Σημαίες τού AfD μπροστά στις Πύλες του Βραδεμβούργου στο Βερολίνο, στις 16 Σεπτεμβρίου 2013. (Fabrizio Bensch / Courtesy Reuters)
Για χρόνια, η Γερμανία απολάμβανε την ευγενή διάκριση του να είναι η μόνη μεγάλη ευρωπαϊκή χώρα χωρίς ένα σημαντικό δεξιό, αντιευρωπαϊκό κόμμα. Αλλά μακράν τού να γιορτάζουν το ξαφνικό κύρος τής χώρας τους ως υποδειγματική δημοκρατία τής ηπείρου, πολλοί Γερμανοί παρατηρητές υπέφεραν από κάποιον βαθμό αναστάτωσης. Ήταν απλώς θέμα χρόνου, πίστευαν, μέχρι ένας ταλαντούχος λαϊκιστικής -κάποιος χαρισματικός, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και επαγγελματικά επιτυχημένος, να βρει μια φόρμουλα που θα προσελκύσει το γερμανικό κοινό. Στο κάτω-κάτω, οι έρευνες έχουν δείξει επανειλημμένα ότι οι Γερμανοί είναι εξίσου πιθανό να φιλοξενήσουν ανταγωνιστικά προς την ΕΕ, εχθρικά προς τους αλλοδαπούς και ισλαμοφοβικά συναισθήματα όπως οι ομόλογοί τους στις Κάτω Χώρες, την Σκανδιναβία και αλλού στην Ευρώπη, όπου τα κόμματα της δεξιάς κερδίζουν τακτικά το ένα τέταρτο των ψήφων -και μέχρι που συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνασπισμού.
Αυτά τα προαισθήματα έχουν πλέον εκπληρωθεί. Το κόμμα «Εναλλακτική για την Γερμανία» (Alternative for Germany, AFD) εξερράγη στην πολιτική σκηνή τής Γερμανίας φέτος, κερδίζοντας 10% των ψήφων ή και λίγο παραπάνω σε τρεις περιφερειακές εκλογές στην Ανατολική Γερμανία και 7% στις ευρωεκλογές αυτή την άνοιξη. Ιδρυθέν το 2013, το AFD τώρα σε τακτικές δημοσκοπήσεις καταγράφει πάνω από 10% [1] σε ολόκληρη την χώρα, έστω κι αν δεν έχει ακόμη καταφέρει να εισέλθει στην Bundestag. (Στις εθνικές εκλογές πέρσι, έχασε για λίγο το όριο του 5% για να εισέλθει στο κοινοβούλιο). Είναι σαφές ότι το φαινόμενο του AFD δεν είναι ένα πυροτέχνημα. Ίσως να μην μπορέσει ποτέ να κυβερνήσει άμεσα, αλλά είναι βέβαιο ότι θα έχει μια βαθιά επίδραση στην γερμανική πολιτική.
Το κόμμα οφείλει την δραματική προώθησή του στον απίθανο ηγέτη του, τον Bernd Lucke. Ο Lucke –ένας λαμπερός και καθαρός 52χρονος πατέρας πέντε παιδιών και καθηγητής οικονομικών από το Αμβούργο- έχει καταφέρει να αρθρώσει ένα στυλ εθνικού λαϊκισμού που ταιριάζει απόλυτα με τους περιορισμούς τής γερμανικής πολιτικής. Έχει τοποθετήσει το AFD στα δεξιά των κεντροδεξιών Χριστιανοδημοκρατών τής καγκελαρίου Angela Merkel και ταυτόχρονα κράτησε το κόμμα σε κοντινή απόσταση από το είδος τού καθαρού εθνικισμού που θυμίζει την δημαγωγία στις μπιραρίες που συνόδευσε την καταστροφική άνοδο των ναζί στην εξουσία τον 20ο αιώνα -καθώς και πολλούς από τους μικρότερες μιμητές τους έκτοτε. Μέχρι που εμφανίστηκε το AFD, πολλές δεκάδες υποκριτών είχαν προσπαθήσει να κατακτήσουν αυτό το έδαφος στο πολιτικό τοπίο τής μεταπολεμικής Γερμανίας, αλλά όλοι απέτυχαν, πέφτοντας τελικά στην αγκαλιά των πολυσυλλεκτικών Χριστιανοδημοκρατών ή στο δεξί άκρο, στο τέλμα τού πυρήνα των ξενόφοβων και των νεοναζί.
Το AFD, αντίθετα, έχει διακοσμήσει την προμετωπίδα του με αλλοτινά μέλη τού γερμανικού πολιτικού κατεστημένου που λένε ότι ο παρωχημένος δημοσιονομικός συντηρητισμός είναι το πάθος τους. Ένας από τους πιο επιφανείς υποστηρικτές τού Lucke είναι ο Hans-Olaf Henkel, πρώην στέλεχος της IBM, κάποτε διευθυντής τής πανίσχυρης Ομοσπονδίας Γερμανικών Βιομηχανιών και νυν μέλος τού φιλοεπιχειρηματικού Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP). Μια χούφτα άλλων αξιοσέβαστων, έμπειρων πολιτικών -συμπεριλαμβανομένου ενός αριθμού γνωστών προσώπων από τους Χριστιανοδημοκράτες- έχουν υποσχεθεί την υποστήριξή τους προς τον Lucke. Μεταξύ των ιδρυτών τού κόμματος, για παράδειγμα, είναι ο Gerd Robanus και ο Alexander Gauland, οι οποίοι εγκατέλειψαν το κόμμα τής Μέρκελ επειδή ήταν δυσαρεστημένοι με την μετριοπαθή αναμόρφωση του κόμματος τα τελευταία χρόνια.
Το AFD έχει χτυπήσει σε μερικά εμπόδια. Το κόμμα έπρεπε να ασχοληθεί με πολλαπλές γκάφες, ανατροπές πολιτικής και εξάρσεις εσωκομματικού ανταγωνισμού -και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρξουν περισσότερα τέτοια στο μέλλον. Θυμωμένα ρεύματα τής δεξιάς προφανώς κρύβονται κάτω από την καθηγητική βιτρίνα τού κόμματος. Και μια βιαστική εξέταση της πλατφόρμας τού κόμματος αποκαλύπτει ότι δεν είναι τελείως διαφορετική από εκείνες του γαλλικού Εθνικού Μετώπου, του Κόμματος των Φινλανδών, του δανέζικου Λαϊκού Κόμματος και των δεξιών αδελφών τους αλλού στην Ευρώπη, αν και η επίσημη παρουσίαση των πολιτικών από τους αξιωματούχους τού AFD είναι πιο ανώδυνη.
Το κεντρικό επιχείρημα του AFD είναι ότι η Γερμανία υπήρξε ένα σαφές θύμα τής κρίσης τού ευρώ, εξαναγκασμένη ενάντια στην θέλησή της -και στην κοινή λογική- να διασώζει συνεχώς τους καταχρεωμένους Νοτιο-ευρωπαίους. Οι αρχιτέκτονες των διορθωτικών μέτρων τής ευρωκρίσης εξαπάτησαν το γερμανικό κοινό, κάνοντάς το να πληρώσει για τις αμαρτίες των σπάταλων Νοτιο-ευρωπαίων. Η μόνη υπεύθυνη πολιτική για την διατήρηση της μακροπρόθεσμης ανταγωνιστικότητας της Γερμανίας στην παγκόσμια αγορά είναι να πιέσει για την διάλυση της ευρωζώνης και, τελικά, ίσως, την επαναφορά τού γερμανικού μάρκου. Τα στελέχη τού AFD παραδέχονται ότι για τους Νοτιο-ευρωπαίους το κοινό νόμισμα υπήρξε ακόμη πιο καταστροφικό –κάτι που είναι ο λόγος για τον οποίον υποστηρίζουν ότι οι χώρες αυτές θα πρέπει να είναι οι πρώτες που θα εγκαταλείψουν το ευρώ (αν όχι με την δική τους βούληση, τότε τελικά με διάταγμα των Βρυξελλών). Οι υπόλοιποι Βορειο-ευρωπαίοι θα μπορούσαν στην συνέχεια να θέσουν τις βάσεις για την σταδιακή αποκατάσταση των δικών τους εθνικών νομισμάτων.
Το AFD δεν επιτίθεται βίαια εναντίον τής ΕΕ ή στην ένταξη της Γερμανίας σε αυτήν. Αλλά το κόμμα οραματίζεται σίγουρα μια Γερμανία που θα αποβάλλει την μακροχρόνια μεταπολεμική στρατηγική της να υπηρετεί ως ένας ταπεινός, ανιδιοτελής εγγυητής τής ευρωπαϊκής ενότητας, και θα αγκαλιάζει τα δικά της συμφέροντα. Το κόμμα πιστεύει ότι η Γερμανία δεν θα πρέπει πλέον να αγνοεί τις άμεσες ανάγκες της για χάρη ενός κοινού ευρωπαϊκού σχεδίου. «Πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά για τα γερμανικά συμφέροντα», λέει ο Lucke [2]. Για μερικούς Γερμανούς, αυτό ακούγεται σαν πομπώδης εθνικισμός. Αλλά για τους άλλους, φαίνεται μια δικαιολογημένη έκκληση ώστε η Γερμανία να παίξει με τους ίδιους κανόνες όπως και κάθε άλλο κράτος-μέλος τής ΕΕ.
Αλλά οι γερμανοκεντρικές δημοσιονομικές πολιτικές από μόνες τους δεν μπορούν να εξηγήσουν την επιτυχία τού κόμματος. Πράγματι, ως ένα μονοθεματικό κόμμα, το AFD αρχικά είχε ένα αργό ξεκίνημα. Και ήταν μέχρι το κόμμα να διευρύνει το πεδίο του και να υιοθετήσει μια αντι-μεταναστευτική, υπέρ τού νόμου και της τάξης, και ισλαμοφοβική ατζέντα που άρχισε να συγκεντρώνει υποστήριξη. Στελέχη τού κόμματος αναγνωρίζουν ότι οι εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις τής Μέρκελ στο δικό της κόμμα -συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης της στράτευσης, της υποστήριξης κάποιων μέτρων ίσης προστασίας για τους ομοφυλόφιλους και τις λεσβίες, της υποστήριξης ενός κατώτατου μισθού, της εγκατάλειψης της πυρηνικής ενέργειας, και της προσέγγισης των μουσουλμάνων στην Γερμανία -άφησε πολλούς παραδοσιακούς κοινωνικά συντηρητικούς να ψάχνουν για μια εναλλακτική λύση. Όσο για τους πιο ωμά εθνικιστές, τους δεξιούς των μπιραριών, για χρόνια δεν υπήρχε ένα βιώσιμο κόμμα - από τότε που το κόμμα Republikaner διαλύθηκε στις αρχές τού 1990. Το AFD επεξεργάστηκε ένα μανιφέστο που απευθύνθηκε στις επιτακτικές ανησυχίες και των δύο ομάδων –την προστασία τού γερμανικού Volk [λαού]. Το κόμμα υποσχέθηκε να υπερασπιστεί τις ισχυρές οικογενειακές αξίες και την ευρωπαϊκή ταυτότητα ως έναν λευκό χριστιανικό πολιτισμό.
Όπως και τα περισσότερα λαϊκίστικα κόμματα, το AFD είναι ασαφές όσον αφορά συγκεκριμένες πολιτικές: Είναι πολύ πιο εναρμονισμένο με τα συναισθήματα του κοινού από όσο με τις πρακτικές ανάγκες τής χώρας. Φυσικά, το AFD μετριάζει την ρητορική του για να αποφύγει την οργή των άλλων κομμάτων: Αντί να εκστομίζει κλασικά ακροδεξιά συνθήματα όπως «να σταματήσει η μαζική μετανάστευση», το AFD λέει απλά, «η μετανάστευση χρειάζεται σαφείς κανόνες». Αλλά η εκλογική βάση τού κόμματος ξέρει τι ευνοεί.
Η σύνθεση των ψηφοφόρων τού AFD επιβεβαιώνει αυτό που οι δημοσκοπήσεις έχουν δείξει εδώ και χρόνια: Παρά το γεγονός ότι λίγοι Γερμανοί αυτοπροσδιορίζονται ανοιχτά ως δεξιοί, πολλοί άνθρωποι από όλο το πολιτικό φάσμα ενστερνίζονται ανελεύθερες πολιτικές πεποιθήσεις. Δεν ήταν έκπληξη ότι το AFD άντλησε ψήφους κυρίως από τους Χριστιανοδημοκράτες και το FDP (βγάζοντας το τελευταίο έξω από το ανατολικογερμανικό νομοθετικό σώμα συνολικά), σάρωσε τους ψηφοφόρους τής ακροδεξιάς, και προσέλκυσε πολλούς που στο παρελθόν δεν ψήφιζαν καθόλου, συμπεριλαμβανομένων πολλών νέων ανθρώπων. Αλλά το κόμμα άντλησε επίσης έναν εκπληκτικό αριθμό ψηφοφόρων οι οποίοι προηγουμένως είχαν ευθυγραμμιστεί τόσο με τους Σοσιαλδημοκράτες και, ακόμη περισσότερο, με το Αριστερό Κόμμα (μια δημοκρατική σοσιαλιστική αναμόρφωση του Κομμουνιστικού Κόμματος της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, το οποίο προσφέρει την δική του αριστερή εκδοχή στον ευρωσκεπτικισμό).
Η επόμενη περιφερειακή εκλογή στην Γερμανία είναι στις αρχές τού 2015 στο Αμβούργο. Εάν η άνοδος του AFD συνεχιστεί αμείωτη, το πολιτικό σκηνικό τής Γερμανίας θα μεταμορφωθεί σημαντικά -με συνέπειες για το σύνολο της Ευρώπης. Κατ’ αρχήν, το κόμμα τής Μέρκελ θα πρέπει να προχωρήσει με θάρρος προς τα δεξιά για να ανακτήσει τους ψηφοφόρους που έχει χάσει. Μέχρι τώρα, έχει προσπαθήσει να απεικονίσει το AFD ως πέρα από χλωμό – ο υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επετέθη στο AFD για ξενοφοβική προπαγάνδα, ανέντιμη αποτύπωση στατιστικών για την εγκληματικότητα και δυσφήμιση των εσωτερικών ανοικτών συνόρων τής ΕΕ- αλλά αυτή η στρατηγική δεν έχει λειτουργήσει. Το λιγότερο, η άνοδος του AFD μπορεί να αναγκάσει την Μέρκελ να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να επιδιώκει την αδήριτα αναγκαία μεταναστευτική μεταρρύθμιση.
Θα μπορούσε επίσης να σημαίνει μια απότομη λοξοδρόμηση στην πορεία τής σταδιοδρομίας τής Ursula von der Leyen [3], της δημοφιλούς υπουργού Άμυνας και συχνά αναφερόμενης ως διαδόχου τής Μέρκελ. Αλλά το κόμμα πιθανότατα θα χρειαστεί μια πιο συντηρητική σημαιοφόρο από την μικροαστή μητέρα επτά παιδιών, της οποίας η κύρια προτεραιότητα κατά το παρελθόν έτος ήταν να κάνει τον στρατό τής Γερμανίας, τον Bundeswehr, πιο φιλικό προς την οικογένεια. Το πρόβλημα είναι ότι η Μέρκελ έχει κυριαρχήσει τόσο πολύ στο κόμμα κατά την διάρκεια της βασιλείας της, διώχνοντας μακριά τους συντηρητικούς παλαιάς κοπής, πού απλά δεν έχουν απομείνει και πολλοί στο κόμμα. Μια δεξιόστροφη μετατόπιση των Χριστιανοδημοκρατών θα σήμαινε επίσης ότι η πιθανότητα μιας συμμαχίας μεταξύ αυτών και του Κόμματος των Πρασίνων σε εθνικό επίπεδο το 2017 θα γίνει πολύ μικρή.
Στην πραγματικότητα, οι Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι έχουν κυβερνήσει σχηματίζοντας έναν συνασπισμό με το AFD, θα μπορούσαν να απομείνουν χωρίς κανέναν μελλοντικό συνεργάτη για πολιτικό συνασπισμό. Ο συνεργάτης τής επιλογής τους ήταν από καιρό το FDP, με το οποίο κυβέρνησαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τής δεκαετίας τού 1980 και του 1990 και ακόμη και πρόσφατα όπως την περίοδο 2009-13. Αλλά το FDP, το οποίο ήταν με την πλάτη στον τοίχο ακόμη και πριν από την έλευση του AFD, βρίσκεται τώρα αντιμέτωπο με μια υπαρξιακή κρίση, αφού αγωνίζεται επανειλημμένα να ξεπεράσει το εμπόδιο του 5% για να πληροί τις προϋποθέσεις για τα εθνικά και πολιτειακά κοινοβούλια. Η άνοδος του AFD σίγουρα καρφώνει άλλο ένα καρφί στο φέρετρό του, αφήνοντας τους Χριστιανοδημοκράτες και το AFD ως τα μόνα βιώσιμα κόμματα στην δεξιά πλευρά τού πολιτικού τοπίου τής Γερμανίας. Έτσι, μόνος διαθέσιμος εταίρος τής Μέρκελ είναι οι Σοσιαλδημοκράτες, με την μορφή ενός μεγάλου συνασπισμού, όπως αυτός που κυβερνά τώρα στο Βερολίνο. Αλλά αυτό θα ορίσει το SPD ως τον νέο πολιτικό καθοριστικό παίκτη τής χώρας, δίνοντας την δυνατότητα σχηματισμού μελλοντικών συμμαχιών είτε με τους Χριστιανοδημοκράτες είτε με τους Πράσινους και το Αριστερό Κόμμα. Αυτός ο τελευταίος αστερισμός ανακοίνωσε πρόσφατα την πρώτη περιφερειακή κυβέρνησή του στο νοτιοανατολικό κρατίδιο της Θουριγγίας, όπου οι Χριστιανοδημοκράτες, παρά το ότι κέρδισαν μακράν τις περισσότερες ψήφους, σνομπαρίστηκαν από το πολύ ασθενέστερο SPD. Οι Σοσιαλδημοκράτες θεώρησαν ότι τους είχαν προσφέρει μια καλύτερη συμφωνία από τα αριστερά -και την δέχθηκαν.
Η στροφή στον ορίζοντα του γερμανικού συντηρητισμού είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, διότι η γερμανική CDU έχει γίνει ο σημαιοφόρος τού σύγχρονου ευρωπαϊκού συντηρητισμού. Η Μέρκελ μετέτρεψε τον γερμανικό συντηρητισμό σε μια ιδεολογία που ασχολείται περισσότερο με τις βέλτιστες πρακτικές από όσο με το αίμα και το χώμα. Το εμπειρικό στυλ τής ηγεσίας της πρότεινε ότι ο συντηρητισμός θα μπορούσε να είναι ανοιχτόμυαλος, συνειδητός σε σχέση με τα φύλα, ανήσυχος για το περιβάλλον, ακόμα και φεμινιστικός. Το AFD είναι απίθανο να κάνει δημόσια πολιτική στην Γερμανία οποτεδήποτε σύντομα, αλλά έχει ήδη αντίκτυπο περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής τής κληρονομιάς τής Μέρκελ.
sourche: http://foreignaffairs.gr/articles/70050/paul-hockenos/oi-eygeneis-germanoi-laikistes?page=show
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου