Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Η ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΑΠΟΤΡΟΠΗ ΣΕ ΕΝΑ ΜΕΤΑΒΑΛΛΟΜΕΝΟ ΚΟΣΜΟ

Λιγότερο από ένα χρόνο μετά τους πρώτους ατομικούς βομβαρδισμούς, ο Albert Einstein προειδοποίησε, « Ο κόσμος μας αντιμετωπίζει μια κρίση που ακόμη δεν είναι αντιληπτή από εκείνους που έχουν την εξουσία να λάβουν μεγάλες αποφάσεις για το ευρύτερο καλό ή κακό. Η δύναμη που εξαπέλυσε το άτομο έχει αλλάξει τα πάντα εκτός του τρόπου σκέψης μας κι έτσι μπορούμε να παρασυρθούμε προς την απαράμιλλη καταστροφή ». Παρά την προειδοποίηση του Einstein, αυτή η μετακίνηση συνεχίστηκε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, πριν από τη σύνοδο κορυφής του Reykjavik τον Οκτώβριο του 1986.


Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης όσον αφορά τους εξοπλισμούς οδήγησε όχι μόνο στην παραγωγή και την ανάπτυξη δεκάδων χιλιάδων πυρηνικών όπλων, αλλά και στις πυρηνικές στάσεις και στρατηγικές που οδήγησαν τις δύο πλευρές, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, στα πρόθυρα ενός πυρηνικού πολέμου. Οι ηγέτες τους αναγνώρισαν τους αυξανόμενους κινδύνους  και με την πάροδο του χρόνου προσπάθησαν – ενίοτε κατάφεραν ή απέτυχαν – να διαπραγματευθούν συμφωνίες περιορισμού και μείωσης του αριθμού αυτών των πλέον θανατηφόρων όπλων και της πιθανότητας να χρησιμοποιηθούν ξανά. Ταυτόχρονα, επιστήμονες, διπλωμάτες, καθώς και απλοί πολίτες οργάνωσαν εκστρατείες σε όλο τον κόσμο για να σταματήσουν οι πυρηνικές δοκιμές και ο ανταγωνισμός των πυρηνικών εξοπλισμών.

Ο πρόεδρος  Ronald Reagan και ο Σοβιετικός ηγέτης Mikhail Gorbachev αντιμετώπισαν την πρόκληση των πυρηνικών κεφαλών στο Reykjavik, όπου συζητήθηκε η δυνατότητα εξάλειψης όλων των πυρηνικών όπλων. Εάν και απέτυχαν, αφού εμποδίστηκαν από την έλλειψη μιας αντίληψης σχετικά με τα πλεονεκτήματα των αμυντικών βαλλιστικών πυραύλων, κατάφεραν να βάλλουν τις δύο χώρες τους στο μονοπάτι της μείωσης των πυρηνικών κεφαλών για πρώτη φορά. Ήταν μια σπουδαία χρονιά. Το 1986, υπήρχαν περίπου 70.000 πυρηνικές κεφαλές στα οπλοστάσια του κόσμου. Σήμερα ο αριθμός αυτός έχει μειωθεί περισσότερο από 2/3.

Πιο πρόσφατα, ένα σημαντικό στοιχείο έχει εισαχθεί στις προσπάθειες για μείωση των πυρηνικών κινδύνων. Είναι η έκκληση να μειωθεί η σημασία των πυρηνικών όπλων στο στρατηγικό αμυντικό οπλοστάσιο των ΗΠΑ. Όταν οι Reagan και Gorbachev συζήτησαν την εξάλειψη των πυρηνικών όπλων στο Reykjavik, θεωρήθηκε ως αιρετικό από τους πυρηνικούς μανδαρίνους, μερικοί από τους οποίους είναι ακόμη τρομοκρατημένοι. Ωστόσο, όταν τέσσερις διακεκριμένοι πρώην ηγέτες των ΗΠΑ με την φήμη των γερακιών του ψυχρού πολέμου - ο George Shultz, ο William Perry, ο Henry Kissinger, και ο Sam Nunn – προσέφεραν ένα όραμα για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα και ζήτησαν συγκεκριμένα μέτρα προς την κατεύθυνση αυτού του στόχου, η παγκόσμια ανταπόκριση ήταν εξαιρετικά θετική. Δύο χρόνια αργότερα ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ, Barack Obama, έδωσε βαρύτητα στην κλήση τους με την ομιλία του στην Πράγα περιγράφοντας τη δική του στρατηγική για την βήμα προς βήμα μετακίνηση προς έναν κόσμο απαλλαγμένο από πυρηνικά όπλα. Υποσχέθηκε να «τεθεί τέρμα στον ψυχροπολεμικό τρόπο σκέψης» «μειώνοντας το ρόλο των πυρηνικών όπλων στην εθνική στρατηγική για την ασφάλεια» και την ανανέωση των διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία για περαιτέρω επαληθευμένες μειώσεις στα πυρηνικά οπλοστάσια των δύο χωρών.   

Απρίλιο του 2010, κυβέρνηση Obama ολοκλήρωσε την «Έκθεση της Αναθεωρημένης Πυρηνικής της Στάσης» (NPR), η οποία υπογραμμίζει μέτρα για την μείωση του ρόλου και του αριθμού των αμερικανικών πυρηνικών όπλων και τόνισε ότι «ο θεμελιώδης ρόλος των πυρηνικών δυνάμεων των ΗΠΑ είναι να αποτρέψει πυρηνικές επιθέσεις εναντίον των ΗΠΑ, των συμμάχων τους και εταίρων.

Τον ίδιο μήνα, ο Obama και ο Ρώσος πρόεδρος Dmitry Medvedev υπέγραψαν τη Νέα Συνθήκη Μείωσης των Στρατηγικών Όπλων (New START). Αργότερα εκείνο το έτος, μια δικοματική πλειοψηφία της Γερουσίας ενέκρινε τη Συνθήκη, η οποία απαιτεί επιβεβαιωμένες μειώσεις στις αμερικανικές και ρωσικές στρατηγικές πυρηνικές κεφαλές, που έχουν αναπτυχθεί, στο επίπεδο των 1550 για κάθε μία μέχρι το 2018. Ο Obama δήλωσε ότι, μετά τη Νέα START, η κυβέρνηση του θα συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία που θα επιδιώκουν όχι μόνο να μειώσουν και να υπολογίσουν τις ήδη ανεπτυγμένες πυρηνικές κεφαλές, αλλά κι όσες δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί, μη στρατηγικές κεφαλές και συναφή συστήματα εκτόξευσης.

Ο δρόμος μπροστά  

Στα χρόνια που ακολούθησαν τη συμφωνία Reagan και Gorbachev ότι «ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί και δεν μπορεί ποτέ να λάβει χώρα» και ξεκίνησαν στο Reykjavik να αναζητούν τον πυρηνικό αφοπλισμό, ουσιαστικά βήματα προς την κατεύθυνση της μείωσης του πυρηνικού κινδύνου έχουν ληφθεί. Η συζήτηση έχει εξελιχθεί από το «πρέπει να» συνεχιστεί η προσπάθεια για την εξάλειψη των πυρηνικών όπλων στο να συμπεριλάβει το «πώς να» πράξουν κάτι τέτοιο.

Ωστόσο, από την ομιλία Obama στην Πράγα και την ολοκλήρωση της Νέας START και της NPR, υπάρχει μια αίσθηση ότι η δυναμική έχει επιβραδυνθεί και πάλι. Νέα εμπόδια που έχουν προκύψει φαίνεται ότι έχουν προκαλέσει την επ’ αόριστον καθυστέρηση των προοπτικών για ανανέωση των Ρώσο-Αμερικανικών διαπραγματεύσεων. Εν μέρει, τα εμπόδια είναι η εσωτερική πολιτική – η αλλαγή ηγεσίας της Ρωσίας και η επικείμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ – αλλά μερικά από τα εμπόδια είναι πιο ουσιαστικά. Οι δύο πλευρές έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με την αυτοσυγκράτηση και τη συνεργασία στα προτεινόμενα νέα βαλλιστικά συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας και το αν θα συμπεριλάβουν μικρότερης κλίμακας τακτικά όπλα, επιπρόσθετα των στρατηγικών τομέων, σε μελλοντικές μειώσεις των πυρηνικών όπλων.

Ο Obama σύντομα θα πάρει αποφάσεις που μπορεί να ανοίξουν δρόμο για πρόοδο εάν οι Ρώσοι είναι έτοιμοι, ωστόσο αυτό είναι ένα μεγάλο «αν». Η αναθεώρηση των μετά – NPR επιλογών υλοποίησης, όπως αναπτύχτηκαν από το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας και το προσωπικό του Πενταγώνου κατά τους προηγούμενους μήνες, θα μπορούσε να οδηγήσει σε θεμελιώδεις αλλαγές στην ψυχροπολεμικής εμπνεύσεως προεδρική οδηγία για την πολιτική πυρηνικής απασχόλησης, την πυρηνική στόχευση, καθώς και το μέγεθος και τη δομή των αμερικανικών πυρηνικών δυνάμεων. Δήλωσε ο Obama σε ομιλία του την 26 Μαρτίου.

Η πυρηνική στάση της κυβέρνησης μου αναγνωρίζει ότι το τεράστιο πυρηνικό οπλοστάσιο το οποίο κληρονομήσαμε από τον ψυχρό πόλεμο είναι ακατάλληλο για την αντιμετώπιση των σύγχρονων απειλών, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής τρομοκρατίας. Το περασμένο καλοκαίρι, ως εκ τούτου κατηύθυνα την εθνική ομάδα ασφαλείας ώστε να διεξάγει μια εμπεριστατωμένη μελέτη των πυρηνικών μας δυνάμεων. Η μελέτη βρίσκεται ακόμη υπό εξέλιξη. Αλλά ακόμη και τώρα που έχουμε πολλή δουλεία μπροστά μας, μπορούμε ήδη να πούμε με βεβαιότητα ότι έχουμε περισσότερα πυρηνικά όπλα από όσα χρειαζόμαστε. Πιστεύω ακράδαντα ότι μπορούμε να διασφαλίσουμε την ασφάλεια των ΗΠΑ και των συμμάχων μας, να διατηρήσουν ένα ισχυρό αποτρεπτικό μέσο έναντι οποιασδήποτε απειλής, και να εξακολουθούμε να επιδιώκουμε περαιτέρω μειώσεις στο πυρηνικό μας οπλοστάσιο.

Η ανάγκη επανεξέτασης

Δυστυχώς, πολλοί φορείς χάραξης πολιτικής και σχεδιαστές στις ΗΠΑ, τη Ρωσία, και αλλού βρίσκονται ακόμη εγκλωβισμένοι στην παγίδα της πυρηνικής αποτροπής, πιστεύοντας, εσφαλμένα, ότι η ασφάλεια μπορεί να εξασφαλισθεί με τη διατήρηση μεγάλων αποθεμάτων πυρηνικών όπλων. Η ανάπτυξη τακτικών πυρηνικών όπλων των ΗΠΑ στη δυτική Ευρώπη και τα πολύ μεγαλύτερα αποθέματα τακτικών κεφαλών της Ρωσίας, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Οι φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να επανεξετάσουν τις υποθέσεις τους γύρω από τη φύση των απειλών που τα πυρηνικά όπλα μπορούν να αποτρέψουν, καθώς και το πόσα όπλα χρειάζονται για να επιτευχθεί αυτό.


Μια προσεκτική εξέταση των παγκόσμιων απειλών κατά της ασφάλειας του σήμερα, είτε στη Μέση Ανατολή, το Αφγανιστάν, τη Βορειοανατολική Ασία, αποκαλύπτει ότι δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με τη χρήση ή την απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων. Τα όπλα έχουν μικρή ή μηδενική επίδραση σε καταπιεσμένα κράτη, ομάδες ανταρτών ή τρομοκράτες ώστε να απέχουν από ενέργειες που απειλούν την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.

Το φάσμα των ενεργειών που τα πυρηνικά όπλα θα μπορούσαν να αποτρέψουν ποτέ δεν ήταν ευρύ. Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, ένα δεδηλωμένος στόχος για τα πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ ήταν να αποφευχθεί μια Σοβιετική εισβολή σε έδαφος του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη και η χρήση πυρηνικών όπλων από τη Σοβιετική Ένωση κατά των συμμάχων των ΗΠΑ. Ωστόσο, η πυρηνική αποτροπή δεν εμπόδισε τους Σοβιετικούς από τη λήψη επιθετικών ενεργειών από τη δική τους πλευρά του Σιδηρού Παραπετάσματος. Δύο σημαντικοί πόλεμοι ενέπλεξαν τις ΗΠΑ στην Ασία, παρά την πυρηνική αποτροπή. Η πυρηνική αποτροπή δεν επηρέασε τις αποφάσεις ορισμένων κυβερνήσεων να αποκτήσουν ή να προσπαθούν να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα, παρά την έντονη επιθυμία των διάδοχων κυβερνήσεων των ΗΠΑ να αποτρέψουν κάτι τέτοιο.

Στις ημέρες μας, είναι δύσκολο να καταλήξουμε σε ρεαλιστικά σενάρια που να δικαιολογούν τη χρήση των πυρηνικών όπλων από τις ΗΠΑ, όμως η πυρηνική αποτροπή προκαλεί ακόμη μια μυστική πίστη. Μιλώντας για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα, η αντίδραση ορισμένων είναι σαν να λύθηκε ένα μαγικό ξόρκι που εμποδίζει τις ΗΠΑ να έχουν το ρόλο του θύματος από τους εχθρούς τους, πραγματικά ή φανταστικά.

«Συγκράτηση», «πυρηνική αποτροπή», και « στρατηγική σταθερότητα» όλα αυτά ήταν χρήσιμοι οδηγοί για την πολιτική των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Συνέβαλλαν στην αντίληψη ότι τα πυρηνικά όπλα πρέπει να παραμείνουν στην αποθήκη ώστε να χρησιμοποιηθούν στην χειρότερη περίπτωση εκτάκτων αναγκών. Αυτά τα σκεπτικά, όμως, δεν μεταφράστηκαν σε οδηγούς για κοινή διεθνή δράση. Οι ιδέες ποτέ δεν ήταν πλήρως ή εύκολα κοινό έδαφος μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, και είναι ακόμη λιγότερο πιθανό να γίνουν οδηγοί στο σημερινό πολύ-πολικό κόσμο, που χαρακτηρίζεται από τους περιφερειακούς ανταγωνισμούς, τον ασύμμετρο πόλεμο, και τις απειλές που προέρχονται από οργανισμούς έξω από των έλεγχο των κρατών. Είναι προφανές σε όλους σχεδόν ότι η συγκράτηση και η πυρηνική αποτροπή έχουν χάσει τη σημασία που είχαν κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Η στρατηγικής σταθερότητα έχει επίσης μια ευρύτερη έννοια, πέρα από την επιτακτική ανάγκη να αποφευχθούν κίνητρα για ένα πρώτο πυρηνικό χτύπημα.        

Προκειμένου να προωθηθεί η διαδικασία του πυρηνικού αφοπλισμού στα επόμενα στάδια της, συμπεριλαμβανομένης της περαιτέρω μείωσης των πυρηνικών των ΗΠΑ και της Ρωσίας σε όλους τους τύπους πυρηνικών όπλων και την δέσμευση όλων των άλλων πυρηνικών δυνάμεων του κόσμου σε αυτή την κοινή προσπάθεια, ο ρόλος των πυρηνικών όπλων τον 21ο αιώνα θα πρέπει να αποσαφηνιστεί και να επικαιροποιηθεί. Επιπλέον, οι πυρηνικές δυνάμεις πρέπει να υποβληθούν σε συγκεκριμένες αλλαγές, ώστε να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι ο θεμελιώδης σκοπός και, τελικά, ο μοναδικός σκοπός των πυρηνικών όπλων είναι να αποτρέψουν την πυρηνική επίθεση, ώστε να μην ξεκινήσει ένας πυρηνικός πόλεμος ή να αντιμετωπιστούν συμβατικές στρατιωτικές απειλές.   

Αποτρέποντας την πυρηνική επίθεση

Πέντε χρόνια πριν, γράψαμε μια έκθεση με τίτλο « ποιος ο λόγος ύπαρξης των πυρηνικών όπλων;» Υποστήριξε ότι, επειδή ο ψυχρός πόλεμος έλαβε τέλος και το στρατηγικό πυρηνικό οπλοστάσιο της Κίνας είναι σχετικά μικρό (περίπου 50 κεφαλές), δεν υπήρχε ανάγκη κατοχής και ανάπτυξης τότε,  μεγάλου αριθμού στρατηγικών πυρηνικών όπλων από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Το ίδιο σχόλιο ισχύει και για τους αριθμούς στρατηγικών όπλων που οι ΗΠΑ και Ρωσία σχεδιάζουν να κατέχουν και μετά τη Νέα START η οποία εκπνέει το 2021.

Σήμερα, είναι ακόμη πιο σαφές ότι είναι δυνατό και εφικτό να διατηρηθεί μια αξιόπιστη αποτρεπτική δύναμη από τις ΗΠΑ σε χαμηλότερα επίπεδα πυρηνικών όπλων από εκείνα που προβλέπει η Νέα START. Είναι σαφώς πολύ δύσκολο να ξεφύγουν από τη νοοτροπία ότι η πυρηνική - κυρίαρχη αποτροπή είναι απαραίτητη για τη στρατηγική σταθερότητα, ακόμη και αν οι συνθήκες έχουν αλλάξει κατά πολύ από αυτές του ψυχρού πολέμου. Έτσι, παρόλο που μπορεί να είναι εσφαλμένες στην καλύτερη περίπτωση στις πρώτες ημέρες της «αναθεώρησης» της Ρωσικής πολιτικής, δεν υπάρχει καμία εύλογη δικαιολογία για σήμερα σχετικά με τον μεγάλο αριθμό των πυρηνικών όπλων. Οι ΗΠΑ και η Ρωσία όπου διαθέτουν και οι δύο μαζί πλέον του 90% των πυρηνικών όπλων του κόσμου, μπορούν να προβούν σε μεγαλύτερες μειώσεις των αποθεμάτων τους.

Ανώτεροι Αμερικάνοι στρατιωτικοί και πολιτικοί αξιωματούχοι άμυνας προφανώς συμμερίζονται την ίδια άποψη. Σύμφωνα με το «Διατηρώντας την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ: προτεραιότητες για την άμυνα τον 21ο αιώνα», το έγγραφο του Πενταγώνου για την στρατηγική τον Ιανουάριο του 2012, «είναι πιθανό οι αποτρεπτικοί μας στόχοι να μπορούν να επιτευχθούν με μικρότερη πυρηνική δύναμη, η οποία θα μειώσει τον αριθμό των πυρηνικών στο οπλοστάσιο μας, καθώς και το ρόλο τους στην στρατηγική της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.

Η Νέα START θα μπορούσε να τροποποιηθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, έτσι ώστε να είναι 1000 ανεπτυγμένες  στρατηγικές κεφαλές μέχρι το 2018, αντί των 1550 που προβλέπει η τρέχουσα Συνθήκη. Από εκεί και πέρα, ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσουμε σε μείωση των πυρηνικών όπλων θα ήταν να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα μείωσης κεφαλές σχεδιασμένες για συστήματα μικρής εμβέλειας, καθώς και στρατηγικές πυρηνικές κεφαλές.

Το γενικό σκεπτικό της Ουάσιγκτον φαίνεται να είναι η εξέταση και των δύο τύπων πυρηνικών κεφαλών σε ένα καλάθι με «ελευθερία ανάμιξης». Μια άλλη μέθοδος, η οποία θα ήταν προτιμότερη, είναι να προσαρμοστεί η διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε στις διαπραγματεύσεις για την περίπτωση των πυρηνικών μέσου βεληνεκούς, όπου τα στρατηγικά και μέσου βεληνεκούς συστήματα διαπραγματεύθηκαν σε ξεχωριστές, αλλά παράλληλες σειρές συνομιλιών. Τα ζητήματα αυτά απέχουν πολύ μεταξύ τους, και τα όρια σε συστήματα μικρής εμβέλειας δεν έχουν επιχειρηθεί στο παρελθόν.

Σε μια ξεχωριστή αλλά παράλληλη διαπραγμάτευση για τα μικρής εμβέλειας συστήματα, οι στόχοι πρέπει να είναι οι εξής: πρώτον, η παγίωση των ρωσικών και αμερικανικών πυρηνικών κεφαλών σε ασφαλείς εγκαταστάσεις βαθιά μέσα στις αντίστοιχες χώρες˙ Δεύτερο, οι δύο χώρες να παρέχουν αμοιβαία πλήρη διαφάνεια σχετικά με τους αριθμούς και τους τύπους των πυρηνικών κεφαλών που βρίσκονται στις ασφαλείς εγκαταστάσεις˙ και τρίτον, για να ξεκινήσει η διαδικασία σταδιακής εξάλειψης των πυρηνικών κεφαλών σε στάδια όπου οι αριθμοί των όπλων που καταστράφηκαν να είναι ανάλογοι με το σύνολο των αποθεμάτων της κάθε πλευράς, έτσι ώστε οι δύο χώρες να φτάσουν στο σημείο μηδέν ταυτόχρονα.

Παράλληλα με αυτή τη διαδικασία, οι διαπραγματεύσεις για τις στρατηγικές δυνάμεις θα πρέπει να λάβουν χώρα σε ένα ξεχωριστό φόρουμ, ενώ θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις συνομιλίες για τις μειώσεις όπλων μικρής εμβέλειας. Αυτά τα όπλα αποτελούν απειλή για όλους, διότι η δυνατότητα εύκολης μεταφοράς τους τα καθιστά ιδανικά για τρομοκρατικές ενέργειες. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει όλες οι κεφαλές αυτής της κατηγορίας να εξαλειφθούν πριν τις όποιες μειώσεις στρατηγικών δυνάμεων, αλλά ότι όλες οι κεφαλές μικρής εμβέλειας θα πρέπει να εξαλειφθούν από τη στιγμή που το ενδιάμεσο όριο των 1000 στρατηγικών κεφαλών έχει επιτευχθεί. Εκείνες που δεν θα καταργηθούν από αυτή τη διαδικασία θα πρέπει να υπολογιστούν ως στρατηγικές.

Στο πλαίσιο μιας κοινής επιχείρησης μείωσης του πυρηνικού κινδύνου μεταξύ πολλών χωρών, οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα μπορούσαν να καθορίσουν ανώτατο όριο τις 500 επιχειρησιακά στρατηγικές λειτουργικές κεφαλές, ενώ άλλες 500 να αποτελούν μια εφεδρεία. Με τη συμμετοχή των άλλων πυρηνικών δυνάμεων σε μια βήμα προς βήμα μείωση των πυρηνικών, μια συμφωνία θα μπορούσε να επιτευχτεί μέχρι το 2021, έτος λήξης της Νέας START. Η προσέγγιση που περιγράφεται εδώ προϋποθέτει ότι οι ρωσικές πυρηνικές δυνάμεις θα μειωθούν σε αριθμό συγκρίσιμο με εκείνο που προτείνεται για τις αντίστοιχες αμερικανικές. Η συγκυρία της ανάληψης της Ρωσικής εξουσίας από μια εχθρική κυβέρνηση μπορεί να καλυφθεί με τη διατήρηση μιας απαντητικής, αλλά όχι λειτουργικά ανεπτυγμένης δύναμης. Αυτή δεν χρειάζεται να είναι διαθέσιμη μέσα σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες, αλλά μήνες ή και χρόνια. Έμφαση στον προσαρμοστικό σχεδιασμό – δημιουργώντας γρήγορους πολεμικούς σχεδιασμούς-κρίσιμες καταστάσεις – είναι επίσης απαραίτητη για να αντιμετωπιστούν απρόβλεπτα ενδεχόμενα. Αυτό θα απαιτήσεις συνεχή αναβάθμιση των διοίκησης και ελέγχου των ΗΠΑ. 

Βάσει αυτών των υποθέσεων και λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή σχέση ΗΠΑ-Ρωσίας, μια αμερικανική στρατηγική δύναμη της τάξης των 500 επιχειρησιακά λειτουργικών κεφαλών θα είναι κάτι περισσότερο από επαρκής για την αποτροπή οποιασδήποτε πυρηνικής επίθεσης εναντίον των ΗΠΑ και των συμμάχων τους από οποιονδήποτε υπάρχον η μελλοντικό αντίπαλο και θα παράσχει αρκετή ευελιξία δεδομένων των αλλαγών στο διεθνές περιβάλλον ασφάλειας. Όπως περιγράφεται στην έκθεση του 2007, ο αριθμός αυτός είναι αρκετά μεγάλος για να διαχειριστεί από τις μείζονες διοικητικές εγκαταστάσεις και τους στρατιωτικούς στόχους, αριθμώντας τις 200-300 κεφαλές. Το μέγεθος της λειτουργικά ανεπτυγμένης δύναμης των στρατηγικών πυρηνικών κεφαλών ορίστηκε στις 500 για λόγους επιχειρησιακού συντηρητισμού. Το πλεόνασμα επιτρέπει δυναμική ετοιμότητα σε κινδύνους, πολλαπλή στόχευση όπου αυτή χρειάζεται, και δυνατότητα αντιμετώπισης απροσδόκητων συμβάντων από τη Ρωσία, παραδείγματος χάριν μιας κατάρρευσης της δομής διοίκησης και ελέγχου λόγω τεχνικής βλάβης η ανάληψης του ελέγχου από αποστάτες.          

Τα αντίποινα θα πρέπει να διαχωριστούν σε δύο μέρη, το πρώτο σε θέση να ανταποκριθεί σε μια ραγδαία κρίση-μια έτοιμη δύναμη ανταπόκρισης- και μια δεύτερη δύναμη έτοιμη να ανταποκριθεί σε στρατηγικά προειδοποιητικά σήματα σε μεγαλύτερη χρονική κλίμακα-μια στρατηγική απαντητική δύναμη. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για τη διατήρηση μιας υποδομής υποστήριξης, καθώς και την ανάγκη να ενισχύσει την υπάρχουσα δύναμη με την κατάλληλη σκληρότητα. Λίγα χρόνια μετά την  καθιέρωση της, η συνολική δύναμη ανταπόκρισης πρέπει να διαθέτει 400-500 κεφαλές, αριθμό ανάλογο με εκείνο που έχει λειτουργικά αναπτυχθεί.

Ο αριθμός αυτός είναι της τάξης του τι θα είναι επαρκές για να στοχεύσει σε περίπου 200 πρόσθετες ρωσικές εγκαταστάσεις. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει στοιχεία που επηρεάζουν τη βιομηχανική ανάκαμψη, όπως μεγάλους κόμβους στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας του αέρα και του εδάφους, και σιδηροδρομικά συστήματα μεταφοράς, καθώς και μεγάλες βιομηχανικές μονάδες. Αυτοί οι στόχοι και οι δυνάμεις για να τους επιτεθούν πρέπει να θεωρηθούν ως προσωρινά μόνο απομεινάρια της ψυχροπολεμικής πολιτικής της εξασφαλισμένης καταστροφής.

Πιθανοί στόχοι στην Κίνα είναι πιθανό να συμπληρώσουν την ίδια κοινή λίστα όπως για τη Ρωσία, που αναφέρθηκαν παραπάνω, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών δυνάμεων χτυπημάτων του Πεκίνου, κέντρα εντολών και ελέγχου, μεγάλες στρατιωτικές βάσεις, και λιμάνια στην περιοχή της Ταϊβάν. Οι μεγάλου βεληνεκούς πυρηνικές δυνάμεις της Κίνας, για όσο διάστημα παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα, δεν θα πρέπει να δημιουργήσουν απαιτήσεις από τις ΗΠΑ για δυνάμεις επιπλέον από αυτές που προτείνονται ανωτέρω για υποθετικά σενάρια έκτακτης ανάγκης που αφορούν τη Ρωσία. Η ίδια πυρηνική κεφαλή μπορεί να αποσκοπεί σε πολλαπλούς στόχους.

Εάν υπήρχαν δραστικές αλλαγές στην εικόνα των στρατηγικών, όπως μια μεγάλη άνοδος των κινεζικών στρατηγικών δυνάμεων, οι ΗΠΑ πιθανότατα θα ξεκινήσουν μια σημαντική αναβάθμιση των δικών τους. Αυτό θα πάρει χρόνο, αλλά τόσο θα χρειαζόταν για μια σημαντική στρατιωτική αναβάθμιση της Κίνας. Η προσωρινή ρύθμιση της ισχύος των «500 + 500» που προτείνεται παραπάνω παρέχει μια έτοιμη βάση για μια τέτοια δράση από τις ΗΠΑ. Η ικανότητα εκτόξευσης πυρηνικών κεφαλών της αμερικανικής υποβρύχιας δύναμης Trident-λάνσαρε βαλλιστικούς πυραύλους που μπορούν να διπλασιαστούν πάνω από το επίπεδο, το οποίο έχει θέσει η αρχική πρόταση. Επιπλέον, όπως περιγράφεται παραπάνω, οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν τη λειτουργία της πυρηνικής τους υποδομής.

Όσον αφορά πιθανούς στόχους στο Ιράν ή τη Βόρεια Κορέα, ο κατάλογος θα ήταν πολύ μικρότερος, διότι τα εδάφη είναι μικρότερα και ο αριθμός των σχετικών με την άμυνα εγκαταστάσεων ακόμη μικρότερος από ότι στη Ρωσία και την Κίνα. Αυτή η λίστα πολύ πιθανόν θα περιορίζονταν σε μονοψήφιους αριθμούς σε κάθε χώρα. Και πάλι, πρέπει να τονιστεί ότι η ανάλυση αυτή αποσκοπεί μόνο στον προσδιορισμό «πόσο είναι αρκετό» στο πλαίσιο παραδοσιακών διαδικασιών σχεδιασμού της αποτροπής.

Δόμηση των Δυνάμεων

Το παρακάτω αποτελεί μια δομή δύναμης η οποία αντιστοιχεί στην προσέγγιση που προτάθηκε στο άρθρο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη το στόχο και τις άλλες απαιτήσεις που σημειώθηκαν παραπάνω. Θα ήταν βιώσιμο και δεν θα παρουσίαζε κίνητρα για ένα πρώτο χτύπημα. Η λειτουργική ανάπτυξη δυνάμεων θα αποτελείται από:

  • Τρία υποβρύχια τεχνολογίας Trident σε θαλάσσιο σταθμό, το καθένα εξοπλισμένο με 24 πυραύλους και 96 κεφαλές (ένα μείγμα χαμηλής και υψηλής απόδοσης). Μειώνοντας τα D-5 βλήματα με πλήρες συμπλήρωμα 8 κεφαλών σε τέσσερα ανά βλήμα θα αυξήσει σημαντικά τις μέγιστες περιοχές λειτουργίας τους. Εναλλακτικά, ο ίδιος αριθμός πυραύλων και πυρηνικών κεφαλών θα μπορούσε να σε περισσότερα υποβρύχια τεχνολογίας Trident προς το συμφέρον μιας μεγαλύτερης λειτουργικής ευελιξίας και ικανότητας επιβίωσης, αν και με υψηλότερα λειτουργικά έξοδα.

  • 100 Minuteman III διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους σε σιλό στερεοποιημένης κατάστασης, ο καθένας με μια μοναδική κεφαλή, και

  • 20 έως 25 B-2 και B-52H βομβαρδιστικά σχεδιασμένα για βόμβες βαρύτητας ή πυραύλων Cruise αέρος.

Η δύναμη απόκρισης θα αποτελείται από:

  • Τρία υποβρύχια τεχνολογίας Trident, το καθένα εξοπλισμένο με 96 κεφαλές, υπό διαμετακόμιση ή να αναπληρώνουν στο λιμάνι για την επόμενη αποστολή τους, ως μέρος μιας έτοιμης δύναμης απόκρισης σε μια ταχεία εξελισσόμενη κρίση, συν 2-3 άοπλα σκάφη για σε επιθεώρηση, και

  • 50 έως 100 Minuteman III διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους σε ετοιμότητα και χωρίς κεφαλές, και 20 έως 25 βομβαρδιστικά, άοπλα, σε συντήρηση και εκπαίδευση, τα οποία θα αποτελούν μια στρατηγική δύναμη απόκρισης, για μια πιο βραδεία εξελισσόμενη αντιπαράθεση.

Εν ολίγοις, βασισμένη στη στόχευση, τη δύναμη απόκρισης, και τις άλλες απαιτήσεις για την πυρηνική αποτροπή, η προτεινόμενη δομή της αμερικανικής θα συμπεριλαμβάνει 500 επιχειρησιακά λειτουργικές κεφαλές, συν 288 κεφαλές σε μια δύναμη ταχείας απόκρισης, και τα συστήματα διανομής σε μια στρατηγική δύναμη απόκρισης ικανή να αναπτύξει έως και 212 επιπλέον κεφαλές. Οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα πρέπει να εργασθούν για τη επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας πριν από την εκπνοή της Νέας START.

Η επίτευξη του οράματος ενός κόσμου χωρίς πυρηνικά όπλα σαφώς θα απαιτήσει θεμελιώδεις αλλαγές στις τρέχουσες πολιτικές συνθήκες. Τα βήματα που περιγράφονται πιο πάνω θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αλλαγή των περιστάσεων, καθώς και στην αλλαγή των σχέσεων πολιτικής και ασφάλειας. Η πρωτοβουλία αυτή μπορεί να βοηθήσει στο άνοιγμα του δρόμου για την υλοποίηση ενός οράματος που έχουν ενστερνιστεί πολλοί Αμερικανοί πρόεδροι και άλλοι ηγέτες του κόσμου από το 1945.

Η δομή της δύναμης που περιγράφεται παραπάνω είναι συντηρητική όσον αφορά την κάλυψη των στόχων, λόγω του γεγονότος ότι η πόρτα της ψυχροπολεμικής ορθόδοξης σκέψης της εξασφαλισμένης καταστροφής κλείνει πολύ αργά από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Μετά από ένα μεταβατικό στάδιο,  μικρότερο από μία δεκαετία βεβαίως, μια περαιτέρω μείωση στο ήμισυ των συνολικών κεφαλών πρέπει να ακολουθήσει, με όλες τις υπόλοιπες κεφαλές να έχουν ενταχθεί σε μια ευέλικτη δύναμη απόκρισης.

Αυτές οι 500 κεφαλές χρησιμοποιηθούν για σκοπούς αποτροπής όλων των δυνητικών στόχων σε άλλες χώρες, λαμβάνοντας, ως προϋπόθεση για μια τέτοια εξέλιξη, τον πυρηνικό περιορισμό όπου αλλού στον κόσμο. Αυτό υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη μιας κοινής πυρηνικής επιχείρησης.

Ο προσχεδιασμός  και ο προσαρμοστικός σχεδιασμός μπορούν να επιτρέψουν τη χρήση των λειτουργικών κεφαλών για διάφορους κινδύνους. Οι επιλογές μια μαζικής προσχεδιασμένης επίθεσης είναι απομεινάρια του παρελθόντος και ως τέτοια θα πρέπει να αναγνωρίζονται.

Για να ασφαλιστούν έναντι της πιθανότητας αντιστροφής της διαπραγματευμένης μείωσης των πυρηνικών και να παράσχουν αίσθημα εμπιστοσύνης στον υπόλοιπο κόσμο, οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα πρέπει να διαπραγματευθούν διαδικασίες επαλήθευσης της καταστροφής των κεφαλών και των συστημάτων εκτόξευσης. Στη συνέχεια άλλες χώρες θα μπορούσαν να υιοθετήσουν τις ίδιες διαδικασίες.

Ο δισταγμός για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα δεν είναι φαινόμενο αποκλειστικά των ΗΠΑ. Είναι κοινός σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας. Ξεπερνώντας ότι η αντίσταση θα απαιτήσει την εγγύηση ότι και άλλα κράτη θα συνοδεύσουν τις ΗΠΑ και Ρωσία στο δρόμο προς το μηδέν.

Η αποστολή αυτή δεν είναι εύκολη, όμως αυτό που στέκεται στο δρόμο δεν είναι τα φυσικά ή τεχνητά εμπόδια, αλλά το γεγονός ότι «όλα έχουν αλλάξει εκτός από το δικό μας τρόπο σκέψης».


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Παναγιώτης Ι. Ψύλλος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου