη να ανατρέψει τον Άσαντ, αλλά να μην διαλύσει συνολικά τους κρατικούς θεσμούς τής Συρίας, έχει αποδειχθεί πρόθυμη να κλείσει συμφωνίες υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, οι εν λόγω προϋποθέσεις περιλαμβάνουν την πείνα. Μια από τις αγαπημένες στρατηγικές τού καθεστώτος Άσαντ κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου είναι να αποκλείει από την υπόλοιπη χώρα τις περιοχές που έχουν καταληφθεί από αντάρτες και βρίσκονται κοντά σε προπύργια του καθεστώτος. Μερικές γειτονιές, όπως η Moadamiya, ήταν αποκλεισμένη (ακόμη και για προμήθειες τροφίμων) για περισσότερο από ένα χρόνο, με αποτέλεσμα ανείπωτο αριθμό θανάτων. Υπό την πίεση των κατοίκων, τον τελευταίο μήνα, οι αντάρτες εκεί αποδέχθηκαν μια κατάπαυση του πυρός με το καθεστώς, με αντάλλαγμα προμήθειες τροφίμων.
Τέτοια εκεχειρίες ποικίλλουν από τη μια περιοχή στην άλλη, αλλά ως επί το πλείστον αφορούν σε διαπραγματεύσεις μεταξύ στελεχών τού καθεστώτος που έχουν διασυνδέσεις στην περιοχή και τους κατοίκους και τους αντάρτες. Ως προϋπόθεση για μια συμφωνία, οι αντάρτες γενικώς απαιτούν να κρατήσουν τα ελαφρά όπλα τους, αλλά πρέπει να παραδώσουν τα βαρέα όπλα τους στο καθεστώς (πολλοί αντάρτες λένε ότι δεν χρησιμοποιούν τον βαρύ οπλισμό τους ούτως ή άλλως, δεδομένου ότι δεν έχουν τα πυρομαχικά γι’ αυτόν). Επιπλέον, οι τοπικοί μαχητές συμφωνούν να διώξουν τους μη τοπικούς μαχητές, και τα καθήκοντα ασφαλείας παραδίδονται στους τοπικούς επαναστάτες. Υπό αυτή την έννοια, οι συμφωνίες αντιπροσωπεύουν λιγότερο μια νίκη για το καθεστώς, από όσο μια αναγνώριση της ισχύος των τοπικών επαναστατών και της λαϊκής υποστήριξης που απολαμβάνουν. Μετά τις συμφωνίες, οι αξιωματικοί τού καθεστώτος απομένουν συνήθως με ένα ή δύο σημεία ελέγχου (συχνά επίσης επανδρωμένα με αντάρτες) και εμποδίζονται από το να εμπλακούν πολύ έντονα με την αστυνόμευση.
Είναι αλήθεια ότι αυτές οι καταπαύσεις πυρός είναι επισφαλείς. Μερικές έχουν καταρρεύσει πριν καν ξεκινήσουν, όπως ήταν η περίπτωση στο Yarmouk, έναν παλαιστινιακό προσφυγικό καταυλισμό, όπου το καθεστώς εξακολουθεί να χτυπά παρά τις υποσχέσεις του και οι αντάρτες επέστρεψαν στην επίθεση. Αλλά, μερικές από τις εκεχειρίες ήταν αρκετά επιτυχείς. Στην Barza, για παράδειγμα, οι δρόμοι έχουν ανακατασκευαστεί και νέα κτίρια έχουν ξεπηδήσει. Δεδομένου ότι η εκεχειρία επιτεύχθηκε πριν από δύο εβδομάδες, οι προμήθειες τροφίμων από την κυβέρνηση έχουν αρχίσει να εμφανίζονται πάλι.
Από την πλευρά του, το καθεστώς δεν έχει καμία επίσημη θέση σχετικά με τις εκεχειρίες - και κάποιοι στην ηγεσία διαμαρτύρονται για κάθε συμφωνία με τους αντάρτες. Καταφανώς, όμως, ο στρατός τής Συρίας έχει ως επί το πλείστον αποφύγει να μπαίνει πάλι στις πόλεις όπου έχουν γίνει συμφωνίες. «Το καθεστώς είναι καλό μέχρι στιγμής και κράτησε τον λόγο του, έτσι, για αλλαγή», λέει ο Rahaf Σάμι, ένας ακτιβιστής από την πόλη Harasta. Πιθανώς, ξέρει ότι δεν έχει άλλη επιλογή.
Οι περιορισμένες τοπικές εκεχειρίες, όσο εύθραυστες κι αν είναι, μπορεί να εξακολουθούν να λειτουργούν ως μοντέλα για τον τερματισμό του εμφύλιο πολέμου τής Συρίας. Ο Jihad Makdissi, πρώην εκπρόσωπος Τύπου τού Υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος παραιτήθηκε το 2012, μου είπε ότι «ο αποκλεισμός που επιβλήθηκε γύρω από κάθε περιοχή» έχει «κάνει πολύ δύσκολο για τους ανθρώπους που είναι μέσα να αρνηθούν μια συμφωνία». Και αυτό, λέει, είναι αμφίπλευρο. Σε περιοχές που περιβάλλονται από την κυβέρνηση και σε περιοχές που περιβάλλονται από την αντιπολίτευση, «η ίδια τακτική χρησιμοποιείται, φυσικά σε διαφορετικές κλίμακες. Υπήρξαν περιπτώσεις θανάτων από την πείνα. Αυτό είναι ένας πόλεμος και, δυστυχώς, οι πολίτες πληρώνουν το υψηλότερο τίμημα». Αυτοί οι πολίτες, είτε από την πλευρά τού καθεστώτος είτε των ανταρτών, είναι έτοιμοι για την ειρήνη.
Προς το παρόν, οι πιθανότερη στόχοι για αποσπασματικές συμφωνίες είναι περιοχές όπως η Qaboun, έξω από την Δαμασκό, και διάφορες γειτονιές στην Χομς, όπως η Waar, όπου βομβαρδισμοί και μήνες πολιορκίας κατέστρεψαν υποδομές και άφησαν τον πληθυσμό να λιμοκτονεί. Σε άλλες περιοχές, όμως, θα είναι πιο δύσκολο. Πόλεις όπως η Ντούμα, για παράδειγμα, αποτελούν βάσεις πιο εξεχόντων ομάδων ανταρτών. Αυτές οι ομάδες είναι τόσο καλά χρηματοδοτημένες που παρέχουν βοήθεια στους κατοίκους και τους μαχητές, οπότε δεν έχουν σχεδόν καμία πίεση για να δεχτούν βοήθεια από το καθεστώς τού Άσαντ.
Οι τοπικές εκεχειρίες πιθανότατα προσφέρουν την καλύτερη ευκαιρία για την ειρήνη βραχυπρόθεσμα. Μπορούν επίσης να ανοίξουν χώρο για διαπραγμάτευση μιας μακροπρόθεσμης λύσης στην Συρία. Αν οι εχθροπραξίες σταματήσουν, τα αντιμαχόμενα μέρη μπορούν πιο εύκολα να προσεγγίσουν μεταξύ τους. Αλλά, αν οι ρυθμίσεις αυτές είναι βιώσιμες, θα εξαρτηθεί από ένα ερώτημα: Θα παραμείνει ο Άσαντ στην εξουσία; Οι υποστηρικτές τού Άσαντ ισχυρίζονται συχνά ότι ο ίδιος έχει αγωνιστεί για την επιβίωσή του και νίκησε, και ότι η αντιπολίτευση πρέπει να αποδεχθεί το γεγονός. Επιπλέον, άλλοι, όπως ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ, Ράιαν Κρόκερ, υποστηρίζουν ότι ο Άσαντ είναι απαραίτητος στον αγώνα κατά του εξτρεμισμού. Σύμφωνα με πρόσφατες εκθέσεις, [1], ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες συναντήθηκαν με το καθεστώς Άσαντ, το οποίο μοιράστηκε πληροφορίες σχετικά με δυτικούς εξτρεμιστές στην Συρία.
Αλλά, μιλώντας πρακτικά, μια ειρηνευτική συμφωνία που αφήνει τον Άσαντ στην εξουσία δεν αποτελεί καν ένα ξεκίνημα. Αν δεν αποχωρήσει, κάθε διεθνώς υποστηριζόμενη συμφωνία κατά πάσα πιθανότητα θα κάνει χειρότερη την σύγκρουση. Κατ’ αρχήν, παρά τα όσα λένε οι υποστηρικτές του, ο Άσαντ δεν είναι πραγματικά σε θέση να καταπολεμήσει τον εξτρεμισμό στην Συρία ή κρατήσει τα εδάφη που έχασε. Είναι αδιανόητο ότι ο συριακός στρατός θα μπορούσε απλά να επιστρέψει στις απελευθερωμένες από τους αντάρτες περιοχές για να τις αστυνομεύει. Κατά την διάρκεια του πολέμου, το καθεστώς άφησε το μεγαλύτερο μέρος τού στρατού του στους στρατώνες, αλλά χρησιμοποίησε τις ειδικές δυνάμεις και τις παραστρατιωτικές ομάδες που είναι νομιμόφρονες. Αν ο Άσαντ αναπτύξει τις κανονικές του -σουνιτικής πλειοψηφίας- δυνάμεις στην πρώτη γραμμή, αυτό θα ενείχε τον κίνδυνο μιας μαζικής αποστασία ή λιποταξίας. Με άλλα λόγια, χωρίς διεθνή παρέμβαση - για την οποία δεν υπάρχει καμία όρεξη - είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς το πώς το εξασθενημένο καθεστώς θα είναι σε θέση να ανακτήσει τον έλεγχο στις απελευθερωμένες περιοχές. Με άλλα λόγια, όταν ο Άσαντ δήλωσε στο AFP αυτή την εβδομάδα ότι είναι «μη ρεαλιστικό» να γίνουν υπουργοί σε μια μελλοντική κυβέρνηση κάποιες προσωπικότητες της αντιπολίτευσης, θα πρέπει πραγματικά να εξετάσει κατά πόσον είναι ρεαλιστικό για τις δυνάμεις του να αποκτήσουν τον έλεγχο της χώρας και πάλι.
Αυτό δεν σημαίνει ούτε ότι οι ηγέτες τής αντιπολίτευσης με τους οποίους η διεθνής κοινότητα διαπραγματεύεται μπορούν να κρατήσουν εύκολα έδαφος μετά από μια ειρηνευτική συμφωνία. Η ιεραρχία τους και οι ίδιοι οι μαχητές θα απορρίψουν, για παράδειγμα, κάθε είδους συμφωνία-ομπρέλα που θα αφήνει τον Άσαντ στην εξουσία. Αυτοί οι μαχητές θα μπορούσαν στη συνέχεια να ενταχθούν σε πιο ακραίες δυνάμεις. Σε αντίθεση με τον στρατό και τις πολιτοφυλακές τού καθεστώτος, οι ομάδες των ανταρτών είναι ιδιαίτερα αυτόνομες. Η ομάδα ανταρτών Ahfad al-Rasoul, για παράδειγμα, έχει κατατροπωθεί από την συνδεδεμένη με την αλ Κάιντα «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Συρίας» στην Raqqa τον Αύγουστο, αλλά οι υπο-ομάδες τους γύρω από την Hama κάθονται στην ίδια χαρακώματα εναντίον τού Άσαντ. Οποιαδήποτε συμφωνία ευνοϊκότερη προς τους αντάρτες είναι πιθανότερο να οδηγήσει σε ένα σταθερό αποτέλεσμα από μια συμφωνία ευνοϊκή για το καθεστώς.
Σε αντιστάθμισμα, οι κατά περίπτωση τοπικές εκεχειρίες θα είναι ευνοϊκές για τους αντάρτες, και επομένως πιο βιώσιμες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, στη Γενεύη, τα διαπραγματευόμενα μέρη θα πρέπει να επικεντρωθούν σε δύο εργασίες. Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να θέσουν τις βάσεις για την εξάπλωση των περιορισμένων εκεχειριών σε εθνικό επίπεδο. Μπορούν να το κάνουν αυτό με την επίτευξη μιας συμφωνίας που επιφορτίζει τους τοπικούς ηγέτες και τους επαναστάτες με το έργο τής ασφάλειας και της αστυνόμευσης στις δικές τους περιοχές. Αυτό θα φέρει τις ένοπλες δυνάμεις τής αντιπολίτευσης στους κρατικούς θεσμούς. Τέτοια μέτρα τοπικής αστυνόμευσης θα διαβεβαιώσουν τους αντάρτες σε όλη την χώρα ότι η μοίρα τους, και εκείνη της χώρας, δεν θα αποφασιστεί πρόχειρα.
Δεύτερον, πρέπει να σκεφτούν προσεκτικά σχετικά με το μέλλον τού Άσαντ. Μπορεί να μην είναι πρακτικό για τον Άσαντ να φύγει από την εξουσία πριν οι δύο πλευρές συμφωνήσουν σε ένα κυβερνητικό σώμα που θα καθοδηγήσει τη μετάβαση, αλλά χωρίς την τελική αναχώρησή του από την εξουσία, η ειρήνη είναι στην σφαίρα τής φαντασίας. Με την άνοδο των ριζοσπαστών στην Συρία, είναι φυσικό ότι οι μυστικές υπηρεσίες τον βλέπουν σαν ένα δυνητικό προπύργιο κατά του εξτρεμισμού. Ωστόσο, είναι περισσότερο κάτι σαν ζημιά παρά ένας αποτελεσματικός εταίρος. Όσο Άσαντ βρίσκεται στην εξουσία, η αλ Κάιντα και άλλες εξτρεμιστικές δυνάμεις μπορούν να διεκδικούν νομιμοποίηση στον αγώνα κατά τού καθεστώτος του. Θα ήταν κοντόφθαλμο, λοιπόν, για την διεθνή κοινότητα να προσπαθήσει να οικοδομήσει μια μεταπολεμική Συρία στην οποία ο Άσαντ θα παίζει οποιονδήποτε ρόλο. Η καλύτερη στρατηγική θα ήταν να οικοδομηθεί η ειρήνη στη Συρία, γειτονιά - γειτονιά, και να προετοιμαστεί για την αναχώρηση του Άσαντ.
sourche: http://www.foreignaffairs.gr/articles/69662/hassan-hassan/anthizei-elpida-stin-syria?page=show
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου