Σε μια συνάντηση στο Μαρόκο τον περασμένο Νοέμβριο, οι υπουργοί Εξωτερικών 19 κρατών, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας, της Λιβύης και του Μάλι, συμφώνησαν για την δημιουργία ενός κοινού φορέα εκπαίδευσης συνοριακής ασφαλείας, πιθανότατα στην πρωτεύουσα του Μαρόκου. Γνωστή ως η Διακήρυξη της Ραμπάτ, η συμφωνία ήταν το αποκορύφωμα μιας εκτεταμένης προσπάθειας του Μαρόκου να εμπλακεί σε επιχειρήσεις ασφάλειας και αντιμετώπισης της τρομοκρατίας στην Βόρεια Αφρική. Η νέα εξωτερική πολιτική του ξεδιπλώθηκε με τις ταραχές κατά την διάρκεια των τελευταίων δύο ετών στο Μάλι, κάτι που ήταν, μέχρι πρόσφατα, ο τομέας τού πολύ μεγαλύτερου γείτονα του Μαρόκου, δηλαδή της Αλγερίας.
Γάλλος στρατιώτης περιπολεί με θωρακισμένο όχημα στην κοιλάδα Tigharghar στο βόρειο Μάλι, τον Μάρτιο του 2013. (Francois Rihouay / Reuters)
Στα πρόθυρα της κρίσης τού Μάλι – η οποία ήταν μια φυλετική εξέγερση που ακολουθήθηκε από ένα στρατιωτικό πραξικόπημα και μια μαχητική εξέγερση που προκάλεσε την γαλλική παρέμβαση – οι πολιτικοί και οι αυθεντίες επικεντρώθηκαν στην ευκαιρία τής Αλγερίας να παίξει έναν ρόλο στην διευθέτηση της σύγκρουσης αφού διαθέτει σημαντική στρατιωτική δύναμη και ισχυρές υπηρεσίες πληροφοριών. Αλλά απογοητεύτηκαν. Αν και τα καταφύγια των τρομοκρατών κατά μήκος των συνόρων Μάλι-Αλγερίας αποτελούν κληρονομιά του αλγερινού εμφυλίου πολέμου στην δεκαετία τού 1990, όταν οι οπλισμένοι Ισλαμιστές ωθήθηκαν από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές τής χώρας προς τα νότια, στα όρια της ερήμου και στο βόρειο Μάλι, η Αλγερία παρέμεινε έξω από τα προβλήματα του Μαλί , δίνοντας την προσοχή της στην εσωτερική της πολιτική και τα συμφέροντά της. Η Αλγερία επικεντρώθηκε στην εξασφάλιση των συνόρων της από την εξάπλωση του μαχητικού ισλαμισμού και στην συνεχή εσωτερική πάλη για την εξουσία μεταξύ του ισχυρού Τμήματος Πληροφοριών και Ασφάλειας, που από μακρού χρόνου φτιάχνει ηγέτες, και της άρχουσας ελίτ τού κόμματος FLN, με επικεφαλής τον υπερεβδομηκοντούτη πρόεδρο, Αμπντελαζίζ Μπουτεφλίκα.