Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Γαλλό-γερμανική ενεργειακή συμμαχία

Στις εορταστικές εκδηλώσεις της 50ης επετείου της Συνθήκης των Ηλυσίων, το Γαλλό-Γερμανικό Συμβούλιο των υπουργών εξέδωσε μια κοινή διακήρυξη των κατευθυντηρίων γραμμών μιας μελλοντικής συνεργασίας. Το έγγραφο καλούσε, με μια αναμενόμενη διπλωματική γλώσσα, για μια στενότερη γαλλό-γερμανική συνεργασία στον ενεργειακό κλάδο.
Αλλά υπάρχει χώρος για μια νέα πρωτοβουλία γύρω από μια γαλλό-γερμανική ενεργειακή συνεργασία, όταν ο συντονισμός των ενεργειακών τακτικών είναι ήδη υψηλά στην ευρωπαϊκή ατζέντα; Στην πραγματικότητα, η ενέργεια ήταν ένα από τα πρώτα θέματα της ευρωπαϊκής συνεργασίας (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, Euratom). Και η ΕΕ συνεχίζει να αγωνίζεται για την εσωτερική αγορά και για μια ευρωπαϊκή προσέγγιση στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

Ωστόσο, το περιθώριο για βελτίωση της γαλλό-γερμανικής ενεργειακής συμμαχίας, παραμένει μεγάλο. Παρά τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες που είχαν οι Γαλλία και Γερμανία τα τελευταία 50 χρόνια, αντιστάθηκαν επιμόνως να εμπλακούν σε μια βαθιά συνεργασία για τα ενεργειακά θέματα. Και οι δύο χώρες ήταν μέχρι σήμερα πολύ απρόθυμες να εργαστούν από κοινού, όταν η συνεργασία απαιτούσε την παράδοση μέρους της κυριαρχίας των τομέων ενέργειας. Διαφορετικές εθνικές προτεραιότητες και προϋποθέσεις παρέμειναν η βάση για πολύ διαφορετικές επιλογές ενεργειακής πολιτικής. Μόνο σε πολύ λίγες περιοχές, όπως η ευρωπαϊκή πολιτική για το κλίμα, η συνεργασία επέτρεψε μια κοινή πολιτική που ήταν κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών της. Σε άλλους τομείς εθνικής πολιτικής, απλώς συνυπάρχουν χωρίς να αποκομίζουν προφανή οφέλη από τη συνεργασία. Ο σχεδιασμός και η χρηματοδότηση δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, για παράδειγμα, παραμένει εθνικός.

Η έλλειψη συντονισμού οδηγεί στην υπονόμευση της δυναμικότητας της μεταφοράς που χρειάζεται για την αποτελεσματική συγκέντρωση ευαίσθητων τοπικών πηγών ενέργειας, όπως η αιολική, η ηλιακή και η υδροηλεκτρική ενέργεια. Ακόμη περισσότερο, υπάρχει επίσης ένας αριθμός εθνικών ενεργειακών πολιτικών με δυσμενείς δευτερογενείς επιδράσεις στις γειτονικές χώρες. Οι προσπάθειες για τη χρήση ενεργειακής τιμολόγησης ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά τους έναντι άλλων χωρών, υπονομεύει τις τακτικές ενεργειακής αποδοτικότητας και την ιδέα της ενιαίας αγοράς στη χρήση ενέργειας, όπου είναι περισσότερο πολύτιμη. Οι απρόβλεπτες αλλαγές πολιτικής για τον επανασχεδιασμό ενεργειακού πάρκου, επηρεάζουν τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, τις επενδύσεις και την ασφάλεια του εφοδιασμού σε όλη την Ευρώπη. Η ισχυρή χρήση των μη συντονισμένων εθνικών κινήτρων για την υποστήριξη των περιουσιακών στοιχείων απόδοσης (μηχανισμοί δυναμικότητας, feed-in- tariffs), οδηγεί σε μια κοστοβόρα δημιουργία των περιουσιακών στοιχείων απόδοσης. (το υψηλό επίπεδο της έμμεσης υποστήριξης σε κάποιες τεχνολογίες, [ανανεώσιμες, πυρηνικές] καθιστά άλλες τεχνολογίες απαραίτητες για το σύστημα ασφάλειας, λιγότερο ανταγωνιστικές. Συνεπώς, διάφορα μεμονωμένα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανίας και Γαλλίας, εξετάζουν μια μη συντονισμένη εισαγωγή εθνικών κινήτρων για αυτές τις τεχνολογίες). Όλα αυτά αυξάνουν το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τους πολίτες και τον κλάδο, περισσότερο από ό,τι θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί σε ένα καλά συντονισμένο σύστημα.

Υπό αυτές τις συνθήκες, στενότερη συνεργασία θα μπορούσε να παράγει μετρήσιμα οφέλη για τους πολίτες της Γαλλίας και της Γερμανίας, μέσω της μείωσης του κόστους ενέργειας για τους τελικούς καταναλωτές και τον κλάδο, καθώς και μέσω της βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών παρόχων ενεργειακής τεχνολογίας. Αλλά για να συμβεί αυτό, δεν θα είναι αρκετή μια μικρή πρόοδος σε θέματα που ο καθένας θα μπορούσε να συμφωνήσει ή κάποιες δαπάνες μεγάλων χρηματικών ποσών για συμβολικά projects.

Στο παρελθόν, τα οφέλη από τον μεγαλύτερο συντονισμό σε κρίσιμα ζητήματα όπως η λειτουργία του συστήματος μεταφοράς και σχεδιασμού, η στήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή η χρηματοδότηση για σπανίως χρησιμοποιημένους ενεργειακούς σταθμούς, δεν έχουν θεωρηθεί αρκετά μεγάλοι για να εξισορροπήσουν το σημαντικό πολιτικό και οικονομικό κόστος. Ωστόσο, πρόσφατες εξελίξεις (διαχωρισμός, ανανεώσιμες, αυξημένο διασυνοριακό εμπόριο) έχουν αυξήσει σημαντικά την αξία του περαιτέρω συντονισμού. Επομένως, είναι η κατάλληλη στιγμή για να εξετάζεται ως ενδεχόμενο, το να γίνει ένα βήμα προς την κατεύθυνση της αυξημένης συνεργασίας. Εάν το θελήσουν, Γαλλία και Γερμανία θα μπορούσαν να γίνουν η avant-garde της διασυνοριακής συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα στην ηπειρωτική Ευρώπη, και να θέσουν έτσι το πρότυπο για την Ευρώπη. Τι θα γινόταν εάν προτεινόταν ένα σχήμα υποστηριζόμενο από κοινού από τις Γαλλία και Γερμανία ή ένας μηχανισμός κοινής αποδοτικότητας; Ή εάν η Γερμανία και η Γαλλία ενθάρρυναν τους διαχειριστές των ηλεκτρικών συστημάτων τους να συγχωνευτούν προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ της Βαλτικής Θάλασσας και της Μεσογείου; Ή εάν οι Γαλλία και Γερμανία συμφωνήσουν σε μια συνεκτική πρόταση για ένα κοινό σχεδιασμό της αγοράς που επιτρέπει την πλήρη απεξάρτηση από τον άνθρακα μέχρι το 2050;

Πολλές χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης δεν θα ήταν σε θέση να αντισταθούν στα πλεονεκτήματα που θα παρείχε η ένταξη σε μια τόσο ισχυρή συνεργασία, εάν οι Γαλλία και Γερμανία μπορούσαν θετικά να διευθετήσουν αυτές τις σημαντικές επιδράσεις αναδιανομής που περιλαμβάνονται σε τέτοια ερωτήματα, προκειμένου να μοιραστούν τα οφέλη της συνεργασίας. Και η Συνθήκη των Ηλυσίων θα μπορούσε να γίνει ξανά ένας καταλύτης για περισσότερη ευρωπαϊκή ενοποίηση, προς όφελος των ανθρώπων της.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου