Η Μογγολία είναι το τελευταίο σύνορο της εξορυκτικής βιομηχανίας. Η χώρα αποτελεί ένα από τα ελάχιστα μέρη με μεγάλα παρθένα κοιτάσματα ορυκτών που έχουν απομείνει στον κόσμο. Η καλύτερη - και ίσως η μοναδική της - ελπίδα για ευρεία οικονομική ανάπτυξη έγκειται στην πρόσληψη ξένων εργατών ορυχείων ώστε να βοηθήσουν στην ανάπτυξη των πόρων αυτών. Το πρόβλημα είναι ότι ήταν τόσο δύσκολο για την ηγεσία της Μογγολίας να συνεργαστεί με τις ξένες εταιρείες εξόρυξης, που η όλη στρατηγική ανάπτυξης της χώρας τέθηκε σε κίνδυνο.
Ένας εργαζόμενος κοιτάζει προς τις εγκαταστάσεις του Oyu Tolgoi. (David Stanway /Reuters)
Το ορυχείο Oyu Tolgoi, η μεγαλύτερη επένδυση στην ιστορία της Μογγολίας, έχει αποτελέσει πείραμα για όλες τις ξένες επενδύσεις στην χώρα. Πρόκειται για μικτά κοιτάσματα χαλκού και χρυσού που αναπτύσσονται από την Rio Tinto, την δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία εξόρυξης στον κόσμο. Η παραγωγή δεν θα ξεκινήσει παρά μετά από λίγους μήνες, αλλά ακόμη και στα προπαρασκευαστικά στάδια, οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στο Oyu Tolgoi το παγκόσμιο ρεκόρ ανάπτυξης που κατέγραψε η Μογγολία το 2011 με αύξηση του ΑΕΠ κατά 17.3%, καθώς κατέφθαναν προμηθευτές και εργολάβοι διαχέοντας οφέλη σε όλη την ευρύτερη οικονομία. Όταν καταστεί πλήρως επιχειρησιακό, το ορυχείο θα καθορίζει το 1/3 του ΑΕΠ της Μογγολίας. Μετά από περισσότερο από μια δεκαετία έρευνας και προετοιμασίας ωστόσο, η πρωτεύουσα Ουλάν Μπατόρ θέλει να επαναδιαπραγματευθεί το μερίδιό της από τα κέρδη, και η Rio Tinto απειλεί να κλείσει το ορυχείο.