Θα μπορούσε ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί να γίνει ένας άλλος Μιχαήλ Γκορμπατσόφ - ένας πραγματικός μεταρρυθμιστής που ανοίγει το πολιτικό σύστημα της χώρας του και δημιουργεί το περιθώριο για εξομάλυνση σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη;
Ο πρώην πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, απευθύνεται σε φοιτητές σε επίσκεψή του στο Διεθνές Πανεπιστήμιο στη Μόσχα, στις 9 Φεβρουαρίου του 2012. (Denis Sinyakov/Courtesy Reuters)
Οι ιστορικές αναλογίες είναι πάντοτε φορτισμένες, φυσικά, και οι ηγέτες που πρωταγωνίστησαν ως μεταρρυθμιστές αφήνουν σχεδόν πάντα στον απόηχό τους μια απογοήτευση. Επιπλέον, η κριτική είναι ακόμα ζωηρή για το αν μια πυρηνική συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ιράν, η οποία θα ανοίξει την πόρτα για μια χαλάρωση των επώδυνων κυρώσεων, είναι έστω μια καλή ιδέα - οι λεπτομέρειες της συμφωνίας έχουν πολύ μεγάλη σημασία.
Αλλά, ανεξαρτήτως του ποιά πλευρά θα χάσει σε αυτό, αξίζει να εξετάσουμε το πού μπορεί να κατευθύνεται η Ισλαμική Δημοκρατία. Από αυτή την άποψη, υπάρχουν μερικοί τομείς για να παρακολουθήσει κανείς.
ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ ΓΙΑ ΝΑ ΧΑΘΕΙ
Ο Γκορμπατσόφ ήταν μοναδικός, ένας αληθινός πιστός τής σοβιετικής ανανέωσης που καθόταν στην κορυφή ενός βαθύτατα συγκεντρωτικού πολιτικού συστήματος.
Ο Ρουχανί δεν είναι καθόλου σαν κι αυτόν. Στην πραγματικότητα, ο Ρουχανί ήρθε στην εξουσία ακριβώς λόγω του ευρέος κατακερματισμού τής Τεχεράνης, ιδίως στην δεξιά πολιτική πτέρυγα. Ο κατακερματισμός δημιούργησε ένα άνοιγμα μέσα από το οποίο ο Ρουχανί κατήγαγε μια εκλογική νίκη-έκπληξη τον Ιούνιο του 2013. Αλλά αυτό σημαίνει επίσης ότι δεν μπορεί να επιβάλει ριζικές μεταρρυθμίσεις. Κανείς στο Ιράν δεν θα μπορούσε, ούτε καν ο Ανώτατος Ηγέτης Αγιατολάχ Χαμενεΐ. (Αν μη τι άλλο, οι αδιάκοπες επικλήσεις στην «υπέρτατη» εξουσία τού Χαμενεΐ μαρτυρούν την απουσία της, καθώς και την επιθυμία του να την αποκτήσει).
Τούτου λεχθέντος, η κρατική δομή τού Ιράν, από ορισμένες απόψεις είναι παρόμοια με εκείνη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Δηλαδή, αμφότερες γεννήθηκαν από επανάσταση, η οποία δημιούργησε μια θεοκρατία - στη μια περίπτωση με μια θρησκευτική εξουσία, στην άλλη με ένα κομμουνιστικό κόμμα - που αγνόησε τους επίσημους θεσμούς τής πολιτείας, όπως τα κοινοβούλια, τις δικαστικές αρχές και τις δημόσιες υπηρεσίες. Στο Ιράν, όπως και στην Σοβιετική Ένωση την δεκαετία τού 1980, η επανάσταση γερνά, με ευρείες συνέπειες. Μια επίσημη ιδεολογία, είτε ο μαρξισμός-λενινισμός είτε το πολιτικό Ισλάμ, μπορεί να δώσει μεγάλη δύναμη σε ένα καθεστώς. Αλλά μπορεί επίσης να αποσταθεροποιήσει το θεοκρατικό σύστημα εάν ο λαός και οι άρχοντες χάσουν την πίστη τους. Και εκεί, το Ιράν είναι ευάλωτο.
Μια δεύτερη ομοιότητα βρίσκεται στην αυτοκρατορική υπερβολή τού Ιράν. Είναι αρκετά προβληματικό το ότι οι γεωπολιτικές φιλοδοξίες τού Ιράν υπερβαίνουν σημαντικά τις δυνατότητές του. Αλλά, είναι πραγματικά επιβαρυντικό το ότι οι θέσεις και οι στόχοι στους οποίους η χώρα έχει επιλέξει να μπλεχτεί είναι τόσο ασταθείς. Οι Σοβιετικοί ηγέτες θα το έβλεπαν συμπαθητικά: όπως οι αναλυτές τής KGB θρήνησαν μετανοημένοι, κυρίως μετά την κατάρρευση της Ένωσης, οι σύμμαχοι του καθεστώτος σχεδόν πάντα έδειχναν σαν αποδυναμωμένοι απέλπιδες, των οποίων η μόνη βιομηχανία ήταν ο διαρκής εμφύλιος πόλεμος. Με το να συνεργάζονται με αυτούς μπορεί έμπαιναν στο μάτι των Ηνωμένων Πολιτειών. Αλλά προσέφεραν λίγα στο σοβιετικό κύρος, την οικονομική ευημερία και την ασφάλεια. Από το Αφγανιστάν και την Αγκόλα ως την Κούβα και την Υεμένη, για να μην πούμε τίποτα για την Βόρεια Κορέα, η επιθετική σοβιετική εξωτερική πολιτική έμοιαζε συχνά σαν ένα μπούμερανγκ που τελικά χτυπά τον αποστολέα του.
Κάτι ανάλογο, σε μικρότερη κλίμακα, θα μπορούσε να λεχθεί και για την εξωτερική πολιτική τού Ιράν. Μέχρι τώρα, οι περισσότεροι Αμερικανοί καταλαβαίνουν ότι η επέμβαση στο Ιράκ (ο δεύτερος πόλεμος στο Ιράκ), διεξήχθη με μεγάλο κόστος σε αμερικανικό αίμα και πλούτο, έχοντας ως αποτέλεσμα γεωπολιτικό όφελος για το Ιράν. Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η αποτυχία των ΗΠΑ να επέμβουν στρατιωτικά στην Συρία έκανε το ίδιο. Αλλά, είναι δύσκολο να εντοπίσουμε, ακριβώς, τι κέρδισε το Ιράν στο Ιράκ ή την Συρία. Δεν είναι σαφές ότι οι ιρανικές περιφερειακές «επιτυχίες» βελτίωσαν την ασφάλεια ή την ευημερία των πολιτών τού Ιράν. Κάποιος θα μπορούσε ακόμη και να επιχειρηματολογήσει ότι η υποστήριξη του Ιράν σε κακές πράξεις (ή και χειρότερα) απλώς αύξησε την ευπάθεια του καθεστώτος - όπως ακριβώς και οι εγχώριες αποτυχίες τού πολιτικού ισλαμισμού.
Όπως και η Σοβιετική Ένωση, το Ιράν ζει σε μια δύσκολη γεωπολιτική γειτονιά, μια γειτονιά που μπορεί μόνο να γίνει δυσκολότερη. Τα κρατίδια που δημιουργήθηκαν από Γάλλους και Βρετανούς αποικιακούς αξιωματούχους, η πτώχευση του παν-αραβικού εθνικισμού, οι πρόσφατες μάχες μέχρι θανάτου μεταξύ απελπιστικά διεφθαρμένων αυταρχικών και αντιπολιτευομένων (οι οποίοι είναι επίσης συχνά αυταρχικοί), ορισμένες εκ των πραγμάτων βίαιες διαιρέσεις – όλα αυτά έχουν δημιουργήσει ένα περιφερειακό κουβάρι που προκαλεί τεράστιες κακουχίες και που καμία εξωτερική δύναμη δεν μπορεί να το ξεμπλέξει εύκολα.
Με απλά λόγια, η πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή είναι χαοτική, επειδή η Μέση Ανατολή είναι χαοτική. Η μεσανατολική πολιτική τού Ιράν είναι επίσης χαοτική. Το να παίζει κανείς επίμονα τον ρόλο τού κακού παιδιού στην γειτονιά, φέρνει ελάχιστη μακροπρόθεσμη ανταμοιβή - και αυτό ισχύει ακόμη και πριν από τον πρόσφατο γύρο των διεθνών κυρώσεων (ένα εντυπωσιακό επίτευγμα που κατέστη δυνατό από το γεγονός ότι η Κίνα και η Ρωσία, παρότι εξοργισμένες με την ισχύ των ΗΠΑ, αντιπαθούν κάθε είδος ρεβιζιονισμού, εκτός από τον δικό τους). Χάρη στην συμπεριφορά τού Ιράν, η γειτονιά του έχει γίνει ακόμη πιο ύπουλη, και οι ζημιές πολλαπλασιάζονται από την διεθνή απομόνωση της χώρας, τον υψηλό πληθωρισμό και την κατάρρευση του νομίσματος.
Σε αυτό το σημείο, το Ιράν «δεν έχει να χάσει παρά από τις αλυσίδες του» αν προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και συνεργαστεί με την Δύση. Φυσικά, αυτό δεν αποτελεί εγγύηση ότι θα το κάνει. Ακριβώς επειδή κάτι είναι αναγκαίο, δεν σημαίνει ότι είναι και πολιτικά εφικτό. Στην πραγματικότητα, το πολιτικό κατεστημένο τού Ιράν πόρρω απέχει από να είναι έτοιμο για μια δραστική μεταστροφή στις σχέσεις με τον «Μεγάλο Σατανά». Οι δομές που διευκόλυναν την συμμαχία ΗΠΑ-Ιράν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου έχουν εξαφανιστεί προ πολλού - η γνήσια σοβιετική απειλή, το καθεστώς ενός ισχυρού άνδρα που πήρε την εξουσία μετά από πραξικόπημα με την υποστήριξη των ΗΠΑ, ακόμη και η έντονη εξάρτηση από το ξένο πετρέλαιο. Ταυτόχρονα, η συμμαχία των ΗΠΑ με το Ισραήλ, ορκισμένο εχθρό τού Ιράν, έχει βαθύνει. Κάθε μίνι-εξομάλυνση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για την εγχώρια ανάπτυξη του Ιράν, θα απαιτήσει εκτεταμένες εσωτερικές αλλαγές.
Κι εδώ έρχεται η στιγμή που ο Ρουχανί μπορεί να γίνει Γκορμπατσόφ.
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
Ο Γκορμπατσόφ ήταν σε θέση να κάνει βαθιές μεταρρυθμίσεις για τρεις λόγους. Κατ’ αρχάς, ό, τι έκανε ήταν στο όνομα της ανανέωσης του συστήματος. Δεύτερον, ήταν κυρίαρχος στην πολιτική τακτική, τουλάχιστον στο πλαίσιο του σοβιετικού κομμουνιστικού συστήματος, και είχε προάγει δυσαρεστημένους συντηρητικούς σε καίριες θέσεις στην κορυφή τής κεντρικής γραμματείας του Κομμουνιστικού Κόμματος, στον σοβιετικό στρατό και την KGB. Τρίτον, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν δεν άσκησε μόνο μεγάλη πίεση στους Σοβιετικούς, αλλά όταν κέρδισε αυτά που ήθελε, έδειξε προνοητικότητα - και είχε την αξιοπιστία - να τα ενθυλακώσει και να δώσει στον Γκορμπατσόφ πολλά περιθώρια στο εσωτερικό του μέτωπο.
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τον Ρουχανί να καλύπτει και τις τρεις αυτές συνθήκες. Αν είναι να εισαγάγει σημαντικές εγχώριες μεταρρυθμίσεις (περιλαμβανομένου τού τερματισμού του δικαιώματος των κληρικών να αποκλείουν από τις εκλογές τους υποψήφιους που δεν τους αρέσουν, αλλά και του ελέγχου τής παραστρατιωτικής Basij και της Επαναστατικής Φρουράς σε μεγάλα τμήματα της οικονομίας), σίγουρα θα ισχυριζόταν ότι γίνονται στο όνομα της ανανέωσης του συστήματος. Και όντως έδειξε κάποια Γκορμπατσοφική ικανότητα, όταν άδραξε μια πολιτική ευκαιρία, κέρδισε τις εκλογές, και αμέσως υπαινίχθηκε την πιθανότητα των πυρηνικών διαπραγματεύσεων. Περαιτέρω, ο ίδιος ήδη εργάζεται υπερωρίες για να πετύχει περαιτέρω «διαίρει και βασίλευε» επί των σκληροπυρηνικών. Αλλά είναι λιγότερο βέβαιο ότι θα βρει έναν επιτήδειο διαπραγματευτή στην Ουάσιγκτον – κάποιον ικανό να πετύχει μια συμφωνία, να επιμείνει σε αυτήν και να εμβαθύνει αυτή την συμφωνία με την πάροδο του χρόνου εάν το Ιράν αρχίσει να κάνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Μια ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση για τον Ρουχανί θα είναι να βρει μια δίοδο προς μεταρρυθμίσεις που ταυτόχρονα αποσταθεροποιούν το καθεστώς. Αναλύοντας τις ειδήσεις από την Τεχεράνη, είναι δύσκολο να πει κανείς ποιο είναι το σχέδιο του καθεστώτος. Στην πραγματικότητα, πέρα από το να κερδίσει την άρση των κυρώσεων και τον τερματισμό τής απομόνωσης, ο Ρουχανί μπορεί να μην έχει κανένα σχέδιο. Το ιρανικό κοινό, τα μέσα ενημέρωσης και τα ακαδημαϊκά ιδρύματα, καθώς και η διασπορά, φαίνεται να έχουν άφθονες τολμηρές ιδέες. Όμως, όπως διαπίστωσε και ο Γκορμπατσόφ, δεν είναι αρκετό να είσαι τολμηρός. Πρέπει να υπάρχει ένα βιώσιμο τελικό κράτος - ένα ασφαλέστερο και καλύτερο μέρος – μέσα στο οποίο το σύστημα θα μπορεί να εγκατασταθεί. Εάν δεν υπάρξει, ο Ρουχανί θα μπορούσε πράγματι να αποδειχθεί ότι είναι Γκορμπατσόφ: ένας άνθρωπος που δεν είναι σε θέση να μεταρρυθμίσει την πολιτεία του χωρίς να την διαλύσει αθέλητα.
1989 ΚΑΙ 2013
Το τελικό ερώτημα, λοιπόν, είναι το πώς οι παρατηρητές μπορούν να κρίνουν εάν οι τυχόν εμφανείς μεταρρυθμίσεις είναι πραγματικές. Αυτό ήταν ένα από τα μεγάλα προβλήματα με την αποκρυπτογράφηση του Γκορμπατσόφ επίσης. Οι αναλυτές δεν μπορούσαν να πουν τι συνέβαινε, διότι ο Γκορμπατσόφ ουσιαστικά υποστήριξε ταυτόχρονα και ότι επιχειρούσε ριζικές αλλαγές και ότι δεν επιχειρούσε καθόλου ριζικές αλλαγές. Εκδημοκράτιζε το Κομμουνιστικό Κόμμα, αναζωογονούσε τους Σοβιετικούς με εκλογές, ενεργοποιούσε τον κεντρικό σχεδιασμό με κάποια αποκέντρωση και μηχανισμούς τής αγοράς, και επιδίωκε την ειρήνη στο εξωτερικό. Οι σκεπτικιστές το είχαν εύκολο να απορρίπτουν αυτές τις πρωτοβουλίες, που ακουγόταν πολύ κομμουνιστικές, πολύ Σοβιετικές.
Ο Γκορμπατσόφ δεν είχε βγει να πει, «εγώ πρόκειται να τελειώσω το μονοπώλιο του Κομμουνιστικού Κόμματος», γιατί αυτό δεν ήταν ποτέ η πρόθεσή του. Ήταν απλώς μια συνέπεια του ότι επέτρεψε τον σχηματισμό εναλλακτικών ενώσεων πολιτών, του ότι χαλάρωσε την λογοκρισία και εισήγαγε ανταγωνιστικές εκλογές. Ποτέ δεν είπε, «πρόκειται να καταστρέψω τον οικονομικό σχεδιασμό». Ήταν απλώς μια συνέπεια της καθιέρωσης νόμιμων μηχανισμών στην αγορά. Για να πιστεύει κανείς ότι ο Γκορμπατσόφ ήταν ένας γνήσιος μεταρρυθμιστής, πρέπει επίσης να πιστεύει ακόμη δύο πράγματα. Πρώτον, ότι δεν κατανόησε την δυναμική τής Ουγγαρίας το 1956 και της Τσεχοσλοβακίας το 1968 - δηλαδή, η μεταρρύθμιση, όπως είχε συμπεράνει και ο προκάτοχός του, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ισοδυναμούσε με αυτο-εξόντωση. Και δεύτερον, ότι ο Γκορμπατσόφ ήταν τόσο καλός τακτικιστής όπως φαινόταν ότι είναι - ότι θα μπορούσε να εξαρθρώσει την αντίδραση του κατεστημένου και να προκαταλάβει τα αυστηρά μέτρα που είχαν τερματίσει την κομμουνιστική μεταρρύθμιση στην Ανατολική Ευρώπη και έφεραν την πτώση τού σοβιετικού ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ.
Με άλλα λόγια, για να κατανοήσει κανείς άμεσα την τεράστια επίδραση του τι είχε κάνει ο Γκορμπατσόφ, θα έπρεπε να καταλάβει ότι η βασική απειλή για τη μεταρρύθμιση προέρχεται όχι από την συντηρητική αντίδραση, αλλά από την αδυναμία μεταρρύθμισης του συστήματος, και κάποιος θα έπρεπε να υποθέσει ότι ο Γκορμπατσόφ είχε την αντίθετη (εσφαλμένη) άποψη ότι μια επιτυχής μεταρρύθμιση ήταν δυνατή, αλλά η συντηρητική αντιπολίτευση θα προσπαθήσει να την εξαλείψει.
Αν ο Ρουχανί εγκαινιάσει ένα πρόγραμμα εκτεταμένων οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων - ένα μεγάλο αν - η συντριπτική πλειοψηφία των αναλυτών θα είναι απορριπτική. Το πρόγραμμά του θα μπορούσε κάλλιστα να μοιάζει με βιτρίνα: «εξορθολογισμός» ή «βελτίωση» της εξουσίας των κληρικών, «προώθηση» των πραγματικών ισλαμικών αξιών, ενίσχυση της ασφάλειας του Ιράν απέναντι στις μηχανορραφίες τής σιωνιστικής οντότητας, και ούτω καθεξής. Αλλά προσέξτε για δύο σημάδια. Το πρώτο είναι η αύξηση της οργής και του οργανωμένου σαμποτάζ εκ μέρους τού συντηρητικού κατεστημένου, που θα σηματοδοτήσουν τις συνεχείς προσπάθειες του Ρουχανί να προχωρήσει με τον δικό του τρόπο. Το δεύτερο, και πιο σημαντικό, είναι οι κοινωνικοοικονομικές ή πολιτικές εξελίξεις που υπερβαίνουν τις υποθετικές προθέσεις τού μεταρρυθμιστικού προγράμματος, κάτι που θα σημάνει ότι ο Ρουχανί θα έχει εξαπολύσει μια διαδικασία που δεν θα μπορεί πλέον να ελέγξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου