Για ακόμα μια φορά, οι Αιγύπτιοι διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στις απογοητευτικές πολιτικές αλλαγές. Αυτή η τελευταία αναταραχή, η οποία ξεκίνησε κατά τη δεύτερη επέτειο της εξέγερσης της 25ης Ιανουαρίου, είναι χειρότερη και έχει διαρκέσει περισσότερο από τις προηγούμενες συγκρούσεις. Την περασμένη εβδομάδα, η μάχη ήταν πιο έντονη στο Σουέζ, την Ισμαηλία και το Πορτ Σάιντ, όπου η αστυνομία έκανε χρήση δακρυγόνων, σκαγιών και πραγματικών πυρών στα πλήθη, αφήνοντας πάνω από 60 νεκρούς Αιγύπτιους και άλλους 1.000 τραυματίες. Υπάρχει επίσης ένα βίντεο, που κυκλοφορεί, από τον άγριο ξυλοδαρμό ενός άνδρα από αστυνομικό και τον οποίο είχαν αφήσει με τα εσώρουχα. Όμως, η συνεχής χρήση της βίας από την πολιτεία έχει συμβάλλει ελάχιστα στο να σταματήσει η κοινωνική ανυπακοή.
Αστυνομικός των αιγυπτιακών «ΜΑΤ» χειρονομεί καθώς οι διαδηλωτές του πετάνε πέτρες στην διάρκεια μιας διαδήλωσης. (Amr Dalsh / Reuters)
Για αυτή την τελευταία εξέγερση, η κυβέρνηση κατηγόρησε ταραχοποιούς από το εξωτερικό και παραστρατιωτικές ομάδες ατίθασων νεαρών, όπως η νεοσυσταθείσα ημι-αναρχική ομάδα «Το Μαύρο Μπλοκ». Στις 27 Ιανουαρίου, ο πρόεδρος της Αιγύπτου, Μοχάμεντ Μόρσι, απευθύνθηκε καθυστερημένα στο έθνος, ζητώντας ηρεμία, ενώ επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας και κήρυξε στρατιωτικό νόμο στις πόλεις κατά μήκος της διώρυγας. Ο Μόρσι έκλεισε την ομιλία του με μια απειλή: «Αν δω ότι η πατρίδα και τα παιδιά της βρίσκονται σε κίνδυνο, θα αναγκαστώ να κάνω περισσότερα». Αλλά η περαιτέρω πάταξη των πολιτών δεν θα περιορίσει την βία στην Αίγυπτο. Στην πραγματικότητα, απλώς θα ενισχύσει τους ισχυρισμούς των διαδηλωτών ότι το κράτος συνεχίζει να καταπιέζει τους πολίτες και ότι η μετάβαση ήταν μια απάτη.
Το Υπουργείο Εσωτερικών της Αιγύπτου παραμένει το πιο φαρμακερά απεχθές ίδρυμα της χώρας. Το 2009, απασχολούσε συνολικά 1,7 εκατομμύρια ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων περίπου 850.000 αστυνομικών και 400.000 υπαλλήλων στην διαβόητη Υπηρεσία Ερευνών Κρατικής Ασφαλείας (SSI). Υπό το καθεστώς του Μουμπάρακ, η αστυνομία και η SSI ήταν υπεύθυνες για αμέτρητες αδικαιολόγητες εγχώριες παρακολουθήσεις, για διαφθορά, για βασανιστήρια και αστυνομική βία. Το καθεστώς χρησιμοποιούσε επίσης, την αστυνομία και την SSI για να νοθεύσει τις εκλογές, να περιορίσει την ελευθερία της έκφρασης και να καταστείλει την αντιπολίτευση.
Σήμερα, ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει. Η SSI έχει απλά αντικατασταθεί από την Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφαλείας της Αιγύπτου, η οποία είναι εξίσου βίαιη με τον προκάτοχό της. Είναι η ίδια οργάνωση με ένα νέο όνομα. Μια εγχώρια μη κυβερνητική οργάνωση ισχυρίζεται ότι στις πρώτες 100 ημέρες του Μόρσι, 88 άνθρωποι βασανίστηκαν και 34 δολοφονήθηκαν εξωδίκως σε αστυνομικά τμήματα σε όλη τη χώρα, αλλά ούτε ένας από αυτούς που συνδέονται με τις πράξεις καταναγκασμού της νέας κυβέρνησης δεν έχει κριθεί ένοχος για κάποιο έγκλημα. Στην πραγματικότητα, μόνο δύο αστυνομικοί καταδικάστηκαν για σχέση με κάποια μορφή βίας από την εξέγερση του 2011. Θωρακισμένο από την πολιτική ελίτ της Αιγύπτου, το Υπουργείο Εσωτερικών έχει κάνει λίγες αλλαγές στο προσωπικό του. Βέβαια, υπήρξαν κάποιες αναγκαστικές αποχωρήσεις, αλλά οι περισσότεροι αξιωματούχοι και στρατηγοί από την εποχή του Μουμπάρακ έχουν τοποθετηθεί σε άλλες θέσεις της γραφειοκρατίας, όπου απολαμβάνουν υψηλούς μισθούς και εγγυήσεις ασυλίας για εγκλήματα του παρελθόντος. Οι άνδρες που έχουν αναλάβει τις κενές θέσεις είναι βουλευτές του παλιού καθεστώτος. Έτσι, η ιεραρχία, η κουλτούρα και η φιλοσοφία διατηρούνται.
Η απροθυμία για την μεταρρύθμιση στο Υπουργείο Εσωτερικών θα περίμενε κανείς να προέρχεται από τον στρατό. Αλλά, δεδομένου ότι ο Μόρσι και η Μουσουλμανική Αδελφότητα ήταν τα θύματα της σιδηράς πυγμής του κράτους για τόσο καιρό, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι είναι εξίσου πρόθυμοι να κρατήσουν το παλιό σύστημα σε ισχύ. Η επιθυμία τους να παραμείνουν στην εξουσία, όπως φαίνεται τους οδήγησε σε περίεργες συναναστροφές. Επιπλέον, η μετάβαση από τη στρατιωτική στην πολιτική διακυβέρνηση δομήθηκε έτσι ώστε ο νικητής των προεδρικών εκλογών να αναγκαστεί να συμβιβαστεί με το παλαιό καθεστώς. Ως εκ τούτου, ο πρόεδρος, μαζί με το μικρής διάρκειας κοινοβούλιο και το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων (SCAF), αγνόησαν ή μπλόκαραν προσπάθειες από ομάδες όπως η Εθνική Πρωτοβουλία για την Αναδόμηση της Αστυνομίας, που σκοπός της ήταν να «επαγγελματικοποιήσει» και να μεταρρυθμίσει τον τομέα της ασφάλειας. Και πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις εξακολουθούν να τοποθετούν την αστυνομία πάνω από το νόμο, κάτι που τους ενθαρρύνει να συνεχίζουν να υπερασπίζονται το καθεστώς, σε αντιδιαστολή με την εξυπηρέτηση του πολίτη.
Ο στρατός, ο οποίος επιτηρούσε την αποσπασματική μετάβαση που διήρκεσε 17 μήνες, παίζει επίσης έναν περίπλοκο ρόλο, εγκλωβισμένος ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον αυξανόμενο αριθμό των ανικανοποίητων πολιτών. Όταν πιέστηκε να αντιδράσει στις υπάρχουσες εντάσεις, ο υπουργός Άμυνας, Αμπντούλ Φατάχ ελ-Σίσι, έκανε μια δήλωση που φάνηκε να είναι με το μέρος της κυβέρνησης και ταυτόχρονα με τους διαδηλωτές. Ο ελ-Σίσι δεν υιοθέτησε την ηγεσία του Μόρσι, αλλά προέτρεψε τους διαδηλωτές να επιστρέψουν στα σπίτια τους για το καλό του κράτους. Επειδή ο στρατός προσποιείται ότι είναι αντικειμενικός, μερικοί, όπως ο Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι, πρότειναν ότι ο στρατός θα πρέπει να υποστηρίξει μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Είναι εξαιρετικά απίθανο, ωστόσο, να επέμβει ο στρατός. Η αναίρεση των αποτελεσμάτων που προέκυψαν από τις πιο ανταγωνιστικές εκλογές στην ιστορία της Αιγύπτου, και τα οποία (αποτελέσματα) διαμόρφωσε το 52% του πληθυσμού, θα μπορούσε να προκαλέσει εκτεταμένη οργή. Ομοίως, ο στρατός δεν είναι αρκετά ισχυρός για να κυβερνήσει. Μετά βίας βγήκε αλώβητος την πρώτη φορά που παρενέβη στην εθνική πολιτική. Επιπλέον, ο στρατός δεν θέλει να είναι στο προσκήνιο. Οι στρατηγοί είναι στην ευχάριστη θέση να ασκούν εξουσία από το παρασκήνιο, ενώ ο Μόρσι αντιμετωπίζει την πίεση δημοσίως. Επιπλέον, ο στρατός είναι ικανοποιημένος με τα άρθρα του νέου συντάγματος που διευρύνουν την επιρροή του.
Και, αν και αποδιοργανωτικές, οι πρόσφατες διαδηλώσεις δεν έχουν απειλήσει να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Μόρσι. Η Αίγυπτος δεν είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης, ούτε είναι πιθανή μια τέτοια έκβαση ακόμη και αν η βία εξακολουθήσει να υφίσταται. Ο αριθμός των διαδηλωτών είναι υψηλός, αλλά δεν είναι η κρίσιμη μάζα που συγκεντρώθηκε κατά τη διάρκεια των (επί 18 ημέρες) κινητοποιήσεων που κατέληξαν στην ανατροπή του Μουμπάρακ. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση πρέπει να προβεί σε σημαντικές αλλαγές για να κατευνάσει τις εντάσεις.
Η εξέγερση που ξεκίνησε πάνω από δύο χρόνια πριν, δεν έχει μεταρρυθμίσει ακόμη τον κρατικό μηχανισμό ή τις δυνάμεις ασφαλείας. Αλλά έχει αλλάξει αναμφίβολα τον πληθυσμό. Οι Αιγύπτιοι δεν θα ανεχθούν πλέον την παλιά συμπεριφορά και τις πρακτικές Μουμπάρακ. Σπανίως περνά ανεκμετάλλευτη μια ευκαιρία για εκδίκηση κατά της αστυνομίας για τα παλιά και τα τωρινά παραπτώματά της. Διαδηλώσεις για άσχετα θέματα γρήγορα κλιμακώνονται σε μάχες με το κράτος. Η αστυνομία, από την πλευρά της, είναι εμφανώς απογοητευμένη λόγω του ότι οι πολίτες δεν την φοβούνται. Αυτό προκαλεί τους αξιωματικούς να πατάξουν πιο βίαια τους διαδηλωτές, γεγονός που οδηγεί σε κλιμάκωση τους κύκλους βίας.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας πρέπει να διαλυθούν και να ανασυσταθούν με νέο προσωπικό. Πρέπει να υπάρχει πολιτική ηγεσία, καθώς και νομική κατάρτιση σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την απαγόρευση των βασανιστηρίων. Για όσο μια μη αναμορφωμένη αστυνομική δύναμη είναι υπεύθυνη για την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων, η αιματοχυσία θα συνεχίζεται. Εν τω μεταξύ, η έλλειψη αλλαγής και πολιτικής προόδου κάνει τους επαναστάτες να αισθάνονται ότι οι ειρηνικοί, δημοκρατικοί λεωφόροι της συμμετοχής και της μεταρρύθμισης είναι μπλοκαρισμένοι. Οι αιρετοί κρατικοί αξιωματούχοι παραμένουν μεροληπτικοί και αδύναμοι, η επίσημη αντιπολίτευση παραμένει κατακερματισμένη και ο κρατικός μηχανισμός συνεχίζει να λειτουργεί με μια ξεπερασμένη νοοτροπία. Και, έτσι, οι Αιγύπτιοι συνεχίζουν να βγαίνουν στους δρόμους.
ΤΟΥ Joshua Stacher
ΠΗΓΗ: http://www.foreignaffairs.gr/articles/69167/joshua-stacher/ta-opla-toy-morsi?page=show
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου