Στις 31 Μαρτίου, η Παλαιστίνη αποδέχθηκε την δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου -ή, με άλλα λόγια, το ΔΠΔ δέχεται ότι η Παλαιστίνη αποδέχεται την δικαιοδοσία του. Αυτή η δυσκολότερη διατύπωση φαίνεται πιο ακριβής, δεδομένου ότι το σημαντικότερο δεν είναι η δονκιχωτική προσπάθεια της Παλαιστίνης να ενταχθεί στο Δικαστήριο της Χάγης, αλλά το γεγονός ότι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο αναγνωρίζει αυτήν της την δυνατότητα.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Παλαιστίνης, Riad al-Malki, αποχωρεί από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, τον Αύγουστο του 2014. (Toussaint Kluiters / Courtesy Reuters)
Οι αξιώσεις της Παλαιστίνης για απόκτηση κρατικής υπόστασης δεν είναι κάτι καινούργιο. Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι η Παλαιστίνη διεκδικεί πλέον (και καταφέρνει να κατακτήσει) την ένταξή της σε διεθνείς οργανισμούς. Καθώς η Παλαιστίνη, όμως, εξακολουθεί να έχει ελάχιστες ιδιότητες πραγματικού κράτους, η τάση αυτή υπόσχεται πληθώρα αναταραχών και προβλημάτων -τόσο για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και το Ισραήλ, όσο και για την ίδια την Παλαιστίνη. Κι αυτό αποτελεί υπενθύμιση ότι σε έναν κόσμο κρατών, το ζήτημα της κρατικής υπόστασης έχει σημασία. Για τους Παλαιστίνιους, η κρατική υπόσταση είναι μια αυταπάτη που αξίζει να έχουν, κι ένα πρόβλημα που αξίζει να δημιουργήσουν.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ
Η Παλαιστίνη προσχώρησε στο Καταστατικό της Ρώμης, τον ιδρυτικό Χάρτη του ΔΠΔ, και εξέδωσε μια δήλωση με την οποία αποδέχεται την δικαιοδοσία του δικαστηρίου, κάτι που μόνο ένα κράτος μπορεί να κάνει. Η Παλαιστίνη πρωτο-προσπάθησε να ενταχθεί στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο το 2009 ˑ το αίτημά της απερρίφθη μετά από καθυστέρηση τριών ετών, με το δικαστήριο να σημειώνει ότι τα «αρμόδια όργανα» των Ηνωμένων Εθνών δεν είχαν αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος. Η απόφαση αυτή ήταν παράλογη, ίσως και δειλή: Τίποτε δεν επέβαλλε στο ΔΠΔ να ανατρέξει στα πρότυπα των Ηνωμένων Εθνών, τα οποία δεν παραπέμπουν σε κρατική υπόσταση. Ένα νέο δικαστήριο, επειδή δεν επιθυμούσε να εντρυφήσει σε μια από τις παλαιότερες συγκρούσεις στον κόσμο, μετατόπισε την ευθύνη στα Ηνωμένα Έθνη.
Για ένα διάστημα, το δικαστήριο της Χάγης κρατούσε τις ισορροπίες. Αλλά λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 2012, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αναγνώρισε την Παλαιστίνη ως ανεπίσημο κράτος-παρατηρητή. Σύμφωνα με την λογική της Χάγης, που βασίζεται σε εκείνη του ΟΗΕ, η Παλαιστίνη θα μπορούσε πλέον να συμμετάσχει στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Όταν η Παλαιστίνη έκανε και πάλι αίτηση φέτος τον Ιανουάριο, έγινε άμεσα αποδεκτή.
Η Παλαιστίνη ελπίζει ότι το δικαστήριο θα ασκήσει δίωξη εναντίον ισραηλινών δυνάμεων που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις στην Δυτική Όχθη και στην Γάζα. Όποια και αν είναι τα προτερήματά της, μια τέτοια υπόθεση θα μπορούσε να προκαλέσει πραγματικά προβλήματα στο ΔΠΔ. Ο βασικός σύμμαχος του Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν ήδη καταθέσει αίτηση διαμαρτυρίας, υποστηρίζοντας ότι η Παλαιστίνη δεν αποτελεί κράτος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι συμβαλλόμενο μέλος του δικαστηρίου –έχοντας υπογράψει χωρίς, όμως, να επικυρώσουν ποτέ το Καταστατικό της Ρώμης- αλλά θα μπορούσαν να κάνουν πολλά για να το υπονομεύσουν, με την υποστήριξη, μεταξύ άλλων, των δυσαρεστημένων αφρικανικών κρατών που απείλησαν να εγκαταλείψουν το δικαστήριο εντελώς. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο αποτελεί ένα αδύναμο θεσμικό όργανο ˑ το να ασκήσει δίωξη στο Ισραήλ θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο.
Υπάρχουν πολλές επιπλοκές που θα μπορούσαν να δώσουν στο δικαστήριο κάποια δυνατότητα εξόδου. Η συμφωνία Όσλο ΙΙ που υπογράφηκε το 1995, επιβεβαίωσε «την αποκλειστική ποινική δικαιοδοσία» του Ισραήλ για τους Ισραηλινούς των παλαιστινιακών εδαφών, με αποτέλεσμα η Παλαιστίνη να μην έχει ίσως πραγματικά καμία δικαιοδοσία να παραχωρήσει. Υπάρχουν επίσης ερωτήματα σχετικά με το τί συνιστά τα παλαιστινιακά εδάφη, ενώ ο καθορισμός των συνόρων της Παλαιστίνης θα επέφερε τον ορισμό εκείνων του Ισραήλ. Δεδομένου ότι το Ισραήλ δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέλος του ΔΠΔ, ο εισαγγελέας του δικαστηρίου θα μπορούσε να αποφασίσει ότι μια αγωγή που βασίζεται αποκλειστικά στην παλαιστινιακή δικαιοδοσία ενείχε τον κίνδυνο υπερβολικής ερμηνευτικής επέκτασης. Τέλος, υπάρχουν και πλεονεκτήματα στην υπόθεση: Ο εισαγγελέας του ΔΠΔ θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία απλά δεν είναι αρκετά ισχυρά για να προβεί σε κάποια δίωξη.
Αλλά η εκδίκαση κάποιας υπόθεσης, θα μπορούσε επίσης να θέσει σε κίνδυνο το δικαστήριο. Η Χάγη δέχεται ήδη έντονη κριτική για την δίωξη αποκλειστικά αφρικανικών υποθέσεων, γεγονός που ευθύνεται για την επιθυμία πολλών από αυτά τα κράτη-μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο απόσυρσής τους. Μεγάλο μέρος του κόσμου θεωρεί ότι οι ενέργειες του Ισραήλ στον πόλεμο στην Γάζα το 2014 και η κατοχή στην Δυτική Όχθη αποτελούν κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Αν θεωρηθεί πως το δικαστήριο αποφεύγει μια νόμιμη αγωγή εναντίον του Ισραήλ, αυτό το ίδρυμα που χωλαίνει θα μπορούσε να καταστεί άχρηστο.
Όποιος κι αν είναι ο κίνδυνος για το ΔΠΔ, το πιθανό πρόβλημα για το Ισραήλ -η δίωξη των δυνάμεών του στην Παλαιστίνη- γίνεται ακόμα πιο εμφανές. Το ΔΠΔ θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η Παλαιστίνη δεν είχε την δύναμη να απεκδυθεί την υποχρέωση άσκησης δίωξης για διεθνή εγκλήματα κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων του Όσλο. Και το δικαστήριο θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η δικαιοδοσία του φτάνει βαθιά στο εσωτερικό του ισραηλινού κράτους: Το Ισραήλ θεωρεί την Ιερουσαλήμ ανεξάρτητο έδαφος, αλλά πολλές χώρες πιστεύουν πως είναι κατεχόμενη. Επιπλέον, αν το ΔΠΔ υπέβαλε μήνυση εναντίον κάποιου ισραηλινού στρατιώτη ή πολιτικού, θα πρέπει να προγραμματίσει τις κινήσεις του με προσοχή: Οι άλλες 122 χώρες, μεταξύ των οποίων και το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, αποτελούν συμβαλλόμενα μέλη στο Καταστατικό της Ρώμης, υποχρεώνοντας τις να παραδώσουν όποιον έχει ενάγει το δικαστήριο.
Υπάρχουν εύλογες αντιρρήσεις σε αυτά τα σενάρια, αλλά τώρα που απέκτησε δικαιοδοσία στην Παλαιστίνη, το ΔΠΔ έχει την δυνατότητα να αποφασίσει μόνο του αν κάποια έρευνα θα ήταν δικαιολογημένη. Ο αυτοπροσδιορισμός του ως εξειδικευμένο δικαστήριο, ή η ανάγκη του να αποδείξει την αρμοδιότητά του, θα μπορούσε να εξωθήσει το δικαστήριο να αντιμετωπίσει σοβαρά το ενδεχόμενο καταγγελίας σε βάρος του Ισραήλ. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η απόφαση δεν είναι του Ισραήλ. Κι αυτό ήταν, εξάλλου, το θέμα.
ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΕ ΤΟ
Η συμμετοχή της στο δικαστήριο είναι μέρος μιας ευρύτερης παλαιστινιακής στρατηγικής για την διεθνοποίηση της διαμάχης της με το Ισραήλ. Η Παλαιστίνη προσχώρησε πρόσφατα σε μια σειρά πολυμερών Συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων των Συμβάσεων της Γενοκτονίας και της Γενεύης, του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, καθώς και των Συμβάσεων της Βιέννης -όλα μέρος μιας προσπάθειας που χαρακτηρίστηκε από ανώτερο αξιωματούχο της Παλαιστινιακής Οργάνωσης Απελευθέρωσης ως «διπλωματική ιντιφάντα».
Το ζητούμενο αυτής της στρατηγικής είναι να αποφευχθεί η παγίδα μιας διαπραγμάτευσης αποκλειστικά με το Ισραήλ. Οι ηγέτες του Ισραήλ υποστήριξαν επίσημα την εξεύρεση μιας λύσης μεταξύ των δύο κρατών, αλλά η θέση αυτή ήταν ανέκαθεν μάλλον ρητορική παρά πραγματική. (Στις πρόσφατες εκλογές της χώρας, ο πρωθυπουργός, Βενιαμίν Νετανιάχου, αντιτάχθηκε στην ύπαρξη ενός παλαιστινιακού κράτους, για να υπαναχωρήσει απλά λίγες ημέρες αργότερα). Το Ισραήλ επωφελείται ιδιαίτερα από την ασύμμετρη σχέση του με τους Παλαιστινίους, επιμένοντας να αναγνωρίσουν εκείνοι το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ -και τον εβραϊκό του χαρακτήρα- ως προϋπόθεση για τις όποιες συνομιλίες, ενώ αντιμετωπίζει την ύπαρξη του παλαιστινιακού κράτους ως κάτι που χρειάζεται διαπραγμάτευση.
Η στρατηγική αυτή σημαίνει επίσης παράκαμψη των Ηνωμένων Πολιτειών: Παρά την αποξένωση μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, και του Νετανιάχου, η πολιτική των ΗΠΑ παραμένει αυτόματα υπέρ του Ισραήλ. Αν και υποστηρίζουν εδώ και καιρό την εύρεση κάποιας λύσης μεταξύ των δύο κρατών, οι κυβερνήσεις των δύο μερών στην πραγματικότητα δεν ενδιαφέρονται να επιτρέψουν στους Παλαιστίνιους να επιτύχουν την απόκτηση κρατικής υπόστασης. Μιλώντας ενώπιον του Κογκρέσου πέρυσι, η πρεσβευτής των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, Samantha Power, δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον παραμένει «απολύτως ανυποχώρητη» στην θέση της ότι η Παλαιστίνη δεν πρέπει να ενταχθεί στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, επειδή κάτι τέτοιο θα ήταν «καταστροφικό για την ειρηνευτική διαδικασία».
Θεωρητικά, μια τέτοια αντίσταση πηγάζει από την πεποίθηση πως δεν υπάρχει καμία μονομερής παράκαμψη σε μια διαπραγματευμένη συμφωνία. Αλλά κάτι τέτοιο αποτελεί σοφιστεία και αυτο-συμφωνία: Το μοναδικό που επιτυγχάνεται με το ζήτημα της κρατικής υπόστασης είναι να γίνεται δυσκολότερη μια συμφωνία με το Ισραήλ. Η προσαρμογή της κρατικής υπόστασης έκανε πιθανότατα τους όρους οποιασδήποτε συμφωνίας ευνοϊκότερους για το Ισραήλ -συμπεριλαμβανομένης και της άσκησης βέτο, η οποία μπορεί να αποτελεί την πραγματική προτίμηση του Νετανιάχου. Αυτή είναι η ασυμμετρία που το Ισραήλ και η βασική του σύμμαχος επιθυμούν να διατηρήσουν, η οποία απειλείται με ανατροπή από την νέα στρατηγική της Παλαιστίνης.
Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα προβλήματα έχουν ήδη ξεκινήσει για τους Παλαιστινίους. Το Ισραήλ παρακρατά 120 εκατομμύρια δολάρια από μηνιαία φορολογικά έσοδα που συλλέγει για λογαριασμό της Παλαιστινιακής Αρχής. Η Ουάσινγκτον, εν τω μεταξύ, περικόπτει την χρηματοδότησή της σε οργανισμούς που επιτρέπουν στην Παλαιστίνη να συμμετάσχει στις τάξεις τους.
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΠΡΟΣΠΟΙΗΣΗΣ
Όσο αυτό-τιμωρητική κι αν είναι, αυτή η αντεπίθεση έχει λογική: Το ξεκάθαρο αίτημα της Παλαιστίνης δεν την καθιστά ένα κράτος το οποίο δεν πληροί τις προϋποθέσεις της κρατικής υπόστασης.
Υπάρχουν δύο προσεγγίσεις για την κρατική υπόσταση στο διεθνές δίκαιο. Η κυρίαρχη άποψη, που κατοχυρώνεται στην Σύμβαση του Μοντεβιδέο το 1933, είναι η λεγόμενη δηλωτική θεωρία της κρατικής υπόστασης: Ένα σύνολο που αφορά το έδαφος, τον πληθυσμό, την κυβέρνηση και την ικανότητα ανάπτυξης σχέσεων αποτελεί ένα κράτος, είτε το αναγνωρίζουν οι άλλοι είτε όχι. Η λιγότερο αποδεκτή άποψη ονομάζεται συστατική θεωρία: Η αναγνώριση επιφέρει την ύπαρξη ενός κράτους. Όσο περισσότερη λαμβάνει, τόσο περισσότερο μοιάζει με κράτος.
Το πρόβλημα με την Παλαιστίνη είναι ότι δεν έχει κάποια ιδιαίτερη κρατική υπόσταση με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Η Παλαιστίνη δεν μπορεί να αποτελέσει κράτος σύμφωνα με την δηλωτική άποψη, δεδομένου ότι δεν έχει τον έλεγχο της οικονομίας, των συνόρων, των θαλασσών ή του εναέριου χώρου της. Αλλά είναι εξίσου ανεπαρκές να υποθέσουμε ότι οι 135 διμερείς αναγνωρίσεις της Παλαιστίνης την καθιστούν κράτος. Υπάρχει λόγος που το συστατικό μοντέλο έγκειται στην άποψη της μειοψηφίας: Οι αναγνωρίσεις μπορεί να είναι φιλόδοξες μαρτυρίες, που αντανακλούν την επιθυμία θέασης ενός κράτους που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Εξάλλου, μόνο μια αναγνώριση είναι εκείνη που έχει πραγματικά σημασία κι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ μόλις κατέστησε σαφές ότι δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί.
Εξ ου κι η νέα, κάπως απελπισμένη παλαιστινιακή στρατηγική: Την ώρα που οι ηγέτες του Ισραήλ διατηρούν την θέση τους, μετέφεραν το ζήτημα στην διεθνή κοινότητα, όπου οι 135 αναγνωρίσεις μπορούν να ερμηνευτούν ως ένταξη σε πολυμερείς οργανισμούς. Η ένταξή της αυτή δίνει στην Παλαιστίνη μέρος των εξουσιών που έχει κανονικά ένα κράτος, χωρίς να χρειάζεται να περιμένει την παραχώρησή τους από την πλευρά του δύστροπου Ισραήλ.
Αλλά η ένταξη δεν θα κάνει καλύτερη την ζωή των απλών Παλαιστινίων ˑ η επικύρωση του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, για παράδειγμα, δεν θα δώσει τέλος στην κατοχή. Θα μπορούσε ακόμη και να χειροτερέψει την κατάσταση: Το ΔΠΔ δεν μπορεί ποτέ στην πραγματικότητα να θέσει τους Ισραηλινούς σε νομικό κίνδυνο, αλλά μπορεί να δικάσει τους πολίτες της Παλαιστίνης για τις παραβάσεις τους. Η εκδίκαση εγκλημάτων πολέμου αποτελεί παράδοξο τρόπο για να αποδείξει κανείς ότι υφίσταται ως κράτος, αλλά εάν η Χαμάς συνεχίσει να εκτοξεύει πυραύλους εναντίον του Ισραήλ, οι Παλαιστίνιοι μπορεί να αποκτήσουν την ευκαιρία να παραστούν στο δικαστήριο.
Το μεγαλύτερο ερώτημα είναι εάν η κρατική υπόσταση έχει πραγματική σημασία. Η αναζήτηση της κυριαρχίας δεν θα κάνει τους Παλαιστίνιους κυρίαρχους της μοίρας τους περισσότερο από όσο είναι τώρα. Ίσως η κρατική υπόσταση να αποτελεί απλά ένα σύνολο λειτουργιών. Η Παλαιστίνη λαμβάνει ήδη μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες, τον Ερυθρό Σταυρό ˑ η πρόσφατη προώθησή της προσθέτει απλώς κάποιες άλλες ικανότητες. Επιπλέον, ορισμένες λειτουργίες είναι εγχώριες: Οι Παλαιστίνιοι ηγέτες ασκούν πιέσεις για την κατασκευή ιδρυμάτων στο εσωτερικό της χώρας με σκοπό να μετατρέψουν την Παλαιστίνη σε έναν ικανότερο φορέα -κάτι που η προηγούμενη γενιά Ισραηλινών αποκάλεσε δημιουργία «εγχώριων ενεργειών». Η κρατική υπόσταση ίσως να μην είναι τίποτα περισσότερο από την προσθήκη αυτών των στοιχείων.
Το πρόβλημα είναι ότι οι παράγοντες που αντιτίθεται πιο σθεναρά στην τρελή πίεση από την πλευρά της Παλαιστίνης για αναγνώριση μιας κρατικής υπόστασης που η ίδια δεν διαθέτει, είναι εκείνοι που ενεργά στέκονται [ως εμπόδιο] στον δρόμο της δημιουργίας από τους Παλαιστινίους ακριβώς εκείνων των στοιχείων που θα καθιστούσαν δυνατή την κρατική υπόσταση της χώρας τους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, παρ’ όλα τα προβλήματα που θα προκαλέσει, η ώθηση που ασκεί η Παλαιστίνη είναι σωστή κι είναι λάθος από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών να αντιτάσσονται. Η κρατική υπόσταση της Παλαιστίνης είτε θα αλλάξει την ισορροπία των δυνάμεων, είτε θα δείξει ότι δεν έχει αλλάξει. Είτε έτσι είτε αλλιώς, κάτι τέτοιο έχει την ίδια σπουδαιότητα που θα είχε το να επιτεθεί κανείς σε αόρατους εχθρούς. Η κρατική υπόσταση είτε αποτελεί σύνολο συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων, είτε μια φαντασίωση στην οποία άνθρωποι πραγματικά πιστεύουν. Ή και τα δύο. Είτε έτσι είτε αλλιώς, για να γίνεις ένα κράτος –για να αναγνωριστείς ως κράτος, με κάποιον ουσιώδη τρόπο- θα πρέπει να υποκριθείς ότι είσαι ένα κράτος. Ακόμη κι αν, όπως στην περίπτωση της Παλαιστίνης, δεν είσαι.
ΠΗΓΗ: http://www.foreignaffairs.gr/articles/70268/timothy-william-waters/laiko-dikastirio?page=show
Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου