Η επέκταση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της Ελλάδας σε μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα, λαμβάνοντας υπόψη το παράδειγμα της Ιρλανδίας, είναι αναγκαία για να ανακάμψει η οικονομία της και να γίνει πιο θετική η δυναμική του δημόσιου χρέους της, αναφέρει σε έκθεσή του το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF). |
|
|
|
Η επέκταση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της Ελλάδας σε μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα, λαμβάνοντας υπόψη το παράδειγμα της Ιρλανδίας, είναι αναγκαία για να ανακάμψει η οικονομία της και να γίνει πιο θετική η δυναμική του δημόσιου χρέους της, αναφέρει σε έκθεσή του το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF).
Χρησιμοποιώντας το μεγαλύτερο δημοσιονομικό περιθώριο από την επιμήκυνση της απομένουσας αναγκαίας προσαρμογής σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, τονίζει η έκθεση, θα λειτουργήσει αποτελεσματικά για να αναχαιτίσει την καθοδική πορεία της οικονομικής δραστηριότητας και να οδηγήσει στην οικονομική ανάπτυξη.
Η χρήση αυτού του περιθωρίου, σε συνδυασμό με την αύξηση της απορρόφησης των πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ για να αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις, θα μετέτρεπαν έναν φαύλο κύκλο, σε ενάρετο κύκλο.
«Με υψηλούς πολλαπλασιαστές, η αύξηση των δημόσιων επενδύσεων θα βοηθούσε στη σταθεροποίηση της παραγωγής και την ανάκαμψη, συμβάλλοντας στον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων από τις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες για μισθούς και συντάξεις, ελαφρύνοντας έτσι τις συνέπειες στην οικονομία από αυτά τα αναγκαία μέτρα», αναφέρει η έκθεση.
Το IIF σημειώνει ότι μια νέα επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να εξαλειφθεί ο σημερινός εμπροσθοβαρής χαρακτήρας του, πιθανόν να καταστήσει αναγκαία πρόσθετη χρηματοδότηση με τη μορφή περαιτέρω μειώσεων των επιτοκίων των επίσημων (σ.σ.: από τις χώρες της Ευρωζώνης) δανείων, ώστε να έρθουν ακόμη πιο κοντά σε ιστορικά χαμηλά κόστη δανεισμού.
Στην έκθεση τονίζεται ότι «η πρόσθετη χρηματοδότηση, ωστόσο, θα χρειασθεί μόνο έως ότου ανακάμψει η οικονομία, ωθώντας ανοδικά τα φορολογικά έσοδα».
Στο ενδιάμεσο, προσθέτουν οι συντάκτες της έκθεσης, χρειάζεται να δοθεί μικρότερη έμφαση στον λόγο του χρέους προς το ΑΕΠ στο τέλος της δεκαετίας.
Οι μειώσεις στον λόγο του χρέους προς το ΑΕΠ θα είναι ευκολότερο να επιτευχθούν όταν αρχίσει η ανάπτυξη, προσθέτουν, καθώς δεν θα υπάρχει η αρνητική επίπτωση από τη μείωση του παρονομαστή του λόγου, η οποία προκάλεσε μεγάλη αύξηση του λόγου την τελευταία τριετία.
Τα συμπεράσματα της έκθεσης στηρίζονται σε μία σύγκριση του ελληνικού και του ιρλανδικού προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Το ελληνικό πρόγραμμα προβλέπει τριπλάσια σε μέγεθος προσαρμογή, με τον μέσο ετήσιο όρο δημοσιονομικής σύσφιξης να φθάνει το 5,2% του ΑΕΠ, έναντι 1,7% στην περίπτωση της Ιρλανδίας. Το πολύ πιο μετριοπαθές πρόγραμμα της Ιρλανδίας βοήθησε τη χώρα να επιτύχει την επανεκκίνηση της οικονομίας της -η οποία είναι απαραίτητη για να στηριχθεί η βιωσιμότητα του χρέους της- και να αρχίσει εκδόσεις ομολόγων. Ως αποτέλεσμα, σημειώνει η έκθεση, «λίγοι αμφιβάλλουν ότι οι επίσημοι πιστωτές της Ιρλανδίας θα πληρωθούν στην ώρα τους και πλήρως».
Το σκληρότερο πρόγραμμα της Ελλάδας, η οποία είχε ένα πολύ υψηλότερο αρχικό χρέος και ένα μεγαλύτερο αρχικό δημοσιονομικό έλλειμμα, είχε πολύ πιο αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ. Αυτή η επίπτωση, αναφέρει το IIF, οδήγησε σε αύξηση του λόγου του χρέους και ενίσχυσε τις αμφιβολίες σχετικά με τη φερεγγυότητα της Ελλάδας, παρά τη μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή και το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων των ιδιωτών επενδυτών.
«Η εφαρμογή του ιρλανδικού παραδείγματος στην Ελλάδα, για να βοηθηθεί η ανάκαμψη θα απαιτούσε κάποια πρόσθετη χρηματοδότηση. Το τελικό κόστος, όμως, θα ήταν πολύ μικρότερο από αυτό που τελικά μπορεί να χρειασθεί, αν συνεχισθεί η μείωση της παραγωγής και παραμείνουν οι αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του χρέους», λέει το IIF.
Πηγή: ΑΜΠΕ |
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου