Την Παρασκευή 22 Μαρτίου, την τελευταία ημέρα της επίσκεψης του Προέδρου Ομπάμα στο Ισραήλ, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου, εξέφρασε τη λύπη του δημοσίως προς τον Τούρκο πρωθυπουργό, Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, για το θάνατο των εννέα Τούρκων που επέβαιναν στο πλοιάριο Mavi Marmara το οποίο επιχείρησε να σπάσει το embargo της Γάζας το 2010. Το επεισόδιο αυτό είχε επιφέρει την ψύχρανση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας και υπήρξε η απαρχή της προσέγγισης του Ισραήλ με την Ελλάδα και την Κύπρο. Το επεισόδιο είχαν ακολουθήσει οι πολύ σκληρές και αντικειμενικά άτυχες δηλώσεις του Ερντογάν για τον σιωνισμό τον οποίο παραλλήλισε με το ολοκαύτωμα μέχρι σημείου που αναγκάσθηκε ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζον Κέρι, να τις αποδοκιμάσει δημοσίως κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Άγκυρα.
Η γιγαντοαφίσα γράφει: «Το Ισραήλ απολογήθηκε στην Τουρκία. Αγαπημένε μας πρωθυπουργέ. Είμαστε ευγνώμονες που έκανες την πατρίδα μας να νιώσει αυτή την υπερηφάνεια». Umit Bektas/Reuters
Είναι βέβαιο ότι ο πρόεδρος Ομπάμα πίεσε τον Νετανιάχου να υποχωρήσει στη διαμάχη αυτή εν όψει των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και κυρίως στην Συρία, όπου η Τουρκία έχει κομβική θέση και ρόλο. Το καθεστώς Άσαντ είναι παραδοσιακά εχθρικό προς το Ισραήλ έχοντας απολέσει σε προηγούμενο πόλεμο τα υψίπεδα Golan και έχοντας συμμαχήσει με τους πιο σκληρούς εχθρούς του Ισραήλ, το Ιράν και τους συμμάχους του καθώς και την Χεσμπολάχ του Λιβάνου. Τόσο ο Ομπάμα όσο και ο Νετανιάχου πιστεύουν ότι η Τουρκία την «επόμενη ημέρα» της αλλαγής του καθεστώτος στη Συρία θα μπορέσει να ελέγξει το νέο καθεστώς. Ενδεχομένως να έχουν δίκιο στην εκτίμηση αυτή, αν και αυτό είναι αμφίβολο εν όψει του γεγονότος ότι δυνάμεις προσκείμενες στην αλ Κάιντα είναι πολύ πιθανόν ότι θα επικρατήσουν.