Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Εκτροχιάζοντας την δημοκρατία στην Ισλαμαμπάντ

Αυτό το μήνα, η κυβέρνηση του Πακιστάν αντιμετωπίζει μια άσκοπη πολιτική κρίση. Στις 14 Ιανουαρίου, ο Αλαμά Ταχίρ αλ Καντρί, ένας φιλο-στρατιωτικός κληρικός που μετατράπηκε σε επαναστάτη, ο οποίος κάποτε ισχυριζόταν ότι είχε ευθεία γραμμή επικοινωνίας με τον προφήτη Μωάμεθ, παρέλασε στην πρωτεύουσα με δεκάδες χιλιάδες υποστηρικτές του. Από τότε έχει απειλήσει να χρησιμοποιήσει ό, τι μέσα χρειαστούν για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του, οι οποίες περιλαμβάνουν την απομάκρυνση της «διεφθαρμένης» υπό την ηγεσία του Λαϊκού Κόμματος του Πακιστάν (PPP) κυβέρνησης, τη διάλυση του σημερινού κοινοβουλίου καθώς και την εφαρμογή των συνταγματικών ρητρών που προβλέπουν αυστηρά οικονομικά, θρησκευτικά και ηθικά προσόντα για την εκλογή στο κοινοβούλιο. Η κίνηση αυτή ακολουθεί έναν ασυνήθιστο καταιγισμό από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τον περασμένο μήνα, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Καντρί βγήκε στους δρόμους και στο ραδιόφωνο για να σώσει την χώρα, απαιτώντας τη δημιουργία μιας καθαρά τεχνοκρατικής κυβέρνησης που να υποστηρίζεται από το στρατό και το δικαστικό σώμα.

Γυναίκες σε συλλαλητήριο για τον Μουχάμαντ Ταχίρ ουλ Καντρί (Akhtar Soomro / Reuters

Η χρονική στιγμή δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη. Το 2013, το Πακιστάν αναμένεται να προβεί στην πρώτη μετάβαση της εξουσίας από μια εκλεγμένη πολιτική κυβέρνηση, που έχει ολοκληρώσει τη θητεία της, στην επόμενη. Όταν η σημερινή κυβέρνηση ανέλαβε καθήκοντα το 2008, το να φτάσει σε αυτό το ορόσημο φαινόταν αφάνταστα δύσκολο. Όλες οι προηγούμενες μεταβάσεις στη δημοκρατία του Πακιστάν είχαν διακοπεί απότομα από στρατιωτικά πραξικοπήματα. Δεδομένου ότι η ημερομηνία για την παράδοση της εξουσίας πλησιάζει, πολλοί Πακιστανοί είχαν αρχίσει να ελπίζουν ότι θα αποφευχθεί αυτό το σενάριο ετούτη τη φορά. Όπως αποδεικνύεται, όμως, ακόμη και η συγκρατημένη αισιοδοξία θα μπορούσε να είναι υπερβολική. Φαίνεται ότι ο ισχυρός στρατός του Πακιστάν, με τη βοήθεια ενός επιθετικού Ανώτατου Δικαστηρίου, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει βάλει ένα χεράκι στην υπόθεση.
Μερικοί στα μέσα ενημέρωσης του Πακιστάν, υποστηρίζουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, είναι συνένοχοι στην αλυσίδα γεγονότων αυτής της εβδομάδας, αν και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι εμπλέκονται άμεσα. Εν τω μεταξύ, πολλοί αρθρογράφοι, όπως ο εξέχων ακτιβιστής υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Άσμα Τζεχανγκίρ και πολιτικοί της αντιπολίτευσης λένε ότι η χρονική στιγμή του πολιτικού κινήματος του Καντρί, μόλις λίγους μήνες πριν από τις κοινοβουλευτικές εκλογές, έχει παντού τα σημάδια των μυστικών υπηρεσιών του Πακιστάν (Inter-Services Intelligence, ISI). Σύμφωνα με τον Τζεχανγκίρ, «το στρατιωτικό κατεστημένο είναι ο σκηνοθέτης της ταινίας του Καντρί. Οι Πακιστανοί έχουν ήδη δει τέτοιες ταινίες στο παρελθόν». Από αυτή την άποψη, ο Καντρί, που ήταν κάτοικος Καναδά, εισήχθη για να σπείρει την αστάθεια σαν προοίμιο μιας στρατιωτικής προσπάθειας με σκοπό να καθιερωθεί μια κατευθυνόμενη δημοκρατία, ή τουλάχιστον να επηρεαστεί η σύνθεση και η διάρκεια της επόμενης κυβέρνησης που θα αναλάβει την χώρα. Το δικαστικό σώμα, εν τω μεταξύ, συμμετέχει βοηθητικά.
Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει κάτι που να συνδέει του Καντρί με τον πακιστανικό στρατό ή το δικαστικό σώμα. Παρόλα αυτά, δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Καντρί έχει κατευθύνει την αγανάκτησή του στην πολιτική της κυβέρνησης, ενώ υμνεί το δικαστικό σώμα και τον στρατό ως τα μόνα δύο θεσμικά όργανα «που εκτελούν τα καθήκοντά τους, για να καλύψουν τις ανάγκες των ανθρώπων», οι οποίες, όπως λέει, είναι δέσμιες της διαφθοράς και της αναποτελεσματικότητας της κυβέρνησης.
Για παράδειγμα, αν και ο επικεφαλής του στρατού, Ασφάκ Παρβέζ Καγιάνι έχει τονίσει επανειλημμένα τον σεβασμό του στρατού στα συνταγματικά όρια, είχε ελάχιστο δισταγμό να τα ξεπεράσει. Πέρυσι, αψήφησε την κυβέρνηση καλώντας το Ανώτατο Δικαστήριο να διερευνήσει ένα σημείωμα, που φέρεται να γράφτηκε από τον Χουσεΐν Χακανί, τον τότε πρεσβευτή του Πακιστάν στις Ηνωμένες Πολιτείες, που ζητούσε την παρέμβαση των ΗΠΑ για να αποκρούσει ένα πραξικόπημα. Όταν ο Γιουσάφ Ραζά Γκιλανί, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός, κατηγόρησε τον στρατό ότι ενεργεί ως «κράτος εν κράτει», οι στρατηγοί προειδοποίησαν την κυβέρνηση για «σοβαρές συνέπειες» και αντικατέστησαν άμεσα τον διοικητή της 111ης ταξιαρχίας – η οποία συνήθως διεξήγαγε τα πραξικοπήματα – υπονοώντας ότι το πραξικόπημα θα μπορούσε να είναι ήδη στα σκαριά.
Η παρέμβαση στην πολιτική είναι μια ειδικότητα του δικαστικού κλάδου, επίσης. Όπως έγραψα τον Ιούλιο του 2012, το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό την ηγεσία του Δικαστή Ιφτικάρ Τσόντρι, δεν φοβάται να πολιτευτεί στοχεύοντας την κυβέρνηση του ΡΡΡ. Τον προηγούμενο μήνα, το δικαστήριο είχε εκδιώξει τον Γκιλανί για ασέβεια προς το δικαστήριο. Τη Δευτέρα, ενώ ο Καντρί απειλούσε να ανατρέψει βίαια την κυβέρνηση, ο Τσόντρι τον βοήθησε διατάσσοντας την σύλληψη του πρωθυπουργού Ραζά Περβέζ Ασράφ, γιατί φέρεται να δωροδοκήθηκε το 2010, όταν ήταν υπουργός για Υδάτων και Ενέργειας. Δεν είναι απολύτως σαφές αν ο επικεφαλής της δικαιοσύνης ενεργεί από προσωπική έχθρα προς τον πρόεδρο Ασίφ Αλί Ζαρντάρι ή ενεργεί για λογαριασμό του στρατού.
Τι θα συμβεί στη συνέχεια είναι ένα αναπάντητο ερώτημα. Παρά το γεγονός ότι ο στρατός δεν έχει δώσει καμία ένδειξη ότι θέλει να αναλάβει την διακυβέρνηση , δεν έχει επίσης καμία συμπάθεια στον Ζαρντάρι ή τον Ναουάζ Σαρίφ, τον επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την Πακιστανική Ένωση Μουσουλμανικών Ομάδων Ναουάζ (Pakistan Muslim League Nawaz, PML-N). Οι στρατηγοί θα συμβιώνουν πιο άνετα με εναλλακτικές λύσεις έναντι αυτών των δύο, συμπεριλαμβανομένου ενός παίχτη κρίκετ, που εξελίχθηκε σε συντηρητικό πολιτικό, του Ιμράν Καν. Σε όλα αυτά, όμως, υπάρχει μια πολύ καλή προοπτική για το Πακιστάν. Παρά τις πολλές πολιτικές διαφορές τους, το ΡΡΡ και το PML-N έχουν ενωθεί για να αντιταχθούν κατηγορηματικά στις απαιτήσεις του Καντρί και συμφώνησαν σχετικά με την ανάγκη να ολοκληρώσει τη θητεία της η κυβέρνηση και να προχωρήσει στην διεξαγωγή των εκλογών. Τα δύο κόμματα – εχθροί από παλιά - έχουν επίσης συνεργαστεί για να θεσπίσουν εκτεταμένες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που θα διευκολύνουν τις ελεύθερες και δίκαιες ψηφοφορίες, συμπεριλαμβανομένου του διορισμού ενός υπηρεσιακού πρωθυπουργού που θα έχουν επιλέξει από κοινού, για να επιβλέπει τη διαδικασία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές, όπως και οι τακτικές εκλογές θα είναι ζωτικής σημασίας για την μετρίαση της στρατιωτικής επιρροής στην πολιτική. Είτε η σημερινή κυβέρνηση του ΡΡΡ επιβιώσει αυτής της κρίσης είτε όχι, το κόμμα μπορεί να παίξει το χαρτί του «θύματος», με σκοπό να συλλέξει ψηφοφόρους για την επόμενη φορά. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι ότι αν ο Καντρί έχει τον τρόπο του, το Πακιστάν θα μπορούσε κάλλιστα να πέσει ξανά στην πολύ γνωστή αυταρχική παγίδα, η οποία συγκαλύπτεται στον όρο: «πραγματική» δημοκρατία.
Αρχικό άρθρο, 2 Ιουλίου 2012
Στις 19 Ιουνίου, το Ανώτατο Δικαστήριο του Πακιστάν κατηγόρησε τον πρωθυπουργό της χώρας, Γιουσάφ Ραζά Γκιλανί, για ασέβεια, καθιστώντας τον ακατάλληλο να είναι μέλος του κοινοβουλίου και κατά συνέπεια, τον ανέτρεψε από την εξουσία. Το έγκλημα του Γκιλανί; Αρνήθηκε να αναβιώσει μια έρευνα σχετικά με ξέπλυμα βρώμικου χρήματος ενάντια στο αφεντικό του, τον πρόεδρο Ασίφ Αλί Ζαρντάρι, ο οποίος τεχνικά απολαμβάνει ασυλία από ποινική δίωξη, ενώ βρίσκεται στην κυβέρνηση. Σύμφωνα με το σύνταγμα της χώρας, μόνο η εκλογική επιτροπή και το ίδιο το Κοινοβούλιο έχει τέτοια εξουσία. Με απλά λόγια, το πακιστανικό δικαστικό σώμα μόλις πραγματοποίησε ένα πραξικόπημα.
Η χρονική στιγμή ήταν ιδιαίτερα ύποπτη. Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήρθε αμέσως μετά από ένα σκάνδαλο δωροδοκίας, στο οποίο εμπλέκεται ο Αρσαλάν Ιφτικάρ, ο γιος του αρχηγού του δικαστικού σώματος, του Ιφτικάρ Τσόντρι. Και επειδή ο κατήγορος του Ιφτικάρ ήταν ο Μαλίκ Ριάζ Χουσαΐν, μεγιστάνας της αγοράς ακινήτων με πολιτικούς δεσμούς και με διασύνδεση με τον πρόεδρο, ορισμένοι υποστήριξαν ότι το δικαστήριο απέλυσε τον Γκιλάνι για εκδίκηση.
Κάποιοι στην πακιστανική αντιπολίτευση επικρότησαν την κίνηση, υποστηρίζοντας ότι η δικαστική παρέμβαση είναι ο μόνος τρόπος για την αντιμετώπιση της διαφθοράς του Ζαρντάρι και του κόμματός του. Κατά την άποψή τους, το ήπιο πραξικόπημα των δικαστών ήταν πολύ λιγότερο ύπουλο από αυτά που πραγματοποιήθηκαν από τους στρατηγούς στο παρελθόν, τα οποία πάντα οδηγούσαν σε πλήρη άνθηση της απολυταρχικής διακυβέρνησης. Αλλά, καθώς το Πακιστάν οδεύει προς μια χρονιά εκλογών, η επιθετική κίνηση έχει αφήσει τα δημοκρατικά θεμέλια του κράτους να αποδυναμώνονται, το δικαστικό σώμα λιγότερο αξιόπιστο και τον στρατό του πιο ισχυρό.
Βέβαια, η εξέλιξη λειτουργεί μόνο ως άλλο ένα κεφάλαιο σε μια συνεχιζόμενη ιστορία. Για χρόνια, το Ανώτατο Δικαστήριο και το κυβερνών Πακιστανικό Κόμμα (PPP) ήταν σε διαφωνία όσον αφορά το Διάταγμα περί Εθνικής Συμφιλίωσης (NRO), ένα νόμο περί αμνηστίας που θεσμοθετήθηκε το 2007 από τον τότε πρόεδρο του Πακιστάν, τον στρατηγό Περβέζ Μουσάραφ, ως μέρος μιας αμερικανικής διαμεσολάβησης για την συμφωνία καταμερισμού της εξουσίας με τον Μπεναζίρ Μπούτο, η οποία ήταν η εξόριστη ηγέτης του ΡΡΡ. Σε αντάλλαγμα για την κυβερνητική απόσυρση των κατηγοριών διαφθοράς εναντίον της Μπούτο και του συζύγου της Ζαρντάρι, το κόμμα συμφώνησε να υποστηρίξει την επανεκλογή του Μουσάραφ που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2007.
Αλλά αμέσως μετά, το Ανώτατο Δικαστήριο, με επικεφαλής τον Τσόντρι, ανέστειλε τo NRO. Υποψιαζόμενος ότι το δικαστήριο είχε κάνει επίσης σχέδια για να κρίνει την επανεκλογή του ως αντισυνταγματική αν παρέμενε με στρατιωτική στολή, ο Μουσάραφ ανέστειλε το Σύνταγμα, επέβαλε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, και απέλυσε τον Τσόντρι, για δεύτερη φορά μέσα σε ένα χρόνο. Ο Τσόντρι και 50 άλλοι δικαστές που αρνήθηκαν να δώσουν όρκο πίστης στον Μουσάραφ τέθηκαν σε κατ' οίκον περιορισμό.
Σε απάντηση, δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας, ακτιβιστές, εργαζόμενοι στα πολιτικά κόμμα των εργαζομένων, δημοσιογράφοι καθώς και απλοί πολίτες βγήκαν στους δρόμους. Η Μπούτο δολοφονήθηκε κατά την αποχώρησή της από μια συγκέντρωση στο τέλος του Δεκεμβρίου, και το κόμμα της όδευσε προς τη νίκη στις εκλογές που έγιναν δύο μήνες αργότερα.
Μια από τις πρώτες ενέργειες της νέας κυβέρνησης ήταν να διατάξει την απελευθέρωση των δικαστών. Αλλά, φοβούμενη την αντιπολίτευση του Τσόντρι στο NRO, η ηγεσία του ΡΡΡ δεν ήταν πρόθυμη να τον επαναφέρει στην προηγούμενη θέση του. Μετά από ακόμα μια διαδήλωση, κατά την οποία οι κορυφαίοι δικηγόροι της χώρας και μέλη της αντιπολίτευσης της Πακιστανικής Μουσουλμανικής Ομάδας (Pakistan Muslim League-N, PML-N) απείλησαν να καταλάβουν το κοινοβούλιο, το PPP επανέφερε τον Τσόντρι τον Μάρτιο του 2009. Έξι μήνες αργότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο, και πάλι υπό την ηγεσία του Τσόντρι, κατήργησε το NRO και διέταξε την κυβέρνηση να ανοίξει εκ νέου τις υποθέσεις δωροδοκίας κατά του Ζαρντάρι.
Ενδιαφερόμενος να εξαλείψει την ρετσινιά της συνεννόησης με τον στρατό έξω από το δικαστήριο, ο Τσόντρι είχε υποσχεθεί να μην υπονομεύσει τη δημοκρατία. (Στο κάτω-κάτω, ήταν μέλος του δικαστηρίου που νομιμοποίησε το 1999 το στρατιωτικό πραξικόπημα του Μουσάραφ). Αλλά χρησιμοποιώντας τις εξουσίες του ελεύθερα για την προστασία του «δημοσίου συμφέροντος», έχει τώρα κάνει ακριβώς αυτό: περιέστειλε την δημοκρατία και υπονόμευσε το κράτος δικαίου.
Κατά τα τελευταία λίγα χρόνια, ο Τσόντρι και οι συνεργάτες του ενέπλεξαν τους εαυτούς τους σε σχεδόν όλες τις αξιοσημείωτες πολιτικές διαφωνίες, πάντα αποφασίζοντας ενάντια στην κυβέρνηση του ΡΡΡ. Κρίνοντας επί προβλημάτων του νόμου και της τάξης, ρυθμίζοντας την δημοτική παροχή υπηρεσιών, καθώς και αποφασίζοντας την ανατροπή διορισμών και προαγωγών στην γραφειοκρατία, το δικαστήριο έχει πάει πολύ πέρα από την εντολή του να ερμηνεύει το σύνταγμα. Μερικές από αυτές τις παρεμβάσεις έχουν αντιμετωπίσει γνήσια δημόσια παράπονα, αλλά και πολλές έχουν περικόψει τις καθημερινές λειτουργίες της κυβέρνησης.
Τον Απρίλιο του 2011, το Ανώτατο Δικαστήριο ακρωτηρίασε αποτελεσματικά την νεοαποκτηθείσα εξουσία του κοινοβουλίου να εγκρίνει το διορισμό των δικαστών. Έκτοτε, ανέτρεψε τις αποφάσεις της κοινοβουλευτικής επιτροπής διορισμών. Και αμέσως μετά το Ανώτατο Δικαστήριο εξεδίωξε τον Γκιλανί, ένα τοπικό δικαστήριο εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για τον Μακντούμ Σαχαμπουντίν, τον υποψήφιο του κόμματος για την πρωθυπουργία στις επερχόμενες εκλογές, για υποτιθέμενη εμπλοκή του σε σκάνδαλο εισαγωγής φαρμάκων κατά τη διάρκεια της θητείας του ως υπουργός Υγείας.
Δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι το δικαστήριο ενεργούσε ύστερα από αίτηση της Δύναμης Καταπολέμησης των Ναρκωτικών που είναι ελεγχόμενη από τον στρατό. Πράγματι, η ελάχιστα καλυμμένη εχθρότητα που έχει το Ανώτατο Δικαστήριο προς την πολιτική της κυβέρνησης έρχεται σε έντονη αντίθεση με το σεβασμό που δείχνει προς τον στρατό της χώρας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το λεγόμενο σκάνδαλο Memogate το φθινόπωρο του 2011. Το Memogate επικεντρωνόταν στους ισχυρισμούς του Mansoor Ijaz, ενός αμερικανού επιχειρηματία πακιστανικής καταγωγής. Ισχυρίστηκε ότι ο Χουσαΐν Χακανί, πρεσβευτής του Πακιστάν στις Ηνωμένες Πολιτείες και έμπιστος του Ζαρντάρι, είχε ζητήσει τη βοήθειά του στη σύνταξη και την αποστολή ενός υπομνήματος στον ναύαρχο Michael Mullen, τον πρόεδρο του Γενικού Επιτελείου των ΗΠΑ. Το σημείωμα ήταν μια ικεσία για επέμβαση των ΗΠΑ προκειμένου να αποτρέψουν ένα επικείμενο στρατιωτικό πραξικόπημα.
Σε αντάλλαγμα, η κυβέρνηση του ΡΡΡ φέρεται ότι υποσχέθηκε να διορίσει μια φιλική προς τις ΗΠΑ ομάδα εθνικής ασφάλειας, να σταματήσει τις μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν από το να υποστηρίξουν τρομοκρατικές ομάδες και να συμμορφώνονται με τα διεθνή πρότυπα του Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΙΕΑ) σχετικά με το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων της χώρας.
Η κυβέρνηση του ΡΡΡ αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με το σημείωμα, και ο Χακανί έχασε τη δουλειά του. Ενεργώντας για ένα αίτημα που κατέθεσε ο ηγέτης του PML-N, Ναουάζ Σαρίφ, το Ανώτατο Δικαστήριο, αψηφώντας τις συμβουλές των αρχηγών του στρατού και των υπηρεσιών πληροφοριών, (Inter-Services Intelligence, ISI) σχημάτισε βιαστικά μια δικαστική επιτροπή για να ερευνήσει το θέμα. Η επιτροπή αγνόησε την δριμεία κατηγορία του Ijaz ότι ο στρατός ήταν, στην πραγματικότητα, που συνωμότησε για να ανατρέψει την πολιτική κυβέρνηση, περίπου την εποχή που γράφτηκε το έγγραφο. Στην συνέχεια, αρνήθηκε στον Χακανί το δικαίωμα να καταθέσει από το εξωτερικό όπου βρισκόταν, παρά τις εκκλήσεις του ότι φοβόταν για τη ζωή του αν επέστρεφε στο Πακιστάν. Αλλά οι δικαστές επέτρεψαν στον Ijaz να κάνει κάτι τέτοιο. Η τελική έκθεση της επιτροπής απάλλασσε το PPP οποιωνδήποτε ευθυνών, αλλά επιβεβαίωσε την αυθεντικότητα του σημειώματος και κατηγόρησε τον Χακανί για απιστία.
Ορισμένοι παρατηρητές επέκριναν την πρόδηλα μονόπλευρη διαδικασία της επιτροπής, στην οποία τα μέλη της επιτροπής αποδέχονταν εύκολα τα αμφισβητήσιμα στοιχεία που παρέχονταν από τον Ijaz ενώ απέρριπταν τα στοιχεία του Χακανί για τεχνικούς λόγους. Ο συνήγορος του Χακανί, Asma Jahangir, αναμφισβήτητα ο πιο εξέχων ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην χώρας, μποϊκόταρε την Επιτροπή, σημειώνοντας ότι δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στην αμεροληψία της.
Παράλληλα, το Ανώτατο Δικαστήριο συνέχισε κάποιες έρευνες κατά της ISI. Αυτές περιλαμβάνουν μια παλιά υπόθεση διαφθοράς και συνεχείς έρευνες για εξαφανισμένα άτομα από την εποχή του Μουσάραφ. Διέταξε την ISI να παρουσιάσει τους υπόπτους που είχε προφυλακίσει και είτε να τους κατηγορήσει νόμιμα είτε να τους αφήσει ελεύθερους. Η επιχείρηση του Σώματος Συνοριοφυλάκων «Σκότωσε και Απόρριψε» εναντίον εθνικιστών του Βαλουχιστάν, έχουν ομοίως τεθεί υπό έλεγχο. Αλλά ανώτεροι αξιωματικοί του στρατού, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της ISI και του γενικού επιθεωρητή του Σώματος Συνοριοφυλάκων, συνεχίζουν να αποφεύγουν το Δικαστήριο, μη φοβούμενοι ότι θα κατηγορηθούν για ασέβεια, όπως έγινε με τον Γκιλανί.
Τελικά, η φαινομενική εύνοια της δικαστικής εξουσίας προς τον στρατό και ορισμένα κόμματα της δεξιάς αποτελεί μια συνεχιζόμενη απειλή για την πακιστανική δημοκρατία. Το δικαστικό σύστημα επικύρωσε κάθε ένα από τα προηγούμενα στρατιωτικά πραξικοπήματα στην ιστορία της χώρας. Τώρα, με ένα ήπιο πραξικόπημα στο ενεργητικό τους, οι δικαστές έχουν δημιουργήσει άλλο ένα κακό προηγούμενο. Έχουν νομιμοποιήσει μια ακόμη μη-δημοκρατική μέθοδο αλλαγής κυβερνήσεων.
Με την κυβέρνηση Ζαρντάρι να αγωνίζεται συνεχώς για την επιβίωσή της, η επίλυση των πιεστικών προβλημάτων του Πακιστάν παίρνει δευτερεύουσα θέση για άλλη μια φορά. Οι χρόνιες ελλείψεις ηλεκτρικού ρεύματος έχουν παραλύσει τη βιομηχανία, αποξενώνουν τους απλούς Πακιστανούς από την κυβέρνηση και ανοίγουν τον δρόμο της κοινωνικής αναταραχής. Η αστάθεια θα μπορούσε να διαβρώσει περαιτέρω την αποφασιστικότητα της πολιτείας να αντιμετωπίσει την τρομοκρατία, κάτι που αν συμβεί θα περιπλέξει περαιτέρω την εξομάλυνση των σχέσεών της με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να παίξουν ένα θετικό ρόλο, οι δικαστές πρέπει να κάνουν το καθήκον τους για την ενίσχυση του πακιστανικού κράτους με την επίτευξη καλύτερης ισορροπίας μεταξύ του δικαστικού ακτιβισμού και της αυτοσυγκράτησης. Στην δελεαστική βιασύνη τους να δώσουν ένα μάθημα στην φερόμενη ως διεφθαρμένη κυβέρνηση του ΡΡΡ, πολλοί μέσα στα θορυβώδη μέσα μαζικής ενημέρωσης του Πακιστάν και στα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν εξωθήσει το δικαστικό σώμα. Αλλά το να τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια της κυβέρνησης δεν είναι προς το συμφέρον κανενός.
Αντί να επιμένουν ότι ο αντικαταστάτης του Γκιλανί, ο πρωθυπουργός Ραζά Περβέζ Ασράφ, πρέπει να ξανανοίξει τις υποθέσεις διαφθοράς εις βάρος του προέδρου Ζαρντάρι, το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να αφήσει την δημοκρατική διαδικασία να συνεχιστεί μέχρι τις εκλογές, που έχουν οριστεί για την άνοιξη. Μόνο αν ανεχθεί και σεβαστεί την εντολή των δύο άλλων κλάδων της κυβέρνησης, η δικαστική εξουσία μπορεί πραγματικά να βοηθήσει να γίνει η δημοκρατία το μόνο παιχνίδι στην πόλη.
ΤΟΥ Aqil Shah
ΠΗΓΗ: http://www.foreignaffairs.gr/articles/69138/aqil-shah/ektroxiazontas-tin-dimokratia-stin-islamampant?page=show

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου