Υπάρχουν τα πρωτοσέλιδα θέματα, υπάρχουν και τα ειδησάρια. Συχνά, τα πρώτα δεν μπορούν να διαβαστούν παρά υπό το αποκαλυπτικό φως που ρίχνουν τα δεύτερα. Λόγου χάρη, τη Δευτέρα ο Tayyip Erdoğan δημοσιοποίησε την πολυαναμενόμενη δέσμη μέτρων εκδημοκρατισμού με την οποία ο Τούρκος πρωθυπουργός επιχειρεί να νεκραναστήσει τη συμπόρευση ισλαμιστών, φιλελευθέρων και Κούρδων που τον έφερε και τον κράτησε στην εξουσία τα τελευταία 11 χρόνια. Την ίδια ημέρα ωστόσο, γινόταν γνωστό ότι η τουρκική αστυνομία άρχισε συζητήσεις με επιχειρήσεις για τη δημιουργία μιας εγχώριας παραγωγής δακρυγόνων – για το φόβο διεθνούς μποϊκοτάζ στις εξαγωγές χημικών ελέγχου του πλήθους προς την Τουρκία, όπως ζήτησε η Διεθνής Αμνηστία από τις 12 Σεπτεμβρίου. Καθώς στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του Ιουνίου η τουρκική αστυνομία εξάντλησε σε δύο εβδομάδες τα αποθέματα δακρυγόνων για δύο έτη, το έργο της καταστολής θα είχε αποτύχει πλήρως δίχως την επείγουσα εισαγωγή 150.000 κανίστρων από τη Βραζιλία και το Ηνωμένο Βασίλειο...
Την Τρίτη, πάλι, στην καθιερωμένη τελετή έναρξης του κοινοβουλευτικού έτους ο Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Abdullah Gül θέλησε να περιγράψει με τόνους περισσότερο εποικοδομητικούς το “δίδαγμα” του Ιουνίου. Οι διαδηλώσεις, υποστήριξε ο Gül από του βήματος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, υπήρξαν αδιάψευστο δείγμα της δημοκρατικής ωρίμασης της χώρας, και ξεκίνησαν με καλές προθέσεις, εντούτοις, “ορισμένες ακραίες οργανώσεις επιχείρησαν να τις εκμεταλλευθούν, προσφεύγοντας στη βία και στους βανδαλισμούς” .
“Θα πρέπει να αφήσουμε τα επεισόδια πίσω μας και να κοιτάξουμε μπροστά για να ενισχύσουμε την πολυφωνία και τα συμμετοχικά στοιχεία στη δημοκρατία μας”, πρόσθεσε ο Τούρκος πρόεδρος, αποφεύγοντας χαρακτηριστικά τους εμπρηστικούς τόνους του Erdoğan. Εκεί που ο πρωθυπουργός δεν έβλεπε παρά τη συνωμοσία εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών, και δη του περιώνυμου “λόμπι των επιτοκίων”, ο Gül (ευφυέστερα) επιμένει να παραλληλίζει το κύμα των διαδηλώσεων με κινήματα τύπου Occupy Wall Street των ανεπτυγμένων δυτικών δημοκρατιών, προκειμένου να αφαιρέσει επιχειρήματα από τους έξωθεν επικριτές και να βγάλει τη χώρα του από το “κάδρο” της Αραβικής Άνοιξης.
Στην δεξίωση του προέδρου της Εθνοσυνέλευσης, αμέσως μετά, τα ζητήματα συζήτησης ήταν τρία. Το πρώτο αφορούσε την παρουσία στο ακροατήριο για πρώτη φορά της μαντιλοφορούσας συζύγου του Gul, Hayrünnisa. Ίσως, όπως παρατήρησε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Kemal Kılıçdaroğlu, διότι η Πρώτη Κυρία ήθελε να δει πώς δείχνει στο βήμα του κοινοβουλίου ο σύζυγός της, ο οποίος τερματίζει την προεδρική θητεία του το 2014, αλλά όπως ξεκαθάρισε και στην ομιλία του, δεν σκοπεύει να αποσυρθεί από την πολιτική...
Το δεύτερο θέμα συζήτησης, προφανώς είχε να κάνει με τη δέσμη μέτρων εκδημοκρατισμού και με το ερώτημα αν το “ποτήρι” θα πρέπει να θεωρηθεί μισό-άδειο ή μισογεμάτο, όπως παρότρυνε τους παρευρισκόμενους ο Erdoğan. Στην πραγματικότητα, όπως παρατηρεί ο αρθρογράφος της Hürriyet, Yusuf Kanlı, και μόνο η μεθοδολογία της ανακοίνωσης των μέτρων (σε συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με φορείς έξω από τον στενό κύκλο συνεργατών του Erdoğan) αποκαλύπτει ότι δεν πρόκειται για “πακέτο εκδημοκρατισμού”, αλλά, στη μακρά τουρκική παράδοση του “εκσυγχρονισμού από τα πάνω”, για κάτι σαν το μεταρρυθμιστικό Βασιλικό Διάταγμα (Hatt-ı Şerif) του Gülhane το 1839...
Κατά τη συμπρόεδρο του φιλοκουρδικού κόμματος BDP Gültan Kışanak, πάλι, δεν πρόκειται για “πακέτο εκδημοκρατισμού” αλλά για “προεκλογικό πακέτο”, με το οποίο ο Erdoğan απευθύνεται πρωτίστως στην εκλογική του βάση - κλείνοντας διστακτικά το μάτι στο κουρδικό στοιχείο κατά δεύτερο λόγο, προκειμένου, αν μη τι άλλο, να παραμείνει ζωντανή η εκεχειρία με το ΡΚΚ μέχρι τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις της επόμενης χρονιάς.
Πράγματι, είναι σαφές πού απευθύνονται βασικές προβλέψεις του “πακέτου”, όπως η άρση της απαγόρευσης της ισλαμικής μαντίλας σε όλες τις υπηρεσίες του Δημοσίου εκτός αυτών που φέρουν στολή (Στρατός, Αστυνομία, Δικαστικό Σώμα), η... έξοδος από την παρανομία των γραμμάτων w, x και q (τα οποία χρησιμοποιεί η κουρδική γλώσσα, αλλά όχι η τουρκική), η δυνατότητα χρήσης της “μητρικής γλώσσας” στην ιδιωτική, αλλά όχι τη δημόσια, εκπαίδευση, η κατάργηση του πρωινού “όρκου προς τον Atatürk” στα σχολεία, η ενίσχυση της νομοθεσίας κατά της ρητορικής μίσους, τη διεύρυνση της κρατικής επιχορήγησης στα πολιτικά κόμματα που συγκεντρώνουν το 3% των ψήφων (από το σημερινό 7%), καθώς και το άνοιγμα της συζήτησης για τον εκλογικό νόμο, με πιθανή μείωση του ορίου κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης από το εξωφρενικό 10% στο 5% ή υιοθέτηση μιας παραλλαγής του “γερμανικού συστήματος”.
Ωστόσο, το μεν ΡΚΚ (που αδημονεί να δει μια μαζική απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων) με ανακοίνωσή του κατηγορεί το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ότι δεν έχει “ούτε τη νοοτροπία, ούτε την ικανότητα” να δώσει ένα τέλος στο Κουρδικό πρόβλημα, ενώ ο Kılıçdaroğlu παραπονείται ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να “γλιτώσει από τις πιέσεις της κοινωνίας” παρουσίασε ένα “κακέκτυπο” δικών του προτάσεων που προηγουμένως είχε απορρίψει.
Οι εθνικιστές πάλι, φρίττοντας στη σκέψη καθηγητριών με ισλαμική μαντίλα στα σχολεία, κάνουν λόγο για κατεδάφιση του κοσμικού κράτους – την ίδια ώρα που προετοιμάζονται για να εντάξουν στις λίστες τους την πρώτη μαντιλοφορούσα υποψήφια βουλευτίνα....
Περισσότερο δυσαρεστημένοι όλων εμφανίζονται οι εκπρόσωποι των θρησκευτικών μειονοτήτων: από τους Αλεβίτες, που αγνοούνται πλήρως (πέρα από την συμβολική απόδοση σε ένα πανεπιστήμιο του ονόματος του γενάρχη τους, Hacı Bektaş Veli), μέχρι τους Χριστιανούς που θα πρέπει να ικανοποιηθούν απλώς με την τακτοποίηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιστορικής συρορθόδοξης μονής του Mor Gabriel στα νοτιοανατολικά. Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης μπήκε και βγήκε αρκετές φορές κατά τη διαμόρφωση του πακέτου, σύμφωνα με δημοσιεύματα, για να επικρατήσουν προφανώς για άλλη μία φορά οι σκέψεις της διατήρησης του θέματος ανοιχτού προς διμερή διαπραγματευτική χρήση...
Αν κάπου οι προτάσεις Erdoğan μπορούν να έχουν άμεση απόδοση, αυτό δεν είναι τόσο το εσωτερικό της χώρας, όσο η αποκατάσταση της τραυματισμένης εικόνας του στο εξωτερικό. Ήδη ο Επίτροπος Διεύρυνσης της Κομισιόν Štefan Füle καλωσόρισε το μεταρρυθμιστικό πακέτο, προσθέτοντας ότι θα συνυπολογισθεί στην αναμενόμενη ετήσια έκθεση προόδου της Επιτροπής για την Τουρκία και υποσημειώνοντας με νόημα, ότι αναμένει “τη μετάφραση των προτάσεων στην πραγματική ζωή και στη νομοθεσία”.
Περισσότερο διπλωματικός ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Άγκυρα Frank Ricciardone δήλωσε ικανοποιημένος που όλοι οι Τούρκοι, συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι, επιθυμούν να θέσουν στους εαυτούς τους υψηλότερες δημοκρατικές προδιαγραφές. Ωστόσο, ο νους του αυτές τις ημέρες μάλλον βρίσκεται αλλού: στην απόφαση της Άγκυρας να προμηθευτεί το αντιπυραυλικό σύστημα FD-2000 από την κινεζική εταιρεία CPMIEC (η οποία έχει υποστεί κυρώσεις βάσει του αμερικανικού νόμου για τη μη συνεργασία με τα πυρηνικά προγράμματα του Ιράν και της Βόρειας Κορέας), στρέφοντας την πλάτη στο ΝΑΤΟ.
Πρόκειται για συμφωνία που δεν έχει οριστικοποιηθεί έσπευσε να διευκρινίσει ο Gül, από τους ελάχιστους πλέον Τούρκους ιθύνοντες με αντίληψη των ευαισθησιών της Δύσης...
Την Τρίτη, πάλι, στην καθιερωμένη τελετή έναρξης του κοινοβουλευτικού έτους ο Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Abdullah Gül θέλησε να περιγράψει με τόνους περισσότερο εποικοδομητικούς το “δίδαγμα” του Ιουνίου. Οι διαδηλώσεις, υποστήριξε ο Gül από του βήματος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, υπήρξαν αδιάψευστο δείγμα της δημοκρατικής ωρίμασης της χώρας, και ξεκίνησαν με καλές προθέσεις, εντούτοις, “ορισμένες ακραίες οργανώσεις επιχείρησαν να τις εκμεταλλευθούν, προσφεύγοντας στη βία και στους βανδαλισμούς” .
“Θα πρέπει να αφήσουμε τα επεισόδια πίσω μας και να κοιτάξουμε μπροστά για να ενισχύσουμε την πολυφωνία και τα συμμετοχικά στοιχεία στη δημοκρατία μας”, πρόσθεσε ο Τούρκος πρόεδρος, αποφεύγοντας χαρακτηριστικά τους εμπρηστικούς τόνους του Erdoğan. Εκεί που ο πρωθυπουργός δεν έβλεπε παρά τη συνωμοσία εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών, και δη του περιώνυμου “λόμπι των επιτοκίων”, ο Gül (ευφυέστερα) επιμένει να παραλληλίζει το κύμα των διαδηλώσεων με κινήματα τύπου Occupy Wall Street των ανεπτυγμένων δυτικών δημοκρατιών, προκειμένου να αφαιρέσει επιχειρήματα από τους έξωθεν επικριτές και να βγάλει τη χώρα του από το “κάδρο” της Αραβικής Άνοιξης.
Στην δεξίωση του προέδρου της Εθνοσυνέλευσης, αμέσως μετά, τα ζητήματα συζήτησης ήταν τρία. Το πρώτο αφορούσε την παρουσία στο ακροατήριο για πρώτη φορά της μαντιλοφορούσας συζύγου του Gul, Hayrünnisa. Ίσως, όπως παρατήρησε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Kemal Kılıçdaroğlu, διότι η Πρώτη Κυρία ήθελε να δει πώς δείχνει στο βήμα του κοινοβουλίου ο σύζυγός της, ο οποίος τερματίζει την προεδρική θητεία του το 2014, αλλά όπως ξεκαθάρισε και στην ομιλία του, δεν σκοπεύει να αποσυρθεί από την πολιτική...
Το δεύτερο θέμα συζήτησης, προφανώς είχε να κάνει με τη δέσμη μέτρων εκδημοκρατισμού και με το ερώτημα αν το “ποτήρι” θα πρέπει να θεωρηθεί μισό-άδειο ή μισογεμάτο, όπως παρότρυνε τους παρευρισκόμενους ο Erdoğan. Στην πραγματικότητα, όπως παρατηρεί ο αρθρογράφος της Hürriyet, Yusuf Kanlı, και μόνο η μεθοδολογία της ανακοίνωσης των μέτρων (σε συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με φορείς έξω από τον στενό κύκλο συνεργατών του Erdoğan) αποκαλύπτει ότι δεν πρόκειται για “πακέτο εκδημοκρατισμού”, αλλά, στη μακρά τουρκική παράδοση του “εκσυγχρονισμού από τα πάνω”, για κάτι σαν το μεταρρυθμιστικό Βασιλικό Διάταγμα (Hatt-ı Şerif) του Gülhane το 1839...
Κατά τη συμπρόεδρο του φιλοκουρδικού κόμματος BDP Gültan Kışanak, πάλι, δεν πρόκειται για “πακέτο εκδημοκρατισμού” αλλά για “προεκλογικό πακέτο”, με το οποίο ο Erdoğan απευθύνεται πρωτίστως στην εκλογική του βάση - κλείνοντας διστακτικά το μάτι στο κουρδικό στοιχείο κατά δεύτερο λόγο, προκειμένου, αν μη τι άλλο, να παραμείνει ζωντανή η εκεχειρία με το ΡΚΚ μέχρι τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις της επόμενης χρονιάς.
Πράγματι, είναι σαφές πού απευθύνονται βασικές προβλέψεις του “πακέτου”, όπως η άρση της απαγόρευσης της ισλαμικής μαντίλας σε όλες τις υπηρεσίες του Δημοσίου εκτός αυτών που φέρουν στολή (Στρατός, Αστυνομία, Δικαστικό Σώμα), η... έξοδος από την παρανομία των γραμμάτων w, x και q (τα οποία χρησιμοποιεί η κουρδική γλώσσα, αλλά όχι η τουρκική), η δυνατότητα χρήσης της “μητρικής γλώσσας” στην ιδιωτική, αλλά όχι τη δημόσια, εκπαίδευση, η κατάργηση του πρωινού “όρκου προς τον Atatürk” στα σχολεία, η ενίσχυση της νομοθεσίας κατά της ρητορικής μίσους, τη διεύρυνση της κρατικής επιχορήγησης στα πολιτικά κόμματα που συγκεντρώνουν το 3% των ψήφων (από το σημερινό 7%), καθώς και το άνοιγμα της συζήτησης για τον εκλογικό νόμο, με πιθανή μείωση του ορίου κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης από το εξωφρενικό 10% στο 5% ή υιοθέτηση μιας παραλλαγής του “γερμανικού συστήματος”.
Ωστόσο, το μεν ΡΚΚ (που αδημονεί να δει μια μαζική απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων) με ανακοίνωσή του κατηγορεί το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ότι δεν έχει “ούτε τη νοοτροπία, ούτε την ικανότητα” να δώσει ένα τέλος στο Κουρδικό πρόβλημα, ενώ ο Kılıçdaroğlu παραπονείται ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να “γλιτώσει από τις πιέσεις της κοινωνίας” παρουσίασε ένα “κακέκτυπο” δικών του προτάσεων που προηγουμένως είχε απορρίψει.
Οι εθνικιστές πάλι, φρίττοντας στη σκέψη καθηγητριών με ισλαμική μαντίλα στα σχολεία, κάνουν λόγο για κατεδάφιση του κοσμικού κράτους – την ίδια ώρα που προετοιμάζονται για να εντάξουν στις λίστες τους την πρώτη μαντιλοφορούσα υποψήφια βουλευτίνα....
Περισσότερο δυσαρεστημένοι όλων εμφανίζονται οι εκπρόσωποι των θρησκευτικών μειονοτήτων: από τους Αλεβίτες, που αγνοούνται πλήρως (πέρα από την συμβολική απόδοση σε ένα πανεπιστήμιο του ονόματος του γενάρχη τους, Hacı Bektaş Veli), μέχρι τους Χριστιανούς που θα πρέπει να ικανοποιηθούν απλώς με την τακτοποίηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιστορικής συρορθόδοξης μονής του Mor Gabriel στα νοτιοανατολικά. Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης μπήκε και βγήκε αρκετές φορές κατά τη διαμόρφωση του πακέτου, σύμφωνα με δημοσιεύματα, για να επικρατήσουν προφανώς για άλλη μία φορά οι σκέψεις της διατήρησης του θέματος ανοιχτού προς διμερή διαπραγματευτική χρήση...
Αν κάπου οι προτάσεις Erdoğan μπορούν να έχουν άμεση απόδοση, αυτό δεν είναι τόσο το εσωτερικό της χώρας, όσο η αποκατάσταση της τραυματισμένης εικόνας του στο εξωτερικό. Ήδη ο Επίτροπος Διεύρυνσης της Κομισιόν Štefan Füle καλωσόρισε το μεταρρυθμιστικό πακέτο, προσθέτοντας ότι θα συνυπολογισθεί στην αναμενόμενη ετήσια έκθεση προόδου της Επιτροπής για την Τουρκία και υποσημειώνοντας με νόημα, ότι αναμένει “τη μετάφραση των προτάσεων στην πραγματική ζωή και στη νομοθεσία”.
Περισσότερο διπλωματικός ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Άγκυρα Frank Ricciardone δήλωσε ικανοποιημένος που όλοι οι Τούρκοι, συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι, επιθυμούν να θέσουν στους εαυτούς τους υψηλότερες δημοκρατικές προδιαγραφές. Ωστόσο, ο νους του αυτές τις ημέρες μάλλον βρίσκεται αλλού: στην απόφαση της Άγκυρας να προμηθευτεί το αντιπυραυλικό σύστημα FD-2000 από την κινεζική εταιρεία CPMIEC (η οποία έχει υποστεί κυρώσεις βάσει του αμερικανικού νόμου για τη μη συνεργασία με τα πυρηνικά προγράμματα του Ιράν και της Βόρειας Κορέας), στρέφοντας την πλάτη στο ΝΑΤΟ.
Πρόκειται για συμφωνία που δεν έχει οριστικοποιηθεί έσπευσε να διευκρινίσει ο Gül, από τους ελάχιστους πλέον Τούρκους ιθύνοντες με αντίληψη των ευαισθησιών της Δύσης...
Του Κώστα Ράπτη
Πηγή:www.capital.gr
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου