Γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Η Κίνα, δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, δείχνει να επανακάμπτει έπειτα από αρκετούς μήνες «ομαλής προσγείωσης».
Κύριος υπαίτιος αυτής της εξέλιξης είναι τα μέτρα τόνωσης της δραστηριότητας που έλαβαν η Τράπεζα της Κίνας και η κυβέρνηση τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Η κεντρική τράπεζα χαμήλωσε το κεντρικό επιτόκιο δανεισμού δύο φορές εντός του 2012 και σκοπεύει να διατηρήσει τη χαλαρή νομισματική πολιτική της για αρκετό ακόμη χρονικό διάστημα, διότι ο πληθωρισμός παραμένει σαφώς κάτω του 4%, επίπεδο που οι αρχές θεωρούν ως κατώφλι επικίνδυνης υπερθέρμανσης της οικονομίας. Οι δημόσιες αρχές από τη μεριά τους πολλαπλασιάζουν τις δημόσιες επενδύσεις σε έργα υποδομών, δημιουργώντας εντυπωσιακές οικονομίες κλίμακος. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι οι επενδύσεις της Κίνας σε πάγιο κεφάλαιο έχουν ξεπεράσει κάθε ιστορικό προηγούμενο, αυξανόμενες κατά 20% εντός του 2012. Ένα καλό παράδειγμα είναι οι επενδύσεις σε μέσα σταθερής τροχιάς (σιδηρόδρομοι υπερυψηλής ταχύτητας και γραμμές μετρό), που έχουν εκτιναχθεί κατά τους τελευταίους μήνες: Μόνο η κατασκευή των τελευταίων 25 γραμμών μετρό αντιπροσωπεύουν μία επένδυση της τάξης των περίπου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αυτή η δημοσιονομική πολιτική έχει καταφέρει να στηρίξει την κινεζική ζήτηση σε μιαν εποχή όπου η ζήτηση για κινεζικά προϊόντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των ΗΠΑ σε μικρότερο βαθμό πέφτει λόγω της παρατεινόμενης κρίσης. Αυτή η μείωση των εξαγωγών φαίνεται από την πορεία του εμπορικού ισοζυγίου της Κίνας, του οποίου το πλεόνασμα μειώνεται ραγδαία από μήνα σε μήνα: Διαπιστώνουμε μιαν εντυπωσιακή πτώση, πάνω από 38%, μέσα στους φθινοπωρινούς μήνες του 2012! Επίσης η χαλαρότερη πιστωτική πολιτική έχει επανεκκινήσει την αγορά ακινήτων έπειτα από πολλούς μήνες συνεχούς αποεπένδυσης. Αυτή η εξέλιξη σε συνδυασμό με την αυξανόμενη κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος αποτελούν τους καλύτερους δείκτες της σταδιακής ανάκτησης της εμπιστοσύνης των επενδυτών, σε μία χώρα όπου η μυστικοπάθεια των κυβερνήσεων δεν αφήνει να κοινοποιούνται πολλά αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία.
Παρ’ όλη τη βελτίωση η διεθνής μείωση της ζήτησης λόγω της γενίκευσης των προγραμμάτων λιτότητας στην Ευρώπη και της πιο ομαλής δημοσιονομικής προσαρμογής στις ΗΠΑ καθιστά πια αναντίστοιχες τις ικανότητες των κινεζικών παραγωγικών μέσων, που υπερβαίνουν σαφώς την ικανότητα απορρόφησης των παραγόμενων προϊόντων. Συνεπώς η Κίνα έχει μπροστά της μία διττή αποστολή: τη μείωση της υπερικανότητας της παραγωγικής της μηχανής και την αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης. Η νέα ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας πρέπει να σταθεροποιήσει την οικονομία και να προβεί σε μεταρρύθμιση της εσωτερικής αγοράς, ενισχύοντας την κατανάλωση των νοικοκυριών και το ρόλο των μικρών και μεσαίων ιδιωτικών επιχειρήσεων, που είναι πιο ευέλικτες από τις μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις και προσαρμόζονται ευκολότερα στα μεταβαλλόμενα οικονομικά δεδομένα.
Όμως η αύξηση της κατανάλωσης μέσω ευνοϊκών εισοδηματικών πολιτικών έχει αυτομάτως ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της μορφωμένης μεσαίας τάξης των αστικών κέντρων. Η ιστορική εμπειρία δείχνει πως η αύξηση της αγοραστικής δύναμης μιας ανερχόμενης κοινωνικής τάξης προχωρά ταυτόχρονα με αιτήματα πολιτικής φιλελευθεροποίησης, κατοχύρωσης τίτλων ιδιοκτησίας, ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και γενικότερα ενδυνάμωσης των θεσμών του κράτους δικαίου, ιδίως σε μιαν εποχή γενικευμένης πρόσβασης στο διαδίκτυο. Το λεπτό στοίχημα του νέου κινεζικού μανδαρινάτου θα είναι η τόνωση των οικονομικών μηχανισμών της εσωτερικής αγοράς ταυτόχρονα με τη διατήρηση ενός σφιχτού γραφειοκρατικού ελέγχου πάνω στην αναδυόμενη κοινωνία των πολιτών.
Πηγή http://www.makthes.gr/news/opinions/98423/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου