Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Ένα ταμπού άξιο προστασίας Τα χημικά όπλα χτυπούν αδιακρίτως – και γι’ αυτό πρέπει να είναι εκτός νόμου

Ανάμεσα στα πολλά επιχειρήματα που παρατάσσονται απέναντι σε μια αμερικανική επέμβαση στη Συρία, ένα εξέχον είναι ότι το ταμπού των χημικών όπλων δεν αξίζει να διατηρηθεί. Γράφοντας στο Foreign Affairs τον περασμένο Απρίλιο, ο πολιτικός επιστήμονας John Mueller ανέφερε ότι ο κόσμος θα πρέπει να «σβήσει την κόκκινη γραμμή», δεδομένου ότι τα χημικά όπλα γενικά προκαλούν πολύ λιγότερους θανάτους από όσους τα συμβατικά όπλα. Απηχώντας αυτό το σκεπτικό, ο υπότροφος τού Harvard, Stephen Walt, αναρωτήθηκε στους New York Times την περασμένη εβδομάδα: «Έχει πραγματικά σημασία αν ο Άσαντ σκοτώνει τους αντιπάλους του χρησιμοποιώντας βόμβες 500-λιβρών, βλήματα όλμων, πυρομαχικά διασποράς, πολυβόλα, αξίνες ή αέριο σαρίν; Ο νεκρός είναι νεκρός, ανεξάρτητα από το πώς πέθανε». Τα επιχειρήματα αυτά είναι ανησυχητικά. Όπως και το ταμπού εναντίον των πυρηνικών και βιολογικών όπλων, το ταμπού για τα χημικά όπλα αξίζει προστασίας και μάλιστα μεγάλης - και η αδράνεια για την Συρία διακινδυνεύει την διάβρωσή του.
Ένας ιρακινός Κούρδος στο κοιμητήριο των θυμάτων της χημικής επίθεσης που έγινε στην Halabja το 1998 (Thaier al-Sudani / Courtesy Reuters)

Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, τα συμβατικά όπλα έχουν σκοτώσει πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους τα χημικά όπλα. Αλλά, αν κρατάμε λογαριασμό, τα συμβατικά όπλα έχουν σκοτώσει επίσης πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους τα πυρηνικά όπλα. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι τα συμβατικά όπλα μπορούν και σκοτώνουν σε μεγάλους αριθμούς – οι εξτρεμιστές Χούτου στη Ρουάντα κατέδειξαν το πόσο θανατηφόρα είναι ακόμη και τα απλά μαχαίρια και οι τσάπες. Αλλά τα πυρηνικά, τα βιολογικά και τα χημικά όπλα είναι χαρακτηρισμένα ως όπλα μαζικής καταστροφής, επειδή έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να σκοτώσουν ή να πληγώσουν πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων σε σύγκριση με άλλα όπλα. Αν χρησιμοποιηθούν σε πλήρη δυναμικότητα και υπό τις κατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες, τα χημικά όπλα είναι πιο θανατηφόρα από όσο σχεδόν όλα τα είδη των συμβατικών όπλων. Στην επίθεση κοντά στη Δαμασκό, στις 21 Αυγούστου, το αέριο σαρίν σκότωσε περίπου 1.400 ανθρώπους σε 90 λεπτά και έπληξε αναρίθμητους ακόμα - η πιο καταστροφική επίθεση στα τελευταία δυόμισι χρόνια πολέμου.

Όμως, το πόσο θανατηφόρα είναι τα χημικά όπλα δεν είναι ο κύριος λόγος για να τα ξεχωρίζουμε από τα συμβατικά. Ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τα βιολογικά και τα πυρηνικά όπλα, κυρίως επειδή είναι όπλα που καταστρέφουν αδιακρίτως.
Η προστασία των αμάχων από εκούσια πλήγματα είναι η βάση για το μεγαλύτερο μέρος του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και για σχεδόν όλες τις παραδόσεις του δίκαιου πολέμου. Αλλά, τα πυρηνικά, τα βιολογικά και τα χημικά όπλα κάνουν την διάκριση μεταξύ αμάχων και μαχητών σχεδόν αδύνατη. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις σύγχρονες πολεμικές συρράξεις, οι οποίες σπάνια διεξάγονται σε σαφώς καθορισμένα πεδία μαχών.
Οι άμαχοι είναι πιθανό να αποτελέσουν τα βασικά θύματα των επιθέσεων με χημικά. Ο λόγος είναι απλός: τα χημικά όπλα έχουν περιορισμένη στρατιωτική αξία. Δεν καθόρισαν την έκβαση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και έπαιξαν μη αποφασιστικό ρόλο στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ. Τα στρατεύματα που γίνονται στόχος χημικού πολέμου έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται γρήγορα και να ανοσοποιούνται χρησιμοποιώντας προστατευτικό εξοπλισμό. Πολλοί έχουν ήδη δει τους αντάρτες τής Συρίας να μεταφέρουν αντιασφυξιογόνες μάσκες. Οι πολίτες γενικά δεν έχουν τέτοια προστασία, και έτσι ο κύριος λόγος που μια χώρα θα χρησιμοποιήσει χημικά όπλα είναι για να τρομοκρατήσει τον άμαχο πληθυσμό και ως εκ τούτου να εκτρέψει πόρους από μια εξέγερση και να υπονομεύσει το ηθικό των αντίπαλων μαχητών.
Επιπλέον, τα χημικά όπλα είναι πιο αποτελεσματικά όταν χρησιμοποιούνται σε πόλεις, όπου τα κτίρια παγιδεύουν τα αέρια και αποτρέπουν την ταχεία διάλυση των δηλητηρίων από τον άνεμο και τη βροχή. Οι χημικοί παράγοντες μπορούν να αναπτυχθούν μέσω συστημάτων διανομής χωρίς υψηλή εκρηκτική επίδραση. Ως αποτέλεσμα, οι πολίτες μπορεί να μην καταλάβουν αμέσως τον κίνδυνο μιας χημικής επίθεσης όπως θα γινόταν σε έναν συμβατικό βομβαρδισμό. Τα καθιερωμένα πρωτόκολλα πολιτικής άμυνας για τους συμβατικούς βομβαρδισμούς ενθαρρύνουν τους πολίτες να αναζητούν καταφύγιο στα υπόγεια. Αυτή η αντίδραση είναι ιδιαίτερα καταστροφική σε μια χημική επίθεση, επειδή πολλά χημικά είναι βαρύτερα από τον αέρα. Οι άνθρωποι που σπεύδουν σε υπόγεια για να βρουν καταφύγιο, στην πραγματικότητα θα συγκεντρώνονται σε περιοχές όπου τα αέρια κάνουν τη μεγαλύτερη ζημιά.
Πολλά χημικά όπλα, όπως και τα πυρηνικά και τα βιολογικά όπλα, είναι επίσης όπλα παρατεταμένης καταστροφής. Έχουν την δυνατότητα να σκοτώνουν και να ακρωτηριάζουν όχι μόνο μεγάλο αριθμό από τα άμεσα θύματα, αλλά και άλλους οι οποίοι επηρεάστηκαν σε απομακρυσμένο χώρο και χρόνο από την αρχική επίθεση. Η ανθεκτικότητα των χημικών παραγόντων που χρησιμοποιούνται ως όπλα – δηλαδή, το χρονικό διάστημα που παραμένουν σε ισχύ μετά την διάδοσή τους - κυμαίνεται από λεπτά της ώρας έως εβδομάδες. Το σαρίν, ο παράγοντας που χρησιμοποιήθηκε στην πιο πρόσφατη επίθεση στην Συρία, παραμένει θανατηφόρο για 30 λεπτά έως 24 ώρες, ανάλογα με τις ατμοσφαιρικές συνθήκες. Άλλες χημικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένου του χημικού VX, που κυρίως χρησιμοποιείται ως υγρό και εξατμίζεται αργά, μπορεί να διαρκέσει μέχρι και ένα μήνα.
Οι Συμβάσεις της Γενεύης προστατεύουν όσους εισέρχονται στο πεδίο της μάχης για να φροντίσουν τους τραυματίες. Ωστόσο, αυτοί που πρωτοαντιδρούν σε μια χημική επίθεση δεν μπορούν να ανιχνεύσουν την παρουσία θανατηφόρων τοξινών όταν δεν έχουν τον κατάλληλο εξοπλισμό. Χωρίς στολές, μπορεί να εκτεθούν σε θανατηφόρους παράγοντες που βρίσκονται στα σώματα και τα ρούχα των άμεσων θυμάτων. Εκτός κι αν ακολουθούν πρωτόκολλα για αντιμετώπιση μολυσμένων επιφανειών, οι άνθρωποι αυτοί κινδυνεύουν να εξαπλώσουν την μόλυνση σε περιοχές ιατρικής θεραπείας αρκετά μακριά από τη ζώνη των συγκρούσεων. Στις πιο πρόσφατες επιθέσεις, το Κέντρο Τεκμηρίωσης Παραβιάσεων, ένα δίκτυο τοπικών ομάδων στην Συρία που έχει αναφερθεί σε περιστατικά βίας και διαμαρτύρεται ήδη από τις πρώτες ημέρες της εξέγερσης, διαπίστωσε ότι ένας αριθμός ατόμων από το παραϊατρικό προσωπικό πέθανε ή αρρώστησε ως αποτέλεσμα της έκθεσής τους ενώ έδιναν βοήθεια στους τραυματίες.
Επιπλέον, μέσω της περιβαλλοντικής μόλυνσης και των γενετικών μεταλλάξεων, τα χημικά όπλα προκαλούν πόνο και θάνατο για δεκαετίες και μεταξύ των γενεών. Η αμερικανική Υπηρεσία Υποθέσεων των Βετεράνων αναγνωρίζει ότι η δισχιδής ράχη, «ένα ελάττωμα στο αναπτυσσόμενο έμβρυο που οδηγεί σε ελλιπές κλείσιμο της σπονδυλικής στήλης, συνδέεται με την έκθεση των βετεράνων σε Agent Orange ή σε άλλα ζιζανιοκτόνα κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στο Βιετνάμ ή στην Κορέα». Στην Halabja, μια κουρδική πόλη που έγινε στόχος ιρακινής χημικής προσβολής το 1988, μερικά από τα κτίρια και ένα μεγάλο μέρος της γης παραμένουν μολυσμένα. Οι γιατροί βρήκαν ότι οι χημικές επιθέσεις συνέβαλαν σε υψηλότερα ποσοστά αποβολών, γενετικές ανωμαλίες, καρκίνο, αλλά και σοβαρές ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος.
Πολλοί σκεπτικιστές σχετικά με το ταμπού των χημικών όπλων υπογραμμίζουν ότι, δεδομένου ότι δεν είναι όλα τα χημικά όπλα ίδια, οι διεθνείς αντιδράσεις θα πρέπει να βαθμονομηθούν σύμφωνα με το συγκεκριμένο πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούνται. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές στον τρόπο που διαδίδονται οι χημικοί παράγοντες, πώς θα βλάψουν, με ποια ταχύτητα δρουν, και πόσο διαρκούν τα αποτελέσματά τους. Αλλά, η απαγόρευση των χημικών όπλων δεν κάνει και δεν πρέπει να κάνει διάκριση μεταξύ των τύπων των χημικών παραγόντων, για δύο λόγους. Πρώτον, ένας απλός κανόνας είναι πάντα πιο εφαρμόσιμος και αποτελεσματικός από όσο ένας πολύπλοκος και εξειδικευμένος. Η χαλάρωση της απαγόρευσης με την προσπάθεια να εντοπιστούν ειδικές εξαιρέσεις και ιδιότητες, διατρέχει τον κίνδυνο της δραματικής αποδυνάμωσης της παγκόσμιας απαγόρευσης. Και, δεύτερον, ενώ κάποιες χημικές ουσίες όντως εξουδετερώνουν αντί να σκοτώνουν, ιστορικά δεν ήταν αυτές που αποθηκεύουν οι στρατοί για πολεμική χρήση. Για τους αντάρτες και τους τρομοκράτες που επιδιώκουν να εξισώσουν τους όρους του ανταγωνισμού τους με πιο ισχυρούς αντιπάλους, το κίνητρο είναι η απόκτηση χημικών παραγόντων μέγιστης θνησιμότητας.
Οι διεθνείς νόμοι και κανόνες που προστατεύουν τους πολίτες από το να γίνονται στόχος έχουν συμβάλει σε μια συνολική μείωση της συχνότητας και της έντασης του πολέμου κατά τη διάρκεια των προηγούμενων αρκετών δεκαετιών. Η διεθνής κοινότητα πρέπει, επομένως, να προσπαθεί να διευρύνει τον κύκλο των απαγορεύσεων σχετικά με τους τύπους των όπλων - συμπεριλαμβανομένων των πιο ολέθριων συμβατικών όπλων – και όχι να τον περιορίζει.
Εκείνοι που αντιτίθενται σε ένα χτύπημα των ΗΠΑ εναντίον της Συρίας δεν θα πρέπει να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι μια απαγόρευση κατά των χημικών όπλων δεν αξίζει να επιβληθεί. Η συζήτηση θα πρέπει να ξεκινήσει από την παραδοχή ότι είναι ένας ζωτικός κανόνας, και στη συνέχεια να προχωρήσει σε μια ανταλλαγή απόψεων για τον καλύτερο τρόπο που θα διατηρηθεί. Το χτύπημα είναι μια επιλογή, αλλά υπάρχουν και άλλες, όπως ο συντονισμός μιας παγκόσμιας διπλωματικής προσπάθειας μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για να πιέσει την Συρία, ως μια από τις λίγες χώρες που δεν συμμορφώνονται, να υπογράψει αμέσως τη Σύμβαση για τα Χημικά Όπλα (CWC, Chemical Weapons Convention). Ως συμμετέχουσα τής CWC, η Συρία θα πρέπει να συμφωνήσει σε ελέγχους και, τελικά, στην καταστροφή των αποθεμάτων της. Το να μην γίνει τίποτα ή να μηδενιστεί η σημασία των χημικών επιθέσεων της 21ης Αυγούστου θα είναι η λάθος κίνηση, καθώς θα αποδυναμώσει ένα ταμπού που έχει υπηρετήσει τον κόσμο καλά.
ΤΩΝ Sohail H. Hashmi και Jon Western

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου