Το τουρκικό κράτος άλλαξε χέρια πριν από μια δεκαετία, όταν οι ισλαμιστές συντηρητικοί (υποστηριζόμενοι από τους φιλελεύθερους) επικράτησαν στις εκλογές ενάντια στην παλαιά φρουρά τής χώρας, τους δεξιούς εθνικιστές γνωστούς ως Κεμαλικούς. Ίσως να είναι έτοιμο να το αλλάξει εκ νέου. Η συντηρητική συμμαχία τού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (ΑΚΡ) και το κίνημα του Φετουλάχ Γκιουλέν, ενός μουσουλμάνου κληρικού που καθοδηγεί το ποίμνιό του από την αυτοεξορία του στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει καταρρεύσει. Καθώς συμβαίνουν αυτά, ο στρατός ετοιμάζεται να ξαναμπεί στην πολιτική για μια ακόμη φορά.
Ο Ερντογάν επιθεωρεί τιμητικό άγημα, τον Φεβρουάριο του 2011. (Courtesy Reuters)
Το πρόβλημα ξεκίνησε το 2011, όταν ο Ερντογάν αποφάσισε να εκκαθαρίσει τους περισσότερους υποστηρικτές τού Γκιουλέν από την κομματική λίστα τού AKP ενόψει των γενικών εκλογών τού Ιουνίου. Μη όντας πλέον πρόθυμος να μοιραστεί την εξουσία με κανέναν άλλο, ο Ερντογάν εξεδίωξε επίσης τους περισσότερους φιλελεύθερους και τους υποστηρικτές τού μετριοπαθούς Προέδρου τής Δημοκρατίας, Αμπντουλάχ Γκιούλ. Στη συνέχεια, μια επακόλουθη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογία για την μετάθεση πολλών γκιουλενιστών από βασικές γραφειοκρατικές θέσεις.
Η απάντηση των γκιουλενιστών ήρθε τον Φεβρουάριο του 2012, όταν ένας εισαγγελέας που πιστεύεται ότι συνδέεται με το κίνημα προσπάθησε να κλητεύσει τον Hakan Fidan, τον επικεφαλής τής Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και στενό έμπιστο του Ερντογάν, για ανάκριση για το ρόλο του στις τότε μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της τουρκικής κυβέρνησης και του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (ΡΚΚ). Οι γκιουλενιστές είχαν εκφράσει την έντονη αντίθεσή τους στις συνομιλίες με το κουρδικό κίνημα, και ήθελαν να τις εκτροχιάσουν κατηγορώντας τον απεσταλμένο τού Ερντογάν - και κατ’ επέκταση τον ίδιο τον πρωθυπουργό - για προδοσία.
Το περασμένο καλοκαίρι, το χάσμα μεταξύ των δύο ομάδων διευρύνθηκε, καθώς οι διαδηλωτές κατέλαβαν στο πάρκο Gezi. Τα συνδεδεμένα με τον Γκιουλέν μέσα ενημέρωσης επέκριναν τον Ερντογάν, συγκρίνοντάς τον με «Φαραώ». Η κυβέρνηση, με την φήμη της αμαυρωμένη και τους γκιουλενιστές να κερδίζουν το πάνω χέρι, ανακοίνωσε στα τέλη τού 2013 ότι θα κλείσει τις σχολές που λειτουργούν από τον Γκιουλέν. Αυτό θα στερούσε το κίνημα από την κυριότερη πηγή εσόδων και στρατολογήσεων. Ανέτοιμο να δεχτεί το χτύπημα αδιαμαρτύρητα, το κίνημα Γκιουλέν αντεπιτέθηκε υποστηρίζοντας μια έρευνα για διαφθορά, με επικεφαλής τον εισαγγελέα Celal Kara, εναντίον των συγγενών διαφόρων υπουργών και επιχειρηματιών με στενούς δεσμούς με την κυβέρνηση. Ανεβάζοντας το στοίχημα, ο Ερντογάν ξεκίνησε μια ευρείας κλίμακας εκκαθάριση από ευαίσθητες θέσεις στην γραφειοκρατία, το δικαστικό σώμα και την αστυνομία οποιουδήποτε υπήρχε υποψία ότι ήταν συμπαθών του Γκιουλέν.
Ο Γκιουλέν, βέβαια, επιμένει ότι δεν ασκεί καμία εξουσία σε κρατικούς αξιωματούχους και ισχυρίζεται ότι το μόνο μέλημά του είναι ο λαός. Ωστόσο, σε ένα εξαιρετικά φλογερό κήρυγμα τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Γκιουλέν καταράστηκε εκείνους «που κάνουν τα στραβά μάτια στον κλέφτη, ενώ τιμωρούν εκείνους που διώκουν τους κλέφτες», εκλιπαρώντας τον Θεό να «καταστρέψει τα σπίτια τους με τη φωτιά, να διαλύσει τις φωλιές τους, να σπάσει συμφωνίες τους». Ακόμα και οι γκιουλενιστές δεν αρνούνται την ύπαρξη ενός άτυπου δικτύου πιστών στο εσωτερικό τού κράτους. Αυτή ήταν η συμφωνία μεταξύ του ΑΚΡ και των γκιουλενιστών εξ αρχής: Σε αντάλλαγμα για την υποστήριξή του – σε ψήφους και με την ανάδειξη του ΑΚΡ από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης των γκιουλενιστών - το κίνημα Γκιουλέν θα στελέχωνε την κρατική γραφειοκρατία. Στην πραγματικότητα, το ΑΚΡ χρειάζεται τα μορφωμένα στελέχη των γκιουλενιστών για να διοικήσει την Τουρκία, ιδίως την αστυνομία και το δικαστικό σώμα. Και από το 2008, οι συμπαθούντες τον Γκιουλέν στην αστυνομία και στις εισαγγελείες έχουν βοηθήσει να μπουν εκατοντάδες αντίπαλοι του καθεστώτος στη φυλακή.
Τώρα, με διαλυμένη την σχέση ΑΚΡ-γκιουλενιστών, ο Ερντογάν κατηγορεί τους πρώην συμμάχους του ότι έχουν εγκαθιδρύσει ένα παράλληλο κράτος που αψηφά την εξουσία τής εκλεγμένης κυβέρνησης και ότι στήνουν ένα πραξικόπημα εναντίον του. Η πιο πρόσφατη κίνησή του εναντίον τού λεγόμενου παράλληλου κράτους ήταν η προσπάθειά του τον περασμένο μήνα να θεσπίσει ένα νόμο που θα υποτάξει το δικαστικό σώμα στην εκτελεστική εξουσία, εμποδίζοντας τούς εχθρούς του να ξεκινήσουν περαιτέρω έρευνες. Αυτό θα βολέψει την οικογένεια Ερντογάν μια χαρά: Ο εισαγγελέας προσπάθησε να θέσει υπό κράτηση τον γιο τού Ερντογάν, στο τέλος τού περασμένου έτους. Η αστυνομία, κατόπιν εντολής από την κυβέρνηση, αρνήθηκε να εκτελέσει την εισαγγελική παραγγελία, και ο εισαγγελέας στη συνέχεια μετατέθηκε. Περισσότεροι από 2.000 αστυνομικοί και περίπου 100 εισαγγελείς έχουν μετατεθεί από τον περασμένο Δεκέμβριο.
Η σύγκρουση μεταξύ Ερντογάν και του κινήματος Γκιουλέν μπορεί να ακούγεται αρκετά βυζαντινική. Αλλά να θυμάστε ότι ετούτη είναι η γη που μας έδωσε αυτόν τον όρο. Πράγματι, η διαμάχη αυτή ακολουθεί ένα ιστορικό μοντέλο. Οι Οθωμανοί σουλτάνοι φοβούνταν τις αυτόνομες εξουσίες όπως οι θρησκευτικές κοινότητες. Ο Μωάμεθ Β’, ο κατακτητής τής Κωνσταντινούπολης, ήταν ιδιαίτερα καταπιεστικός: περιέκοψε οικονομικές ελευθερίες σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσει τις θρησκευτικές αδελφότητες. Ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο ιδρυτής τής Δημοκρατίας, είχε εμμονή με το να κατευνάσει τις θρησκευτικές αδελφότητες, θέλοντας να διασφαλίσει ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ να ανταγωνιστούν το κράτος. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου έφτασε ακόμη και να υπερασπιστεί τις συνεχιζόμενες εκκαθαρίσεις επισημαίνοντας την ιστορία. Οι παραδόσεις τού τουρκικού κράτους, είπε, περιλαμβάνουν την πρακτική τής «θυσίας των γιών για το κράτος», ώστε να εξαλειφθούν πιθανοί αντίπαλοι για τον θρόνο.
Τώρα, οι βασικοί σχολιαστές στα μέσα μαζικής ενημέρωσης τού ΑΚΡ ενημερώνουν ότι το κυβερνών κόμμα ελπίζει να σφυρηλατήσει νέες συμμαχίες - ιδιαίτερα με τον στρατό, τον παλιό εχθρό του. Αλλά ο Ερντογάν θα πρέπει να θυμάται ότι η στροφή προς τον στρατό, για να τον βοηθήσει να καταστείλει την αντιπολίτευση, δεν θα είναι χωρίς κινδύνους. Το 1971, ο συντηρητικός πρωθυπουργός Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ είχε ζητήσει βοήθεια από τον στρατό για να καταστείλει την αριστερά, απλώς για να καταλήξει εκτός εξουσίας. Ο Ερντογάν έδωσε εντολή στο υπουργείο Δικαιοσύνης να προετοιμαστεί για μια επανάληψη της δίκης των φυλακισμένων αξιωματικών τού στρατού. Οι στρατηγοί μπορεί πολύ πιθανώς να αθωωθούν.
Είναι εύκολο να δούμε πώς θα παιχτεί αυτό. Μετά από πολλά χρόνια σιωπής, το τουρκικό Γενικό Επιτελείο έχει για άλλη μια φορά αρχίσει να εκδίδει πολιτικές ανακοινώσεις. Η ανώτατη στρατιωτική διοίκηση έχει ζητήσει από το δικαστικό σώμα να επιληφθεί αφότου ο επικεφαλής σύμβουλος του Ερντογάν ομολόγησε ότι αρκετοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι είχαν καταδικαστεί με χαλκευμένες κατηγορίες. Έχει ζητήσει την επανεκδίκαση της υπόθεσης των αξιωματικών και εξέδωσε μια αιχμηρή καταδίκη των επικριτών τους. Πολλοί παρατηρητές φοβούνται ότι η κατάρρευση του θεσμικού κράτους θα προσκαλέσει τους στρατηγούς να παρέμβουν και να «αποκαταστήσουν την τάξη», όπως έχουν κάνει τόσες φορές στο παρελθόν. Υποδαυλίζουν τους φόβους αυτούς: Σε μια επιστολή προς έναν εκδότη εφημερίδας τον περασμένο μήνα, ο Necdet Özel, ο αρχηγός τού Γενικού Επιτελείου, έγραψε ότι η εξασφάλιση της λειτουργίας τού κοινοβουλευτικού συστήματος υπήρξε «το βασικό αξίωμα» των ενόπλων δυνάμεων, τονίζοντας ότι ο στρατός είναι αποφασισμένος να το διατηρήσει, επειδή «θέλουμε ειρήνη στη χώρα μας». Η δήλωση προκάλεσε το ερώτημα τι θα κάνει ο στρατός αν δεν υπάρχει ειρήνη στη χώρα. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις στο παρελθόν είχαν πάντα ως κίνητρο μια υποτιθέμενη βούληση να εξασφαλιστεί η διατήρηση της δημοκρατίας.
Η επιστροφή τού παλιού στρατού δεν είναι ο μόνος κίνδυνος. Υπάρχει επίσης ένας νέος στρατός που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Από τότε που οι ισλαμιστές συντηρητικοί κέρδισαν τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού και συμπίεσαν τον στρατό το 2007 και το 2008, οι εκκαθαρίσεις εντός του στρατού εναντίων υπόπτων ως ισλαμιστών – που συνήθως πραγματοποιούνταν μια φορά το χρόνο - έχουν σταματήσει. Μπορεί ως εκ τούτου να συναχθεί το συμπέρασμα ότι πιθανότατα υπάρχουν πλέον πολλοί εντός τού στρατού που συμπαθούν τον Γκιουλέν. Το μήνυμά του, το οποίο συνδυάζει το Ισλάμ και τον τουρκικό πατριωτισμό δελεάζει ιδιαίτερα τους αξιωματικούς, οι οποίοι κατάγονται από εν γένει συντηρητικό οικογενειακό υπόβαθρο. Και οι μαζικές φυλακίσεις κορυφαίων στρατηγών, οι οποίες εξάντλησαν την ανώτερη ιεραρχία τού στρατού, έχουν κάνει δυνατές τις προαγωγές για τους νεότερους αξιωματικούς περισσότερο και ταχύτερα από ποτέ. Η επιρροή των γκιουλενιστών εντός τού στρατού μπορεί να είναι σημαντική. Ο Ερντογάν ελπίζει ότι οι ηγέτες τού στρατού, στους οποίους τώρα προσφεύγει, θα καταφέρουν να κρατήσουν υπό έλεγχο τους γκιουλενιστές που βρίσκονται στις χαμηλότερες ιεραρχικές τάξεις. Αλλά πρέπει επίσης να φοβάται μια κίνηση εναντίον του από νεότερους αξιωματικούς που ενεργούν έξω από την αλυσίδα τής στρατιωτικής διοίκησης. Αυτό συνέβη το 1960, όταν ανατράπηκε ο αυταρχικός πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές.
Από εκεί και πέρα, ο καυγάς ΑΚΡ - γκιουλενιστών αντιπροσωπεύει μια τεράστια και συλλογική αποτυχία τού ισλαμικού συντηρητικού κινήματος, από την οποία κανένα από τα συστατικά του ίσως να μην είναι σε θέση να ανακάμψει. Οι κατηγορίες για διαφθορά έχουν στερήσει το ΑΚΡ από το όποιο τυχόν υπόλοιπο του ηθικού του κύρους. Και ο βρώμικος πόλεμος κατέστρεψε την φήμη τής κυβέρνησης περί διοικητικής ικανότητας. Οι γκιουλενιστές έχουν χάσει επίσης ηθικό κεφάλαιο. Το κίνημα πάντα προσπαθούσε να εμφανιστεί ότι στέκεται πάνω από μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Αλλά οι αποκαλύψεις για την έκταση της εξουσίας τους στο κράτος υπονομεύουν αυτό το σημείο. Οι γκιουλενιστές έχουν κλονίσει τον Ερντογάν, αλλά μπορεί να έχουν επίσης κάνει ζημιά στον εαυτό τους. Οι ελιγμοί τους δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη σε όλους στην Τουρκία: Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση, μόνο 6% των πολιτών υποστηρίζει την υπόθεση των γκιουλενιστών εναντίον τού ΑΚΡ, ενώ 28,5% υποστηρίζει το κυβερνών κόμμα, και το 45% πιστεύει ότι τόσο το ΑΚΡ όσο και οι γκιουλενιστές φταίνε.
Οι συμμαχίες μπορεί να έρχονται και να παρέρχονται, αλλά ο αυταρχισμός είναι για πάντα - ή έτσι φαίνεται στην Τουρκία. Η αποτυχία των Τούρκων ισλαμιστών ως διαχειριστές τού κράτους πιθανότατα θα εκτοξεύσουν πίσω στην εξουσία τούς παραδοσιακούς θεματοφύλακες του κράτους, τους δεξιούς εθνικιστές στον στρατό και την γραφειοκρατία που απολαμβάνουν μια σημαντική υποστήριξη από την κοινωνία.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου