Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Η ευρωπαϊκή τραπεζική "διαίρεση"

Ο σκοπός του ευρώ ήταν να δημιουργήσει πλήρως ενοποιημένες χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά από την έναρξη της κρίσης το 2009, οι αγορές έχουν όλο και περισσότερο διαχωρίσει τις εθνικές γραμμές τους. Επομένως το μέλλον της ευρωζώνης εξαρτάται από το εάν η τάση αυτή συνεχίζεται ή εάν αντιστρέφεται και οι αγορές της Ευρώπης στο τέλος γίνουν πλήρως ενοποιημένες. Αλλά οποιαδήποτε έκβαση θα ήταν επιθυμητή από κάτι στο ενδιάμεσο –ούτε ψάρι ούτε κρέας. Δυστυχώς, εκεί φαίνεται να κατευθύνεται η ευρωζώνη.



Η τάση προς την επανεθνικοποίηση μπορεί να ειδωθεί ξεκάθαρα στο παρακάτω σχήμα. Μέχρι περίπου το 2008, οι διασυνοριακές απαιτήσεις των τραπεζών του πυρήνα της ευρωζώνης (κυρίως της Γερμανίας και των μικρότερων γειτόνων της) προς την περιφέρεια της ευρωζώνης, αυξανόταν γρήγορα, πολλαπλασιαζόμενα αρκετές φορές. Αλλά από το τέλος της πιστωτικής έκρηξης το 2008, έχουν υποχωρήσει από περίπου 16 τρις. ευρώ σε μικρότερο από το μισό αυτού του ποσού.

Αυτή η τάση θα μπορούσε να συνεχιστεί μέχρι που οι διασυνοριακές αξιώσεις να γίνουν τόσο μικρές που να μην είναι πλέον συστημικά σημαντικές, όπως ήταν πριν από την καθιέρωση του ευρώ. Με το σημερινό ρυθμό, αυτό το σημείο μπορεί να επιτευχθεί σε λίγα χρόνια.

Επισήμως, η επανεθνικοποίηση είναι ανάθεμα. Αλλά έχει και τα οφέλη της. Η επίδραση σε όλο το σύστημα από τα εθνικά σοκ είναι λιγότερο σοβαρή όταν ένα διασυνοριακό χρέος είναι χαμηλό. Μια τραπεζική κατάρρευση σε οποιαδήποτε χώρα δεν θα προκαλούσε μια κρίση οπουδήποτε αλλού, διότι οι όποιες απώλειες θα σταματούσαν στα σύνορα.

Επιπλέον, τα εθνικά τραπεζικά συστήματα μπορούν τώρα να διαχωριστούν πιο εύκολα, διότι τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών των περιφερειακών χωρών έχουν ήδη πετύχει μια ισορροπία, ενώ όλες οι χώρες πλην της Ελλάδος αναμένεται να καταγράψουν μικρό εξωτερικό πλεόνασμα το 2014. Με εξαίρεση την Ελλάδα, οι περιφερειακές χώρες δεν θα χρειάζονται καμία εισροή κεφαλαίου στο προσεχές μέλλον.

Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη. Πριν από λίγα χρόνια, χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία εμφάνιζαν μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών κι χρειαζόταν κεφαλαιακές εισροές ύψους 10% του ΑΕΠ περίπου. Η κατανομή του διασυνοριακού τραπεζικού δανεισμού επομένως, αντιπροσώπευε ένα ισχυρό αρνητικό σοκ για αυτές. Αλλά με τα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών, η επανεθνικοποίηση των τραπεζών, μέσω του περιορισμού της διεθνούς μετάδοσης των οικονομικών σοκ, μπορεί να είναι μια σταθεροποιητική δύναμη.

Δεν είναι μια θεωρητική πρόταση. Τα ιταλικά πιστωτικά ιδρύματα για παράδειγμα, έχουν ακόμη ένα σημαντικό μέγεθος ξέων assets (μεταξύ των οποίων και γερμανικά ομόλογα) και ξένοι επενδυτές κρατούν ακόμη ένα σημαντικό μερίδιο ιταλικών ομολόγων. Αλλά τα επιτόκια στα μακροπρόθεσμα κρατικά ιταλικά ομόλογα (και το κόστος δανεισμού στον ιταλικό ιδιωτικό τομέα) είναι περίπου 250 μ.β. υψηλότερο από το αντίστοιχο γερμανικό (αυτό είναι το ασφάλιστρο κινδύνου). Υπό πλήρη επανεθνικοποίηση, οι Ιταλοί επενδυτές θα πουλούσαν τα ξένα asset και θα αποκτούσαν εγχώρια ομόλογα, τα οποία θα μόνωναν την Ιταλία από χρηματοπιστωτικά σοκ στο εξωτερικό και θα μείωναν το βάρος των επιτοκίων για την οικονομία ως σύνολο.

Στο μεταξύ, οι ξένοι κρατούν ακόμη ιταλικά κρατικά ομόλογα αξίας περίπου 30% του ΑΕΠ. Εάν αυτά τα ομόλογα αποκτηθούν από Ιταλούς επενδυτές (οι οποίοι θα έπρεπε να πουλήσουν ένα ισοδύναμο ποσό χαμηλής απόδοσης ξένων assets), οι Ιταλοί θα είχαν εξοικονομήσει το 0,73% του ΑΕΠ της χώρας τους. Οποιοδήποτε ασφάλιστρο κινδύνου η ιταλική κυβέρνηση θα είχε να πληρώσει, δεν θα έπρεπε πλέον να πηγαίνει στους ξένους, αλλά στους Ιταλούς αποταμιευτές, των οποίων τα εισοδήματα θα αυξανόταν: ένα καθαρό κέρδος για τη χώρα.

Επιπλέον, εάν οι Ιταλοί κατείχαν όλο το ιταλικό δημόσιο χρέος οποιαδήποτε αύξηση στο ασφάλιστρο κινδύνου θα ήταν λιγότερο επαχθές. Ακόμη και εάν διπλασιαστεί το ασφάλιστρο κινδύνου, στις 500 μονάδες βάσης, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της ιταλικής κυβέρνησης θα αυξανόταν, αλλά τα χρήματα θα καταβαλλόταν στους Ιταλούς επενδυτές (των οποίων τα υψηλότερα εισοδήματα θα μπορούσαν να φορολογηθούν στη συνέχεια).

Το αντίθετο του σεναρίου επανεθνικοποίησης είναι η πλήρης ενοποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών της ευρωζώνης. Επισήμως, αυτός είναι ο στόχος της καθιέρωσης μιας ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης. Με μια πλήρη τραπεζική ένωση, ο διατραπεζικός δανεισμός θα πρέπει να ξαναρχίσει και να παραμείνει σταθερός, καθώς τα κοινά θεσμικά όργανα θα απορροφούσαν τα εθνικά σοκ. Τα επιτόκια τότε θα συγκλίνουν σε χαμηλό επίπεδο, προάγοντας την ανάκαμψη στην περιφέρεια και καθιστώντας ευκολότερη τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών.

Δυστυχώς, μια πλήρως αναπτυγμένη τραπεζική ένωση είναι απίθανο να επιτευχθεί σύντομα. Η ΕΚΤ πρόκειται να αναλάβει την εποπτεία των 120 μεγαλύτερων τραπεζών, που αντιστοιχούν στο μεγαλύτερο μέρος των τραπεζικών assets της ευρωζώνης, αλλά τα επόμενα απαιτούμενα βήματα είναι ήδη υπό αμφισβήτηση. Οι περισσότερες κυβέρνησης αντιτίθενται de facto στον «ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης» (SRM στο λεξιλόγιο των Βρυξελλών), διότι θα σήμαινε ότι δεν θα μπορούν πλέον να ελέγξουν τις τράπεζές τους. Η ασφάλεια καταθέσεων δεν είναι καν υπό εξέταση. Και υπάρχουν νομικά και πολιτικά εμπόδια στη δημιουργία μιας πραγματικά ενιαίας στήριξης.

Όσο τα δημοσιονομικά στηρίγματα για τις τράπεζες παραμένουν εθνικά, δεν μπορεί να υπάρξει πεδίο επί ίσοις όροις. Σε αυτό το σενάριο η ενοποίηση θα μπορούσε το πολύ να λάβει τη μορφή «αποικιοκρατίας», σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες από τις δημοσιονομικά ισχυρές χώρες χρησιμοποιούν χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου για να αγοράσουν τράπεζες σε δημοσιονομικά αδύναμες χώρες. Ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που η αποικιοκρατία δεν αντιμετώπιζε καμία πολιτική αντίσταση, δεν θα οδηγούσε σε ένα πολύ αποτελεσματικό τραπεζικό σύστημα.

Η ευρωζώνη επομένως διακινδυνεύει το να κολλήσει σε ένα ασταθές status quo, με διασυνοριακές τραπεζικές αξιώσεις αρκετά μεγάλες ώστε να μεταδώσουν εθνικά σοκ σε ολόκληρο το σύστημα, αλλά χρηματοπιστωτική ενοποίηση όχι αρκετά βαθιά ώστε να διασφαλίσει ότι το κεφάλαιο ρέει ελεύθερα σε όλη την νομισματική περιοχή. Εάν μια πλήρης τραπεζική ένωση αποδειχθεί αδύνατη, μπορεί να είναι προτιμότερο να αφήσουμε την τάση προς επανεθνικοποίηση να πάρει το δρόμο της. Τουλάχιστον η ευρωζώνη τότε θα μπορούσε να απολαύσει κάποια σταθερότητα.

Του Daniel Gros

Πηγή:www.ceps.eu

ΑΠΟΔΟΣΗ: capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου