Όταν ζητήθηκε από Αμερικανούς αξιωματούχους να σχολιάσουν τις διαφωνίες για τα επίδικα νησιά στον δυτικό Ειρηνικό, άπαντες διαβεβαίωναν ότι η κυβέρνηση Ομπάμα δεν έχει καμία θέση σε θέματα κυριαρχίας, αλλά αντιτίθεται σε οποιαδήποτε χρήση βίας για την επίλυση του ζητήματος. «Είτε σχετικά με τις διαφορές στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας είτε στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας», δήλωσε τον περασμένο Οκτώβριο στο Τόκιο ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Γουίλιαμ Μπερνς, «οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν παίρνουν θέση επί του ζητήματος της τελικής κυριαρχίας». Πιστός στους τύπους, συνέχισε, «Η μόνη θέση που παίρνουμε είναι σχετικά με την σημασία της αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων μέσω του διαλόγου και της διπλωματίας και την αποφυγή εκφοβισμού και καταναγκασμού». Σε αυτήν και σε άλλες τέτοιες δηλώσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες προβάλλουν μια αύρα ουδετερότητας - ακόμη και δηλώνοντας, ενίοτε, ότι η χώρα θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως καλόπιστος μεσολαβητής μεταξύ των διαφωνούντων. Αλλά η στάση της Ουάσιγκτον είναι λιγότερο ουδέτερη από ό, τι φαίνεται και περισσότερο προσανατολισμένη προς τις βίαιες συγκρούσεις παρά στην αποφυγή τους.

Στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας, η Κίνα και η Ιαπωνία αντιπαρατίθενται για ένα σύμπλεγμα μικρών ακατοίκητων νησιών που ονομάζονται «Ντιαόου» από τους Κινέζους και «Σενκάκου» από τους Ιάπωνες. Η Ιαπωνία διοικεί αυτά τα νησιά από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά τα διεκδικούν και η Κίνα, και η Ταϊβάν, και βεβαίως η Ιαπωνία. Στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, εν τω μεταξύ, ξέσπασαν εντάσεις για περισσότερες συστάδες νησιών, κυρίως για τα νησιά «Σπράτλι» και τα νησιά «Παρασέλ» (που ονομάζονται, αντίστοιχα, Nansha και Xisha από την Κίνα). Η Κίνα, η Ταϊβάν και το Βιετνάμ διεκδικούν όλα αυτά τα νησιά, και το Μπρουνέι, η Μαλαισία και οι Φιλιππίνες διεκδικούν κάποια απ’ αυτά.