Ο σκοπός της «νέας μορφής» είναι ο μετασχηματισμός των ρωσικών ΕΔ από τη σοβιετικού τύπου τεράστια πολεμική μηχανή η οποία βασιζόταν σε εκατομμύρια εφέδρων για να πολεμήσει, σε μία ευέλικτη επαγγελματική δύναμη ικανή να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις που διαμορφώνονται στη σφαίρα γεωπολιτικού ενδιαφέροντος της σύγχρονης Ρωσίας. Ο ανωτέρω νέος προσανατολισμός δείχνει ότι η ρωσική ηγεσία δεν αναμένει μία ολοκληρωτική σύγκρουση με το ΝΑΤΟ ή την Κίνα (υφίσταται ικανοποιητικής ισχύος πυρηνικό οπλοστάσιο για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο) αλλά επιθυμεί να έχει την ικανότητα ανταπόκρισης και ενδεχομένως τον πρώτο λόγο σε θερμά επεισόδια που συμβαίνουν στην περιφέρειά της.
Δυστυχώς για το ρωσικό ΠΝ, οι αξιωματικοί του Ναυτικού δεν έχουν βαρύνοντα λόγο στη διαμόρφωση των ανωτέρω εξελίξεων. Σύμφωνα με το Ναύαρχο Βισότσκι, η αποστολή του Ναυτικού δεν πρόκειται να αλλάξει. Προέχει η ικανότητα στρατηγικής αποτροπής μέσω της απειλής χρήσης πυρηνικών όπλων και ακολουθούν η διασφάλιση των ρωσικών συμφερόντων πλησίον των ρωσικών ακτών και η συμμετοχή σε αποστολές υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Σε ό,τι αφορά στη δομή δυνάμεων και στην υποδομή, σύμφωνα με το Ναύαρχο Βισότσκι, αυτή θα περιλαμβάνει SSBNs, επιθετικά Υ/Β πολλαπλών ρόλων, πλοία επιφανείας πολλαπλών ρόλων, συστήματα έρευνας και εντοπισμού, συστήματα διοικήσεως, ελέγχου και επικοινωνιών και τέλος συστήματα ναυτιλίας. Η ανωτέρω δομή και πρόγραμμα εξοπλισμών δείχνει ότι το ρωσικό ΠΝ, πλην της στρατηγικής αποτροπής, επιθυμεί να επιχειρεί αποτελεσματικά στις παρακείμενες με τη Ρωσία θάλασσες και να συμμετέχει σε διεθνείς αποστολές με σκοπό την ασφάλεια των θαλασσίων συγκοινωνιών και την καταστολή παράνομων δραστηριοτήτων στη θάλασσα (π.χ. πειρατεία, λαθρεμπόριο, λαθρομετανάστευση κ.λπ.).
Πέραν των ανωτέρω εξοπλιστικών προγραμμάτων, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι ο ρόλος του ρωσικού ΠΝ στην ασφάλεια της χώρας μάλλον υποβαθμίζεται. Σύμφωνα με τη «νέα μορφή», προσφάτως αποφασίσθηκε να υπαχθεί ο Στόλος της Μαύρης Θάλασσας και η Ομάδα Πλοίων της Κασπίας στον Επιχειρησιακό Διοικητή του Βόρειου Καυκάσου, ο οποίος είναι αξιωματικός του ΣΞ!!! Η απόφαση αυτή πιθανώς οφείλεται στην αδυναμία του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας να υποστηρίξει με τα αποβατικά του πλοία εγκαίρως τον ελιγμό των δυνάμεων του ΣΞ που πολεμούσαν τα γεωργιανά στρατεύματα κατά μήκος του ποταμού Ινγκούρι και στο φαράγγι Κοντόρι. Παρομοίως, ο Στόλος του Βορρά και της Βαλτικής θα υπαχθούν στο Διοικητή της περιοχής της Αγίας Πετρούπολης και ο Στόλος του Ειρηνικού θα υπαχθεί στο Στρατιωτικό Διοικητή της Άπω Ανατολής.
Είναι αυτονόητο ότι οι ανωτέρω αλλαγές αντιμετωπίστηκαν με έντονο σκεπτικισμό από τους θιασώτες της πολιτικής των αεροπλανοφόρων και όχι
μόνο. Τον Αύγουστο του 2009, ο τέως Αρχηγός του ρωσικού ΠΝ Ναύαρχος Κουροέντοφ και δύο ακόμα αξιωματικοί έγραψαν μία πολεμική λίβελο στη
Ρωσική Ναυτική Επιθεώρηση με τίτλο «Πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για το ρωσικό ΠΝ».
Στο άρθρο τους καταγγέλλουν ευθέως ότι «η αιτία παρακμής του ρωσικού ΠΝ είναι η κυριαρχία του ΣΞ στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός των ρωσικών ΕΔ και η επακόλουθη μείωση της χρηματοδότησης προγραμμάτων του ρωσικού ΠΝ». Επίσης επισημαίνουν ότι κατά τη διάρκεια προεδρίας του Πούτιν, το Ναυτικό έλαβε μόνο 12% με 14% του προϋπολογισμού των ΕΔ, ποσοστό σαφώς μικρότερο από το 30% που ισχυρίστηκαν ο Πούτιν και ο Σέργιος Ιβανόφ. Τέλος, οι συγγραφείς κατηγορούν το κατεστημένο ότι αρνείται να αποδεχθεί την ανεξαρτησία του ρωσικού ΠΝ, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του εν λόγω όπλου.
Οι πρόσφατες ενέργειες του υπουργού Άμυνας, Ανατόλι Σερντιούκοφ, μάλλον έχουν ως σκοπό την απομείωση της ικανότητας του ρωσικού ΠΝ να προωθεί τα συμφέροντά του και να προβάλει το έργο του στα κέντρα λήψεως αποφάσεων στη Μόσχα. Η μεταφορά του ρωσικού ΓΕΝ στην Αγ. Πετρούπολη και η συναφής απομάκρυνσή του από τα τεκταινόμενα στη Μόσχα, αποτελεί κίνηση τόσο συμβολική όσο και πρακτική. Στη ρωσική πολιτική σκηνή, η απομάκρυνση από τη Μόσχα ισοδυναμεί με «εξορία» και παύση εμπλοκής στα πολιτικά δρώμενα. Για το Ναυτικό σίγουρα σημαίνει την περαιτέρω απομάκρυνσή του από τον κύκλο του Πούτιν και του Μεντβέντεφ.
Ελευθερώνει επίσης ακίνητα μεγάλης αξίας στην πανάκριβη Μόσχα, τα οποία το υπουργείο Άμυνας μπορεί να πουλήσει και τέλος δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας στην Αγ. Πετρούπολη, από όπου κατάγονται ο Πούτιν και ο Σερντιούκοφ. Την ίδια μοίρα είχε και το Συνταγματικό Δικαστήριο, μια υπηρεσία με μικρή πολιτική βαρύτητα στη ρωσική πολιτική σκηνή, το οποίο επίσης μεταφέρθηκε στην Αγ. Πετρούπολη.
Η μεταφορά του ρωσικού ΓΕΝ από τη Μόσχα στην Αγ. Πετρούπολη, θα έπρεπε να σηματοδοτήσει την έναρξη ανάπτυξης κατάλληλων υποδομών (π.χ. νέα συστήματα διοικήσεως, ελέγχου και επικοινωνιών, εφεδρικές εγκαταστάσεις που θα χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση πολέμου κ.λπ.). Ωστόσο, δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα γνωστή κάποια σχετική ενέργεια.
Είναι αυτονόητο ότι οι ανωτέρω αλλαγές αντιμετωπίστηκαν με έντονο σκεπτικισμό από τους θιασώτες της πολιτικής των αεροπλανοφόρων και όχι
μόνο. Τον Αύγουστο του 2009, ο τέως Αρχηγός του ρωσικού ΠΝ Ναύαρχος Κουροέντοφ και δύο ακόμα αξιωματικοί έγραψαν μία πολεμική λίβελο στη
Ρωσική Ναυτική Επιθεώρηση με τίτλο «Πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για το ρωσικό ΠΝ».
Στο άρθρο τους καταγγέλλουν ευθέως ότι «η αιτία παρακμής του ρωσικού ΠΝ είναι η κυριαρχία του ΣΞ στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός των ρωσικών ΕΔ και η επακόλουθη μείωση της χρηματοδότησης προγραμμάτων του ρωσικού ΠΝ». Επίσης επισημαίνουν ότι κατά τη διάρκεια προεδρίας του Πούτιν, το Ναυτικό έλαβε μόνο 12% με 14% του προϋπολογισμού των ΕΔ, ποσοστό σαφώς μικρότερο από το 30% που ισχυρίστηκαν ο Πούτιν και ο Σέργιος Ιβανόφ. Τέλος, οι συγγραφείς κατηγορούν το κατεστημένο ότι αρνείται να αποδεχθεί την ανεξαρτησία του ρωσικού ΠΝ, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του εν λόγω όπλου.
Οι πρόσφατες ενέργειες του υπουργού Άμυνας, Ανατόλι Σερντιούκοφ, μάλλον έχουν ως σκοπό την απομείωση της ικανότητας του ρωσικού ΠΝ να προωθεί τα συμφέροντά του και να προβάλει το έργο του στα κέντρα λήψεως αποφάσεων στη Μόσχα. Η μεταφορά του ρωσικού ΓΕΝ στην Αγ. Πετρούπολη και η συναφής απομάκρυνσή του από τα τεκταινόμενα στη Μόσχα, αποτελεί κίνηση τόσο συμβολική όσο και πρακτική. Στη ρωσική πολιτική σκηνή, η απομάκρυνση από τη Μόσχα ισοδυναμεί με «εξορία» και παύση εμπλοκής στα πολιτικά δρώμενα. Για το Ναυτικό σίγουρα σημαίνει την περαιτέρω απομάκρυνσή του από τον κύκλο του Πούτιν και του Μεντβέντεφ.
Ελευθερώνει επίσης ακίνητα μεγάλης αξίας στην πανάκριβη Μόσχα, τα οποία το υπουργείο Άμυνας μπορεί να πουλήσει και τέλος δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας στην Αγ. Πετρούπολη, από όπου κατάγονται ο Πούτιν και ο Σερντιούκοφ. Την ίδια μοίρα είχε και το Συνταγματικό Δικαστήριο, μια υπηρεσία με μικρή πολιτική βαρύτητα στη ρωσική πολιτική σκηνή, το οποίο επίσης μεταφέρθηκε στην Αγ. Πετρούπολη.
Η μεταφορά του ρωσικού ΓΕΝ από τη Μόσχα στην Αγ. Πετρούπολη, θα έπρεπε να σηματοδοτήσει την έναρξη ανάπτυξης κατάλληλων υποδομών (π.χ. νέα συστήματα διοικήσεως, ελέγχου και επικοινωνιών, εφεδρικές εγκαταστάσεις που θα χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση πολέμου κ.λπ.). Ωστόσο, δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα γνωστή κάποια σχετική ενέργεια.
Ρωσικό ΠΝ και γεωστρατηγική
Η εξεύρεση επαρκών πόρων και η ιεράρχηση της χρήσης τους αποτελεί ένα δύσκολο πρόβλημα για το ρωσικό ΠΝ. Λόγω της γεωγραφίας της χώρας, το ρωσικό ΠΝ διαθέτει συνολικά τέσσερις Στόλους [9] και μια ομάδα πλοίων [10] σε εντελώς διαφορετικές περιοχές. Οι ανωτέρω δυνάμεις πρακτικά δεν είναι συγκοινωνούντα δοχεία και σε ενδεχόμενη κρίση, είναι δύσκολη η ενίσχυση / μεταφορά δυνάμεων από το ένα θέατρο επιχειρήσεων στο άλλο. Κρίσεις που ενδέχεται να εξελιχθούν σε ένοπλες συγκρούσεις στα σύνορα της σημερινής Ρωσίας είναι πολύ πιθανές κατά τη μετασοβιετική εποχή και τρεις εκ των Στόλων (Βορρά, Μαύρης Θάλασσας και Ειρηνικού) καθώς και η ομάδα πλοίων της Κασπίας βρίσκονται σε τέτοιες περιοχές.
Η πρόσφατη (15/09/10) συμφωνία του Μούνμαρσκ μεταξύ Ρωσίας και Νορβηγίας για διευθέτηση των συνοριακών τους διαφορών στην αμφισβητούμενη θαλάσσια περιοχή του Μπάρεντς και της Αρκτικής [11] ενδεχομένως να ενδυναμώσει την περαιτέρω συνεργασία των δύο χωρών στον Αρκτικό Ωκεανό. Από την άλλη πλευρά, δεν απομειώνει τη στρατηγική σημασία της περιοχής και το συναφές ενδιαφέρον του ρωσικού ΠΝ.
Μία από τις μεγαλύτερες προτεραιότητες του Προέδρου Πούτιν ήταν η δημιουργία σφαίρας επιρροής στα μετασοβιετικά κράτη. Ειδικά η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας έγινε πρόσφατα πεδίο των εμφανών ρωσικών επιδιώξεων στην περιοχή κατά τη διάρκεια του Ρώσο-Γεωργιανού πολέμου το 2008, όπου ο εκεί ρωσικός στόλος είδε πολεμική δράση. Στην ίδια περιοχή, ένταση υπήρξε επίσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας σχετικά με τη χρήση της Ναυτικής Βάσης της Σεβαστουπόλεως, για την οποία το ισχύον καθεστώς έληγε το 2017. Η πρόσφατη όμως συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για περαιτέρω χρήση της ναυτικής βάσης μέχρι το 2042 με προαίρεση έως το 2047 [12] έλυσε τη διαφορά. Οι Ρώσοι θέλουν να κρατήσουν τις ναυτικές δυνάμεις της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας έξω από τη Μαύρη Θάλασσα. Ο Ναύαρχος Βισότσκι δήλωσε πρόσφατα ότι «τα Πολεμικά Ναυτικά κρατών που δεν έχουν ακτές στη Μαύρη Θάλασσα δεν έχουν θέση μέσα σε αυτή». Επισήμανε επίσης τη ναυτική συνεργασία με την Τουρκία, η οποία προφανώς πάει «χέρι-χέρι» με την ευρύτερή τους συνεργασία, ειδικά στον τομέα της ενέργειας. Σε αντίθεση με την περιοχή της Αρκτικής, στον Εύξεινο Πόντο, η Ρωσία έχει περισσότερες πιθανότητες αποτελεσματικού περιορισμού της δράσεως των ναυτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ, μέσω της συνθήκης του Μοντρέ, η οποία περιορίζει τη διέλευση πολεμικών πλοίων από τα Δαρδανέλια και το Βόσπορο.
Η πρόσφατη (15/09/10) συμφωνία του Μούνμαρσκ μεταξύ Ρωσίας και Νορβηγίας για διευθέτηση των συνοριακών τους διαφορών στην αμφισβητούμενη θαλάσσια περιοχή του Μπάρεντς και της Αρκτικής [11] ενδεχομένως να ενδυναμώσει την περαιτέρω συνεργασία των δύο χωρών στον Αρκτικό Ωκεανό. Από την άλλη πλευρά, δεν απομειώνει τη στρατηγική σημασία της περιοχής και το συναφές ενδιαφέρον του ρωσικού ΠΝ.
Μία από τις μεγαλύτερες προτεραιότητες του Προέδρου Πούτιν ήταν η δημιουργία σφαίρας επιρροής στα μετασοβιετικά κράτη. Ειδικά η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας έγινε πρόσφατα πεδίο των εμφανών ρωσικών επιδιώξεων στην περιοχή κατά τη διάρκεια του Ρώσο-Γεωργιανού πολέμου το 2008, όπου ο εκεί ρωσικός στόλος είδε πολεμική δράση. Στην ίδια περιοχή, ένταση υπήρξε επίσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας σχετικά με τη χρήση της Ναυτικής Βάσης της Σεβαστουπόλεως, για την οποία το ισχύον καθεστώς έληγε το 2017. Η πρόσφατη όμως συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για περαιτέρω χρήση της ναυτικής βάσης μέχρι το 2042 με προαίρεση έως το 2047 [12] έλυσε τη διαφορά. Οι Ρώσοι θέλουν να κρατήσουν τις ναυτικές δυνάμεις της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας έξω από τη Μαύρη Θάλασσα. Ο Ναύαρχος Βισότσκι δήλωσε πρόσφατα ότι «τα Πολεμικά Ναυτικά κρατών που δεν έχουν ακτές στη Μαύρη Θάλασσα δεν έχουν θέση μέσα σε αυτή». Επισήμανε επίσης τη ναυτική συνεργασία με την Τουρκία, η οποία προφανώς πάει «χέρι-χέρι» με την ευρύτερή τους συνεργασία, ειδικά στον τομέα της ενέργειας. Σε αντίθεση με την περιοχή της Αρκτικής, στον Εύξεινο Πόντο, η Ρωσία έχει περισσότερες πιθανότητες αποτελεσματικού περιορισμού της δράσεως των ναυτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ, μέσω της συνθήκης του Μοντρέ, η οποία περιορίζει τη διέλευση πολεμικών πλοίων από τα Δαρδανέλια και το Βόσπορο.
Η ρωσική απόφαση για αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Αμπχαζίας και της Νοτίου Οσετίας τον Αύγουστο του 2008, προδικάζει τη διατήρηση της εντάσεως στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου για αρκετά χρόνια, ίσως για δεκαετίες. Θεωρούμε πιο πιθανή τη χρήση βίας από τη ρωσική πλευρά στον Εύξεινο Πόντο παρά στην Αρκτική, γιατί όπως αποδείχθηκε κατά την πρόσφατη σύγκρουση Γεωργίας – Ρωσίας, το ΝΑΤΟ δεν είναι, προς το παρόν, διατεθειμένο να εμπλακεί σε πολεμικές περιπέτειες προκειμένου να προστατέψει κράτη τα οποία δεν είναι μέλη της Συμμαχίας. Επιπλέον όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, η ανάπτυξη συμμαχικών ναυτικών δυνάμεων στη Μαύρη Θάλασσα περιορίζεται από τη Συνθήκη του Μοντρέ, η οποία δεν επιτρέπει τη διέλευση αεροπλανοφόρων από τα Δαρδανέλια. Οι πρόσφατες αναχαιτίσεις από τη γεωργιανή πλευρά εμπορικών πλοίων που κατευθύνονταν προς την Αμπχαζία και οι απειλές της Αμπχαζίας ότι θα καταστρέψει τα γεωργιανά πλοία που επιδίδονται σε τέτοιες ενέργειες, ανεβάζουν την ένταση στην περιοχή και κάνουν πιθανή νέα εμπλοκή της Ρωσίας.
Είναι συνεπώς αναμενόμενη από τη Ρωσία η επένδυση σε ναυτικές υποδομές και η απόκτηση νέων μονάδων προς ενίσχυση του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας. Επιπλέον, η γειτονική Κασπία είναι εξίσου σημαντική για την ενεργειακή πολιτική της Ρωσίας, λόγω της εγγύτητας της στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία.
Είναι συνεπώς αναμενόμενη από τη Ρωσία η επένδυση σε ναυτικές υποδομές και η απόκτηση νέων μονάδων προς ενίσχυση του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας. Επιπλέον, η γειτονική Κασπία είναι εξίσου σημαντική για την ενεργειακή πολιτική της Ρωσίας, λόγω της εγγύτητας της στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία.
Οι διαπραγματεύσεις για τα «MISTRAL»
Το ενδιαφέρον της Ρωσίας για πρόσκτηση ναυτικών μονάδων προερχόμενων από μη εγχώριους κατασκευαστές, έγινε καταρχάς εμφανές κατά την επίσκεψη του Ναυάρχου Βισότσκι τον Οκτώβριο του 2008, στην έκθεση EURONAVAL 2008, στο Παρίσι.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, ο Ρώσος Ναύαρχος εκδήλωσε την πρόθεση της Ρωσίας για πρόσκτηση του πλοίου Διοικήσεως και Ελέγχου / Προβολής Ισχύος στην ξηρά τύπου Mistral, της γαλλικής εταιρείας THALES Corp. Μυστικές συνομιλίες με τη γαλλική εταιρεία βρίσκονται σε εξέλιξη προκειμένου να συγκεκριμενοποιηθεί το ακριβές κόστος και η έκταση της μεταφερόμενης τεχνολογίας. Στις 24 Ιουνίου του 2009, ο Ναύαρχος Βισότσκι δήλωσε ότι το ρωσικό ΠΝ ενδέχεται να παραγγείλει πλοία στο εξωτερικό. Αμέσως τα ΜΜΕ άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι η Ρωσία διαπραγματεύεται την κατασκευή αεροπλανοφόρου με γαλλική εταιρεία.
Τέλη Αυγούστου του ιδίου έτους, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Μακάροφ επιβεβαίωσε ότι η Ρωσία, όντως διαπραγματεύεται με τη Γαλλία την αγορά ΠΠ τ. «ΜISTRAL» και ελπίζει στην επισύναψη συμβολαίου μέχρι το τέλος του 2009.
Τα πλοία Διοικήσεως και Ελέγχου αμφιβίων επιχειρήσεων τ. «MISTRAL», είναι υπερσύγχρονες πλατφόρμες μήκους 199 μέτρων και εκτοπίσματος 21.300 τόνων. Έχουν πλήρωμα 160 ατόμων και μέγιστη αυτονομία 45 ημερών, ενώ μπορούν να διανύσουν 11.000 ν.μ. με ταχύτητα 15 κόμβων. Είναι μοντέρνας σχεδίασης, πλήρη αυτοματισμών και η σχεδιαστική φιλοσοφία συνδυάζει στο ίδιο σκάφος τις δυνατότητες υποστηρίξεως αποβατικών / αεραποβατικών επιχειρήσεων, δυνατότητα μεταφοράς 450 οπλιτών, δυνατότητα υγειονομικού ρόλου «δύο» [13] και τέλος τη σημαντική δυνατότητα διοικήσεως και ελέγχου ναυτικών επιχειρήσεων και την υποστήριξη του σχετικού επιτελείου εν πλω.
Συνεπώς, ένα πολεμικό πλοίο τ. «ΜISTRAL», αποτελεί μια πλατφόρμα διεξαγωγής αποβατικών επιχειρήσεων, η οποία επιπλέον επιτρέπει στη Ρωσία να μεταφέρει πολιτικά μηνύματα. Είναι γεγονός ότι η εμφάνιση ενός τέτοιου πλοίου, το οποίο μεταφέρει πεζοναύτες, τεθωρακισμένα οχήματα και επιθετικά ή μεταφορικά ελικόπτερα, στις ακτές μιας πιο αδύναμης χώρας όταν αυτή βρίσκεται σε κρίση με τη Ρωσία, θα δημιουργήσει συναισθήματα ανασφάλειας στην αντίπαλη πολιτική ηγεσία. Το σημαντικότερο όμως πλεονέκτημα που προσφέρει μια ναυτική μονάδα τ. «MISTRAL» στη ρωσική πολιτική ηγεσία, είναι κάτι που δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει κατά τον πόλεμο στο Κόσοβο: Τη δυνατότητα αποστολής ηχηρών πολιτικών μηνυμάτων προς το ΝΑΤΟ, όταν αυτό επηρεάζει τα στρατηγικά συμφέροντά της, αλλά και της θέλησης και δυνατότητας της να βοηθήσει τους φίλους της.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, ο Ρώσος Ναύαρχος εκδήλωσε την πρόθεση της Ρωσίας για πρόσκτηση του πλοίου Διοικήσεως και Ελέγχου / Προβολής Ισχύος στην ξηρά τύπου Mistral, της γαλλικής εταιρείας THALES Corp. Μυστικές συνομιλίες με τη γαλλική εταιρεία βρίσκονται σε εξέλιξη προκειμένου να συγκεκριμενοποιηθεί το ακριβές κόστος και η έκταση της μεταφερόμενης τεχνολογίας. Στις 24 Ιουνίου του 2009, ο Ναύαρχος Βισότσκι δήλωσε ότι το ρωσικό ΠΝ ενδέχεται να παραγγείλει πλοία στο εξωτερικό. Αμέσως τα ΜΜΕ άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι η Ρωσία διαπραγματεύεται την κατασκευή αεροπλανοφόρου με γαλλική εταιρεία.
Τέλη Αυγούστου του ιδίου έτους, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Μακάροφ επιβεβαίωσε ότι η Ρωσία, όντως διαπραγματεύεται με τη Γαλλία την αγορά ΠΠ τ. «ΜISTRAL» και ελπίζει στην επισύναψη συμβολαίου μέχρι το τέλος του 2009.
Τα πλοία Διοικήσεως και Ελέγχου αμφιβίων επιχειρήσεων τ. «MISTRAL», είναι υπερσύγχρονες πλατφόρμες μήκους 199 μέτρων και εκτοπίσματος 21.300 τόνων. Έχουν πλήρωμα 160 ατόμων και μέγιστη αυτονομία 45 ημερών, ενώ μπορούν να διανύσουν 11.000 ν.μ. με ταχύτητα 15 κόμβων. Είναι μοντέρνας σχεδίασης, πλήρη αυτοματισμών και η σχεδιαστική φιλοσοφία συνδυάζει στο ίδιο σκάφος τις δυνατότητες υποστηρίξεως αποβατικών / αεραποβατικών επιχειρήσεων, δυνατότητα μεταφοράς 450 οπλιτών, δυνατότητα υγειονομικού ρόλου «δύο» [13] και τέλος τη σημαντική δυνατότητα διοικήσεως και ελέγχου ναυτικών επιχειρήσεων και την υποστήριξη του σχετικού επιτελείου εν πλω.
Συνεπώς, ένα πολεμικό πλοίο τ. «ΜISTRAL», αποτελεί μια πλατφόρμα διεξαγωγής αποβατικών επιχειρήσεων, η οποία επιπλέον επιτρέπει στη Ρωσία να μεταφέρει πολιτικά μηνύματα. Είναι γεγονός ότι η εμφάνιση ενός τέτοιου πλοίου, το οποίο μεταφέρει πεζοναύτες, τεθωρακισμένα οχήματα και επιθετικά ή μεταφορικά ελικόπτερα, στις ακτές μιας πιο αδύναμης χώρας όταν αυτή βρίσκεται σε κρίση με τη Ρωσία, θα δημιουργήσει συναισθήματα ανασφάλειας στην αντίπαλη πολιτική ηγεσία. Το σημαντικότερο όμως πλεονέκτημα που προσφέρει μια ναυτική μονάδα τ. «MISTRAL» στη ρωσική πολιτική ηγεσία, είναι κάτι που δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει κατά τον πόλεμο στο Κόσοβο: Τη δυνατότητα αποστολής ηχηρών πολιτικών μηνυμάτων προς το ΝΑΤΟ, όταν αυτό επηρεάζει τα στρατηγικά συμφέροντά της, αλλά και της θέλησης και δυνατότητας της να βοηθήσει τους φίλους της.
Η ρωσική ναυπηγική βιομηχανία
Ο πλέον σημαντικός παράγοντας αυτή τη στιγμή που επηρεάζει το μέλλον του ρωσικού ΠΝ είναι η δυνατότητα της ρωσικής ναυπηγικής αλλά και ευρύτερης βιομηχανίας να υποστηρίξει το ρωσικό στόλο με νέες κατασκευές. Πήρε δέκα χρόνια για το «Αγία Πετρούπολη», το πρώτο Υ/Β τ. «LADA» να φθάσει στο στάδιο των τελικών δοκιμών. Πήρε επτά χρόνια για να τεθεί σε ενεργό υπηρεσία το πρώτο πλοίο τ. «Steregushchiy». Τόσο αργοί ρυθμοί ακόμα και σε περιόδους ικανοποιητικής χρηματοδότησης από την πλευρά της πολιτείας, καταδεικνύουν την αδυναμία της ρωσικής ναυπηγικής βιομηχανίας. Αν κρίνουμε από την παραγγελία του πλοίου τ. «MISTRAL», το ρωσικό ΠΝ μάλλον διακατέχεται από τις ίδιες αμφιβολίες.
Η ανάλυση της κατάστασης της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι σκοπός του παρόντος πονήματος. Παρόλ’ αυτά, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι λείπει η ανταγωνιστικότητα και η προσαρμογή στους κανόνες της ελεύθερης οικονομίας. Όταν η ρωσική ναυπηγική βιομηχανία οφείλει την ύπαρξή της στις παραγγελίες αμυντικού υλικού (αποτελεί τουλάχιστον το 70% των συμβολαίων), είναι προφανές ότι δεν καταβάλλονται σοβαρές προσπάθειες μειώσεως του κόστους παραγωγής και ενισχύσεως της ανταγωνιστικότητας. Μέχρι να ολοκληρωθεί η προσαρμογή της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, εκτιμάται ότι δεν θα δύναται να αποτελεί αξιόπιστο προμηθευτή οπλικών συστημάτων για τις ρωσικές ΕΔ. Η ρωσική βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένης της αμυντικής, υποφέρει από πολλές παθογένειες. Σύμφωνα με το Σεργκέι Κεμέζοφ, γενικό διευθυντή της κρατικής εταιρείας «Rostekhnologii», το 70% των βαρέων βιομηχανικών μηχανημάτων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που χρησιμοποιούνται στις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, είναι ηλικίας άνω των 20 ετών. Μόνο 5% των μηχανημάτων είναι κάτω των 5 ετών. «Η αμυντική μας βιομηχανία υποφέρει διότι η Ρωσία έχει μείνει πίσω στην τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών [14]». Η τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση επηρέασε σοβαρά τη βιωσιμότητα της αμυντικής βιομηχανίας: Τον Ιανουάριο του 2009, περίπου το 1/3 των εταιρειών παραγωγής αμυντικού υλικού ήταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας [15]. Μετά από πολλά χρόνια συζητήσεων για την κατασκευή Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (UAV: Unmanned Air Vehicle), οι ρωσικές ΕΔ αναγκάστηκαν τελικά να τα παραγγείλουν από το Ισραήλ. Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούμε τη ρωσική αμυντική βιομηχανία «τελειωμένη». Αντιλαμβανόμαστε όμως ότι η Ρωσία δεν είναι πλέον μία αυτάρκης βιομηχανική δύναμη παραγωγής αμυντικού υλικού. Η εγχώρια αμυντική βιομηχανία, δεν δύναται πλέον να καλύψει τις ανάγκες των ρωσικών ΕΔ και συνεπώς η προμήθεια εξελιγμένων οπλικών συστημάτων εξαρτάται από συμπαραγωγές και εισαγωγές υλικού από
έτερους προμηθευτές. Αυτό φυσικά επηρεάζει την κατασκευή πολύπλοκων οπλικών συστημάτων, όπως είναι τα πλοία επιφανείας και τα Υ/Β και δεσμεύει τη Ρωσία από το να ασκεί ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, αφού εκ των πραγμάτων εξαρτάται για εισαγωγή αμυντικού υλικού από τις κυρίαρχες βιομηχανικές δυνάμεις του πλανήτη.
Η ανάλυση της κατάστασης της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι σκοπός του παρόντος πονήματος. Παρόλ’ αυτά, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι λείπει η ανταγωνιστικότητα και η προσαρμογή στους κανόνες της ελεύθερης οικονομίας. Όταν η ρωσική ναυπηγική βιομηχανία οφείλει την ύπαρξή της στις παραγγελίες αμυντικού υλικού (αποτελεί τουλάχιστον το 70% των συμβολαίων), είναι προφανές ότι δεν καταβάλλονται σοβαρές προσπάθειες μειώσεως του κόστους παραγωγής και ενισχύσεως της ανταγωνιστικότητας. Μέχρι να ολοκληρωθεί η προσαρμογή της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, εκτιμάται ότι δεν θα δύναται να αποτελεί αξιόπιστο προμηθευτή οπλικών συστημάτων για τις ρωσικές ΕΔ. Η ρωσική βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένης της αμυντικής, υποφέρει από πολλές παθογένειες. Σύμφωνα με το Σεργκέι Κεμέζοφ, γενικό διευθυντή της κρατικής εταιρείας «Rostekhnologii», το 70% των βαρέων βιομηχανικών μηχανημάτων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που χρησιμοποιούνται στις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, είναι ηλικίας άνω των 20 ετών. Μόνο 5% των μηχανημάτων είναι κάτω των 5 ετών. «Η αμυντική μας βιομηχανία υποφέρει διότι η Ρωσία έχει μείνει πίσω στην τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών [14]». Η τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση επηρέασε σοβαρά τη βιωσιμότητα της αμυντικής βιομηχανίας: Τον Ιανουάριο του 2009, περίπου το 1/3 των εταιρειών παραγωγής αμυντικού υλικού ήταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας [15]. Μετά από πολλά χρόνια συζητήσεων για την κατασκευή Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (UAV: Unmanned Air Vehicle), οι ρωσικές ΕΔ αναγκάστηκαν τελικά να τα παραγγείλουν από το Ισραήλ. Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούμε τη ρωσική αμυντική βιομηχανία «τελειωμένη». Αντιλαμβανόμαστε όμως ότι η Ρωσία δεν είναι πλέον μία αυτάρκης βιομηχανική δύναμη παραγωγής αμυντικού υλικού. Η εγχώρια αμυντική βιομηχανία, δεν δύναται πλέον να καλύψει τις ανάγκες των ρωσικών ΕΔ και συνεπώς η προμήθεια εξελιγμένων οπλικών συστημάτων εξαρτάται από συμπαραγωγές και εισαγωγές υλικού από
έτερους προμηθευτές. Αυτό φυσικά επηρεάζει την κατασκευή πολύπλοκων οπλικών συστημάτων, όπως είναι τα πλοία επιφανείας και τα Υ/Β και δεσμεύει τη Ρωσία από το να ασκεί ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, αφού εκ των πραγμάτων εξαρτάται για εισαγωγή αμυντικού υλικού από τις κυρίαρχες βιομηχανικές δυνάμεις του πλανήτη.
Επίλογος
Κλείνοντας την ανάλυσή μας σχετικά με το ρωσικό ΠΝ, καταλήγουμε ότι οι αδυναμίες της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας και η συνεχής αναθεώρηση των σχεδίων του ρωσικού ΓΕΝ από το αντίστοιχο ΓΕΕΘΑ σχετικά με το μέλλον του ρωσικού ΠΝ, αποτελούν μεν τροχοπέδη εξελίξεων, αλλά δεν αποκλείουν τελικά τη δυνατότητα του ρωσικού ΠΝ να επηρεάζει τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιφέρεια της Ρωσικής Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών. Άλλωστε, ζούμε σε μια δυναμική εποχή που η συμβατική παράθεση των νυν δυνατοτήτων ή αδυναμιών δεν προδικάζει με σιγουριά τις μελλοντικές εξελίξεις. Η ταχέως και δυναμικά εξελισσόμενη διεθνής σκηνή, είναι δυνατό να ευνοήσει πιο αδύναμους δρώντες και να παραλύσει άλλους δυνατότερους. Συναφώς, αν και το ρωσικό ΠΝ εκτιμάται ότι, προς το παρόν, δεν πρόκειται να παίξει ηγετικό ρόλο σε παγκόσμια κλίμακα, εντούτοις έχει την ικανότητα να επηρεάσει κατά ικανοποιητικό τρόπο τις εξελίξεις στην περιφέρεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας και να εξασκήσει δυναμική επιρροή σε ασθενέστερα κράτη.
Του Αντιπλοιάρχου Αθανασίου Δημητρίου ΠΝ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[8] Η εν λόγω φράση δεν έχει σκοπό να μειώσει την αποτελεσματικότητα των ρωσικών ΕΔ. Είναι πραγματικότητα και ισχύει για όλες τις ΕΔ, ότι η αληθινή τους αποτελεσματικότητα αποδεικνύεται κατά τη διάρκεια πραγματικών επιχειρήσεων από όπου εξάγονται χρήσιμα επιχειρησιακά διδάγματα.
[9] Αρκτικής, Βαλτικής, Εύξεινου Πόντους και Ειρηνικού.
[10] Κασπία.
[11] “Norway and Russia sign marittime delimination agreement”, www.barentsobserver.com , τελευταία πρόσβαση 30/09/2010.
[12] “Russian expert: Russian fleet in Sevastopol is worth more than money”,
http://en.trend.az/print/1691562.html , τελευταία πρόσβαση 30/09/2010.
[13] Τα πλοία διαθέτουν νοσοκομειακό χώρο 750 τ.μ., δύο χειρουργεία και 69 κρεβάτια. Εάν χρειαστεί και άλλος χώρος παροχής υγειονομικής περίθαλψης, το υπόστεγο ελικοπτέρων είναι δυνατό να μετατραπεί σε διαμερισματοποιημένο νοσοκομειακό χώρο εκστρατείας.
[14] Vadim Solovyev, “Mashinostroiteli priobreli lobbistov,” NVO, May 18, 2007.
[15] Oksama Novozhenina, Aleksei Topalov, “Rossiyskiye tekhnologii zayma,” gazeta.ru, 25 February 2009,http://gazeta.ru/business/2009/02/25/2948851.shtml, πρόσβαση 25/2/09.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Πέραν των ανωτέρω σημειώσεων, η εν λόγω μελέτη βασίστηκε στις προσωπικές σημειώσεις του συγγραφέα κατά τις παραδόσεις του μαθήματος «Russian Politics» από τον καθηγητή Mikail Tsypkin στο πλαίσιο παρακολουθήσεως του κύκλου σπουδών National Security Affairs – Russia, Central Asia στο Naval Postgraduate School, Monterey, το Ακαδημαϊκό έτος 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου