Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Τι μπορεί να κερδίσει η Βρετανία από την ΕΕ

Συμμετείχα προσφάτως σε μια συζήτηση στο Λονδίνο που διοργανώθηκε από το Think tank, Open Europe. Η συζήτηση αρχικά εξέτασε τα ζητήματα που μπορεί να προκύψουν στη διάρκεια μιας επαναδιαπραγμάτευσης των όρων με τους οποίους το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μέλος της ΕΕ. Οι συζητήσεις στη συνέχεια στράφηκαν στις προϋποθέσεις που θα μπορούσε να πετύχει το Ηνωμένο Βασίλειο εάν, σε ένα δημοψήφισμα σχετικά με τα αποτελέσματα μιας τέτοιας επαναδιαπραγμάτευσης, οι ψηφοφόροι του Ηνωμένου Βασιλείου αποφασίσουν να αποχωρήσουν από την ΕΕ.



Αυτά τα ερωτήματα θα «παίξουν» πολύ εάν το συντηρητικό κόμμα πάρει αυτοδυναμία στη Βουλή, κάτι που μπορεί να γίνει μετά από τις γενικές εκλογές του 2015 ή μετά από κάποιες μεταγενέστερες εκλογές, εκτός και εάν το συντηρητικό κόμμα αλλάξει την πολιτική του. Αυτό πιθανώς θα αποτελέσει ένα «ζωντανό» ζήτημα για πολλά χρόνια στο μέλλον.


Το ζήτημα θα μπορούσε επίσης να επισπευστεί εάν η ΕΕ από μόνη της χρειαστεί να επανεξετάσει τις Συνθήκες της. Η αναθεώρηση της συνθήκης θα απαιτούσε τη συγκατάθεση του Ηνωμένου Βασιλείου. Κάθε κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα δεχθεί πιέσεις προκειμένου να εκμεταλλευτεί αυτή τη διαπραγμάτευση της συνθήκης για να προωθήσει την βρετανική ατζέντα, κάτι που εξηγεί εν μέρει γιατί πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες είναι απρόθυμοι να επιχειρήσουν οποιαδήποτε περαιτέρω αλλαγή της συνθήκης. Η εσωτερική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου θα μπορούσε επομένως να γίνει μια παραλυτική δύναμη στην πολιτική ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το μόνο μέρος στην ΕΕ όπου συζητιούνται οι επιπτώσεις μιας επαναδιαπραγμάτευσης της ιδιότητας μέλους της ΕΕ για τη Βρετανία ή αποχώρησης, είναι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η συζήτηση επικεντρώνεται στις βρετανικές ανησυχίες και λαμβάνει ελάχιστα υπόψη την επίδραση στα άλλα 27 κράτη μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και την Ιρλανδία, από τα διάφορα σενάρια αποχώρησης ή επαναδιαπραγμάτευσης της Βρετανίας.

Άλλοι ηγέτες της ΕΕ μοιάζουν να έχουν πάρει όρκο σιωπής για την εσωτερική συζήτηση του Ηνωμένου Βασιλείου, ακόμη και εάν πρόκειται για κάτι που οι ψηφοφόροι τους έχουν επίσης ζωτικό ενδιαφέρον. Δικαιολογημένα, δεν επιθυμούν να επιδεινώσουν τη συζήτηση στη βρετανική κοινή γνώμη, που μπορεί να δυσανασχετήσει από την «ξένη» παρέμβαση σε κάτι που θα μπορούσε λανθασμένα να ερμηνευθεί ως «εσωτερικό» βρετανικό ζήτημα.

Το μειονέκτημα αυτής της προσέγγισης είναι ότι η βρετανική δημόσια γνώμη και τα μέσα ενημέρωσης μπορεί να αναπτύξουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τους όρους που θα μπορούσαν να επιτευχθούν σε οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση, οδηγώντας σε απογοήτευση και συνεπακόλουθα, σε αυξημένη στήριξη της οριστικής αποχώρησης. Στην πραγματικότητα, οι χώρες της ΕΕ είναι ήδη τόσο ολοκληρωμένες η μία με την άλλη, που αυτό που το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πιθανό να ζητήσει, είναι στην πραγματικότητα ένα εσωτερικό ζήτημα για όλα τα μέλη.

Το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να λάβει υπόψη του και τη γνώμη των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ. Θα χρειαστεί η συναίνεση της πλειοψηφίας των άλλων κρατών της ΕΕ εάν:

-θέλουν να ολοκληρωθεί μια επαναδιαπραγμάτευση προς όφελος του Ηνωμένου Βασιλείου ή
-εάν το Ηνωμένο Βασίλειο πρόκειται να αποχωρήσει από την ΕΕ, μια πλειονότητα μεταξύ των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ θα χρειαστεί επίσης για να συμφωνηθούν οι όροι της νέας σχέσης της ΕΕ με το Ηνωμένο Βασίλειο, για να επιτραπεί για παράδειγμα, η διατήρηση της προνομιακής πρόσβασης για την ΕΕ, στην Ενιαία Αγορά της ΕΕ (για παράδειγμα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες).

Κανένα από αυτά τα ενδεχόμενα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο.

Το πρώτο ερώτημα που θα πρέπει να απευθύνει στον εαυτό του το Ηνωμένο Βασίλειο είναι εάν είναι προς το εθνικό συμφέρον της, η ΕΕ να παραμείνει ένας βιώσιμος και σταθερός θεσμός, που να μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις με εύλογη ταχύτητα, όταν εμφανιστούν τα διάφορα σενάρια.

Το προηγούμενο ενός κράτους-μέλους της ΕΕ να επιτυγχάνει προνομιακούς όρους –εξαιτίας της απειλής της αποχώρησης από την ΕΕ- θα μπορούσε να διαβρώσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των υπολοίπων 27 μελών. Έχει κανείς την αίσθηση ότι ορισμένοι στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν ενδιαφέρονται για αυτό, άλλοι δεν το έχουν σκεφτεί και άλλοι θα ήταν στην πραγματικότητα ευτυχείς εάν η όλη διαδικασία διέλυε την ΕΕ.

Η άποψή μου είναι ότι, είτε είναι μέλος είτε όχι, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει έννομο συμφέρον στο να παραμείνει λειτουργική η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια αποτελεσματική ΕΕ διατηρεί την Ευρώπη σε ειρήνη, και δημιουργεί μια ενιαία ανοιχτή αγορά που είναι καλό για το βρετανικό εμπόριο. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα πουλούσε τόσα πολλά σε μια Ευρώπη που έχει επιστρέψει σε 27 διαφορετικές αγορές με 27 διαφορετικά νομίσματα. Μια ΕΕ που δεν θα μπορούσε να λαμβάνει αποφάσεις διότι θα έχει παραλύσει από φόβο για το ποιος θα μπορούσε να ήταν ο επόμενος και να ακολουθήσει το Ηνωμένο Βασίλειο εκτός, δεν θα ήταν καλό για τη Βρετανία.

Επιπλέον, ορισμένες από τις πιθανές προτάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου σε μια επαναδιαπραγμάτευση θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αποτελεσματικότητα και την σταθερότητα της ΕΕ με έναν ακόμη πιο άμεσο τρόπο.

Μια τέτοια πρόταση είναι η ονομαζόμενη Κόκκινη Κάρτα, όπου μια μειοψηφία εθνικών κοινοβουλίων θα μπορεί να ασκεί βέτο σε έναν νόμο της ΕΕ, ακόμη και εάν αυτή η νομοθεσία:

-έχει ήδη λάβει την έγκριση από την πλειοψηφία τόσο του Συμβουλίου των Υπουργών, όπου όλα τα κράτη, μεταξύ των οποίων και το Ηνωμένο Βασίλειο, θα είχαν δικαίωμα ψήφου και

-έχει λάβει την έγκριση της πλειοψηφίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπου όλα τα κράτη, συμπεριλαμβανομένου και του Ηνωμένου Βασιλείου, έχουν άμεσα εκλεγμένους βουλευτές.

Η ιδέα της Κόκκινης Κάρτας έχει κερδίσει τη στήριξη του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών, και ακόμη από κάποια μέλη του Εργατικού Κόμματος.

Το Fresh Start Group των 100 συντηρητικών βουλευτών έχει προχωρήσει περισσότερο, τονίζοντας ότι μια απροσδιόριστη ομάδα εθνικών κοινοβουλίων θα πρέπει να είναι σε θέση να καταργήσει την υφιστάμενη εθνική νομοθεσία, και να παρακάμψει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις ισχύουσες δομές λήψης αποφάσεων της ΕΕ.

Αυτή η Κόκκινη Κάρτα θα παρέλυε τη λήψη αποφάσεων της ΕΕ με τρόπους που μπορεί να μην ευνοούν ούτε το Ηνωμένο Βασίλειο. Θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί από άλλους για να εμποδίσουν εκείνα ακριβώς τα μέτρα που θέλει το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως την απελευθέρωση της αγοράς υπηρεσιών στην ΕΕ.

Μια διάταξη σύμφωνα με την οποία μεταβαλλόμενες πλειοψηφίες μεταξύ εθνικών κοινοβουλίων θα μπορούσαν να παρακάμψουν τις δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων, και να καταργήσει μονομερώς τη σταθερότητα της Ενιαίας Αγοράς της ΕΕ. Θα αποτελούσε μια αφορμή ώστε να ανοίξουν εκ νέου συμβιβασμοί που έχουν διευθετηθεί εδώ και καιρό, πάνω στους οποίους βασίζεται η Ενιαία Αγορά της ΕΕ, υπάγοντάς τους σε λαϊκίστικες πιέσεις σε συνεχή βάση.

Και οι δύο αυτές προτάσεις θα απαιτούσαν αλλαγή της συνθήκης, διότι ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων στη διαδικασία της ΕΕ, είναι ορισμένος σε ένα πρωτόκολλο των ισχυουσών συνθηκών, και ένα πρωτόκολλο έχει το ίδιο νομικό κύρος όπως ένα άρθρο των ίδιων των συνθηκών. Για να αλλάξει το εν λόγω πρωτόκολλο, κάθε ένα από τα 28 κράτη-μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμφωνήσουν.

Άλλο ένα πιθανό αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου θα ήταν να εξαιρεθεί από το να έχει το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως τον τελικό κριτή των διαφωνιών που αφορούν τις συμφωνίες της ΕΕ για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πιθανό να ζητήσει αυτά τα ζητήματα να κρίνονται σε εθνικά δικαστήρια, το οποίο θα μπορούσε να σημαίνει 28 διαφορετικές ερμηνείες, και πολλά νέα κενά μέσω των οποίων καλά ενημερωμένοι εγκληματίες θα μπορούσαν να διαφύγουν της δικαιοσύνης.

Εάν το εκλογικό σώμα του Ηνωμένου Βασιλείου δεν είναι ικανοποιημένο με τους όρους που προσφέρονται ώστε να διατηρηθεί το Ηνωμένο Βασίλειο στην ΕΕ και ψηφίσει την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, θα πρέπει να ξεκινήσει μια νέα διαπραγμάτευση. Ο στόχος αυτής θα ήταν να αποφασίσει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους το Ηνωμένο Βασίλειο, εκτός της ΕΕ, θα είχε πρόσβαση στην ΕΕ για τους ανθρώπους, τα αγαθά και τις υπηρεσίες της. Αυτή η δεύτερη διαπραγμάτευση θα πρέπει να ολοκληρωθεί σε διάστημα δύο ετών.

Θα πρέπει να διεξάγεται με βάση το Άρθρο 5 της Συνθήκης της ΕΕ, κάτι που απαιτεί ειδική πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και μια πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να συμφωνηθούν οι όροι που θα χορηγούνται στη χώρα που αποσύρεται από την ΕΕ. Είναι πιθανό τέτοιοι όροι να περιλαμβάνουν τη συνέχιση της οικονομικής συμβολής στον προϋπολογισμό, ως αντάλλαγμα για την πρόσβαση του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ενιαία Αγορά της ΕΕ.

Σε περίπτωση μη συμφωνίας μέσα στο διάστημα των δύο ετών, το Ηνωμένο Βασίλειο θα τεθεί εκτός ΕΕ, και αυτομάτως θα υπόκειται σε περιορισμούς και δασμούς στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών του προς τις χώρες της ΕΕ, ενώ θα πρέπει να τοποθετηθούν τελωνεία εκ νέου στα σύνορα με την Ιρλανδία και στα λιμάνια της Μάγχης.

Επιπλέον, εάν το Ηνωμένο Βασίλειο, που θα βρίσκεται εκτός της ΕΕ, θέλει να περιορίσει τη μετανάστευση από την ΕΕ, θα έπρεπε να εισάγει ελέγχους διαβατηρίων στα ιρλανδικά σύνορα, ένα μέτρο που θα μπορούσε να υπονομεύσει το έργο που επιτελέστηκε μέχρι τώρα για την προαγωγή της ειρήνης και συμφιλίωσης.


Του John Bruton

Πηγή:www.ceps.eu

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου