Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Η κρίση χρέους της ευρωζώνης ως σύγκρουση αφηγημάτων και χρονικών αντιλήψεων



Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Ιουνίου είχε συμφωνηθεί μια τραπεζική ένωση, με «σταδιακή εφαρμογή από το 2013». Η απόφαση αυτή είχε χαιρετιστεί τότε ως επιτυχία των χωρών του Νότου (ιδίως της Ιταλίας και της Ισπανίας) με την ενεργό συμπαράσταση της Γαλλίας. 

Γράφει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος* 
 
Έκτοτε, τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και ο γάλλος πρόεδρος Ολάντ δεν παύουν να πιέζουν για επιτάχυνση των εξελίξεων σ’ αυτό το μέτωπο, διότι μόνο μια ενιαία αρχή εποπτείας και των 6.000 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της ευρωζώνης είναι ικανή να εγγυηθεί πως δεν θα επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος και πως οι τραπεζικές κρίσεις δεν θα μετατρέπονται σε κρίσεις δημοσίου χρέους. Πράγματι, εφόσον συσταθεί ένας πανευρωπαϊκός μηχανισμός εποπτείας, εγγύησης των τραπεζικών καταθέσεων και επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με σφοδρά προβλήματα ρευστότητας, δεν θα καλούνται πια τα κράτη μέλη να πληρώνουν τα σπασμένα της υπερβολικής τραπεζικής μόχλευσης και κατόπιν της υποκεφαλαιοποίησης με επιπλέον φορολόγηση και δανεισμό.

Ωστόσο, στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής στις 18 και 19 Οκτωβρίου διαπιστώσαμε ότι υπάρχει μια σύγκρουση μεταξύ δύο αφηγημάτων και χρονικών αντιλήψεων της κρίσης, που πλήττει την ευρωζώνη. Από τη μια μεριά είναι η αντίληψη της Γαλλίας. Αυτή θεωρεί ότι η πηγή της κρίσης (πλην της «ειδικής περιπτώσεως» της Ελλάδας) είναι η μη ρύθμιση των πελατειακών και προσοδοθηρικών πρακτικών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ιδίως των επενδυτικών και περιφερειακών τραπεζών και των ταμιευτηρίων, καθώς και η υπερβολική λήψη ρίσκου εκ μέρους τους, που δημιούργησε «φούσκες». Συνεπώς, επείγει μια πανευρωπαϊκή ρύθμιση για να επανέλθει η εμπιστοσύνη στις αγορές. Από την άλλη μεριά, είναι το γερμανικό αφήγημα. Αυτό λέει πως η προέλευση της κρίσης είναι η δημοσιονομική χαλαρότητα των κρατών και γενικώς του δημόσιου τομέα στην Ευρώπη. Συνεπώς, ναι μεν απαιτείται μια συνολική ρύθμιση του τραπεζικού τομέα, αλλά αυτή μπορεί να γίνει σταδιακά ενόσω διαρκεί η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής προς ένα μοντέλο ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Αυτά τα δύο αφηγήματα δύσκολα μπορούν να συμφιλιωθούν στον πυρήνα τους και παράγουν αποσταθεροποιητικές τάσεις. Έτσι, η συμβιβαστική λύση του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου η Γερμανία παίρνει τη σταδιακή εφαρμογή της τραπεζικής ένωσης και η Γαλλία την εποπτεία από την ΕΚΤ του συνόλου των τραπεζών της ευρωζώνης, αφήνει απ’ έξω την Ισπανία, που αντιμετωπίζει «μαύρες τρύπες» στους ισολογισμούς των τραπεζών της από τότε που έσκασε η φούσκα των ακινήτων. Ναι μεν ο στόχος είναι να διαθέτουμε ένα νομικό μηχανισμό κοινής εποπτείας και εγγύησης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μέχρι το τέλος του 2012, αλλά αυτός δεν θα είναι επιχειρησιακά έτοιμος -άρα δεν θα μπορεί να επανακεφαλαιοποιεί τράπεζες- πριν από το τέλος του 2013, στην καλύτερη περίπτωση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η καγκελάριος Μέρκελ θα πάει σε εκλογές του χρόνου τον Σεπτέμβριο χωρίς να χρειασθεί να περάσει αντιδημοφιλή μέτρα στήριξης του τραπεζικού τομέα, αλλά η ανασφάλεια των αγορών θα παραμείνει και θα ανατροφοδοτεί διαρκώς το σπιράλ της κρίσης.
 
* επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου