Η κρίση στην Ουκρανία έχει οδηγήσει όλους τους στρατηγικούς φορείς χάραξης πολιτικής στην Ευρώπη, να καθίσουν και να την παρακολουθούν. Ένα ερώτημα που αντικατοπτρίζεται ήδη είναι εάν οι περικοπές στους ευρωπαϊκούς προϋπολογισμούς άμυνας έχουν προχωρήσει πολύ μακριά. Στη Σύνοδο ΕΕ-ΗΠΑ στις 26 Μαρτίου, ο πρόεδρος Barack Obama εξέφρασε την ανησυχία του για τα μειωμένα επίπεδα αμυντικών δαπανών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ, προειδοποιώντας ότι «η κατάσταση στην Ουκρανία μας υπενθυμίζει ότι η ελευθερία μας δεν είναι δωρεάν, και ότι θα πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να πληρώσουμε για αυτά τα assets, για το προσωπικό, για την εκπαίδευση που απαιτείται για να καταστεί βέβαιο ότι έχουμε μια αξιόπιστη δύναμη του NATO και μια αποτελεσματική αποτρεπτική ισχύ.
Σε ένα παρόμοιο πνεύμα, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Anders Fogh Rasmussen προσφάτως υποστήριξε ότι στο τωρινό κλίμα ασφάλειας, κάθε σύμμαχος «χρειάζεται να επενδύσει στους αναγκαίους πόρους στις σωστές δυνατότητες». Αυτό το μήνυμα ενισχύθηκε από τον αναπληρωτή του, πρέσβη Alexander Vershbow, ο οποίος δήλωσε «εάν υπήρχε κάποια αμφιβολία, η κρίση τώρα κάνει σαφές ότι πρέπει να επενδύουμε επαρκώς στην άμυνα και στην ασφάλεια, και γιατί δεν μπορούμε έτσι απλά να μειώνουμε τους αμυντικούς προϋπολογισμούς μας κάθε χρόνο ενώ άλλοι σε όλο τον κόσμο συνεχίζουν να αυξάνουν τους δικούς τους».
Οι ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες έχουν υποχωρήσει σημαντικά μετά από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Σύμφωνα με στοιχεία του ΝΑΤΟ, οι πραγματικές κατά κεφαλή δαπάνες για την άμυνα στις ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ, έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ σε σχέση με το επίπεδο της δεκαετίας του 1990, και περισσότερο από το ένα πέμπτο σε σχέση με το 2000. Αυτές οι μακροπρόθεσμες μειώσεις επιταχύνθηκαν μέχρι την παγκόσμια κρίση του 2008, καθώς τα δυτικά κράτη μείωσαν περαιτέρω τις αμυντικές δαπάνες καθώς οι κυβερνήσεις έθεσαν ως προτεραιότητα τη δημοσιονομική εξυγίανση. Τα στοιχεία του Military Balance 2014 εμφανίζουν ότι η Ευρώπη (μαζί και τα μη κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ) συλλογικά δαπανούν τώρα μόλις το 1,4% του ΑΕΠ στην άμυνα. Αυτό είναι ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά του ΑΕΠ που έχουν δαπανηθεί στην άμυνα σε οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου. Η μόνη περιοχή που δαπανούνται λιγότερα στην άμυνα (ως ποσοστό του ΑΕΠ) είναι η Λατινική Αμερική. Εντός του ΝΑΤΟ, μόνο τέσσερα από τα 28 κράτη-μέλη αυτή τη στιγμή συμμορφώνονται με το στόχο της Συμμαχίας για δαπάνες 2%: οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ελλάδα και η Εσθονία. Ακόμη και η Γερμανία –η οικονομική δύναμη της Ευρώπης- διαθέτει μόνο το 1,3% του ΑΕΠ στην άμυνα, στοιχεία που είναι χαμηλότερα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του ΝΑΤΟ για περίπου 1,6% του ΑΕΠ. Αυτή η μέση κατανομή του προϋπολογισμού των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ είναι από μόνη της χαμηλότερη από το περίπου 2,5% του ΑΕΠ στις αρχές του 1990.
Η μείωση του επιπέδου των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις τάσεις στις αναδυόμενες οικονομίες. Όπως εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο The Military Balance 2013, οι ασιατικές αμυντικές δαπάνες το 2012 υπερέβησαν εκείνες των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία. Αυτό απεικονίζεται περαιτέρω στην έκδοση του 2014, η οποία έδειξε ότι μεταξύ του 2011-2013 σχεδόν όλες οι αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες παγκοσμίως, έλαβαν χώρα σε περιοχές άλλες εκτός της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης. Χωρίς μια βραχυπρόθεσμη επιστροφή στην ανάπτυξη για την ευρωζώνη, τα επίπεδα αμυντικών δαπανών θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω στα επόμενα χρόνια, για τα ευρωπαϊκά κράτη. Η άμυνα στο σύνολό της παραμένει στη διακριτική ευχέρεια των κυβερνητικών δαπανών που πρέπει να συναγωνιστούν με άλλες προτεραιότητες για δαπάνες, όπως οι δαπάνες για την κοινωνία και το σύστημα υγείας. Είναι σημαντικό ότι αν και η Ευρώπη συνεχίζει να δαπανά περίπου 3-4 φορές περισσότερα από τη Ρωσία για την άμυνα, οι ρωσικές στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας το 2013 ήταν υψηλότερες κατά 30% σε πραγματικούς όρους από ό,τι ήταν το 2008, και το τρέχον ρωσικό σχέδιο προβλέπει μια περαιτέρω πραγματική αύξηση στις αμυντικές δαπάνες, τουλάχιστον κατά 30% μέχρι το 2016, όπου οι ρωσικές αμυντικές δαπάνες θα διαμορφώνονται κοντά στο 4% του ΑΕΠ.
Παρά τις ρωσικές ενέργειας στην Κριμαία, η ουκρανική κρίση είναι απίθανο βραχυπρόθεσμα να αντιστραφούν αυτές οι τάσεις στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, πολλά από τα οποία πιθανώς θα παραμείνουν συγκρατημένα από ευρύτερες δημοσιονομικές πιέσεις. Για παράδειγμα, η ανάγκη για μείωση του ελλείμματος σημαίνει ότι φαίνεται απίθανο τα κράτη με τις δύο μεγαλύτερες δαπάνες (Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία) να παρεκκλίνουν ουσιαστικά από τις υφιστάμενες τροχιές των αμυντικών προϋπολογισμό τους. Αυτό θα συμβεί ακόμη περισσότερο στη Νότια Ευρώπη, όπου η δημοσιονομική λιτότητα έχει ήδη προκαλέσει κάποιες από τις μεγαλύτερες ποσοστιαίες μειώσεις των δαπανών άμυνας στην ήπειρο. Για παράδειγμα, τα επίπεδα δαπανών στην Ισπανία και την Ιταλία είναι ήδη περίπου 20% χαμηλότερα σε πραγματικούς όρους από ό,τι ήταν πριν από την κρίση, και το ελληνικό κοινοβούλιο αυτή τη στιγμή εξετάζει σημαντικές περικοπές στην αγορά των F-35 Joint Strike Fighetrs, προκειμένου να μειώσει περαιτέρω τις αμυντικές δαπάνες.
Εξαίρεση σε αυτή την γενικότερη τάση, είναι πιθανό να είναι τα κράτη στην Ανατολική και Βόρεια Ευρώπη. Σε διάφορες από αυτές τις χώρες, τα επίπεδα αμυντικών δαπανών έχουν τα τελευταία χρόνια διατηρηθεί γενικώς, και σε ορισμένες περιπτώσεις αυξήθηκαν κιόλας (για παράδειγμα στην Πολωνία και στη Νορβηγία). Είναι πιθανό αυτά τα κράτη να εξετάσουν επιπλέον πρόσθετες πιστώσεις του προϋπολογισμού ή πιο καινοτόμους τρόπους εξάσκησης των αμυντικών ικανοτήτων. Η Πολωνία προετείνει να επιταχύνει τα χρονοδιαγράμματα εξαγοράς της, ενώ η τσεχική δημοκρατία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Σουηδία και η Εσθονία, φέρεται να επανεξετάζουν τις αμυντικές τους δαπάνες υπό το πρίσμα της τωρινής αυξημένης αντίληψης απειλής.
Αλλά ενώ αυτές οι εξελίξεις μπορεί να υποδεικνύουν μια άνοδο των δαπανών στις ανατολικές και βόρειες περιοχές της Ευρώπης, μένει να δούμε εάν η κρίση στην Ουκρανία θα αναστρέψει την εδώ και δύο δεκαετίες μείωση του επιπέδου των συνολικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρώπη σαν σύνολο.του Giri Rajendran
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ:http://www.iiss.org/en/militarybalanceblog/blogsections/2014-3bea/april-7347/what-now-for-european-defence-spending-e70e
ΑΠΟΔΟΣΗ:www.capital.gr
Σε ένα παρόμοιο πνεύμα, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Anders Fogh Rasmussen προσφάτως υποστήριξε ότι στο τωρινό κλίμα ασφάλειας, κάθε σύμμαχος «χρειάζεται να επενδύσει στους αναγκαίους πόρους στις σωστές δυνατότητες». Αυτό το μήνυμα ενισχύθηκε από τον αναπληρωτή του, πρέσβη Alexander Vershbow, ο οποίος δήλωσε «εάν υπήρχε κάποια αμφιβολία, η κρίση τώρα κάνει σαφές ότι πρέπει να επενδύουμε επαρκώς στην άμυνα και στην ασφάλεια, και γιατί δεν μπορούμε έτσι απλά να μειώνουμε τους αμυντικούς προϋπολογισμούς μας κάθε χρόνο ενώ άλλοι σε όλο τον κόσμο συνεχίζουν να αυξάνουν τους δικούς τους».
Οι ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες έχουν υποχωρήσει σημαντικά μετά από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Σύμφωνα με στοιχεία του ΝΑΤΟ, οι πραγματικές κατά κεφαλή δαπάνες για την άμυνα στις ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ, έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ σε σχέση με το επίπεδο της δεκαετίας του 1990, και περισσότερο από το ένα πέμπτο σε σχέση με το 2000. Αυτές οι μακροπρόθεσμες μειώσεις επιταχύνθηκαν μέχρι την παγκόσμια κρίση του 2008, καθώς τα δυτικά κράτη μείωσαν περαιτέρω τις αμυντικές δαπάνες καθώς οι κυβερνήσεις έθεσαν ως προτεραιότητα τη δημοσιονομική εξυγίανση. Τα στοιχεία του Military Balance 2014 εμφανίζουν ότι η Ευρώπη (μαζί και τα μη κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ) συλλογικά δαπανούν τώρα μόλις το 1,4% του ΑΕΠ στην άμυνα. Αυτό είναι ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά του ΑΕΠ που έχουν δαπανηθεί στην άμυνα σε οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου. Η μόνη περιοχή που δαπανούνται λιγότερα στην άμυνα (ως ποσοστό του ΑΕΠ) είναι η Λατινική Αμερική. Εντός του ΝΑΤΟ, μόνο τέσσερα από τα 28 κράτη-μέλη αυτή τη στιγμή συμμορφώνονται με το στόχο της Συμμαχίας για δαπάνες 2%: οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ελλάδα και η Εσθονία. Ακόμη και η Γερμανία –η οικονομική δύναμη της Ευρώπης- διαθέτει μόνο το 1,3% του ΑΕΠ στην άμυνα, στοιχεία που είναι χαμηλότερα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του ΝΑΤΟ για περίπου 1,6% του ΑΕΠ. Αυτή η μέση κατανομή του προϋπολογισμού των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ είναι από μόνη της χαμηλότερη από το περίπου 2,5% του ΑΕΠ στις αρχές του 1990.
Η μείωση του επιπέδου των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις τάσεις στις αναδυόμενες οικονομίες. Όπως εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο The Military Balance 2013, οι ασιατικές αμυντικές δαπάνες το 2012 υπερέβησαν εκείνες των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία. Αυτό απεικονίζεται περαιτέρω στην έκδοση του 2014, η οποία έδειξε ότι μεταξύ του 2011-2013 σχεδόν όλες οι αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες παγκοσμίως, έλαβαν χώρα σε περιοχές άλλες εκτός της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης. Χωρίς μια βραχυπρόθεσμη επιστροφή στην ανάπτυξη για την ευρωζώνη, τα επίπεδα αμυντικών δαπανών θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω στα επόμενα χρόνια, για τα ευρωπαϊκά κράτη. Η άμυνα στο σύνολό της παραμένει στη διακριτική ευχέρεια των κυβερνητικών δαπανών που πρέπει να συναγωνιστούν με άλλες προτεραιότητες για δαπάνες, όπως οι δαπάνες για την κοινωνία και το σύστημα υγείας. Είναι σημαντικό ότι αν και η Ευρώπη συνεχίζει να δαπανά περίπου 3-4 φορές περισσότερα από τη Ρωσία για την άμυνα, οι ρωσικές στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας το 2013 ήταν υψηλότερες κατά 30% σε πραγματικούς όρους από ό,τι ήταν το 2008, και το τρέχον ρωσικό σχέδιο προβλέπει μια περαιτέρω πραγματική αύξηση στις αμυντικές δαπάνες, τουλάχιστον κατά 30% μέχρι το 2016, όπου οι ρωσικές αμυντικές δαπάνες θα διαμορφώνονται κοντά στο 4% του ΑΕΠ.
Παρά τις ρωσικές ενέργειας στην Κριμαία, η ουκρανική κρίση είναι απίθανο βραχυπρόθεσμα να αντιστραφούν αυτές οι τάσεις στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, πολλά από τα οποία πιθανώς θα παραμείνουν συγκρατημένα από ευρύτερες δημοσιονομικές πιέσεις. Για παράδειγμα, η ανάγκη για μείωση του ελλείμματος σημαίνει ότι φαίνεται απίθανο τα κράτη με τις δύο μεγαλύτερες δαπάνες (Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία) να παρεκκλίνουν ουσιαστικά από τις υφιστάμενες τροχιές των αμυντικών προϋπολογισμό τους. Αυτό θα συμβεί ακόμη περισσότερο στη Νότια Ευρώπη, όπου η δημοσιονομική λιτότητα έχει ήδη προκαλέσει κάποιες από τις μεγαλύτερες ποσοστιαίες μειώσεις των δαπανών άμυνας στην ήπειρο. Για παράδειγμα, τα επίπεδα δαπανών στην Ισπανία και την Ιταλία είναι ήδη περίπου 20% χαμηλότερα σε πραγματικούς όρους από ό,τι ήταν πριν από την κρίση, και το ελληνικό κοινοβούλιο αυτή τη στιγμή εξετάζει σημαντικές περικοπές στην αγορά των F-35 Joint Strike Fighetrs, προκειμένου να μειώσει περαιτέρω τις αμυντικές δαπάνες.
Εξαίρεση σε αυτή την γενικότερη τάση, είναι πιθανό να είναι τα κράτη στην Ανατολική και Βόρεια Ευρώπη. Σε διάφορες από αυτές τις χώρες, τα επίπεδα αμυντικών δαπανών έχουν τα τελευταία χρόνια διατηρηθεί γενικώς, και σε ορισμένες περιπτώσεις αυξήθηκαν κιόλας (για παράδειγμα στην Πολωνία και στη Νορβηγία). Είναι πιθανό αυτά τα κράτη να εξετάσουν επιπλέον πρόσθετες πιστώσεις του προϋπολογισμού ή πιο καινοτόμους τρόπους εξάσκησης των αμυντικών ικανοτήτων. Η Πολωνία προετείνει να επιταχύνει τα χρονοδιαγράμματα εξαγοράς της, ενώ η τσεχική δημοκρατία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Σουηδία και η Εσθονία, φέρεται να επανεξετάζουν τις αμυντικές τους δαπάνες υπό το πρίσμα της τωρινής αυξημένης αντίληψης απειλής.
Αλλά ενώ αυτές οι εξελίξεις μπορεί να υποδεικνύουν μια άνοδο των δαπανών στις ανατολικές και βόρειες περιοχές της Ευρώπης, μένει να δούμε εάν η κρίση στην Ουκρανία θα αναστρέψει την εδώ και δύο δεκαετίες μείωση του επιπέδου των συνολικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρώπη σαν σύνολο.του Giri Rajendran
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ:http://www.iiss.org/en/militarybalanceblog/blogsections/2014-3bea/april-7347/what-now-for-european-defence-spending-e70e
ΑΠΟΔΟΣΗ:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου