Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Η Ιαπωνία διατηρεί την ψυχραιμία της


Ιαπωνικό αντιτορπιλικό κατά την διάρκεια μιας άσκησης του στόλου. (Yuriko Nakao / Reuters)

Κατά το περασμένο έτος, καθώς η Ιαπωνία εμπλεκόταν σε άσχημες εδαφικές διαμάχες με την Κίνα και την Νότια Κορέα, οι εξωτερικοί παρατηρητές ανησυχούσαν για την στροφή της χώρας προς τα δεξιά. Η τάση αυτή, φαινόταν να επιβεβαιώνεται με την εκλογή του συντηρητικού Σίνζο Άμπε, ο οποίος επέστρεψε στα πρωθυπουργικά καθήκοντά τον περασμένο Δεκέμβριο, έχοντας προηγουμένως υπηρετήσει σε αυτήν την θέση το 2006- 2007. Δεδομένων των επιθετικών δηλώσεων του Άμπε στην προεκλογική εκστρατεία, μερικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η επιστροφή του στην εξουσία σήμαινε ότι η Ιαπωνία θα γυρίσει ξαφνικά την σελίδα της ειρηνιστικής στρατηγικής που έχει διατηρήσει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χαράζοντας μια πιο δυναμική και εθνικιστική πορεία. Το «Economist» υποστήριξε τολμηρά ότι το «τρομακτικά δεξιό» υπουργικό συμβούλιο του Άμπε είναι γεμάτο από «ριζοσπάστες εθνικιστές», οι οποίοι προοιωνίζονται κακά για την περιοχή. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το Τόκιο θα κοιτάξει να αναχαιτίσει περαιτέρω την Κίνα και την Βόρεια Κορέα και να πάρει μια πιο σκληρή διπλωματική στάση απέναντι στην Νότια Κορέα και την Ρωσία.
Το επιχείρημα αυτό στηρίζεται σε αρκετούς επισφαλείς πυλώνες. Πρώτος είναι ο φόβος ότι η κυβέρνηση του Άμπε θα αναθεωρήσει τον τρόπο που αντιμετωπίζει η Ιαπωνία την πολεμική ιστορία της, σηματοδοτώντας μια νέα συγκρουσιακή στάση. Η Κίνα και η Νότια Κορέα ανησυχούν ότι ο Άμπε θα συνεχίσει, παρά τις διαμαρτυρίες τους, να επισκέπτεται το Yasukuni Shrine, ένα μνημείο νεκρών του πολέμου της Ιαπωνίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προέρχονται από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Η τελευταία επίσκεψη του Άμπε στο ιερό ήταν τον περασμένο Οκτώβριο, ως αρχηγός της αντιπολίτευσης). Είτε αυτή η αντίληψη είναι ακριβής είτε όχι, το Yasukuni εξακολουθεί να συμβολίζει για την Νότια Κορέα και την Κίνα, ότι η Ιαπωνία δεν ενδιαφέρεται να αντιμετωπίσει το επεκτατικό παρελθόν της. Η Σεούλ και το Πεκίνο φοβούνται επίσης ότι ο Άμπε θα καταγγείλει ή θα τροποποιήσει τις δηλώσεις του Murayama και του Kono - τις επίσημες απολογίες των προηγούμενων Ιαπωνικών κυβερνήσεων σχετικά με τις δράσεις του ιαπωνικού αυτοκρατορικού στρατού πριν και κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο οι ξένοι περιμένουν την Ιαπωνία να κάνει μια επιθετική στροφή είναι η αυξανόμενη ένταση στη βορειοανατολική Ασία. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του, ο Άμπε πήρε σθεναρή στάση για τις εδαφικές διεκδικήσεις της Ιαπωνίας απέναντι στην Κίνα, την Νότια Κορέα και την Ρωσία. Τα σκληρά λόγια απέκτησαν πραγματικό νόημα όταν ο Άμπε διαπίστωσε, στις αρχές Ιανουαρίου, ότι «δεν υπάρχουν περιθώρια για διαπραγμάτευση» για το ζήτημα των Νησιών Σενκάκου (γνωστά ως Νησιά Diaoyu στην Κίνα), τα οποία και το Τόκιο και το Πεκίνο διεκδικούν, αλλά η Ιαπωνία τα διοικεί. Επιπλέον, το νέο υπουργικό συμβούλιο του Άμπε αντιτίθεται στην προσπάθεια της Κίνας να αλλάξει το status quo στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας μέσω της διπλής κατοχής των υδάτων και του εναέριου χώρου γύρω από τα νησιά εκεί. Άλλοι πιστεύουν ότι ο Άμπε και η επιθυμία του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος για την τροποποίηση του ειρηνιστικό Συντάγματος της Ιαπωνίας θα ανοίξει το δρόμο για την επαναστρατιωτικοποίηση και της κλιμάκωση των εχθροπραξιών στην περιοχή. Η εφημερίδα Ημερησία της Κίνας αποφάνθηκε τον Δεκέμβριο ότι «η εξωτερική και η αμυντική πολιτική που εκδηλώνει το LDP ... μπορεί να αποσταθεροποιήσουν την Ανατολική Ασία».
Αυτό το συμπέρασμα, ωστόσο, είναι εσφαλμένο για διάφορους λόγους. Πρώτον, η αντίθεση προς την Κίνα δύσκολα μπορεί να εκληφθεί ως ένα νέο δόγμα εξωτερικής πολιτικής του Τόκιο. Ο προηγούμενος πρωθυπουργός και ηγέτης του ειρηνιστικού Δημοκρατικού Κόμματος της Ιαπωνίας, ο Γιοσιχίκο Νόντα, διατηρούσε την ίδια θέση σχετικά με τις εδαφικές διαφορές. Δεύτερον, αυτές οι σαρωτικές κρίσεις στην εξωτερική πολιτική της Ιαπωνίας επικεντρώνονται μόνο στις ταραγμένες σχέσεις του Τόκιο με το Πεκίνο και την Σεούλ και παραβλέπουν την ευρύτερη διπλωματική στρατηγική της Ιαπωνίας που προσπαθεί να διατηρήσει με την περιοχή της. Πράγματι, ακόμα και αν η Κίνα, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα διατηρήσουν σταθερές τις θέσεις τους σχετικά με τις εδαφικές διαφορές και άλλα ευαίσθητα ζητήματα, θα σημειώσουν πιθανή πρόοδο όσον αφορά την οικονομική ολοκλήρωση. Ο Άμπε έχει καταστήσει σαφές ότι θεωρεί τις οικονομικές σχέσεις της Ιαπωνίας με την Κίνα και την Νότια Κορέα υψίστης σημασίας. Η Ιαπωνία συνεχίζει να υποστηρίζει μια πιθανή συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ των τριών χωρών – μια τεράστια επιχείρηση που θα συνδυάζει την δεύτερη και την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Βέβαια, στον δρόμο μιας τέτοιας συμφωνίας στέκονται πολλά εμπόδια, αλλά είναι κάτι από το οποίο όλες οι πλευρές θα επωφεληθούν.
Επιπλέον, οι επικριτές αδυνατούν να εντοπίσουν την ρεαλιστική πλευρά του Άμπε, η οποία έχει οριστεί από τις πραγματικότητες της διακυβέρνησης. Ο Άμπε μπορεί να έκανε κάποιες τολμηρές δηλώσεις κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, αλλά από τότε που ανέλαβε καθήκοντα, οι πολιτικές του ήταν μετριοπαθείς και λογικές. Ο Άμπε ξεκίνησε την δεύτερη θητεία του στέλνοντας μηνύματα τόσο στην Σεούλ όσο και στο Πεκίνο, θέλοντας να βελτιώσει τις στρατηγικές σχέσεις της Ιαπωνίας με την Νότια Κορέα και την Κίνα, ακόμη και αν αυτό απαιτεί «δημιουργικούς» συμβιβασμούς για τις εδαφικές διαφορές. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο Άμπε –και όχι η πρόεδρος της Νότιας Κορέας, η Park Geun-hye, - έτεινε πρώτος κλάδον ελαίας στέλνοντας ειδικό απεσταλμένο στη Σεούλ νωρίτερα αυτόν τον μήνα. Ο Άμπε πήρε επίσης, την συνετή απόφαση να σταματήσει μια προσπάθεια αναβάθμισης της «Ημέρας Τακεσίμα» -μιας αργίας στην επαρχία Shimane που συμβολίζει την διεκδίκηση της Ιαπωνίας σε μια συστάδα από νησάκια που ελέγχονται σήμερα από την Νότια Κορέα- σε επίπεδο εθνικής εορτής. Και όσον αφορά την αντιμετώπιση της Ρωσίας, ο Άμπε έχει ήδη κάνει συντονισμένες προσπάθειες για την επίλυση της διαφοράς για τα Βόρεια Εδάφη (νησιά, τα οποία η Ρωσία αναφέρει ως «Νότιες Κουρίλες»), ρίχνοντας σιωπηρά την ιδέα ότι η Ιαπωνία θα μπορούσε να παραχωρήσει την κυριαρχία του μεγαλύτερου από τα νησιά.
Η ρεαλιστική στάση του Άμπε δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη, δεδομένου ότι το ίδιο έκανε και την τελευταία φορά που ήταν πρωθυπουργός. Πριν από τότε, ο Άμπε είχε επιτύχει ένα σχεδόν δημοφιλές προφίλ στην Ιαπωνία για τις επιθετικές απόψεις του, ιδιαίτερα προς την Βόρεια Κορέα. Ωστόσο, από την στιγμή που έγινε γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου της κυβέρνησης του Κοϊζούμι, το 2005, η σκληρή ρητορική υποχώρησε. Τότε, μια από τις πρώτες πράξεις του ως πρωθυπουργός το 2006, ήταν να επιδιορθώσει τους «φθαρμένους» δεσμούς με την Κίνα και την Νότια Κορέα, επισκεπτόμενος τις αντίστοιχες πρωτεύουσές τους.
Εκτός από την ρεαλιστική προσέγγιση του Άμπε σχετικά με αυτά τα θέματα, είναι σημαντικό να κατατάξουμε την εξωτερική πολιτική του Τόκιο στην Ασία, σε αυτές που απευθύνονται σε μια περιοχή, παρά σε δύο χώρες. Λίγο μετά την εκλογή του, ο Άμπε κυκλοφόρησε έναν οδηγό εξωτερικής πολιτικής με τίτλο «Το Διαμάντι της Δημοκρατικής ασφάλειας της Ασίας». Σε αυτό, ο ίδιος τάσσεται υπέρ μιας ισχυρής πολυμερούς προσπάθειας για την προώθηση της ασφάλειας στην θάλασσα και την ελευθερία της ναυσιπλοΐας στον Ινδο- Ειρηνικό, μέσω της ενίσχυσης της στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ της Ιαπωνίας και των ομοϊδεατών εταίρων της, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αυστραλία και η Ινδία. Κάποιοι μπορούν να βρουν το πόνημα προκλητικό προς την Κίνα, αλλά αντί γι’ αυτό θα πρέπει να διαβαστεί ως ένα σημάδι της διάθεσης της Ιαπωνίας για μετριοπαθή προσέγγιση στα θέματα ασφάλειας στην Ασία. Παρά το γεγονός ότι ο Άμπε θα συνεχίσει να βάζει διπλωματικές «τρικλοποδιές» στην Κίνα για τις διαφορές τους στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας, δεν υποστηρίζει μια στρατηγική στρατιωτικής περικύκλωσης ή ανάσχεσης. Αντίθετα, η εξωτερική πολιτική της Ιαπωνίας θα κατευθύνεται προς την ενθάρρυνση των γειτονικών συμμάχων της για να εξασφαλίσει ότι η ισορροπία της ασιατικής δύναμης δεν γέρνει προς οποιαδήποτε χώρα.
Αυτή η ρεαλιστική και περιφερειακή προοπτική αποδεικνύεται επίσης από την επιλογή του Άμπε να επισκεφθεί την Νοτιοανατολική Ασία στο πρώτο επίσημο ταξίδι του στο εξωτερικό, με στόχο την περαιτέρω διαφοροποίηση των στρατηγικών σχέσεων της Ιαπωνίας στην περιοχή. Η διπλωματική στρατηγική του Άμπε αντανακλά μια υποκείμενη οικονομική πραγματικότητα; Σύμφωνα με μια έκθεση από το Ινστιτούτο Ερευνών Ιαπωνίας, το ιαπωνικό εμπόριο με την Κίνα μειώθηκε από 18,4 % του συνόλου των εξαγωγών της το 2000 σε 11,2 % το 2011. Εν τω μεταξύ οι εισαγωγές προς την λεγόμενη ASEAN-6 – την Ινδονησία, την Μαλαισία, τις Φιλιππίνες, την Ταϋλάνδη, την Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ- αυξήθηκαν από 9,7 % σε 10,9 %. Με άλλα λόγια, η εξωτερική πολιτική της Ιαπωνίας δεν μπορεί να κρίνεται μόνο εξετάζοντας τις σχέσεις της με την Κίνα και την Νότια Κορέα. Η Ιαπωνία έχει ποικίλες σχέσεις στην περιοχή που θα συνεχίσουν να καθοδηγούν την εξωτερική της πολιτική προς μια ρεαλιστική και πρακτική κατεύθυνση.
ΠΗΓΗ: http://www.foreignaffairs.gr/articles/69145/j-berkshire-miller-and-takashi-yokota/i-iaponia-diatirei-tin-psyxraimia-tis?page=show

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου