Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Citi: Μια ματιά στα δημοσιονομικά μεγέθη του Κατάρ...

Μετά από μία δεκαετία φρενήρους οικονομικής ανάπτυξης, το Εμιράτο του Κατάρ αναδύεται ως η πλουσιότερη χώρα του κόσμου, καθώς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ξεπερνά πια τα 700.000 δολάρια, σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τα δεδομένα των γειτονικών Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. 
Ωστόσο, όπως αναφέρει η Citi σε έκθεσή της με ημερομηνία 1 Μαρτίου 2013, τα παραπάνω δεν αντικατοπτρίζουν τις μεγάλες εισοδηματικές διαφορές εντός της χώρας, οι οποίες είναι εμφανώς εντονότερες σε σχέση με άλλες γειτονικές χώρες (εξαιρουμένων των υπολοίπων χωρών του Κόλπου). Το 85% του πληθυσμού του Κατάρ, σημειώνει η Citi, αποτελείται από ξένο εργατικό δυναμικό, μεγάλο μέρος του οποίου απασχολείται σε χαμηλόμισθες θέσεις χειρονακτικής εργασίας. 


Σε κάθε περίπτωση, αναφέρει η έκθεση, ο πλούτος του Κατάρ δεν μπορεί να χαρακτηριστεί… διακριτικός. Μέσω της Qatar Investment Authority (QIA), η χώρα έχει προχωρήσει σε αγορές σημαντικών ποσοστών συμμετοχής (ή σε πλήρεις εξαγορές) σε επιχειρήσεις όπως τα Harrods του Λονδίνου, η Barclays Bank, η Porsche ή η γαλλική ποδοσφαιρική ομάδα St Germain. Σε αυτά, προστίθενται και αγορές «φιλέτων» του παγκόσμιου real estate. 

Η ταχύτατη αύξηση του πλούτου του Κατάρ έχει συνοδευτεί από μία εξίσου «επιθετική» αύξηση των εγχώριων δημοσίων δαπανών. Αν και τα κρατικά έσοδα έχουν τετραπλασιαστεί σε σχέση με το 2005, λόγω της αύξησης της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου και της ανόδου των τιμών τους, αντίστοιχα έχουν αυξηθεί στο διάστημα αυτό και οι δημόσιες δαπάνες. 

Τα έσοδα του Κατάρ εξαρτώνται από τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Ενδεχόμενη υποχώρησή τους θα μειώσει τα έσοδα, ωστόσο οι δαπάνες είναι πολύ πιο δύσκολο να περιοριστούν, ειδικά με δεδομένη την ανάληψη εκ μέρους του Κατάρ της διοργάνωσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2022. Έτσι, ο προϋπολογισμός της χώρας εμφανίζεται ακόμη πιο ευάλωτος απέναντι σε ενδεχόμενη μείωση των τιμών του πετρελαίου. 

Επιπλέον, ο πλούτος του Κατάρ επενδύεται κυρίως μέσω της QIA, με αποτέλεσμα η διαφάνεια να είναι πολύ περιορισμένη σε ό,τι αφορά το ακριβές μέγεθος και τη ρευστότητα της χώρας, ενώ τα τελευταία χρόνια το χρέος του Κατάρ διογκώνεται. 

Πάντως, όπως ξεκαθαρίζουν οι αναλυτές της Citi, δεν διαφαίνεται κάποιος λόγος ιδιαίτερης ανησυχίας για τα δημόσια οικονομικά του Κατάρ. Τα ελλείμματα στον προϋπολογισμό της χώρας εκτιμάται ότι θα παραμείνουν «συγκρατημένα», παρά την προβλεπόμενη μείωση των εσόδων με παράλληλη αύξηση των δαπανών, και μάλιστα θα μπορούν να καλυφθούν με ευκολία, είτε μέσω δανεισμού, είτε μέσα από τα ήδη υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία. 

Οι αναλυτές της Citi «κωδικοποιούν» τέσσερα σημεία που χρήζουν προσοχής, ως εξής: 

- Κίνδυνος για τα έσοδα λόγω των διακυμάνσεων των τιμών του πετρελαίου και των εξελίξεων στην παγκόσμιας αγοράς φυσικού αερίου 

- Κίνδυνος από ενδεχόμενη «εκτίναξη» δαπανών ενόψει του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2022 (του οποίου τη διοργάνωση έχει αναλάβει το Κατάρ) 

- Αυξανόμενος δανεισμός 

- Γενικότερος κίνδυνος λόγω έλλειψης διαφάνειας στα δημόσια οικονομικά, κυρίως σε ό,τι αφορά τα εκτός συνόρων πάγια. 

Πιο αναλυτικά, η Citi σημειώνει ότι την περίοδο μεταξύ 2005 και 2012 η αύξηση της παραγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου σε συνδυασμό με τις τιμές-ρεκόρ του πετρελαίου οδήγησαν σε μέση ετήσια αύξηση των δημοσίων εσόδων του Κατάρ κατά 22%. Αν και στο ίδιο διάστημα η μέση ετήσια αύξηση των δαπανών διαμορφώθηκε σε 23%, τα πλεονάσματα στον προϋπολογισμό παρέμειναν αξιοσημείωτα, κοντά στο 8,8% του ΑΕΠ. 

Από εδώ και πέρα εκτιμάται ότι τα πλεονάσματα θα περιοριστούν, ενώ για το 2015 αναμένεται μικρό έλλειμμα. Κι αυτό διότι η παραγωγή πετρελαίου θα συνεχίσει να περιορίζεται, ενώ η παραγωγή φυσικού αερίου κορυφώθηκε το 2011, αγγίζοντας στόχο της παραγωγικής δυναμικότητας των 77 εκατ. τόνων κατ’ έτος, και η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι μέχρι το 2015 τουλάχιστον δεν θα αυξήσει την παραγωγή. 

Η Citi αναμένει επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των δημοσίων εσόδων του Κατάρ στο 4% κατά μέσο όρο για την περίοδο 2013-2017, με το μεγαλύτερο μέρος να προέρχεται από δραστηριότητες εκτός πετρελαϊκού κλάδου. Οι δαπάνες, από την άλλη, θα συνεχίσουν να αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 10%. Σε κάθε περίπτωση, το όποιο έλλειμμα αναμένεται μικρό και εύκολα διαχειρίσιμο. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των πιθανών κινδύνων για την πορεία των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, οι οποίες επηρεάζουν ευθέως τα έσοδα του Κατάρ, η Citi κατατάσσει όχι μόνο την «επανάσταση» εξορύξεων σε Κίνα και Νότια Αμερική, αλλά και το ενδεχόμενο αύξησης της προσφοράς από περιοχές όπως το Ιράκ, η Αυστραλία και η ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. 

Μεταξύ άλλων, η Citi υπογραμμίζει ότι ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για την ποιότητα του χαρτοφυλακίου επενδύσεων του Κατάρ. Είναι άγνωστη, π.χ., η αναλογία των ρευστών παγίων σε σχέση με την αξία των ακινήτων. Ο βαθμός στο οποίο είναι μοχλευμένες αυτές οι επενδύσεις αποτελεί επίσης σημαντική πηγή αβεβαιότητας. 

Τα σχέδια της Qatar Holding, θυγατρικής της QIA, να ζητήσει αξιολόγηση της πιστοληπτικής της ικανότητας, θα προσφέρουν σίγουρα έναν μεγαλύτερο βαθμό σιγουριάς, σχολιάζει η Citi. Προς το παρόν όμως οι επενδυτές που αξιολογούν τον ισολογισμό του Κατάρ μπορούν να βασίζονται μόνο σε εκτιμήσεις και υποθέσεις.



Πηγή:www.capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου