Η Λατινική Αμερική αναδύεται ως μια από τις πιο ραγδαία αναπτυσσόμενες αγορές ενέργειας του κόσμου. Παρά τις απαράμιλλες δυνατότητες και την πρόοδο που αυτή η περιοχή προσφέρει, η Λατινική Αμερική αντιμετωπίζει διάφορες περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις που υπογραμμίζουν την ανάγκη για αναμόρφωση των επιχειρήσεων και για μεταρρυθμίσεις προκειμένου να συνεχίσει ο κλάδος της ενέργειας να αναπτύσσεται, σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιεύτηκε από την Deloitte Touche Tohmatsu Limited (DTTL), «Προσεγγίζοντας τα standards της αγοράς: Αποφεύγοντας τις παγίδες άμμου στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο των χωρών της Λατινικής Αμερικής».
«Η Λατινική Αμερική έχει τις δυνατότητες, τους πόρους και τη βιομηχανία να κάνει το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο βασικές οικονομικές πρώτες ύλες. Αλλά για να γίνει αυτό, όλοι οι φορείς της περιοχής πρέπει να αγκαλιάσουν πραγματικά τη βιομηχανία και τα ξένα συμφέροντα θα πρέπει να συμμετέχουν για να επενδύσουν σε αυτή την εκρηκτική παγκόσμια δύναμη, αυτή θα είναι μια βασική πρόκληση για τη Λατινική Αμερική τα επόμενα χρόνια», δήλωσε ο Ricardo Ruiz, Latin America Energy & Resources Leader, Deloitte Argentina.
Η έκθεση οριοθετεί έξι συγκεκριμένες περιοχές – που ονομάζει «παγίδες άμμου» – όπου οι εταιρίες πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και οι επιμέρους χώρες στη Λατινική Αμερική, θα πρέπει να επικεντρωθούν, προκειμένου να διατηρηθεί η δυναμική και να ενισχυθεί η επεκτεινόμενη παρουσία τους στην παγκόσμια σκηνή:
Τροφοδοτώντας το δράκο των ξένων επενδύσεων: Παρά τους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ των χωρών και την εισροή των ξένων εταιριών στη Λατινική Αμερική, η Κίνα παραμένει η βασική κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης στον κλάδο του πετρελαίου και του φυσικού αερίου –κυρίως λόγω των αυξημένων απαιτήσεων βασικών προϊόντων και της εξασφάλισης σημαντικών ποσοτήτων πετρελαίου από μεγάλους παραγωγούς της περιοχής: Βραζιλία, Μεξικό και Βενεζουέλα. Ενώ οι ξένες επενδύσεις έχουν ξεκινήσει να αποδίδουν βραχυπρόθεσμα οφέλη και εμπορικές σχέσεις, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να ενσωματώνουν τις πολιτικές άμεσων ξένων επενδύσεων σε μια μακροπρόθεσμη, ολοκληρωμένη στρατηγική ανάπτυξης, προωθώντας μικρότερη εξάρτηση από πρώτες ύλες και φυσικούς πόρους και, αντ’ αυτού, καθιστώντας ικανές τις εγχώριες επιχειρήσεις να αναπτύξουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά τους και να γίνουν αυτάρκεις εξαγωγείς.
Απλοποίηση ενεργειακής πολιτικής στη Λατινική Αμερική: Τα αποκλίνοντα κανονιστικά, φορολογικά, και χρηματοοικονομικά καθεστώτα αναγνωρίζονται ως οι βασικοί αποτρεπτικοί παράγοντες για πολλούς ξένους επενδυτές. Εκτός από τις πολιτικές συγκρούσεις και την εσωτερική αντίθεση, οι προδιαγραφές των καυσίμων, τα όρια βιομηχανικών εκπομπών και τα καλύμματα για την παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα θέτουν επίσης, προκλήσεις για τους δυνητικούς επενδυτές, περιορίζοντας την ξένη συμμετοχή στον κλάδο στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών.
Προσοχή στο χάσμα της παραγωγικότητας: Οι επιχειρήσεις της Λατινικής Αμερικής δεν είναι ακόμα ανταγωνιστικές σε σχέση με τις ομόλογές τους και αυτό οφείλεται στις ανεπαρκείς ή και απαρχαιωμένες ιδέες για τους μισθούς και την αποδοτικότητα. Τα κενά αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία της διαφάνειας – ελεύθερα προσβάσιμα έσοδα και πληροφορίες για συμβάσεις και εταιρική κοινωνική ευθύνη, διασφαλίζοντας ότι γίνονται με απόλυτη ειλικρίνεια αναφορές των πρακτικών που ακολουθούν οι επιχειρήσεις.
Επίλυση των εμποδίων υποδομής: Οι φυσικοί και κοινωνικοί περιορισμοί στην υποδομή θεωρούνται βασικοί περιορισμοί όσον αφορά στις δυνατότητες ανάπτυξης της Λατινικής Αμερικής. Χωρίς ασφαλή και προβλέψιμα δίκτυα για τη μεταφορά, χρηματοοικονομικά στοιχεία, καθώς και προμήθεια των υλικών, οι επιχειρήσεις αυτές αντιμετωπίζουν μεγάλη αβεβαιότητα στον τομέα εφοδιαστικής και του επιχειρηματικού κινδύνου.
Ανακουφίζοντας την κρίση στελεχών: Η έλλειψη έμπειρων στελεχών (talent) και εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού είναι πιο έντονη στις εθνικές εταιρίες πετρελαίου (NOCs) σε σχέση με τις ιδιωτικές εταιρίες, αφού οι πρώτες είναι πιο αργές στην ανάπτυξη διαφοροποιημένης τεχνικής εξειδίκευσης και απασχολούν λιγότερο τεχνικό προσωπικό. Ως εκ τούτου, η εργασία έχει κλιμακωθεί ως πρωταρχικό μέλημα για το 45% των εργοδοτών της περιοχής το 2012, σε σύγκριση με το 28% το 2011. Με τις προσδοκίες της αυξημένης συνταξιοδότησης των επαγγελματιών της Λατινικής Αμερικής, η αξιοποίηση του ανθρωπίνου κεφαλαίου και οι τοπικές στοχευμένες προσλήψεις είναι θεμελιώδους σημασίας για την καλύτερη διαχείριση στελεχών και την ενίσχυση του πατριωτισμού στους νέους επαγγελματίες.\
Διαχείριση της πραγματικότητας των NOCs: Με περίπου 230 δις βαρέλια (bbl) γνωστών αποθεμάτων πετρελαίου στη Λατινική Αμερική, η προτίμηση των εθνικών πόρων βρίσκεται σε άνοδο, καθώς οι κυβερνήσεις θεωρούν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία μείζουσας σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια και τους κοινωνικο-οικονομικούς στόχους.
Η έκθεση επισημαίνει ότι παρά τα εκκρεμή αυτά ζητήματα, το 2010 η Λατινική Αμερική βίωσε την ταχύτερη ανάπτυξη του κόσμου, τόσο στις εξωτερικές όσο και στις εσωτερικές άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ), με εισροές μέχρι και κατά 40% πιο υψηλές από το προηγούμενο έτος και τετραπλάσιες εκροές για να φτάσει επίπεδα ρεκόρ του ύψους των 43 δις δολαρίων.
Σύμφωνα με τον Dick Cooper, Americas Oil & Gas Leader, Deloitte Canada, «Το μέλλον αυτής της παγκόσμιας δύναμης είναι φωτεινό, με τους οικονομολόγους να προβλέπουν ότι οι ιδιωτικές εισροές στη Λατινική Αμερική θα φτάνουν κατά μέσο όρο το 4% του ΑΕΠ για τα επόμενα τρία χρόνια. Πράγματι, η Λατινική Αμερική είναι έτοιμη για μεγάλες αποδόσεις, αλλά για να αξιοποιήσει την αυξανόμενη επιρροή της στην αγορά, η περιοχή θα πρέπει να μείνει μακριά από τις παγίδες της άμμου και να κρατήσει τους διαύλους».
Ο Άκης Γεωργόπουλος, Υπεύθυνος για θέματα Ενέργειας της Deloitte Χατζηπαύλου Σοφιανός & Καμπάνης Α.Ε., δήλωσε: «Από ό,τι φαίνεται η Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια αναδεικνύεται ως ένας νέος δυνατός «παίκτης» στον τομέα της ενέργειας. Όμως, για να συνεχίσει ή και να ενισχύσει το ρόλο της στην παγκόσμια αγορά Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου, θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη έμφαση α) στην εξασφάλιση ενός περιβάλλοντος υγιούς και ασφαλούς για τους ξένους επενδυτές, β) την ανάπτυξη υποδομών και γ) την μεταφορά σε βάθος χρόνου της τεχνογνωσίας από τους ξένους επενδυτές στο τοπικό ανθρώπινο δυναμικό, για περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου στην περιοχή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου