Έγινε της μόδας, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, να λέγεται ότι η ιλιγγιώδης οικονομική ανάπτυξη ήταν το μόνο πράγμα που ανέβαλε την ημέρα τής κρίσης τού Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ). Η κομμουνιστική ιδεολογία είχε απαξιωθεί, έλεγε το επιχείρημα, αλλά όσο η οικονομική πίτα συνέχιζε να αυξάνεται, οι πολίτες θα παραμέριζαν τις ευρύτερες ανησυχίες τους και θα έπαιρναν το κομμάτι που τους αναλογεί. Τι θα γινόταν, όμως, αν η ανάπτυξη διακοπτόταν από, ας πούμε, μια παγκόσμια οικονομική κρίση, μια κατάρρευση του παγκόσμιου εμπορίου, καθώς και από μαζικές απολύσεις στο βασικό εργατικό δυναμικό τής κινεζικής βιομηχανίας; Το πάρτυ θα τελειώσει.
Ένας εργαζόμενος ξεκουράζεται μπροστά από σωρούς ράβδων σιδήρου και χάλυβα σε μια αγορά στο Taiyuan στην κινεζική επαρχία Shanxi. (Courtesy Reuters)
Μόνο που δεν έγινε έτσι. Η κινεζική οικονομία αντιμετώπισε ακριβώς αυτό το καταστροφικό σενάριο κατά τους τελευταίους μήνες τού 2008. Η κατάρρευση της εμπιστοσύνης και η παγκόσμια οικονομική δυσπραγία ανάγκασαν τις επιχειρήσεις να ακυρώσουν μαζικά παραγγελίες. Ήταν ένα τεράστιο πλήγμα για την κινεζική μεταποιητική βιομηχανία, που επιδείνωσε τις αδυναμίες τής ήδη εύθραυστης εγχώριας οικονομίας μετά από μήνες προσπαθειών τής κυβέρνησης να ελέγξει την φούσκα των ακινήτων και την αύξηση του πληθωρισμού. Δεκάδες εκατομμύρια Κινέζοι μετανάστες εργαζόμενοι απολύθηκαν λίγο πριν την κινεζική πρωτοχρονιά, στα τέλη Ιανουαρίου τού 2009. Επέστρεψαν στην ύπαιθρο, πέρασαν τις γιορτές με τους συγγενείς, και περίμεναν να υποχωρήσει η κρίση.
Εν τω μεταξύ, οι ηγήτορες στα άδυτα της κεντρικής κινεζικής κυβέρνησης άρχισαν να ιδρώνουν. Η παγκόσμια οικονομία έχει βυθιστεί στην χειρότερη ύφεση από την δεκαετία τού 1930. Η Κίνα απάντησε βιαστικά με ένα υπερμέγεθες πακέτο κινήτρων που ενίσχυσε την εμπιστοσύνη, αλλά ήταν ανεπαρκές για να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, τόσο για τους απολυθέντες εργαζόμενους και τα εκατομμύρια των αποφοίτων κολεγίων όσο και για τους νέους μετανάστες εργαζόμενους που συνέρρεαν στις αγορές εργασίας των αστικών κέντρων κάθε χρόνο εδώ και δεκαετίες. Στις αρχές του 2009, Κινέζοι αξιωματούχοι εξέφραζαν ανοιχτά τις ανησυχίες τους για την διατήρηση της κοινωνικής σταθερότητας στην κινεζική ύπαιθρο.
Η οικονομία το 2009 ήταν πράγματι επισφαλής με βάση τα κινεζικά στάνταρ, αν και όχι σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο. Η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ της Κίνας έπεσε σε μονοψήφια νούμερα - η χαμηλότερη επίδοση σχεδόν σε μια δεκαετία. Ως εκ τούτου, οι κινεζoλόγοι ξύπνησαν από την χειμερία νάρκη και άρχισαν να συρρέουν σε εφημερίδες και σε πάνελ τηλεοπτικών τοκ σόου, προβλέποντας κατάρρευση της κινεζικής αγοράς εργασίας, οικονομική και πολιτική κρίση.
Αντ' αυτού, η αγορά εργασίας υπερθερμάνθηκε.
Κατά τα επόμενα δύο χρόνια, όσοι χάρασσαν την οικονομική πολιτική τής Κίνας πλημμύρισαν την οικονομία με τραπεζικές πιστώσεις, χρηματοδοτώντας αμέτρητα νέα στεγαστικά προγράμματα, εκπληκτικά κατορθώματα εκσυγχρονισμού υποδομών και μερικά ακόμη ουτοπικά σχέδια. Οι εσωτερικοί μετανάστες έτρεξαν να καλύψουν τα εκατομμύρια των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν σε εργοτάξια ή στα εργοστάσια, των οποίων τα βιβλία παραγγελιών γέμισαν χάρη στη ζήτηση ως αποτέλεσμα των επενδύσεων. Από τις αρχές του 2010, οι αγγελίες προσφοράς εργασίας άρχισαν να υπερτερούν αριθμητικά των ατόμων που αναζητούσαν εργασία, και τούτο για πρώτη φορά από την έναρξη της εντατικής οικονομικής άνθησης της Κίνας, στις αρχές του 21ου αιώνα, μια περίοδο που ονομάζουμε Panda Boom (από την αδηφάγο συνήθεια του πλάσματος αυτού να τρώει το 10-15% του βάρους τού σώματός του σε μπαμπού κάθε ημέρα). Ξαφνικά, το 2010, ήταν η έλλειψη εργατικού δυναμικού και όχι η έλλειψη παραγγελιών που δεν επέτρεπε στα εργοστάσια να λειτουργήσουν σε φουλ ρυθμούς.
Καθώς ήταν όλα πολύ νωπά, δεν ήταν σαφές τι ακριβώς είχε σώσει την χώρα από την καταστροφή. Μήπως το τεράστιο πρόγραμμα τόνωσης έβγαλε την οικονομία από το χείλος τής ύφεσης; Ή μήπως η κρίση μετέτρεψε ριζικά την αγορά εργασίας με κάποιον απρόβλεπτο τρόπο; Με το πλεονέκτημα της ύστερης γνώσης πολλών χρόνων είναι σαφές ότι η αγορά εργασίας είχε μετασχηματιστεί πριν ακόμα χτυπήσει η κρίση.
Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΩΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ
Η δομή του κινεζικού εργατικού δυναμικού άλλαξε - και συνεχίζει να αλλάζει - πολύ πιο γρήγορα από ό,τι είχε προβλέψει το Πεκίνο.
Στη διάρκεια του Panda Boom, όλοι οι βασικοί παράγοντες που καθόριζαν τις κινεζικές εργασιακές σχέσεις λειτουργούσαν υπέρ των εργοδοτών, με τον κυριότερο να είναι η προσφορά και η ζήτηση. Πρώτα ήταν τα δημογραφικά στοιχεία: η χώρα απολάμβανε ένα μίνι baby boom γύρω στο τέλος τού εικοστού αιώνα που αύξησε τον αριθμό τού ετήσιου νεοεισερχόμενου εργατικού δυναμικού, στον απόηχο της θεαματικής αύξησης των γεννήσεων στη διάρκεια της σχετικής ειρήνης και της κοινωνικής σταθερότητας, την δεκαετία μετά την επανένωση της Κίνας, το 1949. Κατόπιν ήταν η αστικοποίηση: η μαζική μετακίνηση των εργαζομένων προς τα εργοστάσια των ακτών τής χώρας, την δεκαετία του 1990 και του 2000, μετά τις πρώτες μεταρρυθμίσεις τής δεκαετίας τού 1980, που είχαν προσανατολισμό την απελευθέρωση της αγοράς, οι οποίες απελευθέρωσαν αγροτικούς εργάτες από τα αγροκτήματα, με την δραματική αύξηση της αγροτικής παραγωγικότητας ανά εργαζόμενο. Και τρίτον, ήταν οι δεκάδες εκατομμύρια απολύσεων στις κρατικές επιχειρήσεις, στα τέλη τής δεκαετίας τού 1990, οι οποίες βοήθησαν να διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα τα αληθινά ποσοστά ανεργίας στα κινεζικά αστικά κέντρα (σε αντίθεση με ό,τι έλεγαν οι επίσημες στατιστικές για την ανεργία), για το μεγαλύτερο μέρος τής δεκαετίας τού 2000. Αν προσθέσει κανείς στα παραπάνω, τα εκατομμύρια των εφήβων που περιμένουν για να μπουν στην αγορά εργασίας κάθε χρόνο, έχει τον παράδεισο του εργοδότη: οι εργαζόμενοι χρειάζονται θέσεις εργασίας πολύ πιο επιτακτικά από ό,τι οι εργοδότες χρειάζονται εργάτες.
Κατά την δημογραφική έκρηξη της Κίνας, η διατήρηση της αύξησης των θέσεων εργασίας ήταν ύψιστη προτεραιότητα της κυβέρνησης. Η επαγγελματική ασφάλεια, τα δικαιώματα συλλογικής διαπραγμάτευσης, και άλλες δαπανηρές πολιτικές προστασίας τής εργασίας ήταν πολύ λιγότερο σημαντικές, και αγνοούνταν με συνοπτικές διαδικασίες. Αυτό άρχισε να αλλάζει λίγο με το κινεζικό Εργατικό Δίκαιο των Συμβάσεων του 2008, την βάση ενός ευρύτερου πακέτου εργασιακών ρυθμίσεων που ενίσχυε την προστασία των εργαζομένων από τις απολύσεις, την υποχρέωση των εργοδοτών να διαπραγματεύονται για τους μισθούς και τα επιδόματα με τα ελεγχόμενα από το κόμμα συνδικάτα, και παρείχε στους εργαζόμενους νέους τρόπους για να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους εναντίον των εργοδοτών στα δικαστήρια. Όταν θα εφαρμόζονταν πλήρως οι διατάξεις τού νόμου, εκτιμάτο ότι θα αυξανόταν το κόστος απασχόλησης των Κινέζων εργαζόμενων κατά 10-20%. Όμως, την στιγμή τής εφαρμογής τού νόμου, κανείς δεν έδωσε τόσο πολύ σημασία. Άλλωστε, εξακολουθούσαν να υπάρχουν περίπου 200 εκατομμύρια μετανάστες στις πόλεις, και εκατομμύρια ακόμη που περίμεναν να μετακινηθούν από τα χωράφια. Εφόσον η προσφορά θα παρέμενε άφθονη, ο παράδεισος του εργοδότη θα συνέχιζε να υπάρχει.
Μέχρι το 2010, ωστόσο, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται ρωγμές. Έγιναν πιο ορατές με μια σειρά από άγριες απεργίες σε ξένα εργοστάσια οι οποίες έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα εκείνο το έτος. Οι πολυεθνικές και οι Κινέζοι παραγωγοί είχαν μειώσει τους μισθούς κατά την διάρκεια της ύφεσης τού 2008-2009, και καθυστερούσαν να τους αυξήσουν όταν η παραγωγή είχε άρχισε να ομαλοποιείται τον επόμενο χρόνο - ακόμα και όταν ο πληθωρισμός είχε απογειωθεί ξαφνικά.
Ήταν ένα διπλό σοκ για τους ξένους εργοδότες. Πρώτον, είχαν σαστίσει που οι εργαζόμενοι είχαν το θάρρος να σταματήσουν την παραγωγή ενώ ήταν τόσο πρόσφατη η παρολίγον χρεοκοπία πολλών κατασκευαστών. Οι διευθυντές κατατρέχονταν ακόμη από τις μνήμες τού 2008, όταν η οικονομία ήταν τόσο χάλια που πολλοί ιδιοκτήτες στην πόλη Shenzhen είχαν φύγει κρυφά, μέσα στην νύχτα, από τα εργοστάσια, αφήνοντας πίσω απλήρωτους τους εργαζομένους τους. Δεύτερον, αυτές καθαυτές οι απεργίες που είχαν συμβεί, μετέβαλαν τις προκαταλήψεις που είχαν στα κεφάλια τους: η Κίνα δεν έπρεπε να έχει απεργίες.
Τα διψήφια ποσοστά μισθολογικών αυξήσεων έδωσαν τέλος στις απεργίες, αλλά δεν κατάφεραν να φέρουν πίσω την παλιά αγορά εργασίας. Οι εργοδότες εργοστασίων που άργησαν να εναρμονίσουν τις αυξήσεις των μισθών με την άνοδο τής αγοράς είδαν σύντομα τους εργαζομένους τους να φεύγουν. Μια ετήσια μείωση του εργατικού δυναμικού στο μισό ή και περισσότερο δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο σε ορισμένα εργοστάσια. Μετά από την προηγούμενη δεκαετία όπου οι μέσοι κινεζικοί μισθοί υστερούσαν της αύξησης του ΑΕΠ, αυξήθηκαν ταχύτερα από το ΑΕΠ το 2011 και το 2012, παράλληλα με μια τεράστια επιβράδυνση της οικονομίας στο σύνολό της.
ΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΗΡΘΑΝ, ΕΙΔΑΝ ΚΑΙ ΑΠΗΛΘΑΝ
Η πρόσφατη ξηρασία στην αγορά εργασίας έδειξε ότι είναι ανεπαρκής η συνήθης εξήγηση για το πώς λειτουργεί η κινεζική αγορά ανειδίκευτης εργασίας. Υπερεκτίμησε σημαντικά την ποσότητα της πλεονάζουσας εργασίας. Ειδικότερα, παρανόησε την δυναμική ενός μεγάλου αγροτικού εργατικού δυναμικού που θα μπορούσε εν δυνάμει να αποτελέσει εργατική δύναμη, όπως ήταν οι εσωτερικοί μετανάστες. Ήταν ευρέως αποδεκτό ότι οι Κινέζοι θα εγκατέλειπαν τα αγροκτήματα, θα έρχονταν στις πόλεις όπου θα ήταν πολύ πιο παραγωγικοί, το ΑΕΠ θα άνθιζε, και οι αμέτρητοι υποαπασχολούμενοι εργάτες που εξακολουθούσαν να εργάζονται στο ρελαντί στο αγρόκτημα δεν θα άφηναν τους μισθούς να αυξηθούν.
Αλλά αυτή η ιστορία αγνοεί την άβολη αλήθεια για το πώς λειτουργεί το κινέζικο εργατικό δυναμικό, ή τουλάχιστον πώς λειτουργούσε ιστορικά.
Πολλοί δυτικοί αδυνατούν να αναγνωρίσουν, για παράδειγμα, ότι το μέγεθος της κινεζικής αγοράς εργασίας περιορίζεται σημαντικά από τις κινεζικές προκαταλήψεις. Με βάση τα δυτικά πρότυπα, η Κίνα θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα ρατσιστικό μέρος. Η απαγόρευση των διακρίσεων είναι μια ξένη νομική έννοια για τους Κινέζους εργοδότες. Κατά την προηγούμενη δεκαετία τής αδυσώπητης ανάπτυξης , πολλά εργοστάσια προσελάμβαναν ως εργάτες μόνο γυναίκες Χαν κάτω από την ηλικία των 25 ετών, επειδή πιστεύεται ότι είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμες από τους άνδρες και πιο ενεργητικές από τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας. Για τους εσωτερικούς μετανάστες ηλικίας άνω των 40, η εξεύρεση εργασίας ήταν εκθετικά πιο δύσκολη από ό,τι ήταν για τους νεότερους μετανάστες (και μερικές φορές αδύνατη). Με βάση τις προτιμήσεις των εργοδοτών, αν κάποιος ήθελε να κατανοήσει την πραγματική προσφορά εν δυνάμει εργασίας για τα κινεζικά εργοστάσια, δεν θα ήταν ρεαλιστικό να συμπεριλάβει πολλούς εν δυνάμει εργαζόμενους στην ηλικία των 40 ή των 50.
Οι αναλυτές υπερεκτίμησαν το ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό, και από μια άλλη σημαντική άποψη. Είναι αλήθεια ότι, κατά την τελευταία δεκαετία, αποφοίτησαν από τα γυμνάσια εκατομμύρια μαθητών που θα μπορούσαν να έχουν πάει κατευθείαν στην δουλειά. Αλλά πολλοί από αυτούς επέλεξαν να πάνε στο κολέγιο και όχι σε εργοστάσια και εργοτάξια. Από το 2000 έως το 2010, ο αριθμός των νέων ανθρώπων που ενεγράφησαν σε προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και όχι στο εργατικό δυναμικό μετά από το γυμνάσιο τριπλασιάστηκε, από 2,2 εκατ. σε 6,6 εκατ. Με τόσους πολλούς νέους ανθρώπους απορροφημένους στα βιβλία, η συνήθης κρισάρα για να προσληφθεί κανείς σε ένα εργοστάσιο έγινε λιγότερο αυστηρή.
Οι Κινέζοι διευθυντές εργοστασίων προσαρμόστηκαν, περισσότερο ή λιγότερο, θέλοντας και μη, στη νέα πραγματικότητα. Οι εργοδότες αυξάνουν φυσικά τους μισθούς ως απαραίτητη προϋπόθεση για να μην φύγουν οι εργαζόμενοί τους. Οι κατασκευαστές μετατοπίζουν επίσης τα εργοστάσια στην ενδοχώρα, μακριά από τις μεγαλύτερες πόλεις της Κίνας όπου το κόστος τής επιχειρηματικής δραστηριότητας (και των μισθών) είναι υψηλότερο, και όπου θα μπορούσαν να βρουν πιο πρόθυμους μετανάστες - εκείνοι που θα προτιμούσαν να εργάζονται σε απόσταση έξι ωρών από το χωριό τους, αντί 26 ωρών, στην Γκουανγκντόνγκ.
Μια θέση εργασίας κοντά στο σπίτι, δεν είναι μόνο ένας πρακτικός τρόπος για τους πιο ηλικιωμένους εσωτερικούς μετανάστες εργαζόμενους να εξισορροπούν την εργασία και τις οικογενειακές υποχρεώσεις, αλλά έχει σημασία και για τους μετανάστες πριν από τη δεκαετία τού 1980 και του 1990, αν και για διαφορετικούς λόγους. Οι νεότεροι μετανάστες τείνουν να λαμβάνουν πολύ υπόψιν τους όσα αφορούν τον τρόπο ζωής, και να προσεγγίζουν την εργασία με ριζικά διαφορετικές προσδοκίες και συμπεριφορές από τις προηγούμενες γενιές.
Την πρώτη περίοδο λίγο μετά τη μεταρρύθμιση του 1978, οι εσωτερικοί μετανάστες εργαζόμενοι συχνά άφηναν τους γονείς τους και τα αδέλφια τους (η πολιτική τού ενός παιδιού δεν εφαρμοζόταν τόσο αυστηρά στην ύπαιθρο όσο στις πόλεις) για μια ζωή στις εγκαταστάσεις φιλοξενίας που διαθέτουν τα εργοστάσια ή στην πόλη. Βεβαίως, η δουλειά που έβρισκαν στα κινεζικά εργοστάσια ήταν σκληρή και μούδιαζε το μυαλό, αλλά εξακολουθούσε να μη συγκρίνεται με τις εξαντλητικές κακουχίες τής αγροτικής ζωής.
Η νέα γενιά των μεταναστών εργαζομένων, αντιθέτως, είχε εργαστεί ελάχιστα στο αγρόκτημα, αν είχε εργαστεί καθόλου, και συχνά ούτε καν είχαν δει ποτέ τούς γονείς τους να δουλεύουν στην ύπαιθρο. Πρόσφατες μελέτες από κινεζικές «δεξαμενές σκέψης» έχουν δείξει ότι αυτοί οι νέοι εσωτερικοί μετανάστες ενδιαφέρονται λιγότερο για τα απλά οικονομικά κίνητρα από ό, τι για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους και τα ατομικά ενδιαφέροντα. Επιπλέον, έχουν την τάση να θέτουν ως προτεραιότητα την κοινωνική δικαιοσύνη και την δίκαιη μεταχείριση. Αυτό το μεγάλο ενδιαφέρον για τον τρόπο ζωής κάνει την διαβίωση πιο κοντά στο σπίτι, την οικογένεια, τους φίλους, και την γλωσσική και πολιτισμική οικειότητα (που κυμαίνεται τόσο πολύ στην Κίνα, όσο οι σύγχρονες παραλλαγές τής λατινικής γλώσσας στις διάφορες γωνιές τής Ευρώπης) τόσο σημαντική όσο και το μισθό τους, αν όχι περισσότερο σε ορισμένες περιπτώσεις.
ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΚΛΗΡΩΝ ΧΤΥΠΗΜΑΤΩΝ
Η άλλη πλευρά τής έλλειψης ανειδίκευτης εργασίας υπήρξε το πλεόνασμα των πρόσφατων αποφοίτων κολεγίου που μόλις και μετά βίας πληρούν τις προϋποθέσεις για εργασία στην ανταγωνιστική αγορά εργασίας τής Κίνας. Στα πρώτα χρόνια τής εποχής τής οικονομίας τής αγοράς, στην δεκαετία τού 1980, λιγότερο από το 3% των Κινέζων νέων λάμβανε 4ετή πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αυτό το αποκλειστικό στρεβλό δικαίωμα των διαπιστευμένων ελίτ τούς έδινε πρόσβαση σε σταδιοδρομίες σε υψηλές θέσεις, και σε έναν τρόπο ζωής που άρμοζε στην κοινωνική τους θέση.
Αυτό ίσχυε τότε. Οι απόφοιτοι του κολεγίου αντιμετωπίζουν τώρα μια ζωή που θα ήταν εντελώς αγνώριστη για εκείνους μια γενιά νωρίτερα, οι οποίοι είχαν το πλεονέκτημα να είναι πρώτοι στη σειρά. Ο τριπλασιασμός τού μεγέθους τού συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μόνο σε μια δεκαετία είχε ως αποτέλεσμα την ταχεία εξάπλωση νέων ιδρυμάτων, τα περισσότερα εκ των οποίων παρέχουν εκπαίδευση - και επαγγελματικές προοπτικές - που δεν μπορούν να συγκριθούν με εκείνες των αποφοίτων των ΑΕΙ. Μια μαζική εξέγερση το 2006 έδειξε πόσο διαφορετικές είναι οι προοπτικές για τους αποφοίτους των πανεπιστημίων τής ελίτ και των νεώτερων: μερικοί απόφοιτοι ενός παραρτήματος πανεπιστημίου στην κεντρική Κίνα έγιναν προφανώς έξω φρενών, όταν ανακάλυψαν ότι τα πτυχία τους έδειχναν ότι ήταν απόφοιτοι του παραρτήματος, και όχι του κεντρικού πανεπιστημίου, όπως τους είχαν αρχικά υποσχεθεί .
Όπως γνωρίζουν καλύτερα οι Αμερικανοί, οι απόφοιτοι των καινούργιων και χαμηλότερης κατάταξης πανεπιστημίων αγωνίζονται για να βρουν μια καλή πρώτη δουλειά. Ζουν σε μικρά διαμερίσματα τα οποία μοιράζονται με πολλούς άλλους, στην άκρη των μεγάλων πόλεων, ιδρώνοντας να πληρώσουν το ενοίκιο. Οι καλές θέσεις εργασίας για τους πτυχιούχους πανεπιστημίου, σε κρατικές επιχειρήσεις, σε κυβερνητικά πόστα ή σε λαμπερές πολυεθνικές δεν είναι πλέον εφικτές για αυτούς τους νέους ανθρώπους όπως και για τους εσωτερικούς μετανάστες της ίδιας ηλικίας. Και οι απόφοιτοι των κολεγίων δεν θα βρουν ούτε χειρωνακτικές δουλειές, ίσως και σε βάρος τους: ο μέσος όρος των αρχικών μισθών για τους αποφοίτους κολεγίων ήταν χαμηλότερος από το μέσο όρο των μισθών των εσωτερικών μεταναστών το 2011. Χωρίς έναν καλό εργοδότη να εξασφαλίσει την θέση τους στην αστικοποιημένη Κίνα, οι νέοι άνθρωποι δεν πιέζονται μόνο οικονομικά. Από πολλές απόψεις, μπορεί να περιθωριοποιηθούν από τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό τής αστικής ζωής, στον ίδιο βαθμό όσο και οι εσωτερικοί μετανάστες.
ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΤΙ;
Οι συνέπειες του μετασχηματισμού τής αγοράς εργασίας τής Κίνας δεν είναι όλες άσχημες. Στην πραγματικότητα, θα βοηθήσουν ώστε η διαχείριση της κινεζικής οικονομίας να γίνει ευκολότερη από πολλές κρίσιμες απόψεις. Μια εισροή αποφοίτων κολεγίου και η ταυτόχρονη έλλειψη ανειδίκευτου νεοεισερχόμενου εργατικού δυναμικού θα μειώσει το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των περισσότερο και λιγότερο μορφωμένων Κινέζων, καθώς και μεταξύ αστικών και αγροτικών νοικοκυριών. Πρέπει να είναι μια ανακούφιση για την κυβέρνηση ότι μια ειρηνική δημογραφική αλλαγή μειώνει την ανισότητα με τρόπο που δεν το έχει κάνει η πολιτική της. Ωστόσο, οι πιέσεις ενός ταχέως μεταβαλλόμενου πληθυσμού επιφέρουν επίσης νέες και άγνωστες περιπλοκές. Η ανάπτυξη επιβραδύνεται όσο η οικονομία τής Κίνας έχει έλλειμμα από υποαπασχολούμενους εργάτες που τροφοδοτούν το μεγαθήριο των εξαγωγών κι εξασφαλίζουν την «κινεζική τιμή προϊόντος» για την οποία η χώρα είναι τόσο γνωστή.
Αυτές οι αλλαγές είναι αρκετά ορατές στις πρόσφατες οικονομικές στατιστικές τής Κίνας. Σε ονομαστικούς όρους, το ΑΕΠ αυξήθηκε 9,8% το 2011 - 2012, αλλά παραδόξως για την Κίνα, τα περισσότερα από τα οφέλη τής ανάπτυξης πήγαν στους εργαζόμενους, χάρη σε μια σφιχτή αγορά εργασίας, και όχι στους ιδιοκτήτες τού κεφαλαίου. Το μέσο αστικό διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε κατά 15%. Τα εταιρικά κέρδη των βιομηχανικών επιχειρήσεων, αντίθετα, αυξήθηκαν μόνο κατά 5%. Οι ταχέως αυξανόμενοι μισθοί επιτάχυναν την στροφή τής χώρας από εξαγωγική σε μια οικονομία εστιασμένη στην εγχώρια ζήτηση. Οι κακές οικονομικές επιδόσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και την Ιαπωνία δεν έβλαψαν την Κίνα.
Ναι , σε κάποιο βαθμό , η δημογραφική επιβράδυνση τής Κίνας και η μετάβαση της χώρας σε μια οικονομία που βασίζεται στην κατανάλωση είναι πραγματικά καλές ειδήσεις. Η υπέρμετρη στήριξη στις επενδύσεις και τις εξαγωγές δεν είναι ακριβώς βιώσιμη. Αλλά η διαδικασία τής μετάβασης θα έχει νικητές και ηττημένους. Επανεξισορρόπηση σημαίνει ότι τα νοικοκυριά που ζουν με το μισθό τους θα πάρουν μεγαλύτερο μερίδιο από την οικονομική πίτα. Οι επιχειρηματίες, οι «κόκκινοι καπιταλιστές», οι πολυεθνικές και οι φοροεισπράκτορες, με ανάλογο τρόπο, είναι πιθανό να μείνουν με λιγότερα.
Εν τω μεταξύ, η διοίκηση και η ενθάρρυνση της οικονομικής ανάπτυξης θα γίνει πολύ πιο δύσκολη. Η οικονομική διαχείριση είναι πολύ πιο εύκολη όταν μια τεράστια δημογραφική ριπή φυσάει στα πανιά μιας κυβέρνησης, ωθώντας την οικονομία της προς τα εμπρός ακόμη και αν οι πολιτικές είναι κατώτερες από τις ιδανικές. Καθώς ο άνεμος σβήνει, οι επιμέρους πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις αρχίζουν να έχουν μεγαλύτερη σημασία. Τώρα, η Κίνα θα πρέπει να γίνει πάρα πολύ πιο έξυπνη και πιο δημιουργική στον σχεδιασμό μιας πολιτικής κινήτρων.
Η αύξηση της παραγωγικότητας (δηλαδή, η αύξηση της παραγωγής ανά εργαζόμενο) είναι πιθανό να επιβραδυνθεί σημαντικά. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο λιγότερο φιλικό προς την παραγωγικότητα μείγμα τής οικονομικής δραστηριότητας. Η επέκταση της ζήτησης για υπηρεσίες σημαίνει ότι ένα μεγαλύτερο ποσοστό τού κινεζικού ΑΕΠ θα παράγεται από τον τομέα των υπηρεσιών. Είναι πολύ πιο δύσκολο να διπλασιαστεί το ΑΕΠ ανά απασχολούμενο σε αυτούς τους τομείς τής οικονομίας από ό, τι στον τομέα τής μεταποίησης. Η βραδύτερη ανάπτυξη, με τη σειρά της, θα αμβλύνει μερικά από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία τής κυβέρνησης στην διαχείριση της υβριδικής οικονομίας τής αγοράς που διαθέτει. Το Πεκίνο υπήρξε εξαιρετικά επιτυχές στο να λύνει τα οικονομικά προβλήματα μέσω της ανάπτυξης. Για παράδειγμα, τα επισφαλή δάνεια που παρέλυσαν τον τραπεζικό τομέα στην αυγή τής εποχής τής υπερ-ανάπτυξης, η οποία ξεκίνησε στις αρχές τής δεκαετίας τού 2000, δεν έχουν πλήρως αποπληρωθεί - απλώς μειώθηκαν σε σχέση με το υπόλοιπο του χρηματοπιστωτικού κλάδου και σταδιακά έπαψαν να αποτελούν έναν συστημικό κίνδυνο για την οικονομία. Η Κίνα έχει ακόμη να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις από την πιστωτική έκρηξη της περιόδου 2009-2010, η οποία θα δημιουργήσει αναπόφευκτα πολλά επισφαλή δάνεια. Η παλιά στρατηγική τής λύσης τού προβλήματος μέσω τής ανάπτυξης μπορεί να μην είναι τόσο αποτελεσματική στην εποχή μετά από εκείνην που σημειώνονταν διψήφιες αυξήσεις στο ΑΕΠ .
Υπάρχουν επίσης αρκετές προκλήσεις για τις εταιρείες, ξένες και εγχώριες. Μετακινούν ήδη τα εργοστάσια εγχωρίως και αυξάνουν τους μισθούς ώστε να προσαρμοστούν στη νέα ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των μετακινούμενων εργαζομένων και των εργοδοτών. Αναπόφευκτα, πολλές εταιρείες θα αρχίσουν επίσης να ενσωματώνουν επιχειρηματικές πρακτικές για τη διαχείριση ενός ώριμου εργατικού δυναμικού, ανάλογες με αυτές που έχουν υιοθετηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Ευρώπη.
Γενικότερα, η εταιρική στρατηγική πρέπει να προσαρμοστεί με το τέλος τής φθηνής κινεζικής εργασίας. Η αλλαγή έχει μεγαλύτερη σημασία για τις πολυεθνικές, οι οποίες κατανέμουν τις επενδύσεις, την Έρευνα & Ανάπτυξη και διαχειριστικούς πόρους μεταξύ της Κίνας και άλλων αγορών. Ορισμένες αμερικανικές εταιρείες έχουν εξετάσει το ενδεχόμενο να φέρνουν την παραγωγή πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Μεξικό, ή το Βιετνάμ. Αλλά, μια χαμηλότερη ανάπτυξη και μια πιο ακριβή Κίνα δεν θα διώξουν όλες τις πολυεθνικές. Υπάρχει ακόμα αξία στο να είναι κανείς κοντά στην μεγαλύτερη παγκοσμίως αγορά υψηλής ανάπτυξης, η οποία συμβάλλει τα μέγιστα στην παγκόσμια συνολική ζήτηση κάθε χρόνο. Εκείνοι που θα παραμείνουν, λοιπόν, κατά πάσα πιθανότητα θα επιλέξουν να αυξήσουν την μηχανοποίηση. Καθώς η εργασία γίνεται όλο και πιο ακριβή, τα μηχανήματα γίνονται σχετικά φθηνότερα και αποτελούν μια πιο ελκυστική επιλογή για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας.
Τέλος, η δημογραφική επιβράδυνση της Κίνας θα μπορούσε να συμπέσει με έναν εξορθολογισμό των προσδοκιών σχετικά με το τι μπορεί να κάνει η Κίνα για μια πολυεθνική επιχείρηση. Οι διευθυντές θα μπορούσαν να γίνουν λιγότερο πρόθυμοι να φιλοξενήσουν «κινεζικά χαρακτηριστικά» - τον συνδυασμό τής αβεβαιότητας σχετικά με τους κανόνες, τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας καθώς και τον κίνδυνο να εμπλακούν σε σκάνδαλα διαφθοράς που φαίνεται πολύ πιο δύσκολο να αποφύγουν από όσο σε μια αναπτυγμένη αγορά. Με άλλα λόγια, αυτές οι δυναμικές θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως καταλύτης για την κυβέρνηση ώστε να ανανεώσει τις οικονομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις ως νέα θέλγητρα για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις.
Η δημογραφική επιβράδυνση της Κίνας είναι εδώ, και είναι τόσο απρόσμενη και δυσάρεστη, όπως το ξύπνημα μετά από ένα βαρύ μεθύσι. Με δεδομένη την ευκολία με την οποία η κυβέρνηση έχει καταφέρει δύσκολες οικονομικές μεταβάσεις κατά τα τελευταία 20 χρόνια - αναγκάζοντας τον στρατό να βγει από την οικονομία τής αγοράς στην δεκαετία τού 1990 και ξεκινώντας το Panda Boom αργότερα μέσα στην ίδια δεκαετία - οι αμιγώς οικονομικές διαστάσεις φαίνονται τρομακτικές, αλλά όχι περισσότερο από ό, τι τα άλλα κατορθώματα που πέτυχε το ΚΚΚ. Αντ 'αυτού, είναι οι κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις τής δημογραφικής επιβράδυνσης που φαίνονται πιο περίπλοκες.
Το πιο προφανές είναι ότι η προοπτική ενός ανεξάρτητου εργατικού κινήματος, αν και μικρού, έχει την δυνατότητα να προκαλέσει επαναστατικές αλλαγές. Πολύ περισσότερο από ό, τι πριν από μια δεκαετία, οι Κινέζοι εργαζόμενοι, ιστορικά υποεκπροσωπούμενοι στην πολιτική τής χώρας, φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει τα δικά τους συμφέροντα και να υψώνουν την φωνή τους για τα αιτήματά τους. Εάν οι ηγέτες τής Κίνας θέλουν να κρατήσουν την μηχανή να δουλεύει, η ανάδειξη της εργατικής δύναμης ως ομάδα συμφερόντων θα μπορούσε κάλλιστα να τους υποχρεώσει να επανεξετάσουν το μεγάλο παζάρι - ανάπτυξη με αντάλλαγμα σταθερότητα – που κάνουν με τον πληθυσμό που κυβερνούν.
By Damien Ma και William Adams
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου