Κυριακή 19 Απριλίου 2015

Ο στόχος του 2% (αμυντικές δαπάνες) του ΝΑΤΟ

Σε μια συμμαχία 28 κυρίαρχων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών με την τεράστια στρατιωτική μηχανή τους, υπάρχουν πολλά κίνητρα για τα μέλη να ξεγλιστρήσουν συμμετέχοντας ελάχιστα, γνωρίζοντας πως είναι πιθανό άλλοι να συμπληρώσουν τα απαιτούμενα. Ο δίκαιος καταμερισμός του βάρους της υπεράσπισης της κοινότητας του Βόρειου Ατλαντικού είναι εξαιρετικά σημαντικός και οι διαμορφωτές πολιτικής και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού ορθώς αναζητούν ένα τρόπο για να διαχειριστούν την πρόκληση.

Αποτέλεσμα εικόνας για δαπανες ΝΑΤΟ

Δυστυχώς, όμως, η μέθοδος που επιλέχθηκε από τις κυβερνήσεις των μελών του ΝΑΤΟ, ο αποκαλούμενος στόχος του 2%, δεν βοηθά στην μέτρηση του καταμερισμού των βαρών και σίγουρα δεν βοηθά στην ποσοστικοποίηση του καταμερισμού του κινδύνου. Στην πραγματικότητα, ο στόχος του 2% είναι πρακτικά άχρηστος και θα πρέπει να παραμεριστεί υπέρ μιας πιο αντικειμενικής, πιο ακριβούς μέτρησης της κατανομής του βάρους και των κινδύνων. Σε αντίθετη περίπτωση, η συμμαχία δεν μπορεί να ελπίζει στην επιτυχή διαχείριση αυτών των δύο προκλήσεων.


Καθώς τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, τα Ευρωπαϊκά κράτη μέλη του ΝΑΤΟ δεσμεύτηκαν να ξοδεύουν τουλάχιστον το ισοδύναμο του 2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος τους (ΑΕΠ) στον τομέα της άμυνας. Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες συμφώνησαν να αφιερώσουν ένα ποσό ίσο με τουλάχιστον το 3% του ΑΕΠ τους στον εν λόγω τομέα. Θεωρήθηκε ότι αυτή η φόρμουλα θα οδηγούσε στη δίκαιη κατανομή των βαρών για τους συμμάχους και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Ωστόσο, στην πραγματικότητα ο στόχος του 2% δεν αποτελεί αντιπροσωπευτικό της δίκαιης κατανομής των βαρών, ή τουλάχιστον, όχι σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Οι περιπτώσεις της Ελλάδας και της Δανίας αποτελούν τα καλύτερα παραδείγματα για το πώς αυτός ο στόχος δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίον θεσπίστηκε.

Η ελληνική κυβέρνηση ξοδεύει συνήθως περισσότερο από το ισοδύναμο του 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, μία από τις μόλις τέσσερις συμμάχους του ΝΑΤΟ που το έπραξαν το 2013. Ως εκ τούτου, όσον αφορά το στόχο του 2%, η Ελλάδα φαίνεται να αποτελεί έναν σύμμαχο μοντέλο.

Ωστόσο, η Ελληνική στρατιωτική μηχανή παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανίκανη να προβάλει σημαντική δύναμη σε χρονική διάρκεια και σε απόσταση. Στο απόγειο της επιχείρησης του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, μεταξύ των ετών 2010-2012, η Ελλάδα διατηρούσε εκεί περίπου 160 στρατιώτες, ή περίπου το 1,2% του συνόλου των συμμαχικών δυνάμεων. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2014 ο αριθμός αυτός είχε συρρικνωθεί σε περίπου εννέα στρατιώτες ή περίπου στο 0,02% από τους συνολικά 41.000 στρατιώτες των συμμαχικών δυνάμεων στην υπό ΝΑΤΟϊκή ηγεσία δύναμη.

Ακόμη και στο γειτονικό Κοσσυφοπέδιο, σήμερα, η Ελλάδα συνεισφέρει μόνον 111 στρατιώτες ή περίπου το 2.4% των στρατιωτών που βρίσκονται εκεί, πολύ λιγότερους από τους 332 στρατιώτες της συμμάχου του ΝΑΤΟ της Σλοβενίας, για παράδειγμα, της οποίας ο πληθυσμός είναι λιγότερος από το ένα πέμπτο του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδος. Στην πραγματικότητα, η Ελληνική στρατιωτική μηχανή φαίνεται να παραμένει περισσότερο εστιασμένη στην παμπάλαια αντίπαλο, την Τουρκία, παρά στις μεγάλες επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ.

Εν τω μεταξύ, οι Δανοί πέφτουν τακτικά κάτω του στόχου του 2%, και διαμορφώνονται κατά μέσο όρο μόλις στο 1,5% από το 2000 και μετά. Όσον αφορά το στόχο του 2% του ΝΑΤΟ, η Δανία είναι σαφώς ουραγός. Ωστόσο, οι Δανοί διαθέτουν έναν εξαιρετικά ικανό και εύκολο στην ανάπτυξη στρατό. Στο απόγειο της επιχείρησης του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, η Δανία διατηρούσε εκεί περίπου 750 στρατιώτες.  Όταν οι μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ έφτασαν στο τέλος τους το 2014, οι Δανοί εξακολουθούσαν να διατηρούν εκεί περίπου 130 στρατιώτες.

Πάνω από τους ουρανούς της Λιβύης, η Δανία συνέβαλε παρέχοντας επτά από τα συνολικά 185 αεροσκάφη του ΝΑΤΟ που ενεπλάκησαν στο πλαίσιο της Επιχείρησης Unified Protector το 2011. Αυτά τα αεροσκάφη δεν ξεπερνούσαν κατά πολύ τα πέντε αεροσκάφη της Ελλάδας, αλλά όταν κάποιος σκεφτεί ότι η Δανία έχει περίπου τον μισό από τον πληθυσμό της Ελλάδας, γίνεται σαφές ότι οι Δανοί σηκώνουν ένα μερίδιο του βάρους μεγαλύτερο απ’ όσο το ποσοστό του 1.5% που διαθέτουν για τις αμυντικές τους δαπάνες θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον να πιστέψει.

Επιπλέον, οι μεγάλες επιχειρήσεις όπως εκείνες στο Αφγανιστάν έχουν καταστήσει σαφές σε πολλούς συμμάχους ότι ο καταμερισμός των βαρών δεν είναι αρκετός. Είναι ένα πράγμα να δαπανηθεί ένα ποσόν ίσο με το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα, αλλά εάν οι δυνάμεις τις οποίες χρηματοδοτούν αυτοί οι πόροι παραμένουν στη φρουρά, ενώ άλλοι σηκώνουν το φορτίο του στόχου, οι αμυντικές δαπάνες ενός κράτους είναι περιορισμένης χρήσης για την προστασία των κοινών συμφερόντων.

Ως εκ τούτου, ο καταμερισμός των κινδύνων είναι επίσης ένα απαραίτητο στοιχείο για την δίκαιη υπεράσπιση της διατλαντικής ασφάλειας και εδώ πάλι, ο στόχος του 2% αποδεικνύεται ανεπαρκής. Για παράδειγμα, στο Αφγανιστάν, οι δυνάμεις της Δανίας ανέλαβαν πιο ριψοκίνδυνες αποστολές στις νότιες περιοχές της χώρας απ’ ό,τι η Ελλάδα ή ακόμη και πολλοί από τους πολύ μεγαλύτερους συμμάχους. Ως αποτέλεσμα, οι Δανοί είχαν ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν ποσοστά θυμάτων σε όλο το ΝΑΤΟ.

Εν τω μεταξύ, οι Ελληνικές δυνάμεις υπηρετούσαν κυρίως στο διεθνές αεροδρόμιο της Καμπούλ και σε συμμαχικές ιατρικές εγκαταστάσεις στο Αφγανιστάν, σημαντικές, απαραίτητες αποστολές, να είμαστε σίγουροι, αλλά όχι του ίδιου επιπέδου κινδύνου με αυτόν που άντεξαν οι δυνάμεις της Δανίας.

Οι περιπτώσεις της Ελλάδας και της Δανίας εξηγούν τη ματαιότητα του να θεωρείται ο στόχος του 2% ως μέσο μέτρησης και ως εκ τούτου διαχείρισης των βαρών και καταμερισμού των κινδύνων. Γενικότερα, καθώς τα ΑΕΠ σε ολόκληρη τη Συμμαχία κυμαίνονται ανάλογα με τις εξελίξεις στον επιχειρηματικό τομέα, με ή χωρίς τις αντίστοιχες αυξήσεις και μειώσεις στις αμυντικές δαπάνες, ο στόχος του 2% εμφανίζεται ολοένα και πιο αυθαίρετος. Για παράδειγμα, γιατί να μην είναι 3% ή 1%;

Ένας πολύ πιο αποτελεσματικός τρόπος για να καθοριστεί ποιες χώρες είναι αυτές που πρέπει να καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια θα ήταν η συμμαχία να αναπτύξει μια βαθμολογική κλίμακα διαμοιρασμού του βάρους και του κινδύνου. Αυτή η μέτρηση θα πρέπει να βασίζεται σε διάφορους παράγοντες, όπως το ποσοστό των αμυντικών δαπανών για προμήθειες και για τη σχετική έρευνα και ανάπτυξη εξοπλισμού, μια προτεραιότητα, στην οποία η ίδια η συμμαχία επαναδεσμεύτηκε στη σύνοδο κορυφής της στην Ουαλία τον Σεπτέμβριο του 2014. Επιπλέον, η συμμαχία θα πρέπει να συμπεριλάβει τις συνεισφορές στις πρόσφατες και συνεχιζόμενες αποστολές της, όπως αυτές στο Αφγανιστάν ή το Κοσσυφοπέδιο.

Τέλος, το ΝΑΤΟ θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβει τα επίπεδα χρηστικότητας της δύναμης, δηλαδή το εάν οι δυνάμεις των κρατών μελών μπορούν να αναπτυχθούν σε χρόνο και σε απόσταση. Στην διακήρυξη της συνόδου κορυφής τους στην Ουαλία, οι σύμμαχοι υποσχέθηκαν να εφαρμόσουν αυτούς τους στόχους ευχρηστίας, οι οποίοι είχαν οριστεί, προηγουμένως, ως  εξής: το 50% του συνόλου των χερσαίων δυνάμεων του κάθε μέλους θα πρέπει να μπορεί να αναπτυχθεί και το 10% του συνόλου των χερσαίων δυνάμεων του κάθε μέλους θα πρέπει είτε να είναι δεσμευμένο ή να προορίζεται για παρατεταμένες επιχειρήσεις. Αλλά οι σύμμαχοι δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σχετικά με το εάν η χρηστικότητα θα καταστεί δημόσιο δεδομένο ή όχι.

Η ύπαρξη ενός τρόπου μέτρησης για το εάν και πώς τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ μοιράζονται τους κινδύνους και τα βάρη είναι πολύ σημαντική. Αλλά ο στόχος του 2% είναι εντελώς αναποτελεσματικός για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Για να διαχειριστεί την πρόκληση των βαρών και επιμερισμού των κινδύνων, η συμμαχία χρειάζεται ένα πιο αποτελεσματικό μέτρο σύγκρισης. Αν το ΝΑΤΟ πρόκειται να κατονομάσει και να ξεφτιλίσει τους οκνηρούς στην κατανομή των βαρών, που ουσιαστικά αυτό επιχειρεί να κάνει με τη δημοσίευση των ετησίων στοιχείων των αμυντικών δαπανών, μπορεί κάλλιστα να το πράξει με ακριβείς μετρήσεις.

Του John Deni

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://carnegieeurope.eu/strategiceurope/?fa=59767

ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/newsTheme.asp?id=2281448

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου