Στις 13 Απριλίου 2015, η Ρωσία ανακοίνωσε την απελευθέρωση και την επερχόμενη παράδοση των προηγμένων αεροπορικών αμυντικών συστημάτων S-300 στο Ιράν. Η αποστολή είχε καθυστερήσει για έξι χρόνια, αν και η Ρωσία υποστήριξε πως αυτά τα συστήματα ήταν για αμυντικούς και όχι για επιθετικούς σκοπούς και παρά το γεγονός ότι το Ιράν είχε ήδη πληρώσει για αυτά. Η καθυστέρηση ήταν το αποτέλεσμα αιτήματος από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ να παρακρατήσει τα συστήματα και να μην τα παραδώσει στο Ιράν, όσο οι δυτικές δυνάμεις προσπαθούσαν να πείσουν το Ιράν να εγκαταλείψει το πυρηνικό στρατιωτικό του πρόγραμμα, τόσο μέσω διαπραγματεύσεων όσο και μέσω της απειλής στρατιωτικής δράσης εναντίον των πυρηνικών υποδομών του.
Εάν οι S-300 θεωρούνται αμυντικά συστήματα, η παράδοσή τους δεν συνιστά παραβίαση των διεθνών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στο Ιράν. Ωστόσο, το ευρύτερο πλαίσιο αυτής της εξέλιξης είναι η διαμάχη μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης γενικότερα, και των ΗΠΑ συγκεκριμένα, για επιρροή στο πλαίσιο της επέκτασης του ΝΑΤΟ στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, της διαμάχης στην Ουκρανία και των επακόλουθων οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν εναντίον της Ρωσίας. Οι κυρώσεις στοχεύουν ειδικά στα ανώτερα κυβερνητικά και οικονομικά στελέχη της Ρωσίας και θεωρούνται από τη Μόσχα ως μια προσπάθεια να υπονομεύσουν την εσωτερική σταθερότητα και τη διακυβέρνηση. Φαίνεται ότι αυτό είναι το υπόβαθρο της ρωσικής απόφασης για την επέκταση της διαμάχης με τις ΗΠΑ και τη Δύση, στη Μέση Ανατολή.
Αυξημένη ρωσική δραστηριότητα στη Μέση ΑνατολήΠέρα από την ανακοίνωσή της για την παράδοση των συστημάτων S-300 στο Ιράν, η Ρωσία έχει τους τελευταίους μήνες αυξήσει τη δραστηριότητά της στη Μέση Ανατολή. Οι επισκέψεις του Ρώσου υπουργού Άμυνας, Sergei Shoigu στην Τεχεράνη τον Ιανουάριο και του προέδρου Vladimir Putin στην Αίγυπτο τον επόμενο μήνα, η ρωσική προμήθεια όπλων στην Αίγυπτο, η επίσκεψη του προέδρου της Παλαιστινιακής Αρζής Mahmoud Abbas στη Μόσχα τον Απρίλιο του 2015 για να συζητήσουν την ισραηλινό-παλαιστινιακή πολιτική διαδικασία, οι ρωσό-ιορδανικές επαφές σχετικά με την προμήθεια πυρηνικών αντιδραστήρων στην Ιορδανία, η ρωσική εμπλοκή στη Συρία, όπως εκδηλώθηκε εν μέρει από τις ενέργειες προς μια λύση που θα διατηρούσε στη θέση του το καθεστώς του Bashar Assad, και η πρόσβαση πρόσκληση σε ανώτερους αξιωματούχους της Σαουδικής Αραβίας να επισκεφθούν την Μόσχα, είναι όλα ενδείξεις αυτής της αυξημένης δραστηριότητας.
Όπως ανακοινώθηκε από τον Ρώσο αναπληρωτή υπουργό Άμυνας, Anatoly Antonov, η επίσημη εξήγηση για την απελευθέρωση των εναέριων αμυντικών συστημάτων που εξαγοράστηκαν από το Ιράν, είναι ότι το Ιράν ζήτησε τα λεφτά του πίσω καθώς τα συστήματα δεν είχαν παραδοθεί. Δεδομένων των ρωσικών οικονομικών δυσκολιών λόγω των δυτικών κυρώσεων, δεν μπορεί να πληρώσει την ποινή των περίπου 4 δισ. δολαρίων που απαιτούνται από το Ιράν (αν και η συμφωνία από μόνη της κόστιζε 1 δισ. δολάρια). Αλλά η λογική που διέπει την ηγεσία στη Μόσχα ήταν πολύ ευρύτερη, και περιελάμβανε την ανησυχία ότι μια τελική συμφωνία για το πυρηνικό ζήτημα θα έφερνε το Ιράν πιο κοντά στις ΗΠΑ, ενώ η Ρωσία θα ήθελε να δει το Ιράν να κινείται πιο κοντά στη Μόσχα. Στις 2 Απριλίου, η έκδοση από την ομάδα Ρ5+1 των αρχών της πυρηνικής συμφωνίας, λειτούργησε ως μια κατάλληλη ευκαιρία για την Ρωσία να ανακοινώσει την άμεση παράδοση των συστημάτων και να είναι το πρώτο από τα κράτη παγκοσμίως που θα αναλάβει δράση προς την άρση των κυρώσεων στο Ιράν και ίσως ακόμη και να προάγει τις ενεργειακές, οικονομικές συμφωνίες και συμφωνίες στον τομέα της ασφάλειας, με το Ιράν.
Η πολιτική της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή είναι φαινομενικά ουδέτερη, αλλά στην πράξη η Ρωσία τείνει να υποστηρίζει τον ιρανικό άξονα, δηλαδή τη Σύρια και το Ιράκ, καθώς και την Υεμένη, καθώς ζητά την μη παρέμβαση των αραβικών στρατών εναντίον τν Χούτις. Στη Μόσχα, κάποιοι έχουν αποδώσει ευθύνες για την εξάπλωση της τρομοκρατίας των Σουνιτών Σαλαφιστών στη Μέση Ανατολή και ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας, στο στρατόπεδο των σουνιτικών αραβικών κρατών, με ηγέτιδα τη Σαουδική Αραβία. Την ίδια στιγμή, η Ρωσία παίζει ένα διπλό παιχνίδι στην περιοχή: από τη μία πλευρά, οι ηγέτες της υποστηρίζουν τον ιρανικό άξονα, αλλά την ίδια στιγμή προσπαθεί να δημιουργήσει πιο στενές σχέσεις με τα κυρίαρχα σουνιτικά κράτη -Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος, Τουρκία, τα πριγκιπάτα του Κόλπου και την Ιορδανία- καθώς επίσης και με το Ισραήλ.
Πραγματικά, η Μόσχα παίζει ένα σύνθετο παιχνίδι σε σχέση με το Ισραήλ. Τα τελευταία χρόνια, οι δύο τους έχουν δημιουργήσει πιο στενές σχέσεις, όπως αποδείχθηκε με την παρακράτηση των S-300 από την πλευρά της Ρωσίας που προοριζόταν για το Ιράν και τη Συρία, καθώς και από την σιωπηλή συμφωνία με βάση την οποία ούτε η Μόσχα ούτε η Ιερουσαλήμ θα παρέμβουν σε οποιαδήποτε διαμάχη περιλαμβάνει μία εξ αυτών και μια τρίτη πλευρά. Ως εκ τούτου, το Ισραήλ διατήρησε μια ουδέτερη στάση αναφορικά με την ρωσική πολιτική στην Κριμαία και την Ουκρανία, και η Ρωσία -μέχρι προσφάτως- απέφυγε να προκαλέσει το Ισραήλ στο παλαιστινιακό, ακόμη και κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Protective Edge. Παρόλα αυτά, η Ρωσία δεν έχει δειλιάσει να πλήξει τα ισραηλινά συμφέροντα όταν διακυβεύεται η επιρροή της στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα όταν υπάρχει το ζήτημα να αψηφήσει τις ΗΠΑ.
ΚΑι πάλι, η πρόθεση να παραδώσει τα προηγμένα συστήματα S-300 στο Ιράν δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια πολιτική που κατευθύνεται ειδικά εναντίον του Ισραήλ. Είναι συνεπώς πιθανό η Ρωσία να επιχειρήσει να κατευνάσει τις ανησυχίες των Ισραηλινών μέσω πολιτικού διαλόγου και να το αποζημιώσει μέσω οικονομικών projects. Εξάλλου, η Ρωσία θεωρεί το Ισραήλ ως ένα σημαντικό παίχτη στην Μέση Ανατολή, απαραίτητο για την σταθερότητα στην περιοχή, που τονώνει την πολιτική διαδικασία με τους Παλαιστίνιους και σταματάει την εξάπλωση της ριζοσπαστικής ισλαμικής τρομοκρατίας.
Το Ισραήλ δεν μπορεί να αγνοήσει την πρόσφατη εξέλιξη αλλά πρέπει επίσης να αποφύγει να δημιουργήσει μια σοβαρή κρίση με τη Ρωσία. Επομένως, το Ισραήλ θα κάνει καλά να δώσει στην Μόσχα να αντιληφθεί ότι σκοπεύει να επανεξετάσει σειρά ζητημάτων που σχετίζονται με την Ρωσία, μεταξύ των οποίων και την “ουδετερότητα” του Ισραήλ σε σχέση με την ουκρανική κρίση, πιθανές συμφωνίες για όπλα μεταξύ του Ισραήλ και γειτόνων της Ρωσίας, κάτι που το Ισραήλ μέχρι τώρα έχει αποφύγει λόγω της αντίδρασης της Ρωσίας, τη ρωσική πρωτοβουλία αναφορικά με την πολιτική διαδικασία με τους Παλαιστίνιους, ιδιαίτερα εάν αυτή δεν συντονίζεται με τις ΗΠΑ, μια εξισορρόπηση των ρωσικών συμφερόντων αναφορικά με την προμήθεια φυσικού αερίου στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ευρώπης, και την υποστήριξη για τα σουνιτικά αραβικά κράτη στην καταπολέμηση του ιρανικού άξονα και των εντολοδόχων του στη Μέση Ανατολή.
Ενώ θα στέλνει τέτοια ζητήματα, το Ισραήλ πρέπει να αποφύγει μια κατάρρευση στις σχέσεις με την Ρωσία και να συνεχίσει τον πολιτικό και στρατηγικό διάλογο. Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να απαιτήσει η Ρωσία να συνεχίσει το εμπάργκο της στους προηγμένους πυραύλους εδάφους-αέρος στη Συρία (καθώς θα μπορούσαν να πέσουν εύκολα στα χέρια της Χεζμπολάχ) και να το επεκτείνει για να συμπεριλάβει πυραύλους ξηράς-θαλάσσης και προηγμένα συστήματα υψηλής τροχιάς. Επίσης θα πρέπει να επανεξεταστεί το πρόγραμμα προμήθειας των S-300 στο Ιράν, σίγουρα αν δεν επιτευχθεί γραπτή συμφωνία στο πυρηνικό ζήτημα, μεταξύ της Δύσης και του Ιράν. Επιπλέον, το Ισραήλ θα πρέπει να ζητήσει να εξεταστούν οι πυρηνικές προθέσεις του Ιράν, ιδιαίτερα η εφαρμογή της δέσμευσης για την μείωση των αποθεμάτων εμπλουτισμένου ουρανίου, επιτρέποντας τον έλεγχο της ΙΑΕΑ στις εγκαταστάσεις Parchin προτού παραδοθούν τα συστήματα.
Των Udi Dekel, Zvi Magen
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ:http://www.inss.org.il/index.aspx?id=4538&articleid=9331
ΑΠΟΔΟΣΗ:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου