Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Η συμφωνία της τελευταίας στιγμής στις ΗΠΑ δεν λύνει το δημοσιονομικό πρόβλημα

Οι Αμερικανοί πολιτικοί δημιουργούν κρίσεις που βλάπτουν την οικονομία τους, υποστηρίζει σήμερα ο Τύπος.
Ο Αμερικανός πρόεδρος με τον αντιπρόεδρο Τζο Μπάϊντεν στον κήπο του Λευκού Οίκου.
Καταπέλτης είναι ο αμερικανικός αλλά και ο διεθνής Τύπος κατά του πολιτικού κόσμου των ΗΠΑ, η εικόνα του οποίου υπήρξε προβληματική στη διάρκεια της τελευταίας δημοσιονομικής κρίσης. Μολονότι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο απέφυγε την ύστατη στιγμή μια ολέθρια στάση πληρωμών, μεγάλοι εκδοτικοί όμιλοι όπως Reuters, New York Times, αλλά και ο βρετανικός Economist, επικρίνουν δριμύτατα την Ουάσιγκτον, καθώς εκτιμούν πως η συμφωνία της τελευταίας στιγμής όχι μόνο δεν έλυσε τα προβλήματα, αλλά συνεπάγεται κόστος για την αμερικανική οικονομία, όπως άλλωστε και η παρατεταμένη δημοσιονομική αβεβαιότητα των τελευταίων ετών.

Το Reuters φθάνει μάλιστα στο σημείο να χαρακτηρίζει «υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για την αμερικανική οικονομία» τους εκλεγμένους εκπροσώπους του αμερικανικού λαού. Τονίζει πως η κρίση χρέους, οι οριζόντιες περικοπές δαπανών και το «λουκέτο» στο αμερικανικό Δημόσιο επί 16 ημέρες δεν επαρκούν μεν για να εξωθήσουν την αμερικανική οικονομία σε ύφεση, αλλά οι πολιτικές «γκάφες» των τελευταίων ετών έχουν επιβραδύνει τους ρυθμούς ανάπτυξης και έχουν κρατήσει εκτός της αγοράς εργασίας περίπου 2.000.000 άτομα. Το Reuters τονίζει πως η διακυβέρνηση των ΗΠΑ μέσω κρίσεων ίσως εξωθεί τις επιχειρήσεις να διατηρούν τα κεφάλαιά τους παρά να επεκτείνονται σε νέες μονάδες παραγωγής, να αγοράζουν εξοπλισμό και να προσλαμβάνουν υπαλλήλους.

Ενδεικτική είναι η εκτίμηση του Μαρκ Ζαντί, κορυφαίου οικονομολόγου της Moody’s, πως «ο λόγος που η αμερικανική οικονομία δεν μπορεί να επιταχυνθεί σημαντικά είναι η αβεβαιότητα που δημιουργεί η Ουάσιγκτον». Ο ίδιος θεωρεί πως η λιτότητα που εφαρμόστηκε στις ΗΠΑ οδήγησε στην απώλεια 2,25 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας και τονίζει πως, αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι περικοπές δαπανών, σήμερα η ανεργία θα ήταν 6,3% και όχι 7,7%. Σύμφωνα με τον Γκρεγκ Βαλιέρ, αναλυτή του ομίλου Potomac Research, «η αλληλουχία της μιας κρίσης μετά την άλλη διαβρώνει την οικονομία». Ο ίδιος αναρωτιέται: «Οταν κάποιος έχει μια επιχείρηση, μπορεί να κάνει σχέδια σε ένα τέτοιο περιβάλλον;». Οπως, άλλωστε, δηλώνει στο Reuters ο Λόρενς Φινκ, διευθύνων σύμβουλος της BlackRock, «οι περισσότεροι διευθύνοντες σύμβουλοι επιχειρήσεων στις ΗΠΑ προβλέπουν επιβράδυνση στον επιχειρηματικό τομέα εξαιτίας όλων αυτών».

Τόσο το Reuters όσο και οι New York Times επικαλούνται μελέτη που εκπόνησε η Macroeconomic Advisers για λογαριασμό του ιδρύματος Peter G. Peterson Foundation σχετικά με το σωρευτικό κόστος όλων αυτών των επεισοδίων δημοσιονομικής κρίσης των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια.

Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα, η αβεβαιότητα από το 2009 μέχρι σήμερα έχει αποτέλεσμα να αυξηθεί το κόστος δανεισμού για ορισμένες επιχειρήσεις κατά 0,38% και να έχει επιβραδυνθεί ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης κατά 0,3% ετησίως, που ισοδυναμεί με συνολικό διαφυγόν ΑΕΠ τουλάχιστον 150 δισ. δολ. Εκτιμά, άλλωστε, πως η αβεβαιότητα έχει οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας κατά 0,6%, που μεταφράζεται στην απώλεια 900.000 θέσεων εργασίας. Και πως θα είχαν σήμερα δουλειά 1,2 εκατ. Αμερικανοί άνεργοι αν το Κογκρέσο είχε διατηρήσει τις δαπάνες στα επίπεδα του 2010. Σε ό,τι αφορά δε το κόστος του «λουκέτου» στο αμερικανικό Δημόσιο, υπολογίζει πως ισοδυναμεί με μείωση του ΑΕΠ κατά 0,7% ετησίως, δηλαδή διαφυγόν ΑΕΠ ύψους 300 δισ. δολαρίων μέσα σε τρία χρόνια.

Πιο επικριτικός όλων ο βρετανικός Economist, που, αν και χρησιμοποιεί το βρετανικό φλέγμα για να χαρακτηρίσει τους Αμερικανούς πολιτικούς «ανθρώπους του τελευταίου λεπτού», μιλάει για «ηλίθια» διαμάχη στις ΗΠΑ και «γελοιότητες» που διημείφθησαν στη διάρκειά της. Κατηγορεί τον πολιτικό κόσμο των ΗΠΑ ότι «έχει εθιστεί στη δημιουργία κρίσεων» και τονίζει πως η χώρα έχει πληρώσει τεράστιο τίμημα στην απώλεια ευκαιριών. Υπογραμμίζει ότι κάθε φορά που οι πολιτικοί φέρνουν τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, υπονομεύεται η αξιοπιστία της και τονίζει ότι η ζημία συνεχίζεται.

Τονίζει, άλλωστε, πως η αμερικανική κυβέρνηση χάνει τις ευκαιρίες που της προσφέρει το ιστορικά χαμηλό κόστος δανεισμού της, ενώ θα μπορούσε να προχωρήσει σε ευεργετικές δημόσιες επενδύσεις για να προωθήσει τη μεσο-μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.

ΠΗΓΗ: http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_1_18/10/2013_523695

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου