Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Έγκλημα και τιμωρία στη Βενεζουέλα

Μια πρόσφατη δροσερή Κυριακή, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο στάθηκε στο κέντρο τού Καράκας και έκανε έκκληση σε μερικές χιλιάδες ανθρώπους που συγκεντρώθηκαν μπροστά του να φέρουν την ειρήνη στο νοτιοαμερικανικό έθνος του. Κατά μια έννοια, το μήνυμά του – «Ya basta de violencia» (αρκετά με την βία) – δεν ήταν καινοφανές. Λόγω τού ολοένα αυξανόμενου ποσοστού ανθρωποκτονιών, η Βενεζουέλα είναι μια από τις πιο επικίνδυνες χώρες στην Λατινική Αμερική και στον κόσμο. Σύμφωνα με το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα, σε δολοφονίες ανά 100.000 άτομα, την Βενεζουέλα ξεπερνούν μόνο η Ακτή Ελεφαντοστού, το Ελ Σαλβαδόρ και η Ονδούρα. Κατά μια άλλη έννοια, όμως, η συγκέντρωση αποτέλεσε μια έκπληξη: Αναδύθηκε μια βαθύτερη κοινωνική σύγκρουση που η κυβέρνηση έχει αρνηθεί να παραδεχθεί για πάρα πολύ καιρό.
Οπαδός τής αντιπολίτευσης κρατά πλακάτ που γράφει: «Αδελφέ, μην πυροβολείς. Είσαι κι εσύ θύμα τής κυβέρνησης». Καράκας 20 Φεβρουαρίου 2014. (Carlos Garcia Rawlins / Courtesy Reuters)

Οι Βενεζουελάνοι είχαν πάντα μια εμμονή με την ασφάλεια. Σε κάθε εθνική έρευνα, κατατάσσουν την προσωπική ασφάλεια και το βίαιο έγκλημα ως τις κορυφαίες τους ανησυχίες. Και φέτος, οι φόβοι αυτοί έχουν φτάσει σε νέα ύψη. Τον Ιανουάριο, η Mónica Spear, η πρώην Μις Βενεζουέλα, και ο Henry Berry, ο σύζυγός της, δολοφονήθηκαν ενώ έκαναν διακοπές στην χώρα. Και τώρα, η ταχύτητα με την οποία οι εξελισσόμενες διαδηλώσεις τής αντιπολίτευσης στην Βενεζουέλα έδωσαν την θέση τους σε βίαιες συγκρούσεις υπενθύμισε στους παρατηρητές ότι τα όπλα είναι άμεσα διαθέσιμα σε εκείνους που τα θέλουν, συμπεριλαμβανομένων των μηχανοκίνητων παραστρατιωτικών πολιτοφυλακών που είναι γνωστές ως ascolectivos, οι οποίες ήταν ελεύθερες σε πλήρη ισχύ για να περιφρουρήσουν την αριστερίστικη πολιτική τού Ούγκο Τσάβες στα τέλη τής δεκαετίας [2].

Ωστόσο, η ευρεία συναίνεση των Βενεζουελάνων ότι το έγκλημα αποτελεί πρόβλημα, δεν σημαίνει ότι συμφωνούν για τις αιτίες και την σοβαρότητά του. Η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση αμφισβητούν τα στατιστικά στοιχεία. Για παράδειγμα, ενώ η αντιπολίτευση υποστήριξε ότι ο κύριος λόγος για την αύξηση της εγκληματικότητας είναι η κυβερνητική ατιμωρησία, ο Τσάβες υποβάθμιζε πάντα την βία, αποδίδοντάς την σε προηγούμενες κυβερνήσεις που είχαν εγκαταλείψει τις πιο εξαθλιωμένες ομάδες τής κοινωνίας. Μια άλλη αιτία, ισχυριζόταν συχνά, ήταν η τηλεόραση, η οποία προπαγάνδιζε τις καταναλωτική αξίες και την βίαιη συμπεριφορά.
Ο διάδοχος του Τσάβες, ο Μαδούρο, έχει επίσης την τάση να προσπερνά τα θέματα ασφάλειας. Και όταν μιλά για αυτά, γενικά ακολουθεί στην γραμμή τού Τσάβες. «Εμείς [η «τσαβιστική» κυβέρνηση] έχουμε δημιουργήσει την ισότητα, καταπολεμώντας την φτώχεια και βελτιώνοντας την εκπαίδευση, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό», είπε τον Ιανουάριο. «Πρέπει να επιτεθούμε σε έναν άλλον τύπο φτώχειας που είναι ακόμα χειρότερος: η φτώχεια της ψυχής που οι αντι-αξίες τού καπιταλισμού έχουν ενσταλάξει μέσα μας». Προς τούτο, στο ετήσιο μήνυμά του στην Εθνοσυνέλευση τον Ιανουάριο, ο Μαδούρο παρουσίασε την καλύτερη απόδειξη που διέθετε (με τη μορφή ενός πολύχρωμου συνονθυλεύματος από πίνακες και γραφήματα [3]) για την υποτιθέμενη πρόοδο του κινήματος Τσάβες στον αγώνα κατά της φτώχειας και της ανισότητας.
Για πολλούς Βενεζουελάνους, τέτοιες κοινοτοπίες είναι αδιάφορες. Αν η κυβέρνηση είχε όντως σημειώσει σημαντική πρόοδο στη μείωση των ανισοτήτων, και αν, όπως ο Τσάβες πίστευε, η βία προερχόταν από την κοινωνική αδικία, τότε πώς εξηγείται η πρόσφατη αύξηση της εγκληματικότητας;
ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ
Χάρη στις πανταχού παρούσες εκθέσεις για το έγκλημα, πολλοί Βενεζουελάνοι πιστεύουν ότι η βία είναι ενδημική σε όλα τα τμήματα της κοινωνίας. Αλλά οι επίσημες στατιστικές το αντικρούουν αυτό. Σύμφωνα με την Εθνική Έρευνα για την Θυματοποίηση, η εγκληματικότητα είναι πολύ πιο συχνή στις παραγκουπόλεις των μεγάλων πόλεων της χώρας από όσο οπουδήποτε αλλού. Το 2009, το 64% των ανθρωποκτονιών τής χώρας διεπράχθη στα φτωχότερα τμήματα τού πληθυσμού. Η πλειοψηφία των εγκληματιών και των θυμάτων ήταν άνδρες ηλικίας μεταξύ 18 και 44. Όλα αυτά γράφονται για να καταδειχθεί ότι, όπως ήταν αναμενόμενο, η εγκληματικότητα συγκεντρώνεται στις περιοχές όπου η εργασία και η εκπαίδευση είναι δύσκολο να αποκτηθούν, τα όπλα είναι εύκολα διαθέσιμα, και η βία χρησιμεύει ως ένα μονοπάτι για την εξουσία και την κοινωνική θέση.
Η αντίδραση του Μαδούρο - να κατηγορεί τον καπιταλισμό (οι ποινικές συμπεριφορές, λέει, είναι μικρής κλίμακας αναπαραγωγές τού καπιταλιστικού συστήματος και οι παραβάτες είναι εχθροί τού λαού και της επανάστασης) και την φτώχεια - έχει προσφέρει ελάχιστα στο να κατασταλεί η βία. Σύμφωνα με τον Andrés Antillano, έναν κοινωνικό επιστήμονα στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας, «η άποψη αυτή αιτιολογεί την αύξηση της καταστολής». Στο κάτω-κάτω, κατά την άποψη του Μαδούρο, αυτοί που διαπράττουν εγκλήματα είναι επίσης ιδεολογικοί εχθροί τού κράτους. Η στάση αυτή και η προκύπτουσα καταστολή ωθεί τους οπλισμένους νεαρούς άνδρες στις παραγκουπόλεις ακόμα πιο πολύ προς στο περιθώριο της κοινωνίας.
Η πεποίθηση της κυβέρνησης ότι οι σοσιαλιστικές προσπάθειές της για την καταπολέμηση της φτώχειας θα βελτιώσουν την ασφάλεια κάνουν τα πράγματα χειρότερα. Οι οικογένειες της Βενεζουέλας είναι γενικά λιγότερο φτωχές από όσο ήταν πριν τον Τσάβες, σε μεγάλο βαθμό χάρη σε δωρεές που χρηματοδοτούνται από το πετρέλαιο. Αλλά αυτό δεν αντισταθμίζει την συνεχιζόμενη έλλειψη εργασίας και εκπαιδευτικών ευκαιριών που οφείλεται στην κυβέρνησή του, έλλειψη που μπορεί να ωθήσει τους περιθωριοποιημένους νέους στην βία. Η Verónica Zubillaga, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Σιμόν Μπολιβάρ και μια από τους σημαντικότερους ερευνητές τής εγκληματικής βίας στην Βενεζουέλα, αποκαλεί αυτό το φαινόμενο ως το «παράδοξο της κοινωνικής ένταξης», αναφερόμενη στην βελτίωση των γενικών συνθηκών που επιτρέπουν στα άτομα και στις ομάδες να αποκτούν την δυνατότητα να συμμετέχουν στην κοινωνία, αλλά συνοδεύεται από την επιδείνωση των συνθηκών για τον νόμο και την τάξη. Από τη μια πλευρά, επισημαίνει, «υπάρχει βελτίωση των βασικών συνθηκών διαβίωσης για την συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων λόγω των δημοσίων επενδύσεων από τα έκτακτα έσοδα από το πετρέλαιο. Από την άλλη, η βία πλήττει δυσανάλογα τις ίδιες ευπαθείς ομάδες». Με άλλα λόγια, οι πολιτικές τού υβριδικού αυταρχικού καθεστώτος τής Βενεζουέλας τιμωρούν και επιβραβεύουν την ίδια κοινωνική ομάδα.
Για την Zubillaga, η οποία έχει συμμετάσχει σε αρκετές προεδρικές επιτροπές για την ασφάλεια, η ένοπλη βία δεν αυξάνεται μόνο λόγω της οικονομικής ανισότητας - άλλοι παράγοντες είναι η διάβρωση της αστυνομίας, η στρατιωτικοποίηση της ασφάλειας, καθώς και η αύξηση της διακίνησης των ναρκωτικών. Πράγματι, η κατάσταση του τομέα τής ασφάλειας στην Βενεζουέλα είναι αξιολύπητη. Παρά την σοβαρότητα του προβλήματος της βίας στην χώρα, στα 15 χρόνια τής διακυβέρνησης από τον Τσάβες, υπήρξαν 13 υπουργοί Εσωτερικών Υποθέσεων και Δικαιοσύνης και σχεδόν δύο δωδεκάδες επίσημες στρατηγικές για την εθνική ασφάλεια. Αυτές οι συνεχώς μεταβαλλόμενες πολιτικές ασφάλειας έχουν καταστήσει δύσκολο σε οποιαδήποτε προσπάθεια να πάρει μπροστά. Και, όλο αυτό το διάστημα, ισχυρίζεται η Zubillaga, δεν υπήρξε «καμία απολύτως αστυνόμευση ή αποτελεσματικός έλεγχος των όπλων». Η μόνη σταθερή πολιτική είναι τα λεγόμενα μέτρα μεσονύκτιας καταστολής για την εγκληματικότητα - τεράστιες αλλά σπασμωδικές επιδείξεις κυβερνητικής δύναμης, ως επί το πλείστον σε φτωχογειτονιές και στις φτωχότερες αστικές περιοχές.
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΜΑΖΙ
Πέρα από τις πολιτικές της για την ασφάλεια, λένε οι αναλυτές, η Βενεζουέλα πρέπει να επανεξετάσει το σύστημα των ποινών. Πάνω από το 90% των εγκλημάτων δεν εξιχνιάζεται, πράγμα που σημαίνει ότι οι περισσότεροι εγκληματίες παραμένουν ατιμώρητοι. Στην θεωρία, η μείωση της ατιμωρησίας θα μειώσει το ποσοστό τής εγκληματικότητας. Ωστόσο, κατά την τελευταία δεκαετία, ακόμη και με τον πληθυσμό των φυλακών τής χώρας να έχει τριπλασιαστεί, το ποσοστό δολοφονιών έχει εκτιναχθεί στα ύψη. Ένα σημαντικό πρόβλημα είναι ότι οι ποινές κράτησης και φυλάκισης επιβάλλονται πιο συχνά για ήσσονα αδικήματα που δεν αφορούν εγκλήματα με όπλα ή εγκλήματα που οδήγησαν σε θανάτους. Όπως επισημαίνει ο Antillano, η κυβέρνηση αντί γι’ αυτά πρέπει να εστιάσει στην «τιμωρία των εγκλημάτων που επηρεάζουν την ικανότητα των ανθρώπων να συνυπάρχουν». Μια δικαστική καταστολή, ωστόσο, δεν θα είναι αρκετή από μόνη της να μειώσει τα ποσοστά τής εγκληματικότητας. Θα πρέπει να συνοδεύεται από μια επιτυχημένη στρατηγική για την πρόληψη των εγκλημάτων πριν συμβούν και στην πραγματικότητα να εξιχνιάζει τα περισσότερα από αυτά όταν συμβαίνουν.
Τουλάχιστον, η κυβέρνηση έχει αρχίσει να αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του εγκλήματος της Βενεζουέλας από μόνη της. Τον περασμένο μήνα, ο Μαδούρο ανακοίνωσε μια νέα στρατηγική για την καταπολέμηση της βίας. Το λεγόμενο Σχέδιο Κοινωνικής Ειρήνευσης έχει δέκα άξονες δράσης και επικεντρώνεται στον συντονισμό όλων των ενόπλων δυνάμεων της Βενεζουέλας για να καταπολεμήσουν το έγκλημα πιο αποτελεσματικά. Ο πρόεδρος διακήρυξε [4] ότι θα «απενεργοποιήσει» τις ένοπλες ομάδες και τις συμμορίες (αναφερόμενος όχι μόνο στις συμμορίες των εγκληματιών, αλλά και στις παραστρατιωτικές ομάδες που ονομάζονται επαναστατικές κολεκτίβες), υποσχόμενος να τις κάνει να «ανταλλάξουν τα όπλα τους με ρακέτες και βιολιά». Τον ίδιο μήνα, η κυβέρνηση, σε συνεργασία με τους δημάρχους τής περιφέρειας τού Καράκας, ξεκίνησαν ένα επιθετικό πρόγραμμα αστυνόμευσης που ονομάζεται «έξυπνες περιπολίες».
Το νέο σχέδιο του Μαδούρο κάνει έκκληση επίσης για την δημιουργία νέων φυλακών και υπηρεσιών αποκατάστασης, την ενίσχυση των κοινωνικών και αθλητικών προγραμμάτων, καθώς και την δημιουργία νέων τηλεοπτικών προγραμμάτων για την προώθηση των αξιών που θα μπορούσαν να εξουδετερώσουν το δηλητήριο της καπιταλιστικής κουλτούρας. «Αν και η φτώχεια είναι το γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη της εγκληματικής βίας, δεν είναι η αιτία της», δήλωσε ο Μαδούρο. Αντ’ αυτού πρέπει να κατηγορηθούν η έλλειψη αξιών, τα σκληρά ναρκωτικά και «η λατρεία τής βίας και των πυροβόλων όπλων». Τέλος, ανακοίνωσε την δημιουργία μιας νέας μυστικής δύναμης ασφαλείας «για να ερευνήσει, να καταπολεμήσει και να εξουδετερώσει» τους διακινητές ναρκωτικών της Κολομβίας και τους πληρωμένους δολοφόνους που φέρνουν μέσα στην χώρα οι παραστρατιωτικοί τής Κολομβίας και οι εγκληματικές ομάδες.
Ο Μαδούρο κάλεσε ακόμη και τους κυβερνήτες οι οποίοι είναι μέλη τής αντιπολίτευσης να λάβουν μέρος στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Ακόμη και με την επίσημη συμμετοχή τους, ωστόσο, ο Μαδούρο είναι απίθανο να κερδίσει την ευρεία πολιτική υποστήριξη που θα χρειαστεί για να πραγματοποιήσει το σχέδιό του με επιτυχία. Κάθε μέρα, το χάσμα μεταξύ της «τσαβιστικής» κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης μεγαλώνει, γεγονός που καθιστά δύσκολο να συντονιστούν στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας, όπως ο έλεγχος των όπλων και των πυρομαχικών. Ο Μαδούρο δεν πρέπει να υποτιμά την ζημιά που εξακολουθεί να προκαλεί η πολιτική πόλωση στην κοινωνία τής Βενεζουέλας. Μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την ασφάλεια ώστε να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα στα οποία οφείλεται η βία είναι απαραίτητη για τη μείωση των ανθρωποκτονιών και της εγκληματικότητας στη Βενεζουέλα, αλλά η επιτυχία της θα εξαρτηθεί τελικά από την προθυμία τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης να συνεργαστούν εποικοδομητικά μεταξύ τους.
sourche: http://foreignaffairs.gr/articles/69704/boris-munoz/egklima-kai-timoria-sti-benezoyela?page=show
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου