Πυροτεχνήματα πάνω από το μνημείο της Νίκης στην διάρκεια της εορτής της Ημέρας της Νίκης στην Μόσχα, στις 9 Μαΐου 2015. HOST PHOTO AGENCY / RIA NOVOSTI / COURTESY REUTERS
Τον Απρίλιο του 2015, το κοινοβούλιο της Ουκρανίας ενέκρινε μια σειρά νόμων, τους λεγόμενους νόμους «αποκομμουνιστικοποίησης», οι οποίοι καθιστούν παράνομη την άρνηση της «εγκληματικής φύσης» του σοβιετικού καθεστώτος. Η πιο αμφιλεγόμενη διάταξη είναι αυτή που αναγνωρίζει τους βετεράνους του Ουκρανικού Επαναστατικού Στρατού ως «μαχητές για την ανεξαρτησία της Ουκρανίας», κάτι που τους κάνει να δικαιούνται παροχές από την κυβέρνηση και προστασία απέναντι στην δυσφήμιση παρά τον ρόλο τους στην εθνοκάθαρση κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μακράν του να είναι μη ομαλοί, τέτοιοι πολιτικά κινητροδοτημένοι νόμοι αντιπροσωπεύουν μόνο τα τελευταία παραδείγματα των προσπαθειών της Ευρώπης να νομοθετήσει την ιστορική μνήμη.
Η τάση αυτή είναι πολύ διαδεδομένη. Για παράδειγμα, από το 2015, είναι παράνομη η άρνηση του Ολοκαυτώματος σε 16 ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον επτά κράτη επιβάλουν γενικές απαγορεύσεις σχετικά με την άρνηση των γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Λίγα περισσότερα δεν έχουν καμία τέτοια νομοθεσία, αλλά παρ’ όλα αυτά διώκουν τους αρνητές του Ολοκαυτώματος σύμφωνα με νόμους κατά των ομιλιών μίσους. Νόμοι, όπως αυτοί είναι αναμφισβήτητα ένα μετα-ψυχροπολεμικό φαινόμενο˙ η συντριπτική πλειοψηφία των νόμων αυτών έχουν κυρωθεί μόλις μέσα στις τελευταίες δύο δεκαετίες. Παρόμοιοι νόμοι σχετικά με την Γενοκτονία των Αρμενίων και το Holodomor, τον λιμό του 1932-1933 στην Ουκρανία, είναι ακόμα νεότεροι.
Μερικοί από αυτούς τους νόμους δεν είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενοι. Οι αρνητές του Ολοκαυτώματος υπάρχουν μόνο στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, κι έτσι η νομοθεσία για την άρνηση του Ολοκαυτώματος έχει αντιμετωπίσει μικρή αντίσταση. Όταν οι νόμοι αφορούν γεγονότα για τα οποία είναι ακόμη δυνατό ένα ευρύτερο φάσμα ερμηνειών, όπως είναι οι ενέργειες της Σοβιετικής Ένωσης, η νομοθετική διαδικασία ήταν πιο διχαστική, διαβρώνοντας διαφορετικές πολιτικές ατζέντες και προοπτικές εναντίον αλλήλων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η νομοθέτηση της μνήμης έχει γίνει όργανο της πολιτικής τέχνης στην Ευρώπη, που ασκείται ως ηθικό ρόπαλο από πολιτικούς που επιδιώκουν να πολεμήσουν μάχες του σήμερα μέσα από γεγονότα του παρελθόντος. Αυτό είναι ανησυχητικό. Οι μνήμες συχνά αποκλίνουν, και οι πολιτικοί έχουν την τάση να βλέπουν το παρελθόν μέσα από το πρίσμα των σημερινών σκοπιμοτήτων. Η νομοθέτηση της μνήμη κινδυνεύει έτσι να οδηγήσει σε ρήγματα μεταξύ κρατών, βλάπτοντας προσπάθειες ένταξης και απόπειρες συμβιβασμού και διαπραγμάτευσης.
Άνθρωποι επισκέπτονται το παλιό στρατόπεδο συγκέντρωσης Mauthausen στην διάρκεια μιας επίσημης εορτής μνήμης στην 70η επέτειο από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στην Βιέννη, στις 10 Μαΐου 2015. DOMINIC EBENBICHLER / COURTESY REUTERS
----------------------
----------------------
ΠΟΙΑΝΟΥ ΜΝΗΜΗ ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΙΚΑ;
Οι διατάξεις που ασχολούνται με την ιστορική μνήμη είναι ένα υποσύνολο των νόμων σχετικών με την ομιλία και την δημόσια συμπεριφορά. Μπορούν να ποινικοποιήσουν την έκφραση των αντιθέτων απόψεων, προσδιορίζοντας κυρώσεις, από την επιβολή προστίμων μέχρι την φυλάκιση, ή μπορούν να είναι κυρίως συμβολικοί, όπως στην περίπτωση της δηλωτικών ψηφισμάτων που δεν συμπεριλαμβάνουν τιμωρητικούς μηχανισμούς.
Υπάρχουν δύο τύποι νόμων ιστορικής μνήμης: Εκείνοι που προβάλλουν το πώς να θυμούνται οι άνθρωποι και εκείνοι που τονίζουν πώς να μην θυμούνται. Οι πρώτοι είναι απαγορευτικοί˙ ασχολούνται με τα γεγονότα, όπως το Ολοκαύτωμα, γύρω από τα οποία υπάρχει ήδη ευρεία ερμηνευτική συναίνεση. Ο σκοπός τους είναι η διατήρηση της δημόσιας τάξης, εμποδίζοντας τους ανθρώπους από την παραβίαση των κοινωνικών κανόνων. Οι δεύτεροι απευθύνονται σε πιο αμφιλεγόμενα ιστορικά επεισόδια. Είναι καθοδηγητικοί, με σκοπό να προωθήσουν μια συγκεκριμένη κατανόηση του παρελθόντος.
Παγκόσμιοι και περιφερειακοί παράγοντες έχουν οδηγήσει στην αύξηση των εν λόγω νομοθεσιών. Η ταχεία εξάπλωση της δημοκρατίας στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα επέτρεψε στους απλούς πολίτες να επεξεργάζονται και να ερμηνεύουν τα ιστορικά γεγονότα όπως ήθελαν. Τις τελευταίες δεκαετίες, ο ανεπτυγμένος κόσμος έχει αγκαλιάσει την ιδέα μιας αντικειμενικής και καθολικής ηθικής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία έχει κεντρίσει τις κυβερνήσεις να συμβιβάσουν τους ιστορικούς τους λογαριασμούς με τις φιλελεύθερες δεσμεύσεις. Εν τω μεταξύ, ομάδες της διασποράς έχουν γίνει όλο και πιο επιδέξιες στο να πείθουν τις κυβερνήσεις υποδοχής να αναγνωρίζουν τα ιστορικά παράπονά τους. Την ίδια στιγμή, οι αρνητές και οι απολογητές είναι τώρα πιο εύκολα ικανοί να κυκλοφορούν αναθεωρητικές απόψεις. Οι κάποτε κρυπτόμενοι φυλλαδιογράφοι, αποτελούν τώρα μια αέναη παρουσία στο Διαδίκτυο.
Στην Ευρώπη, όπου δεν είναι πλέον δυνατόν να υποτεθεί ότι μια επιβαλλόμενη από το κράτος ιδεολογία ή μια συλλογική μνήμη θα διασφαλίσει μια ιδιαίτερη θεώρηση του παρελθόντος, η υπαρξιακή αγωνία που προκύπτει από την ολοένα και μεγαλύτερη κοινωνική ετερογένεια έχει επίσης συμβάλει στον πολλαπλασιασμό των νόμων αυτών. Σύντομα, στην Ευρώπη, δεν θα υπάρχουν πια ζώντες μάρτυρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου˙ ήδη, οι ιδιωτικές μνήμες έχουν αντικατασταθεί από πολιτικοποιημένες ιστορίες.
Η ίδρυση των υπερεθνικών νομικών φόρουμ, όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (το οποίο έγινε πλήρους απασχόλησης ίδρυμα το 1998) και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης (ιδρύθηκε το 2002), έχουν επίσης βοηθήσει την νομοθεσία της μνήμης παρέχοντας υψηλού προφίλ φόρουμ για την εκδίκαση του παρελθόντος. Η μόνιμη φύση αυτών των φορέων αποτελεί μια νέα εξέλιξη˙ πρότεροι, όπως το Διεθνές Στρατοδικείο στη Νυρεμβέργη ή το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία, οργανώθηκαν σε ad hoc βάση.
Από την πλευρά της, σε μια προσπάθεια να εμβαθύνει την ολοκλήρωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ενθαρρύνει ενεργά τις χώρες-μέλη να υιοθετήσουν συγκλίνουσες ερμηνείες του παρελθόντος. Δεν υπάρχουν νόμοι μνήμης σε επίπεδο ΕΕ μέχρι σήμερα, αλλά η Απόφαση του Ευρωπαϊκού Πλαισίου το 2008 για την Καταπολέμηση του Ρατσισμού και της Ξενοφοβίας (European Framework Decision on Combating Racism and Xenophobia) εξέδωσε την εντολή τα κράτη-μέλη να ποινικοποιούν την άρνηση των αναγνωρισμένων γενοκτονιών και τα συναφή αδικήματα, αν και η ασάφεια του κανόνα έχει ως αποτέλεσμα την άνιση συμμόρφωση. Ομοίως, η Σύνοδος του Συμβουλίου της Ευρώπης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο υιοθέτησε ένα παρόμοιο, μη δεσμευτικό, πρωτόκολλο το 2006.
Οι προσπάθειες για να συγχρονιστεί η μνήμη έχουν, κατά καιρούς, εξελιχθεί απροσδόκητα. Για παράδειγμα, η ΕΕ έδωσε εντολή ότι τα μετα-κομμουνιστικά μέλη έπρεπε να αντιμετωπίσουν το Ολοκαύτωμα πριν από την προσχώρηση. Αλλά από την στιγμή που έγιναν μέλη της ΕΕ, πολλοί σε αυτά τα κράτη άρχισαν να φωνάζουν για να αξιολογηθεί πιο ισορροπημένα το λεγόμενο ολοκληρωτικό δίδυμο του ναζισμού, ο σοβιετικός κομμουνισμός, κυρίως η σταλινική παραλλαγή του. Η Διακήρυξη της Πράγας του 2008 για την Ευρωπαϊκή Συνείδηση και τον Κομμουνισμό, για παράδειγμα, η οποία υπεγράφη από τους αντικομμουνιστές ηγέτες Βάτσλαβ Χάβελ, Γιόακιμ Γκάουκ και Βιτάουτας Λαντσμπέργκις, έκανε έκκληση ώστε τα σοβιετικά εγκλήματα να αξιολογούνται σύμφωνα με τα ίδια πρότυπα με εκείνα που χρησιμοποιούνται για να καταδικαστεί η ναζιστική Γερμανία.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Petro Poroshenko στην τελετή μνήμης για την Ημέρα Πένθους και Μνήμης των θυμάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο Κίεβο, τον Ιούνιο του 2015. UKRAINIAN PRESIDENTIAL PRESS SERVICE / POOL / COURTESY REUTERS
----------------------------------
----------------------------------
ΛΙΓΟΙ ΑΓΙΟΙ, ΠΟΛΛΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ
Στον μετα-κομμουνιστικό κόσμο, οι αναμνήσεις αποκλίνουν -ιδιαίτερα όταν πρόκειται για εκτιμήσεις επί της Σοβιετικής Ένωσης. Από το 2015, η Τσεχική Δημοκρατία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία και η Ουκρανία, όλες απαγόρευσαν ρητά την άρνηση των κομμουνιστικών εγκλημάτων, παράλληλα με την φρίκη του ναζισμού. Αυτή η απροκάλυπτη σύνδεση έχει ως στόχο να αξιοποιήσει την αναγνώριση και την αποστροφή που σχετίζονται με το Ολοκαύτωμα ώστε να ενσταλαχθεί μια παράλληλη θεώρηση του σοβιετικού ολοκληρωτισμού. Η Ρωσία, αντίθετα, πέρασε ένα νόμο το 2014 καθιστώντας ποινικό αδίκημα την άρνηση των εγκλημάτων των Ναζί και την «διαστρέβλωση» του ρόλου της Σοβιετικής Ένωσης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πράγματι, υπό τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, το Κρεμλίνο έχει προωθήσει μια θριαμβική άποψη της συμβολής του Κόκκινου Στρατού στην νίκη επί του φασισμού ώστε να επικοινωνήσει ότι η Ρωσία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ευρώπης, κατά παρέκκλιση της σημερινής πολιτικής αποξένωσής της. Όπως ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, λατρεύει να υπενθυμίζει στους ηγέτες της Δύσης, «Η ελευθερία ήρθε από την Ανατολή».
Άλλα πρώην σοβιετικά κράτη και κράτη του Συμφώνου της Βαρσοβίας υιοθετούν μια όλο και πιο διαφορετική άποψη. Ένας από τους πρόσφατα υιοθετημένους ουκρανικούς νόμους, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι τόσο οι Γερμανοί όσο και οι Σοβιετικοί διέπραξαν «εγκλήματα κατά του ανθρωπισμού και κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα γενοκτονίας» στο έδαφος της Ουκρανίας μεταξύ 1939 και 1945. Επίσης, τον Απρίλιο του 2015, Πολωνοί νομοθέτες μετέθεσαν τον εορτασμό της Ημέρας της Νίκης από τις 9 Μαΐου, την ημερομηνία που έχει επιλεγεί από την Σοβιετική Ένωση και ημέρα αργίας ακόμη και στις μέρες μας στην Ρωσία, στις 8 Μαΐου, την ημερομηνία που ισχύει στην Δυτική Ευρώπη. «Γιατί θα πρέπει να γιορτάζουμε μια αργία που μας επέβαλλε ο Στάλιν;» ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα.
Οι διάσπαρτες μνήμες περιστασιακά αποξενώνουν την Ανατολική Ευρώπη από την Δυτική Ευρώπη, επίσης. Μελετήστε την επιτυχή ώθηση, το 2009, του Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη για να περάσει ένα ψήφισμα εξισώνοντας αποτελεσματικά τα εγκλήματα του Στάλιν με τα χιτλερικά. Παρά το γεγονός ότι ένας αριθμός Δυτικών ηγετών εξήρε την εξέλιξη αυτή, άλλοι εξέφρασαν ανησυχίες ότι αντιπροσώπευε μια προσπάθεια να κατασκευαστούν ανταγωνιστικές ιεραρχίες θυματοποίησης. Πολλοί ανησυχούν επίσης ότι η σύνδεση του σοβιετικού κομμουνισμού με τον εθνικοσοσιαλισμό θα επιτρέψει στους ανατολικο-ευρωπαϊκούς πληθυσμούς να αποφύγουν την ενοχή για συνέργεια στη ναζιστική θηριωδία.
Παρ’ όλα αυτά, η πεποίθηση ότι πρέπει να αναγνωριστούν πληρέστερα τα Σοβιετική αδικήματα έχει κερδίσει έδαφος στην Ευρώπη, υποστηριζόμενη από μετα-κομμουνιστικά κράτη που τώρα συμμετέχουν σταθερά στην αρχιτεκτονική της ΕΕ. Το 2008, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δήλωσε ότι η 23η Αυγούστου, η ημερομηνία της υπογραφής του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, η Συνθήκη μη επιθετικότητας μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης, εφεξής θα τιμάται ως Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Σταλινισμού και του Ναζισμού.
Οι συζητήσεις επί των νομοθετήσεων στο παρελθόν δεν περιορίστηκαν στην Ευρώπη. Η συζήτηση στις Ηνωμένες Πολιτείες για το νόημα της ομοσπονδιακής σημαίας είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Κάθε χώρα και γεωγραφική περιοχή έχει τα δικά της θέματα μνήμης, αλλά και της Ευρώπης έχουν ιδιαίτερα μεγάλο αντίκτυπο, με δεδομένες τις παγκόσμιες επιπτώσεις της αντιπαράθεσης. Η διάλυση των σαρωτικών ιδεολογικών αφηγήσεων που δίχασαν την Ευρώπη στον 20ό αιώνα δεν οδήγησε στο κενό, αλλά στην οργισμένη έλευση μιας ιστορικής ιδιαιτερότητας. Το παρελθόν έχει παραμείνει πολιτικά ισχυρό στην Ευρώπη, όπου οι γεωπολιτικές συμμαχίες αντανακλούν όλο και περισσότερο τις αναστημένες και αναμορφωμένες διαχωριστικές γραμμές μιας αμοιβαία αποδεκτής, αλλά εναλλακτικά ερμηνευόμενης, ιστορίας. Στην νομοθέτηση της ιστορικής μνήμης, υπάρχουν λίγοι άγιοι, αλλά πολλές αμαρτίες.
ΠΗΓΗ: http://www.foreignaffairs.gr/articles/70430/george-soroka/me-pentakatharo-myalo?page=show
Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου