Η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974, μετά το προδοτικό πραξικόπημα που οργάνωσε η Χούντα των Αθηνών σε συνεργασία με την ΕΟΚΑ Β’. Αρχικά δήλωσε ότι δήθεν ήθελε απλώς να αποκαταστήσει την συνταγματική τάξη αλλά τελικά, όπως πάντα σκόπευε, προχώρησε στην κατάληψη ολόκληρης της Βορείου Κύπρου και συνολικά τού 1/3 των εδαφών τής Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο πρώην πρόεδρος της Κύπρου, Γιώργος Βασιλείου, με τον τότε Τουρκοκύπριο πρωθυπουργό, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, τον Μάρτιο του 2004 μετά από έναν ακόμη γύρο συνομιλιών για το κυπριακό, στο Μέργκενστοκ της Ελβετίας. Dimitri Messinis / Reuters
Το μέγεθος της καταστροφής από την εισβολή είναι δύσκολο να περιγραφεί. Η Τουρκία επέβαλε την ντε φάκτο διχοτόμηση, άφησε χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους, περίπου 180.000 Ελληνοκύπριοι εκδιώχθηκαν από την κατεχόμενη περιοχή ενώ περίπου 50.000 Τουρκοκύπριοι αναγκάστηκαν να μετοικίσουν στις κατεχόμενες περιοχές.
Από τότε μέχρι σήμερα πέρασαν σχεδόν 40 χρόνια. Έγιναν πολλές προσπάθειες λύσης κάτω από την αιγίδα τού ΟΗΕ, οι οποίες σκόνταψαν κατά κανόνα στην τουρκική αδιαλλαξία η οπoία γνώριζε ότι η ντε φάκτο διχοτόμηση την εξυπηρετούσε. Όταν τελικά το 2004 με το σχέδιο Ανάν, που είχε διαπραγματευθεί ο αείμνηστος πρόεδρος Κληρίδης, έδωσε ενδείξεις ότι μπορούσε να το αποδεχτεί, η Ελληνοκυπριακή πλευρά σε ένα παραλήρημα εθνικισμού το απέρριψε. Αργότερα άρχισαν νέες διαπραγματεύσεις οι οποίες, όμως, δεν κατέληξαν πουθενά.
Στόχος αυτού τού άρθρου δεν είναι να εξεταστούν οι λόγοι τής αποτυχίας των μέχρι τώρα προσπαθειών, πράγμα που πιθανόν να προκαλούσε νέες αντιπαραθέσεις οι οποίες δεν θα οδηγούσαν πουθενά, αλλά να επισημανθεί ότι μέσα στις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί υπάρχει ανάγκη για λύση.
ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
Μια λύση για να πετύχει πρέπει να προσφέρει οφέλη σε όλους τους εμπλεκόμενους. Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, κατά κύριο λόγο, αλλά και Τουρκία, Ελλάδα, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ηνωμένα Έθνη. Ειλικρινά πιστεύω ότι στην περίπτωση μας, τα πλεονεκτήματα είναι εμφανή και εύκολα γίνονται κατανοητά από όλους.
Οι Ελληνοκύπριοι υποφέρουν από την χειρότερη κρίση που αντιμετώπισε η Κυπριακή Δημοκρατία από την ίδρυσή της το 1960. Προσπαθούν σκληρά να ξεπεράσουν τις δυσκολίες και να διασφαλίσουν ότι δεν θα επαναληφθεί το παρελθόν με την πλήρη έννοια της λέξης. Βασική προϋπόθεση, όμως, για να πετύχουμε είναι να δούμε ψύχραιμα και αντικειμενικά το πού βρισκόμαστε και αναλόγως να αποφασίσουμε τι πρέπει να κάνουμε. Σήμερα η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική απ’ αυτήν που ήταν το 1974. Τότε ήμασταν θύματα της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής από μέρους τής Τουρκίας, γι’ αυτό είχαμε την συμπαράσταση και βοήθεια της διεθνούς κοινότητας. Σήμερα, παρ’ όλο που αναμφισβήτητα η διεθνής κρίση έχει παίξει σημαντικό ρόλο, και ακόμα μεγαλύτερο η κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας, η κύρια ευθύνη για την κατάσταση της οικονομίας θεωρείται ότι είναι δική μας. Ταυτόχρονα, σε αντίθεση με το 1974, η περιοχή γύρω μας καίγεται. Η προσοχή τής διεθνούς κοινότητας είναι επικεντρωμένη σε όλα τα μεγάλα προβλήματα γύρω μας, στη Συρία, Λίβανο, Αίγυπτο και άλλες χώρες τής περιοχής. Δυστυχώς, όμως, χρόνος για πολλές άλλες συζητήσεις δεν μένει. Το στάτους κβο έχει σταθεροποιηθεί, πολλοί έχουν χάσει την ελπίδα τους και ο αριθμό των νέων, τόσο Ελληνοκυπρίων όσο και Τουρκοκυπρίων, που μεταναστεύει μεγαλώνει.
Για να ανατρέψουμε αυτό το κλίμα, πρέπει να επανακτήσουμε την εμπιστοσύνη τής διεθνούς κοινότητας και κυρίως να πεισθούν όλοι ότι η Κύπρος είναι ασφαλής. Αυτό προϋποθέτει την άμεση και ειλικρινή προσπάθεια από εμάς για επίλυση του κυπριακού. Τότε θα πετύχουμε την επανεκκίνηση της οικονομίας με την προσέλκυση των αναγκαίων κεφαλαίων. Επιπλέον, θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε τα τεράστια πλεονεκτήματα που θα αποκομίσουμε με το να μετατραπεί η Κύπρος σε ενεργειακό κόμβο για την Ευρώπη, και που επίσης θα απαιτήσει πολύ μεγάλες επενδύσεις.
Για τους Τουρκοκύπριους, τα πλεονεκτήματα είναι επίσης εμφανή. Η Κύπρος είναι πλήρες μέλος τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όσο δεν επιτυγχάνεται λύση τού Κυπριακού οι Τουρκοκύπριοι δεν είναι σε θέση να απολαύσουν τα οφέλη τής ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Άρχισαν να αναρωτιούνται για τα «οφέλη» αυτής της βάναυσης διχοτόμησης. Ο αριθμός των εποίκων μεγαλώνει συνεχώς, η Τουρκία είναι η πραγματική δύναμη η οποία παίρνει όλες τις σημαντικές αποφάσεις σχετικά με την διακυβέρνηση και υπαγορεύει τους όρους των διαπραγματεύσεων. Σταδιακά, οι Τουρκοκύπριοι όχι μόνο έγιναν μειονότητα στο πλαίσιο της «ΤΔΒΚ» αλλά δεν έχουν ούτε αποφασιστικό λόγο στην διαμόρφωση του μέλλοντος της ζωής τους. Οι Τουρκοκύπριοι, και ιδίως οι νέοι άνθρωποι, ανησυχούν για το μέλλον. Πολλοί άρχισαν να μεταναστεύουν. Χωρίς την λύση ζουν σε απομόνωση, με μόνο εταίρο την Τουρκία, ενώ μέσα σε μια επανενωμένη Κύπρο μπορούν να απολαμβάνουν όλα τα οφέλη που προσφέρει η Ε.Ε. Να εργαστούν μαζί με τους συμπατριώτες τους Ελληνοκύπριους για την ανάπτυξη και αξιοποίηση των φυσικών πόρων τής Κύπρου, να προσελκύσουν ξένες επενδύσεις και να συμβάλλουν στο να καταστεί η Κύπρος ένα πραγματικό κόσμημα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Τουρκία επίσης έχει πολλά να κερδίσει συμβάλλοντας στην επανένωση του νησιού. Η νέα πολιτική, που ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό Ερντογάν, με την οποία αναγνωρίζει τα δικαιώματα των μειονοτήτων και προωθεί την επίλυση του κουρδικού προβλήματος, θα είναι ακόμη πιο αξιόπιστη αν η Τουρκία συμβάλει αποφασιστικά για τον τερματισμό τής de facto διχοτόμησης της Κύπρου μετά το 1974. Επίσης, με την λύση, η Τουρκία θα μπορέσει να αξιοποιήσει το γεγονός ότι ο ευκολότερος και φθηνότερος τρόπος εξαγωγής μέρους τού φυσικού αερίου είναι ένας αγωγός που θα ξεκινά από την Λάρνακα και μέσω της Τουρκίας θα καταλήγει στην Ευρώπη. Τα οικονομικά οφέλη για την Τουρκία από έναν τέτοιο αγωγό θα είναι τεράστια. Ταυτόχρονα θα τερματιστεί η ανάγκη τής συνεχούς και μεγάλης οικονομικής βοήθειας και στήριξης των κατεχομένων. Υπονοείται, επίσης, ότι η λύση τού Κυπριακού θα συμβάλει και θα δώσει νέα ώθηση για την επιτυχή ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων μεταξύ Τουρκίας και Ε.Ε.
Για την Ελλάδα αυτό θα είναι το τέλος ενός μακρόχρονου εφιάλτη. Το κυπριακό πρόβλημα θα σταματήσει να υφίσταται, η Ελλάδα θα είναι σε θέση να ενισχύσει την πολιτική φιλίας προς την Τουρκία και τους άλλους γείτονές της και θα συμμετέχει ως ισότιμο μέλος στην ανάπτυξη και εκμετάλλευση της ενέργειας και των άλλων πόρων τής περιοχής.
Για τον ΟΗΕ και τη διεθνή κοινότητα, η λύση τού Κυπριακού θα είναι η καλύτερη ανταμοιβή για τις προσπάθειές και τις μεγάλες τους επενδύσεις όλα αυτά τα χρόνια. Θα δώσει το μήνυμα ότι ποτέ δεν πρέπει να παραιτούμαστε αλλά αντιθέτως να συνεχίζουμε. Θα είναι το καλύτερο κίνητρο για την συνέχιση των προσπαθειών τους όσον αφορά την αντιμετώπιση άλλων σύγχρονων άλυτων προβλημάτων ανά τον κόσμο.
ΠΩΣ ΠΡΟΧΩΡΟΥΜΕ
Απ’ όλα τα πιο πάνω βγαίνει εύκολα το συμπέρασμα ότι η επανένωση της Κύπρου θα προσφέρει ωφελήματα σε όλους. Το βασικό ερώτημα βέβαια είναι το πώς θα φτάσουμε σε αυτό το επιθυμητό αποτέλεσμα. Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει μαγική λύση. Πρέπει να αρχίσουμε αμέσως σοβαρές διαπραγματεύσεις οι οποίες να είναι εντατικές και να καταλήξουν αυτή την φορά στον επιθυμητό στόχο. Δεν έχουμε απεριόριστο χρόνο αλλά πιστεύω ότι μπορούμε να πετύχουμε. Να μην ξεχνούμε την σοφή φράση τού Σιμόν Πέρες «για κάθε πρόβλημα υπάρχει λύση, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλα τα προβλήματα λύονται και να μην ξεχνάμε ότι όσο δεν λύονται επισυμβαίνουν γεγονότα». Δυστυχώς, είναι πολύ εύκολο για τον καθένα να διαπιστώσει ότι αυτό ακριβώς συνέβη στην Κύπρο.
Το πλαίσιο είναι δεδομένο από το γεγονός ότι η Κύπρος είναι μέλος τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία κατοχυρώνονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και όλες οι βασικές ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελεύθερης διακίνησης ατόμων, προϊόντων υπηρεσιών και κεφαλαίων. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο δημιουργεί τις ιδεώδεις συνθήκες για την προοπτική λύσης στο πλαίσιο της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας και θα αποθαρρύνει εξτρεμιστικές τάσεις και απόψεις. Είναι πολύ σημαντικό ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων παραμένουν φιλικές. Η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι το 2003, μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, η διακίνηση και οι επαφές μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων είναι συνεχείς και δεν παρατηρήθηκε ούτε μια περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ τους. Είναι γνωστό ότι εξακολουθούν να υπάρχουν συνταγματικές πτυχές που πρέπει να διευκρινιστούν αλλά για να σημειωθεί πρόοδος θα πρέπει, κατά προτεραιότητα, να συζητηθούν και να συμφωνηθούν τα βασικά εναπομείναντα ζητήματα, δηλαδή το εδαφικό, το περιουσιακό και το θέμα τής ασφάλειας. Το περίγραμμα για μια πιθανή συμφωνία σε όλα αυτά τα θέματα έχει ήδη σχεδιαστεί και παρουσιαστεί από τα Ηνωμένα Έθνη.
Έχουν ξεκινήσει οι αρχικές επαφές και η συμφωνία μεταξύ των δύο κοινοτήτων για μια πρώτη συνάντηση και εξέταση των θεμάτων με την Τουρκία και Ελλάδα που θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στην έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Ενώ, όμως, πριν από λίγο καιρό θεωρείτο ότι το αργότερο εντός τού Νοεμβρίου θα άρχιζε η ουσιαστική διαπραγμάτευση, παρατηρείται μεγάλη καθυστέρηση. Δυστυχώς δεν κατορθώνεται να συμφωνηθεί το κοινό ανακοινωθέν το οποίο είχε συμφωνηθεί ότι θα έπρεπε να εκδοθεί. Η έκδοση προσκρούει στην άρνηση του κ. Έρογλου, με την ανοχή τής Τουρκίας, να δεχθεί αναφορά στο ότι το ομόσπονδο κράτος θα έχει μια διεθνή προσωπικότητα και μια κυριαρχία [2]. Η στάση αυτή τόσο του Έρογλου όσο και του Ερντογάν είναι περίεργη, λαμβάνοντας υπόψη ότι στο Σχέδιο Ανάν αναφέρεται ξεκάθαρα ότι «η Κύπρος είναι μέλος των Ηνωμένων Εθνών και έχει μια διεθνή νομική προσωπικότητα και κυριαρχία» (Cyprus is a member of the United Nations and has a single international legal personality and sovereignty). Η Τουρκοκυπριακή κοινότητα και η Τουρκία διαλαλούσαν, από την ημέρα τού δημοψηφίσματος το 2004 μέχρι σήμερα, ότι είχαν δεχθεί όλες τις πρόνοιες του Σχεδίου Ανάν χωρίς κανένα ενδοιασμό και άρα η ευθύνη για τη μη επίτευξη λύσης επιβαρύνει την Ελληνοκυπριακή πλευρά.
Η συμπεριφορά αυτή είναι τουλάχιστον περίεργη όταν όλοι γνωρίζουν ότι η Ε.Ε. δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποδεχτεί την διάσπαση ενός οποιουδήποτε κράτους-μέλους. Αυτό αποδεικνύεται και από την έντονη αντίδραση στα συνθήματα ορισμένων εθνικιστών για αυτονομία στην Καταλονία, Σκωτία, κλπ. Η συμφωνία τού Shengen καταργεί τα σύνορα ως διαχωριστικές γραμμές, συνεπώς δεν μπορούν ποτέ να αποδεχτούν την δημιουργία νέων συνόρων και την υποδιαίρεση της Ευρώπης σε ένα μεγάλο αριθμό κρατιδίων. Δεν είναι δυνατόν να υποκύψουν σε εθνικιστικά και λαϊκιστικά συνθήματα και να καταστρέψουν ό,τι έχει επιτευχθεί μετά το τέλος τού 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ευρωζώνη αποτελούν το μοναδικό μέλλον για την Ευρώπη, ιδίως μέσα στις συνθήκες τής παγκοσμιοποίησης.
Η καθυστέρηση αυτή μπορεί να βολεύει τον κ. Έρογλου και ορισμένες δυνάμεις στην Τουρκία αλλά δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιτρέψουμε να χαθεί και αυτή η ευκαιρία. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε η κ. Βικτώρια Νούλαντ, υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, αρμόδια για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις «υπάρχει πλούτος για όλους τους κατοίκους τού νησιού αν μπορούν να εκμεταλλευθούν το αέριο μαζί. Αλλά θα χάσουν αυτή την ευκαιρία αν δεν μπορέσουν να εργαστούν μαζί».
Θα πρέπει να σπάσει το αδιέξοδο και οι διαπραγματεύσεις να αρχίσουν. Δεν θα ήταν σωστό να επιδιώξω στο πλαίσιο αυτού του άρθρου να προτείνω ένα κοινά αποδεχτό ανακοινωθέν. Θα ήθελα να τονίσω, όμως, ότι οι αρχικές δυσκολίες και αντιρρήσεις δεν πρέπει να μας φοβίζουν. Σημασία έχει το τελικό αποτέλεσμα το οποίο δεν μπορεί να είναι άλλο από την δημιουργία μιας δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας εντός της Ε.Ε.
Για να καταλήξουμε σε συμφωνία, όμως, θα πρέπει να συμβιβαστούμε: «Συμβιβασμός δεν σημαίνει δειλία», είπε ο John Kennedy. «Είναι γεγονός, συχνά εκείνοι που είναι έτοιμοι να συμβιβαστούν και να συμφωνήσουν, πρέπει να βρουν το πολιτικό θάρρος να αντιταχθούν στις εξτρεμιστικές απόψεις των ψηφοφόρων τους. Ο συμβιβασμός, με άλλα λόγια, απαιτεί όραμα για το μέλλον ».
Η ιστορία των διαπραγματεύσεων σε κάθε χώρα, όπου βρέθηκε λύση, αποδεικνύει: πρώτον, ότι ήταν πάντα αποτέλεσμα συμβιβασμού στον οποίον καταλήγουν μετά από σοβαρές και υπεύθυνες συζητήσεις και, δεύτερον, ότι υπήρχε η βούληση και η αποφασιστικότητα να ξεχάσουν το παρελθόν.
Η συμφωνία στη Νότιο Αφρική βασίστηκε στη συγχώρεση των εγκλημάτων τών προηγούμενων περιόδων και εκείνη μεταξύ Γερμανίας και Ισραήλ θεμελιώθηκε στην αποδοχή τής απολογίας τής Γερμανίας για τα εγκλήματα της ναζιστικής περιόδου. Η ειρήνη στην Ευρώπη σήμερα, στηρίζεται στο γεγονός ότι οι εδαφικές διαφορές μεταξύ γειτονικών χωρών έχουν ξεχαστεί μια που τώρα κάθε χώρα είναι μέρος τής Ε.Ε. Ο γνωστός Γάλλος συγγραφέας Jean-Daniel στο βιβλίο του «Ταξίδι στα όρια του Έθνους», λέει στον πρόλογο: «Χωρίς ένα στοιχείο συγχώρεσης είναι ανέφικτο να κτίσεις σχέσεις με τον γείτονά σου» . Και προσθέτει: «Αν το μόνο πράγμα που θέλουν οι ζωντανοί, είναι να εκδικηθούν για εκείνους που έχουν χάσει την ζωή τους, τότε δεν κτίζουν έθνος, αλλά νεκροταφείο». Ο Daniel ολοκληρώνει την εισαγωγή του λέγοντας ότι «οι εθνικιστές δεν είναι μόνο εχθροί τού μέλλοντος, αλλά οι χειρότεροι εχθροί ενός έθνους, γιατί οι προσπάθειες και οι αγώνες τους, καταλήγουν σε εσωτερική διαμάχη που οδήγησαν στην διάλυση πολλών αυτοκρατοριών». Αυτή ακριβώς είναι η μοίρα που μας περιμένει αν επιμένουμε στο παρελθόν και δεν επικεντρωθούμε στο μέλλον.
Ενώ βρισκόμασταν σ’ αυτό το έστω και προσωρινό αδιέξοδο, ήρθε ο θάνατος του Γλαύκου Κληρίδη, του ηγέτη που σε όλη του τη ζωή αγωνίστηκε για να πετύχουμε την επανένωση του νησιού μας αλλά δεν πρόφτασε να την δει. Το πέρασμα του χρόνου δεν μπορεί να το σταματήσει κανένας και όσο περνά ο χρόνος τόσο χειροτερεύουν τα πράγματα. Γι’ αυτό οφείλουμε όλοι να ξεχάσουμε τις μεγάλες «πατριωτικές και κενές» δηλώσεις. Να εργαστούμε με συνέπεια για να υλοποιήσουμε την κληρονομιά τού Γλαύκου Κληρίδη. Με ρεαλισμό και μέσα στις σημερινές συνθήκες να αγωνιστούμε για να πετύχουμε να κάνουμε το όνειρό του πραγματικότητα.
Θέλω να ελπίζω ότι παρ’ όλες τις αποτυχίες τού παρελθόντος, θα μπορέσουμε, επιτέλους, να κοιτάξουμε προς το μέλλον, να υλοποιήσουμε το όνειρο τού Γλαύκου Κληρίδη. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το μέλλον δεν μπορεί να περιμένει για πάντα.
sourche: http://foreignaffairs.gr/articles/69691/giorgos-basileioy/i-lysi-toy-kypriakoy-problimatos-ofelei-oloys?page=show
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύθηκε στο Foreign Affairs, The Hellenic Edition τον Δεκέμβριο του 2013, στο τεύχος 21.
[2] Είναι ενδεικτικές οι τελευταίες δηλώσεις του Πρωθυπουργού Ερντογάν ότι δήθεν «δεν υπάρχει χώρα Κύπρος αλλά δύο ξεχωριστά ανεξάρτητα κράτη».
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου