Στα τέλη Ιανουαρίου, ο Ραούλ Γκάντι, ο εγγονός της διάσημης πρωθυπουργού Ίντιρα Γκάντι, χρίσθηκε αντιπρόεδρος του ινδικού Κόμματος του Κογκρέσου. Τέτοια θέση δεν υπήρχε στο παρελθόν. Η δημιουργία αυτού του ρόλου - και η ανάθεσή του στον Γκάντι - ήταν μια προσπάθεια να σταθεροποιηθεί η θέση του ως δεύτερου στην ιεραρχία του κόμματος και να διαδεχθεί την Σόνια Γκάντι, την σημερινή ηγέτιδα του κόμματος και μητέρα του. Ήταν, επίσης, μια προσπάθεια να ενισχυθεί το κύρος του Κόμματος του Κογκρέσου όσο πλησιάζουν οι εθνικές εκλογές. Στην ινδική δημοκρατία που ωριμάζει, όμως, τέτοια κόλπα δεν μπορούν πλέον να λειτουργήσουν.
Υποστηρικτές του Κόμματος του Κογκρέσου κρατούν αφίσες του πρωθυπουργού Μανμοχάν Σινγκ, της επικεφαλής του κόμματος Σόνια Γκάντι και του αντιπροέδρου του κόμματος Ραούλ Γκάντι. (Mansi Thapliyal / Reuters)
Υποθέτοντας ότι η κυβέρνηση υπό το Κόμμα του Κογκρέσου δεν θα αντιμετωπίσει καμιά επιτυχημένη πρόταση μομφής στους επόμενους μήνες, οι Ινδοί θα προσέλθουν στις κάλπες το 2014. Ο Γκάντι, κατά πάσα πιθανότητα θα ηγηθεί της εθνικής εκστρατείας του Κόμματος του Κογκρέσου, αποβλέποντας στην πρωθυπουργία. Όπως έγραψα το 2012 [1], αυτή είναι η θέση για την οποία προετοιμάζεται εδώ και πολύ καιρό. Η ελίτ του Κόμματος του Κογκρέσου έχει καταβάλει μεγάλη προσπάθεια και δαπάνη για να τον σκιαγραφήσει ως το νεανικό πρόσωπο του μέλλοντος του κόμματος. Και ο Κανίσκα Σινγκ, ένας νεαρός ακτιβιστής, απόφοιτος του Πανεπιστημίου Γουόρτον, ήταν πρόθυμος να σκηνοθετήσει τα πάντα, από την πολιτική στρατηγική του Γκάντι μέχρι τις δημόσιες εμφανίσεις του. Εν τω μεταξύ, η παρακίνηση από τα «πρωτοπαλίκαρα» του κόμματος και κυρίως από την μητέρα του, έχει περιορίσει τις φιλοδοξίες των άλλων υποψηφίων.
Αν το Κόμμα του Κογκρέσου είχε ανακτήσει την εσωτερική δημοκρατία, η οποία κατέρρευσε επί των ημερών της Ίντιρα Γκάντι στην δεκαετία του 1970, είναι αμφίβολο αν ο Γκάντι θα αναδεικνύετο ως φαβορί. Όπως τόνισε ένας αριθμός Ινδών πολιτικών σχολιαστών, ο Γκάντι εξακολουθεί να αποτελεί έναν μη ικανό ρήτορα παρά την εντατική προπόνηση. Ακόμα και η σχετική νεότητά του είναι απίθανο να μεταφραστεί σε ψήφους από την παράταξή του, η οποία επιδιώκει γενικά μια πιο αξιοκρατική κοινωνική τάξη. Γι' αυτούς, το να βλέπουν τον τελευταίο απόγονος της οικογένειας Νεχρού - Γκάντι να αναρριχάται τόσο εύκολα σε μια θέση εθνικής ηγεσίας πρέπει σίγουρα να είναι προκλητικό.
Επιπλέον, εκτός από τα προσωπικά χαρακτηριστικά, οι πολιτικές επιδόσεις του Γκάντι δύσκολα «λουστράρονται». Έχει υπηρετήσει σχεδόν δύο θητείες στη Βουλή, αλλά το όνομά του δεν έχει συνδεθεί με ούτε ένα νομοθέτημα. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι νόμοι που αποφάσισε να υποστηρίξει κατέρρευσαν: απλώς δεν υποστήριξε ποτέ κανένα νομοσχέδιο. Επίσης, απέτυχε να προκαλέσει νίκες για το Κόμμα του Κογκρέσου σε κρατίδια «κλειδιά». Παρά την δυναμική προσωπική εκστρατεία στις βουλευτικές εκλογές στο πολυπληθέστατο κρατίδιο Ουτάρ Πραντές πέρυσι, το Κόμμα του Κογκρέσου σημείωσε μια ατιμωτική ήττα, κερδίζοντας μόλις 28 έδρες σε σύνολο 403 εδρών. Ένα θεωρητικά σοσιαλιστικό κόμμα, το Samajwadi και ένα περιφερειακό κόμμα το Bahujan Samaj, πήραν την «μερίδα του λέοντος» στις εκλογές.
Τέλος, ο Γκάντι έχει καταδείξει μικρή δεξιότητα ώστε να εκμεταλλευτεί τα θέματα της επικαιρότητας. Ήταν σχεδόν αόρατος το 2011, όταν ο ακτιβιστής Αννά Χαζαρέ καθήλωσε την Ινδία με μία καθιστική διαμαρτυρία κατά της διαφθοράς. Ακόμη χειρότερα, ο Γκάντι δεν μίλησε για τον βιασμό της νεαρής γυναίκας στο Νέο Δελχί, στα μέσα του Δεκέμβρη του 2012, που προκάλεσε διαδηλώσεις κοντά στο προεδρικό μέγαρο. Αφότου μια σκληρή προσπάθεια της αστυνομίας για την απομάκρυνση των διαδηλωτών οδήγησε σε αναστάτωση, ακόμη και ο συνήθως επιφυλακτικός πρωθυπουργός της Ινδίας, Μανμοχάν Σινγκ, αισθάνθηκε υποχρεωμένος να εκφράσει την λύπη του για τον βιασμό και την αδέξια προσπάθεια της κυβέρνησης να διαλύσει τις διαδηλώσεις. Αλλά ο Γκάντι, περιέργως, απουσίαζε από τη σκηνή.
Με απλά λόγια, η εκπαίδευση του Γκάντι και οι προσπάθειες της οικογένειάς του να τον ωθήσει προς την κορυφή μπορεί να μην είναι ικανά εφόδια για να τον κάνουν προσφιλή σε όλους τους υποστηρικτές του Κόμματος του Κογκρέσου, ούτε να προκαλέσουν άλλη μια νίκη στο Κόμμα του Κογκρέσου.
Σίγουρα, ο Γκάντι και το κόμμα του Κογκρέσου μπορούν να έχουν κάποια περιθώρια από το γεγονός ότι το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, το δεξιόστροφο Bharatiya Janata (BJP) είναι σε απόλυτη σύγχυση. Τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, το BJP που πραγματοποίησε τις δικές του εσωτερικές εκλογές για την προεδρία του κόμματος και επέλεξε τον αδιάφορο και μη χαρισματικό Ρατζνάθ Σινγκ (Rajnath Singh). Ο Σινγκ, μια ιστορική πολιτική φυσιογνωμία στην γενέτειρα περιφέρειά του Ουτάρ Πραντές, κατάφερε να παραγκωνίσει επιδέξια τον νυν αρχηγό, Νιτιν Γκαντκαρί (Nitin Gadkari). Βοηθητικό του Σινγκ ήταν το γεγονός ότι ο Γκαντκαρί αντιμετωπίζει κατηγορίες για φοροδιαφυγή - ένα σοβαρό στίγμα σε μια Ινδία που έχει γίνει πεδίο σημαντικών διαδηλώσεων για την καταπολέμηση της διαφθοράς κατά τα τελευταία λίγα χρόνια.
Παρά το γεγονός ότι το BJP φαίνεται να έχει συνταχθεί πίσω από τον Σινγκ, οι αξιωματούχοι του κόμματος εξακολουθούν να έχουν πολύ δουλειά να κάνουν για να κερδίσουν το ολοένα και πιο εξελιγμένο ινδικό εκλογικό σώμα. Οι αξιωματούχοι του BJP έχουν καταφύγει στον συνήθη λαϊκισμό - έχουν, για παράδειγμα, αντισταθεί σθεναρά στο άνοιγμα της Ινδίας σε εταιρείες λιανικής όπως η Wal-Mart ή η Tesco - και αντιτίθενται ακόμη και σε βασικές φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Μερικοί ηγέτες του BJP απλά θέλουν να αναχαιτίσουν το Κόμμα του Κογκρέσου σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από το θέμα. Άλλοι, απλώς φοβούνται ότι οι πραγματικά φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να υπονομεύσουν ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος: τους μικρούς καταστηματάρχες που φοβούνται τον ανταγωνισμό από ξένους ομίλους. Το κόμμα επεδίωξε επίσης, με διάφορους βαθμούς επιτυχίας, να αποτινάξει την βιτριολική αντι-μουσουλμανική εικόνα του.
Η προσπάθεια αυτή δεν έχει υποστηριχθεί, όμως, από την άνοδο εντός του BJP τού Ναρέντρα Μόντι (Narendra Modi), του εξαιρετικά αμφιλεγόμενου πρωθυπουργού του δυτικού κρατιδίου Γκουτζαράτ. Στην θητεία του Μόντι, το Φεβρουάριο του 2002, μερικοί ινδουιστές κάτοικοι του Γκουτζαράτ πραγματοποίησαν πογκρόμ κατά των μουσουλμάνων αφότου κάποιοι μουσουλμάνοι επιτέθηκαν και πυρπόλησαν ένα τρένο που μετέφερε ινδουιστές προσκυνητές. Πάνω στον σάλο, πάνω από 2.000 μουσουλμάνοι έχασαν τη ζωή τους. Ήταν μόλις πέρσι που ένα ινδικό δικαστήριο καταδίκασε έναν από τους κύριους υποκινητές των επιθέσεων κατά των μουσουλμάνων, τον Μαγιαμπέν Κοντνανί (Mayaben Kodnani), ο οποίος ήταν μέλος του υπουργικού συμβουλίου του Μόντι.
Ο Μόντι παραμένει αμετανόητος σχετικά με τον θεσμικό του ρόλο κατά τη διάρκεια της τραγωδίας και έχει κάνει ελάχιστα για να αντιμετωπίσει τις ανασφάλειες και τις ανησυχίες της σημαντικής μουσουλμανικής μειονότητας στην Πολιτεία του. Είναι επίσης γνωστός ως κάπως αυταρχικός και χωρίς διπλωματικές ικανότητες. Είναι, ωστόσο, πολύ δημοφιλής στην περιοχή για τις επιδόσεις του στην δημιουργία σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης και στην προώθηση της εκβιομηχάνισης. Σίγουρα, ο Μόντι θα έχουν δυσκολίες στο να συγκεντρώσει αρκετή υποστήριξη σε εθνικό επίπεδο για να αμφισβητήσει κάποιον σαν τον Σινγκ, όμως, δεδομένου ότι το BJP δεν είναι μονολιθικό αλλά αντίθετα αποτελεί μια συλλογή από διάφορες φατρίες, θα μπορούσε να συμβεί το οτιδήποτε.
Ο Γκάντι και αυτοί που τον προωθούν στο Κόμμα του Κογκρέσου υπολογίζουν σίγουρα στα εσωτερικά σχίσματα του BJP και στην αντιδημοτικότητα του Μόντι μεταξύ των μειονοτήτων στην περιοχή του (και όχι μόνο) να λειτουργήσουν προς όφελός του. Παρά το γεγονός ότι αυτοί οι περιορισμοί θα εμποδίσουν το BJP, δεν είναι αρκετοί για να εξασφαλίσουν τη νίκη στον Γκάντι. Τελικά, το κόμμα που έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες του σε αυτόν θα μπορούσε κάλλιστα να ανακαλύψει ότι το φωτοστέφανο της δυναστείας του έχει μικρότερη επίδραση στην αναπτυσσόμενη πολιτική τάξη της Ινδίας από όσο αναμενόταν.
ΤΟΥ Sumit Ganguly
ΠΗΓΗ: http://www.foreignaffairs.gr/articles/69153/sumit-ganguly/i-basileia-toy-raoyl-gkanti?page=show#
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου