Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Η «στρατηγική της έντασης»



Γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος, επίκουρος καθηγητής ΠΑΜΑΚ

Η «στρατηγική της έντασης» («strategia della tensione») υπήρξε μια συνειδητή πολιτική επιλογή, κατ’ αρχήν της ιταλικής άκρας δεξιάς που εμπνεύσθηκε από τους γερμανούς εθνικοσοσιαλιστές της περιόδου 1928-1932 (φασιστική παρακρατική ομάδα Gladio, μασονική στοά P2, «σταγονίδια» του στρατού και της εκκλησίας), που ακολουθήθηκε κατόπιν και από την ιταλική άκρα αριστερά («Ερυθρές ταξιαρχίες», «Εργατική εξουσία», «Διαρκής πάλη») στη δεκαετία του 1970.

Οι μεν επιδίωκαν, με τη διαρκή κλιμάκωση της τυφλής τρομοκρατικής βίας, να φέρουν πόλωση, εμφυλιοπολεμικό κλίμα και αποσταθεροποίηση, προκειμένου να γίνει πραξικόπημα και να «εκκαθαρισθεί» η χώρα από τους κομμουνιστές και τους σοσιαλιστές, τα εργατικά συνδικάτα και τους αριστερούς πανεπιστημιακούς. Οι δε, ακολουθώντας την τροτσκιστική τακτική, πίστεψαν ανοήτως ότι η κλιμάκωση της έντασης καλλιεργούσε τις αντικειμενικές συνθήκες για λαϊκή εξέγερση και ανατροπή, με προοπτική την ταξική νίκη του προλεταριάτου.

Αποτέλεσμα: η Ιταλία αιματοκυλίσθηκε για πάνω από δεκαπέντε χρόνια, πολλές αστικές και κοινωνικές ελευθερίες ανεστάλησαν από «ιδιώνυμα» ποινικά αδικήματα και ειδική αντιτρομοκρατική νομοθεσία, οι δυνάμεις ασφαλείας με ειδικά εκπαιδευμένα λυκόσκυλα έκαναν περιπολίες παντού. Πολλοί διανοούμενοι φίλα προσκείμενοι στο PCI (Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα) και στην κεντρώα πτέρυγα της DC (Χριστιανικής Δημοκρατίας) αντιτάχθηκαν σθεναρά στη στρατηγική της έντασης, η οποία όμως κλιμακώθηκε σε βαθμό παροξυσμού με τη δολοφονία του πρωθυπουργού Aldo Moro από τις «Ερυθρές ταξιαρχίες» το 1978. Ο Moro δεν ήταν μια τυχαία πολιτική προσωπικότητα: ήδη από την πρώτη τυφλή βομβιστική ενέργεια που έγινε το 1969 στην Piazza Fontana στο Μιλάνο, υπουργός Εξωτερικών τότε, έδρασε για να αποτρέψει το αόρατο αλλά πανταχού παρόν παρακράτος απ’ την ενεργοποίηση σεναρίου πραξικοπήματος. Το 1978 απήχθη τη στιγμή ακριβώς που κατευθυνόταν προς το κοινοβούλιο για να επισφραγίσει τον περίφημο Ιστορικό Συμβιβασμό μεταξύ της DC και του PCI. Λίγες εβδομάδες αργότερα δολοφονήθηκε.

Ο εκφοβισμός της ιταλικής κοινωνίας από τις τυφλές τρομοκρατικές ενέργειες της άκρας δεξιάς και τις «επαναστατικές εκτελέσεις» της άκρας αριστεράς έφερε ακραία πόλωση, φανατισμό και συντηρητικοποίηση, ενώ γενίκευσε και διόγκωσε τη ρητορεία του μίσους (hate speech) εναντίον των πολιτικών αντιπάλων. Αυτοί που ηττήθηκαν πολιτικά υπήρξαν το εργατικό κίνημα, η μεταρρυθμιστική αριστερά και οι πιο μετριοπαθείς Φιλελεύθεροι και Χριστιανοδημοκράτες.

Στην Ελλάδα, μετά και τα τελευταία ιδιαιτέρως ανησυχητικά γεγονότα (τρομοκρατική επίθεση στα γραφεία της ΝΔ, μαχαίρωμα μετανάστη στο δρόμο, βόμβα που έσκασε στα τυφλά σε εμπορικό κέντρο), καθένας καταλαβαίνει πια ότι υπάρχει μια κλιμάκωση της φυσικής βίας. Παράλληλα, η επίκληση ενός «εσωτερικού εχθρού» από ένα βίαιο, εξωσυστημικό κόμμα της άκρας δεξιάς, προσπαθεί να εκμεταλλευθεί την προϊούσα κρίση νομιμοποίησης ενός πολιτικοοικονομικού συστήματος, το οποίο φοβάται ότι έχει απολέσει τη στήριξη ή τη συναίνεση που είχε συγκεντρώσει ή είχε αποσπάσει από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Η επίκληση αυτή συνοδεύεται από μια όξυνση της έντασης, προκειμένου να πολωθεί η κοινή γνώμη και να επικρατήσει ευνοϊκός συσχετισμός δύναμης. Υπάρχουν συνεπώς ισχυρές ενδείξεις ότι όσα συμβαίνουν σήμερα στη χώρα αποτελούν μια ψυχρά υπολογισμένη και στοχευμένη στρατηγική έντασης σε συνθήκες οικονομικής εξαθλίωσης και κοινωνικής εξαχρείωσης. Το ακροδεξιό φάσμα των πολιτικών δυνάμεων εγγράφει υποθήκες μυώδους επέμβασης για μεθαύριο, όταν και αν καταρρεύσει οικονομικά και αποσταθεροποιηθεί η χώρα.

Πηγή http://www.makthes.gr/news/opinions/99129/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου